Πρόστιμο «μαμούθ», που με τους τόκους και τις προσαυξήσεις ανέρχεται σήμερα στο ποσό των 16 εκατ. ευρώ περίπου, διαγράφεται ουσία με την υπ’ αρίθμ. 263/2018 απόφαση, που εξέδωσε το Γ’ Τριμελές Διοικητικό Εφετείο Πειραιά (μεταβατική έδρα Ρόδου) κάνοντας δεκτή την από 28 Νοεμβρίου 2014 προσφυγή εταιρείας περιορισμένης ευθύνης, ιδιοκτησίας ενός κατοίκου της Ρόδου.
Το διοικητικό δικαστήριο έκρινε ότι υφίσταται νομική πλημμέλεια στην στοιχειοθέτηση των φορολογικών αδικημάτων, που αποδίδονται στον ελεγχόμενο Ροδίτη και έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον ότι η απόφαση δεν θέτει θέματα παραγραφής των παραβάσεων.
Με δεδομένο μάλιστα ότι ο έλεγχος αφορά το οικονομικό έτος 2006 το Ελληνικό Δημόσιο προφανώς δεν μπορεί να επανέλθει με νέα πράξη προστίμου.
Ο ελεγχόμενος έχει απολογηθεί στο πλαίσιο της ποινικής έρευνας της ίδιας υπόθεσης και έχει αφεθεί ελεύθερος με τους περιοριστικούς όρους της καταβολής χρηματικής εγγύησης ύψους 15.000 ευρώ και της εμφάνισής του δύο φορές κάθε μήνα στο αστυνομικό τμήμα του τόπου κατοικίας του.
Όπως έγραψε η «δημοκρατική», η Περιφερειακή Διεύθυνση Νοτίου Αιγαίου του ΣΔΟΕ έχει επιβάλει πρόστιμα ύψους 8.000.000 ευρώ σε γραφείο Γενικού Τουρισμού και εκμετάλλευσης πλοίων της Ρόδου, γιατί αποδέχθηκε 367 εικονικά τιμολόγια.
Ο Ροδίτης, που βρέθηκε μπλεγμένος στο οικονομικό σκάνδαλο, υπέβαλε μήνυση κατά δύο προσώπων, ενός κατοίκου της Θεσσαλονίκης και ενός δεύτερου, που φέρεται να κάνει χρήση τριών στοιχείων ταυτότητας εμφανιζόμενος με τρία διαφορετικά ονόματα και ισάριθμες διευθύνσεις σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη.
Ο 48χρονος επιχειρηματίας συνεργάστηκε με έναν 60χρονο Θεσσαλονικιό και λειτούργησαν από κοινού, στο ΑΦΜ του πρώτου, εταιρεία εμπορίας σκραπ με δύο υποκαταστήματα σε Ρόδο και Θεσσαλονίκη. Ο 60χρονος, σύμφωνα με τις πληροφορίες, έχει αποβιώσει, ενώ φέρεται να έκανε χρήση περισσοτέρων της μιας ταυτοτήτων!
Απολογούμενος, αρνήθηκε τις κατηγορίες που του αποδίδονται, εξιστορώντας με λεπτομέρεια και με επίκληση εκατοντάδων εγγράφων και στοιχείων, πως ενεπλάκη εν αγνοία του στην υπόθεση.
Πιο συγκεκριμένα το έτος 2001 δέχτηκε τηλεφώνημα από άγνωστο σε εκείνον επιχειρηματία που του ανέφερε ότι διατηρούσε στη Θεσσαλονίκη επιχείρηση εμπορίας παλαιών σιδηρικών και ότι επιθυμούσε να πρακτορεύσει στη Ρόδο και να ετοιμάσει για λογαριασμό του τα σχετικά ναυτιλιακά έγγραφα για ένα πλοίο το οποίο επρόκειτο να φορτώσει στο λιμάνι της Ρόδου ανακυκλούμενα μέταλλα (SCRAP) με προορισμό τη Θεσσαλονίκη.
Στην πορεία μετά από αυτή τους την συναλλαγή ευρισκόμενος στην Θεσσαλονίκη το έτος 2004 για επαγγελματική του υποχρέωση συναντήθηκε μαζί του σε κατάστημα ειδών καπνιστού που διατηρούσε.
Στην συζήτηση που είχαν του πρότεινε να επεκτείνει τη δραστηριότητά του τόσο στο λιανικό εμπόριο ειδών καπνιστού στη Ρόδο όσο και στην εμπορία ανακυκλούμενων παλαιών σιδηρικών στη Θεσσαλονίκη.
