Η άμυνα και η ασφάλεια μπορούν δυνητικά να είναι θετικά στοιχεία στην υπόθεση της βρετανικής εξόδου από την ΕΕ. Το Brexit δεν θα αλλάξει τη γεωγραφία. Το Ηνωμένο Βασίλειο είναι μια δύναμη μεγάλης σημασίας για την ευρωπαϊκή ασφάλεια και άμυνα. Κάθε σημαντική πρόκληση ασφάλειας και άμυνας για τις πρωτεύουσες των κρατών-μελών, θα είναι επίσης ανησυχία για το Λονδίνο. Επομένως, η πρόκληση είναι να βρεθούν ρεαλιστικές λύσεις και τακτικές που θα επιτρέψουν στα κράτη-μέλη της ΕΕ και στο Ηνωμένο Βασίλειο να εργαστούν από κοινού για την ασφάλεια των πολιτών τους.
Στην ΕΕ, η Γαλλία και το Ηνωμένο Βασίλειο πλησιάζουν περισσότερο στο να διαδραματίσουν ρόλο πλήρους φάσματος ασφάλειας και άμυνας. Το Ηνωμένο Βασίλειο συμβάλει σημαντικά στην ευρωπαϊκή ασφάλεια μέσω της συλλογής πληροφοριών και της ανάλυσης για τη στήριξη τόσο της επιβολής του νόμου, ιδιαίτερα των αντί-τρομοκρατικών επιχειρήσεων, όσο και του πλήρους φάσματος των στρατιωτικών επιχειρήσεων. Οι βρετανικές ένοπλες δυνάμεις παραμένουν μεταξύ των πιο ικανών δυνάμεων μάχης της Ευρώπης. Σε αντίθεση με πολλούς από τους ομολόγους τους, έχουν συγκεκριμένα πλεονεκτήματα σε ό,τι αφορά στο φάσμα της πολεμικής μάχης υψηλού επιπέδου, αλλά επίσης και αναφορικά με την ικανότητά τους να παρέχουν κάποια βοήθεια σε διεθνείς επιχειρήσεις και στον τομέα της δημιουργίας αμυντικής ικανότητας. Όπως οι διπλωμάτες του Ηνωμένου Βασιλείου, οι ένοπλες δυνάμεις του έχουν σημαντική εμβέλεια και υφιστάμενες σχέσεις και πέρα από την Ευρώπη.
Ένα νέο είδος Συμφωνίας Πλαισίου Συμμετοχής (FPA) που προσφέρθηκε στο Ηνωμένο Βασίλειο, θα μπορούσε να αναγνωρίσει ότι μια τρίτη χώρα μπορεί να έχει στρατηγική σημασία για τις επιχειρήσεις της Ενιαίας Πολιτικής Ασφάλειας και Άμυνας της ΕΕ. Η FPA θα μπορούσε να συμπεριλάβει κριτήρια σχεδιασμένα να “ξεκλειδώσουν” τη συμβολή του Ηνωμένου Βασιλείου για τις πιο απαιτητικές αποστολές της ΕΕ και να εστιάσουν αυτές τις συνεισφορές σε στρατιωτικούς παράγοντες. Ένα πυκνό δίκτυο συνεχών διαβουλεύσεων, ανταλλαγής πληροφοριών και αμοιβαίων αποσπάσεων, θα έδινε στο Ηνωμένο Βασίλειο τις ευκαιρίες του για να ακουστεί η φωνή του σε όλα τα στάδια της διαδικασίας, πλην ωστόσο από ένα επίσημο δικαίωμα ψήφου.
Ένα δεύτερο στοιχείο της μελλοντικής πορείας θα μπορούσε να δημιουργηθεί από τα κράτη-μέλη της ΕΕ με τη μορφή μιας εταιρικής σχέσης στην άμυνα και στις ικανότητες, ανοιχτή σε μια ευρύτερη ομάδα χωρών που δεν είναι μέλη, συμπεριλαμβανομένων των Νορβηγίας και Ελβετίας. Αυτοί οι εταίροι θα διαπραγματευόταν το μέγιστο επίπεδο δέσμευσης με τα κράτη-μέλη της ΕΕ, αλλά ο κύριος στόχος θα ήταν να τους επιτρέψει να συμμετάσχουν στην εξέλιξη των ικανοτήτων και των δραστηριοτήτων του Ευρωπαϊκού Ταμείου άμυνας (EDF). Δεδομένου ότι ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Άμυνας (EDA) είναι η πύλη για τα έργα έρευνας και ανάπτυξης, το Ηνωμένο Βασίλειο θα επιδιώξει μια συμφωνία με την EDA που είναι πιο περιεκτική από τις ισχύουσες διοικητικές μεταρρυθμίσεις στο πλαίσιο μιας τέτοιας προσέγγισης.
