Την πεποίθηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ότι θα χρειαστούν πρόσθετα μέτρα για να διευθετηθεί και να καταστεί βιώσιμο το χρέος της Ελλάδας, μετέφερε στο Τρίτο Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών ο εκπρόσωπος της Κομισιόν στην «τρόικα», Ντέκλαν Κοστέλο (Declan Costello), διαφοροποιούμενος ουσιαστικά από τον επικεφαλής του ESM, Κλάους Ρέγκλινγκ, που λίγο νωρίτερα είχε μεν αφήσει ανοιχτό το ενδεχόμενο μιας ελάφρυνσης, επισημαίνοντας ωστόσο ότι δεν είναι αυτή που προέχει.
Κατά τον κ. Κοστέλο, στην τελευταία έκθεση συμμόρφωσης, που εκπόνησε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, στο πλαίσιο της 3ης αξιολόγησης, επικαιροποιούνται οι εκτιμήσεις για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους και επιβεβαιώνεται ότι πρέπει να ληφθούν πρόσθετα μέτρα (για την ελάφρυνση).
Ως προς την ολοκλήρωση της τέταρτης αξιολόγησης, ο ίδιος επισήμανε ότι η εκκίνηση των διαπραγματεύσεων ήταν θετική και πρόσθεσε ότι αυτή αναμένεται να ολοκληρωθεί τον Μάιο ή το αργότερο τον Ιούνιο.
Επιβεβαίωσε δε από το βήμα του Φόρουμ ότι στα μέσα του Μαρτίου αναμένεται να εκταμιευτεί η δόση των 5,7 δισ. ευρώ για την Ελλάδα.
«Το πραγματικό ζήτημα είναι αν η Ελλάδα μπορεί να πετύχει διατηρήσιμη ανάκαμψη μεσομακροπρόθεσμα»
Σε συζήτηση που ακολούθησε, σε άλλη ενότητα του Φόρουμ, ο κ. Κοστέλο επισήμανε: «Αν κοιτάξετε τις μακροοοικονομικές ανισορροπίες που πυροδότησαν την κρίση στην Ελλάδα, όπως το δημοσιονομικό έλλειμμα και το έλλειμμα των τρεχουσών συναλλαγών, τότε αυτές οι ανισορροπίες έχουν διορθωθεί σε μεγάλο βαθμό. Αν όμως κοιτάξετε τους δείκτες σε όρους μετοχών (stock terms), εξακολουθούν να υπάρχουν σημαντικά προβλήματα ισολογισμού: Το δημόσιο χρέος παραμένει πολύ υψηλό, όπως και η ανεργία και τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια και η εμπειρία δείχνει ότι η διόρθωση των προβλημάτων ισολογισμού παίρνει πολύ χρόνο. Το θέμα δεν είναι λοιπόν αν η Ελλάδα θα ολοκληρώσει επιτυχώς το πρόγραμμα, το πραγματικό ζήτημα είναι αν η Ελλάδα μπορεί να πετύχει διατηρήσιμη ανάκαμψη μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα».
Απομένει μακρύς δρόμος να διανυθεί για την εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων
Κατά τον ίδιο, σε επίπεδο νομοθετικών προβλέψεων, ό,τι ζητείτο από το πρόγραμμα του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας έχει εν πολλοίς υιοθετηθεί και απομένει η εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων, η οποία είναι σε εξέλιξη. Αν λοιπόν σε όρους νομοθετικού έργου, έχουμε προχωρήσει πάρα πολύ, πρόσθεσε, σε επίπεδο εφαρμογής απομένει μακρύς δρόμος να διανυθεί.
Εξέφρασε δε τον φόβο ότι, «παρότι η δημόσια διοίκηση στην Ελλάδα έχει κάνει μεγάλη πρόοδο, ενδεχομένως να μην είναι ακόμη ικανή να εφαρμόσει μόνη της τις μεταρρυθμίσεις, για αυτό και χρειάζεται κάποιου είδους εποπτεία. Όλοι ξέρουμε τι πρέπει να γίνει. Αυτό που χρειάζεται τώρα είναι να τα βάλουμε όλα κάτω και να αναληφθούν δεσμεύσεις για την εφαρμογή τους», σημείωσε.
Ο ίδιος πρόσθεσε ότι όταν η Κομισιόν κάνει αναλύσεις βιωσιμότητας χρέους διατυπώνει προβλέψεις για την πορεία της οικονομίας στην περίοδο έως το 2040, αλλά «νομίζω ότι, ρεαλιστικά, είναι τα επόμενα τρία ή τέσσερα χρόνια που μετράνε περισσότερο».