Η διάσωση της ανάπτυξης στην ΕΕ, περνάει μέσα και από την αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης! Την πρόταση αυτή ανέπτυξε σε μελέτη που δημοσίευσε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), θέλοντας έτσι να επισημάνει την επιβάρυνση που υφίστανται οι οικονομίες των χωρών και ειδικότερα τα Ασφαλιστικά Συστήματα, από το δημογραφικό πρόβλημα
Η αύξηση του μέσου όρους ζωής του πληθυσμού προκαλεί αύξηση στο κόστος λειτουργίας του Ασφαλιστικού Συστήματος μιας χώρας. Κατά συνέπεια για να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα της γήρανσης, η ΕΚΤ προτείνει αύξηση στα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης.
Ειδικά για την Ελλάδα, που τα όρια ηλικίας αυξήθηκαν πρόσφατα με νόμο του 2015, οι τεχνοκράτες της ΕΚΤ διαβλέπουν ότι το πρόβλημα θα κορυφωθεί το…2070. Τότε εκτιμάται θα ανέλθει στο 63%, από 33% που είναι σήμερα, ο δείκτης εξάρτησης των ηλικιωμένων, στο σύνολο του πληθυσμού. Άρα, τότε, για κάθε 100 εργαζόμενους ηλικίας έως 64 ετών, θα υπάρχει αντιστοίχηση σε 63 ηλικιωμένους. Θεωρείται ότι είναι τόσο μεγάλη η αύξηση στην αναλογία, που καθιστά εξαιρετικά δύσκολη τη βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος της χώρας.
Βέβαια, το ελληνικό ασφαλιστικό σύστημα εμπεριέχει διατάξεις που δίνουν το δικαίωμα στο, όχι και τόσο μακρινό μέλλον να υπάρξει νέα αύξηση στα όρια ηλικίας. Υπενθυμίζεται ότι σήμερα τα γενικά όρια ηλικίας είναι το 62ο με παράλληλη συμπλήρωση 40 χρόνων ασφάλισης, ή το 67ο με 15 έτη ασφάλισης.
Οι γηράσκοντες πληθυσμοί κοστίζουν και συμπιέζουν την ανάπτυξη, προειδοποιεί η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και προτείνει την αύξηση της ηλικίας συνταξιοδότησης ως την καλύτερη δυνατή λύση. Οι προβλέψεις δεν αφήνουν ανεπηρέαστη την Ελλάδα, η οποία παρά τις πρόσφατες παρεμβάσεις στο ασφαλιστικό σύστημα, φαίνεται πως το 2070 θα βρεθεί αντιμέτωπη με το πλέον σκληρό πυρήνα του δημογραφικού προβλήματος: την εκτόξευση του δείκτη εξάρτησης ηλικιωμένων στο 63%. Στην πράξη, για κάθε 10 άτομα που θα βρίσκονται στην παραγωγική ηλικία μεταξύ 15 και 64 ετών το όχι και τόσο μακρινό 2070, θα υπάρχουν σχεδόν 7 ηλικιωμένοι, άνω των 65 που θα “εξαρτώνται” από αυτούς.
Οι αναλυτές της ΕΚΤ επισημαίνουν στη μελέτη που δημοσιοποιήθηκε χθες, τις μεγάλες δημοσιονομικές προκλήσεις που θα κληθούν να αντιμετωπίσουν τα επόμενα χρόνια οι ευρωπαίοι ηγέτες εξαιτίας της επιβάρυνσης των κρατικών ταμείων από τις υψηλές δαπάνες για συντάξεις και την αύξηση του κόστους υγειονομικής περίθαλψης ενός συνεχώς αυξανόμενου γηράσκοντος πληθυσμού. Το δημογραφικό πρόβλημα θα αυξήσει την πίεση για τη διατήρηση των επιτοκίων χαμηλά, σημειώνουν και προειδοποιούν τους ευρωπαίους ηγέτες να προχωρήσουν σε περαιτέρω μεταρρυθμίσεις χωρίς καθυστέρηση.
Με δεδομένο λοιπόν ότι το προσδόκιμο ζωής αυξάνεται σταθερά, στη μελέτη υπογραμμίζεται ότι η γήρανση θα συμπιέζει την ανάπτυξη, θα μειώνει τα φορολογικά έσοδα και θα καθιστά δυσχερέστερη την συγκράτηση του δημόσιου χρέους.
Ειδικά για την χώρα μας, η ΕΚΤ επισημαίνει πως το 2070 θα παρουσιάσει ένα από τους υψηλότερα ποσοστά εξάρτησης ηλικιωμένων από τον πληθυσμό που βρίσκεται σε παραγωγική ηλικία. Ενώ σήμερα, η αναλογία βρίσκεται στο 33%, ήτοι σε 100 άτομα ηλικίας από 15 έως 64 ετών, αντιστοιχούν 33 συνταξιούχοι, το 2070 η αναλογία αυτή θα εκτιναχθεί στο 63% και συνεπώς για κάθε εκατό ανθρώπους που
είναι σε παραγωγική ηλικία για εργασία (15 έως 64 ετών) θα υπάρχουν 63 άτομα ηλικίας από 65 ετών και άνω. Μόνον η Πορτογαλία προβλέπεται ότι θα έχει χειρότερη αναλογία από την Ελλάδα το 2070, ενώ παρόμοια προβλήματα με τη χώρα μας εκτιμάται πως θα έχουν η Κύπρος και η Γερμανία. Για το σύνολο της ευρωζώνης, εκτιμάται ότι το 2070 θα υπάρχουν 52 ηλικιωμένοι ανά 100 Ευρωπαίους σε ηλικία εργασίας, τη στιγμή που το 2016 η αντίστοιχη αναλογία ήταν μόλις 30%.
Η γήρανση του πληθυσμού που προκύπτει από τις αυξήσεις του προσδόκιμου ζωής και των χαμηλών ποσοστών γονιμότητας αναμένεται να οδηγήσει σε αύξηση των δημόσιων δαπανών για τις συντάξεις, την υγειονομική περίθαλψη και την μακροχρόνια φροντίδα, που με τη σειρά της ενδέχεται να ασκήσει πιέσεις στην ανάπτυξη. Στην Ελλάδα, η συνταξιοδοτική δαπάνη αναμένεται να μειωθεί κατά δυο μονάδες του ΑΕΠ έως το 2060, όμως αντίθετα το κόστος για τη φροντίδα και την περίθαλψη των ηλικιωμένων θα αυξηθεί αθροιστικά κατά περισσότερες από τρεις μονάδες.
Οι αναλυτές της ΕΚΤ ξεκαθαρίζουν ότι οι μεταρρυθμίσεις των συνταξιοδοτικών συστημάτων πρέπει να συνεχιστούν, σημειώνουν ότι η ακριβής μακροοικονομική τους επίδραση ποικίλλει σημαντικά, ανάλογα με την φύση των μεταρρυθμιστικών μέτρων και προτείνουν ως μέτρο με τη μεγαλύτερη επίδραση στην ανάπτυξη, την αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης. Στον αντίποδα, εκτιμούν πως η αύξηση των εισφορών ή η μείωση των παροχών, θα έχουν λιγότερο ευνοϊκές οικονομικές επιπτώσεις ενώ ενδέχεται να οδηγήσουν σε ασθενέστερη οικονομική ανάπτυξη και μείωση της κατανάλωσης.