Με την υπ’ αρίθμ. 36/2018 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Ρόδου, που δημοσιεύθηκε χθες, έγινε δεκτή η αγωγή μιας κατοίκου της Σύμης κατά του Ελληνικού Δημοσίου και αναγνωρίστηκε η ιδιοκτησία της σε ποσοστό 100% επί γεωτεμαχίου, εκτάσεως 3.572 τ.μ., που βρίσκεται στη θέση «Παλαμίδας» του Δήμου Σύμης το οποίο «βαπτίστηκε»… δασικό!.
Το επίδικο γεωτεμάχιο, βρίσκεται συγκεκριμένα εκτός σχεδίου πόλεως και οικισμού.
Περιήλθε στην αποκλειστική κυριότητα, νομή και κατοχή της ενάγουσας, ως εξ αδιαθέτου κληρονόμου δικαιοπάροχων της. Ο τίτλος κτήσης μεταγράφηκε νομίμως στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Σύμης.
Κατά την κτηματογράφηση του Δήμου Σύμης η ενάγουσα υπέβαλε την από 14-6-1997 δήλωση εμπραγμάτου δικαιώματος της, κατόπιν δε προβολής της με από 08-02-2001 ενστάσεως της, για προσδιορισμό του επιδίκου ακινήτου, το αναφερόμενο στη δήλωση εμπραγμάτου δικαιώματος της ακίνητο προσδιορίστηκε με τη με αριθμό 21/23 Αυγούστου 2002 απόφαση της Πρωτοβάθμιας Επιτροπής Ενστάσεων του Ο.Κ.Χ.Ε..
Το επίδικο καταχωρήθηκε ως ιδιοκτησία του εναγομένου Ελληνικού Δημοσίου, λόγω διεκδίκησης αυτού ως δασικού ακινήτου, κατόπιν απόρριψης της σχετικής ενστάσεως της ενάγουσας, δυνάμει της από 3/07/2006 απόφασης της Επιτροπής Ενστάσεων του Ο.Κ.Χ.Ε.
Σύμφωνα με το από 12-10-2016 έγγραφο της Διεύθυνσης Δασών Δωδεκανήσου, αναφορικά με το χαρακτήρα του επιδίκου ακινήτου ως δασικής έκτασης, το ακίνητο βρίσκεται σε επικλινές και βραχώδες έδαφος με μέση κλίση 34%, που συνορεύει βόρεια και ανατολικά με συνέχεια δάσους και δασικής έκτασης (δασοβιοκοινότητα) και δυτικά και νότια με βραχώδεις χορτολιβαδικές και δασικές εκτάσεις, που και αυτές συνιστούν δασοβιοκοινότητα, ως ενιαίο οργανικό της σύνολο.
Τμήμα της επίδικης έκτασης, εμβαδού 2.092,84 τ.μ., καλύπτεται από άγρια ξυλώδη δασική βλάστηση αποτελούμενη από αγριαχλαδιές, σχίνα, πουρνάρια, χαρουπιές σε ποσοστό 20%, άγρια ξυλώδη βλάστηση από φρύγανα αστοιβής, σε ποσοστό 15% και βράχια κατά το υπόλοιπο ποσοστό (65%).
Το δικαστήριο έκρινε ότι εντός του όλου ακινήτου φύονταν διάφορα καρποφόρα δέντρα, όπως αχλαδιές, συκιές, ελιές και φραγκοσυκιές, τα οποία φρόντιζε ο πατέρας της ενάγουσας και σε μέρος του όλου ακινήτου είχε το περιβόλι του. Και ναι μεν μέρος του επιδίκου ακινήτου εμφανίζεται να καλύπτεται σήμερα από άγρια ξυλώδη δασική βλάστηση από αγριαχλαδιές, σχίνα, πουρνάρια, χαρουπιές και φρύγανα (αστοιβίδα), ωστόσο, τούτο οφείλεται στο γεγονός ότι με την πάροδο των ετών και μετά το θάνατο του δικαιοπαρόχου της ενάγουσας, εγκαταλείφθηκε η καλλιέργεια του, το σπίτι κατέρρευσε και είναι ερειπωμένο και καλύφθηκε η έκταση σταδιακά από άγρια ξυλώδη βλάστηση, γεγονός που, ωστόσο, δεν καθιστά μια έκταση ως δασική.
Εξάλλου, το γεγονός ότι μέρος του επιδίκου, το οποίο φέρεται διεκδικούμενο από τη Διεύθυνση Δασών, εμφανίζεται ως πετρώδης έκταση, δεν καθιστά την έκταση εν γένει δασική και ανεπίδεκτη καλλιέργειας από τους δικαιοπαρόχους της ενάγουσας, καθ’ όσον ο χαρακτήρας του εδάφους στη νήσο Σύμη είναι γενικά πετρώδης και οι κάτοικοι του νησιού, με όσα μέσα διέθεταν εκείνη την εποχή, καθάριζαν το μέρος και καλλιεργούσαν, όσο ήταν δυνατό, τη γη.
Το δικαστήριο έκρινε ότι το επίδικο ακίνητο είχε, στο σύνολο του, διαχρονικά αστικό και όχι δασικό χαρακτήρα, και χρησιμοποιούνταν από τον άμεσο και απώτερη δικαιοπάροχο της ενάγουσας ως περιβόλι, στο οποίο είχαν φυτευτεί με καρποφόρα δέντρα, οι δε δικαιοπάροχοι της ενάγουσας είχαν ανεγείρει επ’ αυτού οικίσκο, τον οποία χρησιμοποιούσαν ως κατοικία τους και στέρνα για τη συλλογή βρόχινου νερού.
Την υπόθεση χειρίστηκε ο δικηγόρος κ. Κώστας Σαρής.