O ρόλος των θρησκειών στην επικράτηση της ειρήνης και της καταλλαγής μεταξύ λαών και πολιτισμών, στο πλαίσιο της αυξανόμενης εκκοσμίκευσης και του φονταμενταλισμού στον σημερινό κόσμο, βρέθηκε στο επίκεντρο της ομιλίας που πραγματοποίησε ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος κατά την έναρξη της Διεθνούς Διασκέψεως, «Promoting Peaceful Coexistence and Common Citizenship», που διοργανώνει από χθες, 26/2, στη Βιέννη, το «Διεθνές Κέντρο για τον Διαθρησκειακό και Διαπολιτισμικό Διάλογο – KAICIID».
O Οικουμενικός Πατριάρχης, ο οποίος πραγματοποίησε την εναρκτήρια ομιλία της Διάσκεψης, αναφέρθηκε στο διαχρονικό ενδιαφέρον της Πρωτόθρονης Εκκλησίας της Ορθοδοξίας για την προώθηση του διαλόγου μεταξύ των Εκκλησιών, των θρησκειών και των πολιτισμών με στόχο τη δημιουργία ενός καλύτερου κόσμου. Όπως είπε, ο Οικουμενικός Θρόνος έχει, ιδιαιτέρως, ασχοληθεί με την προώθηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, καθώς και με την προστασία της ανθρώπινης ελευθερίας και αξιοπρέπειας, αναλαμβάνοντας ποικίλες πρωτοβουλίες και φιλοξενώντας διαθρησκειακές και διεθνείς διασκέψεις.
Ο κ. Βαρθολομαίος έκανε ιδιαίτερη μνεία στην Οικουμενική Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (φέτος συμπληρώνονται 70 χρόνια από την υιοθέτησή της από τη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ) και συγκεκριμένα στο δέκατο όγδοο άρθρο της, όπου αναφέρεται ότι, «κάθε άτομο έχει το δικαίωμα στην ελευθερία της σκέψης, της συνείδησης και της θρησκείας. Το δικαίωμα αυτό περιλαμβάνει την ελευθερία για αλλαγή θρησκείας ή πίστης, όπως και την ελευθερία, μόνο ή μαζί με άλλους, δημόσια ή ιδιωτικά, να εκδηλώνει τη θρησκεία του ή τις θρησκευτικές πεποιθήσεις του με τη διδασκαλία, την πρακτική, τη λατρεία και με την τέλεση θρησκευτικών τελετών», αλλά και στο ψήφισμα 16/18 του ΟΗΕ, που υιοθετήθηκε τον Μάρτιο του 2011, στο οποίο διατυπώνεται ένα παγκόσμιο πλαίσιο πολιτικής για την καταπολέμηση της μισαλλοδοξίας, του στιγματισμού, των διακρίσεων, της προτροπής στη βία και της βίας κατά ατόμων με βάση τη θρησκεία ή τις πεποιθήσεις τους. Τόνισε ο Οικουμενικός Πατριάρχης: «Παρά τα προαναφερθέντα κείμενα και την ευρεία κινητοποίηση και τον αγώνα για τα ανθρώπινα δικαιώματα, που ακολούθησαν μετά το τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου μέχρι και σήμερα, είναι λυπηρό το γεγονός ότι πολλές κυβερνήσεις σε όλο τον κόσμο εξακολουθούν να νομοθετούν νόμους που εισάγουν διακρίσεις και χρησιμοποιούν βία για να καταστέλλουν και να αρνούνται στους πολίτες τους την ελευθερία της θρησκείας ή της πίστεως. Τα τελευταία χρόνια, το ποσοστό των χωρών που στις κοινωνίες τους καταγράφονται υψηλά ή πολύ υψηλά επίπεδα εχθρικών ενεργειών εναντίον θρησκευτικών μειονοτικών ομάδων, έχει αυξηθεί σταθερά σε όλο τον κόσμο. Οι συνθήκες σε πολλά μέρη του κόσμου απέχουν πολύ από το ιδανικό. Η θρησκευτική μισαλλοδοξία και οι διώξεις, δυστυχώς, παραμένουν πάρα πολύ διαδεδομένες. Ένα μεγάλο μέρος του παγκόσμιου πληθυσμού ζει υπό συνθήκες μεγάλου περιορισμού ή υποφέρει από πρακτικές βίας, σε μια προσπάθεια να περιοριστεί η θρησκευτική τους έκφραση και πεποιθήσεις. Η αλήθεια είναι ότι, τα τελευταία χρόνια, οι θρησκευτικές διώξεις σημείωσαν συνεχή αύξηση σε περισσότερες από τριάντα χώρες. Οι αντισημιτικές συμπεριφορές είναι επίμονες και διαδεδομένες σε όλο τον κόσμο. Ένας στους δώδεκα χριστιανούς βιώνει υψηλή έως ακραία δίωξη για την πίστη του. Η βία κατά των Rohingyas και Uyghur, των δύο μουσουλμανικών μειονοτήτων που ζουν στη Μιανμάρ και στην Κίνα αντίστοιχα, έχει φθάσει σε νέο υψηλό επίπεδο».