Ακολούθησαν κι άλλες συναντήσεις και ο Ροδίτης πρότεινε στον Θεσσαλονικιό να ιδρύσουν στη Θεσσαλονίκη μία ανώνυμη εταιρεία κι εκείνος να ορισθεί δ/νων σύμβουλος ώστε να μην χρειασθεί να ιδρύσουν υποκατάστημα. Τότε εκείνος του ανέφερε ότι επειδή είχε χρέη προς το Δημόσιο δεν μπορούσε να ιδρύσει εταιρεία στο όνομά του γι’ αυτό και θα έπρεπε να συστήσει ο Ροδίτης εταιρεία στη Ρόδο ώστε να έχει τυπικά τη διαχείριση και τον έλεγχό της κάθε στιγμή.
Δέχτηκε την πρόταση του και στη συνέχεια σε συνεργασία με έναν άνθρωπο του Θεσσαλονικού κίνησαν τις διαδικασίες λειτουργίας της εταιρείας που άρχισε να δραστηριοποιείται στο χονδρικό εμπόριο παλαιών σιδηρικών στη Θεσσαλονίκη (χωρίς τη δική του παρουσία) αλλά με τη σύμπραξη και τη συνεργασία των δύο Θεσσαλονικιών οι οποίοι κάθε μήνα του απέστελλαν με FAX συγκεντρωτικές καταστάσεις των τιμολογίων αγοράς και πώλησης παλαιών σιδηρικών χωρίς όμως σ’ αυτές να μνημονεύονται τα ονόματα των συναλλαγέντων με την εταιρεία του φυσικών προσώπων ή εταιρειών.
Οι δύο Θεσσαλονικείς και οι συνεργάτες τους αγόραζαν και πωλούσαν μόνοι τους σιδηρικά κατά το δοκούν υποσχόμενοι να του αποδώσουν λογαριασμό στις αρχές του έτους 2007 κι όταν δεν το έπραξαν τον Μάρτιο του 2007 ο Ροδίτης ανέστειλε τη λειτουργία του υποκαταστήματος της εταιρείας του στη Θεσσαλονίκη προκειμένου να προβεί σε πλήρη λογιστικό και οικονομικό έλεγχο.
Τον Μάιο του 2007 κι ενώ μετά από συνεχείς οχλήσεις περίμενε τα στοιχεία ένας υπάλληλος του «συνεταίρου» του, του τηλεφώνησε να τον ενημερώσει ότι έγινε διάρρηξη στην επιχείρηση και αφαίρεσαν μεταξύ άλλων ένα χαρτοκιβώτιο με έγγραφα και φορολογικά στοιχεία.
Λίγες μέρες μετά τον ενημέρωσε ο ίδιος υπάλληλος ότι ο «συνέταιρός» του είχε αποβιώσει συνέπεια εμφράγματος.
Ο Ροδίτης διατηρεί τις αμφιβολίες του ότι έχει αποβιώσει γιατί πληροφορήθηκε ότι κυκλοφορούσε και διέθετε 4 ταυτότητες με 4 διαφορετικά ονόματα και είναι πολύ πιθανό να σκηνοθέτησε τον θάνατό του πιστεύοντας ότι με τον τρόπο αυτό θα γλύτωνε από τις ευθύνες και τις συνέπειες της εγκληματικής δράσης που ανέπτυξε σε πλήρη συνεργασία με τον έταιρο Θεσσαλονικιό και τους λοιπούς «συνεργάτες» τους. Άλλωστε ενώ φέρεται ότι πέθανε στη Θεσσαλονίκη εντελώς ακατανόητα και περίεργα φέρεται να έχει μεταφερθεί για ταφή στην Αθήνα!!
Στην πορεία διενεργήθηκε ο έλεγχος του ΣΔΟΕ και βρέθηκε ο ίδιος υπόλογος.
Από τις έρευνες που έκανε για να αντικρούσει τις διαπιστώσεις του φορολογικού ελέγχου διαπίστωσε ότι οι δήθεν «συνέταιροι» του παρελάμβαναν συστηματικά από τους αγοραστές των σιδηρικών αφανείς και αδήλωτες μεταχρονολογημένες επιταγές οι οποίες εκδίδοντο μεν σε διαταγή της εταιρείας του αλλά προκειμένου να μπορέσουν να τις εισπράξουν και να ιδιοποιηθούν τα σχετικά ποσά έθεταν ένα αγνοία του στην οπίσθια πλευρά των επιταγών αυτών κακή απομίμηση της υπογραφής του (ως διαχειριστή και μόνου εκπροσώπου της εταιρείας του) καθώς και μία πλαστή σφραγίδα με τα στοιχεία της εταιρείας του την οποία κατασκεύασαν εν αγνοία του για να μπορούν να εξαπατούν τις Τράπεζες και να εισπράττουν τα αντίστοιχα ποσά μέσω τρίτων προσώπων.
Ως συνήγοροι υπεράσπισης του Ροδίτη επιχειρηματία παρίστανται οι δικηγόροι κκ. Κώστας Μιχαηλίδης και Μ. Κουτσούκος.