Η αμυντική βιομηχανία του Ηνωμένου Βασιλείου διατηρεί σαφή πλεονεκτήματα σε ό,τι αφορά τις δεξιότητες και την τεχνολογία. Οι αρμοδιότητες του Ηνωμένου Βασιλείου στον τομέα της άμυνας και της βιομηχανίας, εντάσσονται εν μέρει μόνο στον ευρωπαϊκό αμυντικό τομέα. Η σχέση είναι ανώριμη κι ελαφρώς ασύμμετρη, με το Ηνωμένο Βασίλειο να είναι κάπως πιο εξαρτημένο από την ηπειρωτική αμυντική-βιομηχανική βάση παρά το αντίστροφο. Ειδικότερα, οι κανονισμοί και τα πρότυπα που συνδέονται με την Ενιαία Ευρωπαϊκή Αγορά (SEM) και οι διασυνδέσεις με την τεχνολογία, την έρευνα και την ανάπτυξη, την αγορά εργασίας, τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας, μέχρι τις μεταφορές και τους δασμούς, παρουσιάζουν μια ευάλωτη θέση. Η επίδραση στον κλάδο της ασφάλειας θα είναι μεγαλύτερη, εξαιτίας της πυκνότητας των κανονισμών της ΕΕ και των σχετικών νομικών πράξεων που είναι υψηλότερη στον τομέα της ασφάλειας, όπως είναι και το επίπεδο της αλληλεξάρτησης των βιομηχανιών της ΕΕ και του Ηνωμένου Βασιλείου σε αυτό τον τομέα.
Μια στρατηγική αναμονής θα χάσει το παράθυρο ευκαιρίας για την διαμόρφωση της μελλοντικής βιομηχανικής σχέσης άμυνας και ασφάλειας και για την οικοδόμηση ενός ισχυρού μελλοντικού νομικού πλαισίου για σημαντικούς τομείς του SEM. Όλες οι πλευρές, βιομηχανίες και κυβερνήσεις, θα πρέπει αμέσως να αξιολογήσουν την βραχυ-μεσοπρόθεσμη επίδραση των δυνητικών σεναρίων του Brexit στια αλυσίδες εφοδιασμού, τις συνεχιζόμενες προμήθειες και τις σχέσεις έρευνας και ανάπτυξης.
Το Λονδίνο και άλλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες θα μπορούσαν να ξεκινήσουν ένα κοινό πολιτικό project: τη δημιουργία μιας αληθινής ευρωπαϊκής αμυντικής-βιομηχανικής βάσης, στο πλαίσιο της κοινής αντίληψης ότι ο τομέας άμυνας-βιομηχανίας αντιπροσωπεύει στρατηγική αξία και για τους δύο. Πρακτικά, θα καθορίσουν τους όρους για συγχωνεύσεις ή στενή συνεργασία μεταξύ των ευρωπαϊκών αμυντικών επιχειρήσεων. Μπορεί να υπάρχει ήδη ένα άνοιγμα: η γαλλο-γερμανική πρωτοβουλία για την ανάπτυξη ενός μελλοντικού πολεμικού αεροσκάφους. Εάν το Ηνωμένο Βασίλειο επρόκειτο να ενταχθεί στο πρόγραμμα, θα δημιουργούσε ένα εξαιρετικά ορατό project. Άλλα projects θα μπορούσαν να εντοπιστούν και να δώσουν στο Ηνωμένο Βασίλειο συμμετοχή στην ευρωπαϊκή αμυντική-βιομηχανική βάση.
Εάν υπάρχει κοινή συμφωνία μεταξύ των κρατών-μελών της ΕΕ και του Ηνωμένου Βασιλείου ότι ο τομέας άμυνας-βιομηχανίας είναι στρατηγικού ενδιαφέροντος, οι χώρες της ΕΕ θα μπορούσαν να επιλέξουν να κάνουν περιορισμένη χρονικά χρήση του Άρθρου 346 της Συνθήκης για τη λειτουργία της ΕΕ, ώστε να μειωθεί η επίδραση του Brexit στην αμυντική βιομηχανία. Μια τέτοια κίνηση θα χρειαζόταν την υποστήριξη όλων των κρατών-μελών της ΕΕ και να υπάρξει αμοιβαία μεταχείριση και από το Ηνωμένο Βασίλειο. Η ΕΕ και το Ηνωμένο Βασίλειο θα πρέπει να συνεχίσουν να εργάζονται για τους κανόνες και τα πρότυπα σε περιπτώσεις όπου είναι μέλη των ίδιων θεσμικών οργάνων εκτός πλαισίου ΕΕ.