Απαντήσεις απέναντι σε αυτή την δραματική πραγματικότητα, σημείωσε, μεταξύ άλλων, ο Οικουμενικός Πατριάρχης, υπάρχουν στα θεμελιώδη κείμενα των παγκοσμίων θρησκειών, όπου η συμπόνια, η αλληλεγγύη, ο σεβασμός, η ειρήνη, η αμοιβαία αποδοχή και η προστασία των ευάλωτων, είναι κεντρικές αξίες τους. Επίσης, πρόσθεσε ο Πατριάρχης, μια απάντηση δίνεται από την Αγία και Μεγάλη Σύνοδο της Ορθοδόξου Εκκλησίας, η οποία πραγματοποιήθηκε τον Ιούνιο του 2016 και οι συμμετέχουσες Αυτοκέφαλες Εκκλησίες, με μια ενιαία φωνή, διακήρυξαν ότι «o νηφάλιος διαθρησκειακός διάλογος συμβάλλει σημαντικά στην προώθηση της αμοιβαίας εμπιστοσύνης, της ειρήνης και της καταλλαγής».
Ο κ. Βαρθολομαίος εξέφρασε τη βαθιά πεποίθησή του ότι η συμβολή της θρησκείας είναι κρίσιμη για την υπέρβαση της παγκόσμιας κρίσης, καθώς είναι δύναμη που προάγει, διαφυλάσσει και προωθεί υψηλές αξίες, σοφία και ειρήνη. Παρατήρησε πως «όλα αυτά κινδυνεύουν να χαθούν με την αύξηση της εκκοσμίκευσης, του αθεϊσμού και του υλισμού, αλλά και με την έκρηξη του θρησκευτικού φονταμενταλισμού και της βίας στο όνομα του Θεού, που στην πραγματικότητα είναι η άρνηση της ουσίας της αυθεντικής θρησκευτικής πίστης που με τη σειρά της απανθρωπίζει τον άνθρωπο. Ο φονταμενταλισμός σίγουρα δεν ανήκει στην ουσία της θρησκείας, αλλά μάλλον “αποτελεί έκφραση νοσηρής θρησκευτικότητας” όπως σημειώνεται και στην Εγκύκλιο της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου της Ορθοδόξου Εκκλησίας».
Καταλήγοντας, ο Οικουμενικός Πατριάρχης επεσήμανε ότι «οι θρησκείες πρέπει από κοινού να αντισταθούν στην αύξηση της εκκοσμίκευσης και του φονταμενταλισμού. Ο στόχος αυτός υποστηρίζεται και προωθείται μέσω του διαλόγου. Ο διάλογος είναι μια χειρονομία αλληλεγγύης. Ο διαθρησκειακός διάλογος δεν σημαίνει μια σχετικοποίηση της δικής μας πίστης, ούτε την αποδυνάμωση ή ακόμα και την άρνηση της δικής μας θρησκευτικής ταυτότητας, αλλά εμπλουτίζει ταυτότητες και προφανώς οδηγεί στην αλλαγή νοοτροπίας και στάσης απέναντι στο άλλο. Μπορεί να θεραπεύει τις προκαταλήψεις και να προωθήσει ένα πνεύμα αλληλεγγύης και ειρήνης».
Κατά τη διάρκεια της ομιλίας του, ο κ. Βαρθολομαίος αναφέρθηκε και στον αείμνηστο βασιλιά Abdullah bin Abdulaziz, επιθυμία του οποίου ήταν η προώθηση του διαλόγου, ανάμεσα σε θρησκευτικούς και πολιτικούς ηγέτες, για την επικράτηση της ειρήνης στον κόσμο. Στο πλαίσιο αυτής της επιθυμίας του, δημιουργήθηκε με την σύμπραξη των Βασιλείων της Σαουδικής Αραβίας και της Ισπανίας και της ενθάρρυνσης της Αυστρίας και του Βατικανού, το Διεθνές Κέντρο για τον Διαθρησκειακό και Διαπολιτισμικό Διάλογο, KAICIID, το οποίο και διοργανώνει την Διάσκεψη, στην οποία πολλές φορές έχει απευθυνθεί, ως επίσημος προσκεκλημένος, ο κ. Βαρθολομαίος.