Το EU Cohesion Monitor (Εποπτεία της Σύγκλισης της ΕΕ) αξιολογεί τα δεδομένα και από τα 28 κράτη-μέλη για να μετρήσει το επίπεδο σύγκλισης εντός της Ευρώπης. Σε αντίθεση με τις προσδοκίες, διαπίστωσε ότι η συνολική συνοχή της ΕΕ αυξήθηκε μεταξύ 2007-2017.
Το Monitor αναλύει δύο είδη σύγκλισης: διαρθρωτική συνοχή, η οποία μετρά τους δεσμούς μεταξύ των κρατών-μελών όπως τις εμπορικές ροές, τη συμμετοχή σε κοινές πολιτικές και τη γεωγραφική εγγύτητα με άλλα κράτη της ΕΕ, και την ατομική συνοχή, που μετρά τη δέσμευση και τις εμπειρίες των πολιτών και τις απόψεις για την ΕΕ.
Τα στοιχεία δείχνουν ότι υπήρξε σημαντική ανάπτυξη της διαρθρωτικής συνοχής στα κράτη της Ανατολικής-Κεντρικής ΕΕ, ενώ η ατομική συνοχή έχει αυξηθεί στα περισσότερα βόρεια κράτη της ΕΕ. Ωστόσο, κάποιες χώρες -μεταξύ των οποίων η Γαλλία, η Ιταλία και η Ισπανία- έχουν βιώσει μια κάμψη στην ατομική και διαρθρωτική συνοχή.
Η χρηματοπιστωτική κρίση και η προσφυγική κρίση έχουν επηρεάσει τη δέσμευση (η οποία καταγράφει την συμπεριφορά του ψηφοφόρου) περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο από τους εννέα δείκτες. Μαζί με την πτώση στο δείκτη ανθεκτικότητας, αυτή η τάση αντανακλά το πολιτικό χάσμα μεταξύ Ανατολής και Δύσης που συνεχίζει να διαμορφώνει την πολιτική της ΕΕ.
Λόγω των διαφορετικών τάσεων στη συνοχή σε όλη την ΕΕ, οι στρατηγικές δημιουργίας συνοχής θα πρέπει να προσαρμόζονται όλο και περισσότερο σε μεμονωμένα κράτη. Φορείς χάραξης πολιτικής, θεσμοί και οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών, θα πρέπει να κάνουν ιδιαίτερη προσπάθεια για να ενισχύσουν την ατομική συνοχή ενθαρρύνοντας τους πολίτες να αλληλεπιδρούν με τους ανθρώπους άλλων χωρών.
Συστάσεις πολιτικής
Τα πορίσματα αυτής της μελέτης δείχνουν ότι οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής, οι θεσμοί και οι οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών θα πρέπει:
– Να προσαρμόσουν στρατηγικές οικοδόμησης της συνοχής σε μεμονωμένα κράτη-μέλη. Δεδομένων των αυξημένων διαφορών μεταξύ των παραγόντων που “χτίζουν” τη συνοχή στις χώρες της ΕΕ στο διάστημα 2007-2017, αυτές οι στρατηγικές θα πρέπει να γίνουν πιο ποικίλες. Μια προσέγγιση “μια λύση για όλα” που αναπτύχθηκε στις Βρυξέλλες, δεν μπορεί να αντιμετωπίσει επαρκώς την πρόκληση.
– Να δώσουν ιδιαίτερη προσοχή σε χώρες που αντιμετωπίζουν προβληματικές τάσεις, όπως η Ουγγαρία και η Τσεχία -και οι δύο έχουν τεράστια ασυμμετρία μεταξύ της υψηλής δομικής συνοχής και της χαμηλής ατομικής συνοχής. Αν και η σημαντική ανισορροπία της Ιρλανδίας μεταξύ της χαμηλής διαρθρωτικής συνοχής και της υψηλής ατομικής συνοχής φαίνεται λιγότερο ανησυχητική, η απουσία διαρθρωτικής συνοχής της χώρας θα μπορούσε να γίνει εμπόδιο εάν υποχρεωθεί να επιλέξει μεταξύ της επιδίωξης βαθύτερης ενοποίησης της ΕΕ και διατήρησης της παραδοσιακής σχέσης με το Ηνωμένο Βασίλειο. Η Ιταλία θα πρέπει επίσης να τύχει ιδιαίτερης προσοχής, διότι αντιμετώπισε σημαντική απώλεια της συνοχής και των δύο ειδών, μεταξύ της περιόδου 2007-2017. Με τους δεσμούς της με την υπόλοιπη ΕΕ να είναι αποδυναμωμένοι, η χώρα θα μπορούσε να εγκαταλείψει τη δέσμευσή της στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, προκαλώντας ενδεχομένως τεράστια αναταραχή.
– Να προετοιμαστούν για ενδεχόμενα μειούμενα επίπεδα διαρθρωτικής συνοχής στα Ανατολικά-Κεντρικά κράτη-μέλη. Σε αυτές τις χώρες, η χρηματοδότηση της ΕΕ θα μπορούσε να διαδραματίσει ένα μικρότερο ρόλο στην επόμενη δεκαετία από ό,τι έκανε το 2007-2017, εξαιτίας της αυξανόμενης ευημερίας των, της αλλαγής στην πολιτική της ΕΕ που μειώνει τις δαπάνες ή μιας στροφής της συμπεριφοράς των πολιτών σε ό,τι αφορά το να θεωρούν τη χρηματοδότηση δεδομένη.
– ΝΑ εστιάσουν στην ατομική συνοχή, καθώς έχει μεγαλύτερες δυνατότητες για βραχυπρόθεσμη ανάπτυξη από ό,τι η διαρθρωτική συνοχή. Παρά τις αποκλίνουσες τάσεις στη συνοχή ανά την ΕΕ στο διάστημα 2007-2017, υπήρξε μία συνολική αύξηση της ατομικής συνοχής στη διάρκεια της περιόδου -σε ένα πλαίσιο οικονομικών και πολιτικών κρίσεων, καθώς και διχαστικών δημόσιων διαλόγων για το μέλλον της Ευρώπης. Αν και κάποιοι δείκτες μεμονωμένης συνοχής (ιδιαίτερα η διεύρυνση) φαίνεται να είναι εξαιρετικά ευμετάβλητοι, άλλοι φαίνεται να είναι σχετικά σταθεροί. Οι εμπειρίες και οι αλληλεπιδράσεις των πολιτών με την υπόλοιπη ΕΕ, μαζί με τη βελτιωμένη αντίληψη τους για τις μακροπρόθεσμες επιπτώσεις της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, έχουν εξισορροπήσει μεγάλο μέρος της απώλειας της ατομικής συνοχής που αποτυπώνεται στην αυξανόμενη στήριξη για λαϊκιστικά και εθνικιστικά κόμματα, καθώς και σε αυξανόμενες αρνητικές απόψεις για την ΕΕ γενικότερα. Τα κράτη-μέλη μπορούν να ενισχύσουν την μεμονωμένη συνοχή μέσω πρωτοβουλιών, επικοινωνίας και εκπαίδευσης που αντιμετωπίζουν αυτούς τους παράγοντες.