Για δεκαετίες, η Ιταλία διαδραμάτισε έναν κρίσιμο ρόλο στην οικοδόμηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Για τους Γάλλους και Γερμανούς φορείς χάραξης πολιτικής, η Ευρώπη ήταν ένα ρεαλιστικό μέσο αποφυγής συγκρούσεων, μέσω της οικονομικής ολοκλήρωσης. Αλλά για την Ιταλία, το ευρωπαϊκό project ήταν πολιτιστικό. Ένα ζήτημα όχι τόσο του μυαλού, αλλά της καρδιάς και της ψυχής.
Οι Βρυξέλλες ήταν ο τόπος δημιουργίας νέας διακυβέρνησης, πέρα από τα όρια της εγχώριας πολιτικής, παγιδευμένη στο δίπολο των Χριστιανοδημοκρατών και των Κομμουνιστών. Η Ευρώπη ήταν η διέξοδος.
Αλλά σήμερα, η Ιταλία είναι ο άρρωστος της Ευρώπης. Από την αρχή της δεκαετίας του 2000, οι ιταλικές κυβερνήσεις έχουν υποχωρήσει αργά από το να προωθούν την ολοκλήρωση. Αντί αυτού, η άνοδος του Silvio Berlusconi και του Forza Italia, δημιούργησε μια προσέγγιση “η Ιταλία πρώτα” και μια άποψη κόστους/οφέλους για τη συμμετοχή στην ΕΕ. Ως αποτέλεσμα, η Ιταλία δεν έχει βρεθεί στη θέση του οδηγού των ευρωπαϊκών ζητημάτων για πολλά χρόνια.
Η οικονομική και η προσφυγική κρίση έχουν επηρεάσει βαθιά την πολιτική και την κοινωνία, πουθενά τόσο πολύ όσο στην Ιταλία. Κοιτάζοντας τους δείκτες συνεργασίας ανά την Ευρώπη, από το εμπόριο και τις οικονομικές ροές μέχρι τις ατομικές εμπειρίες, τις συμπεριφορές ψήφου και τις συμπεριφορές γενικότερα, η Ιταλία έχει μείνει πίσω σε σχέση με τα άλλα ιδρυτικά μέλη της ΕΕ. Αυτό είναι το αποτέλεσμα μιας μελέτης που μετρά την ευρωπαϊκή σύγκλιση -την προθυμία των κρατών και των πολιτών της ΕΕ να συνεργαστούν- για την προηγούμενη δεκαετία.
Μέχρι το 2007, πριν από την κατάρρευση της Lehman Brothers, η Ιταλία ήδη είχε τη χαμηλότερη μακροοικονομική σύγκλιση μεταξύ των ιδρυτικών μελών, αλλά το μικρο-επίπεδο της ατομικής συνοχής ήταν ακόμη υψηλότερο από το μέσο όρο της ΕΕ. Οι οικονομικό-κοινωνικοί δείκτες ήταν χαμηλοί, αλλά ο ιταλικός λαός ήταν ακόμη ισχυρά φιλο-ευρωπαϊκός.
Δέκα χρόνια αργότερα τόσο η διαρθρωτική όσο και η ατομική συνοχή έχουν πληγεί περαιτέρω. Ενώ η σύγκλιση της ΕΕ έχει αυξηθεί συνολικά, η Ιταλία είναι σημείο αναφοράς στην πτώση της σύγκλισης στα δυτικά και νότια της Ευρώπης -μια κάμψη η οποία έχει επίσης επηρεάσει τη Γαλλία, την Ισπανία, και ασφαλώς το Ηνωμένο Βασίλειο.
Σήμερα, όλοι οι δείκτες που αφορούν στη σύγκλιση πλην δύο, έχουν μειωθεί κάτω του μέσου ευρωπαϊκού όρου. Μόνο ο βαθμός πολιτικής συμμετοχής και το επίπεδο της συνεργασίας σε ό,τι αφορά την ασφάλεια, εκτείνονται πέρα από το μέσο όρο των 28.
Όπως δείχνει η σύγκριση μεταξύ 2007-2017, η σύγκλιση στην Ιταλία έχει κατά κύριο λόγο πληγεί από την περαιτέρω αποδυνάμωση του κοινωνικό-οικονομικού επιχειρήματος για την Ευρώπη, και από την άνοδο των βαθιά αντί-ευρωπαϊκών ή ευρωσκεπτικών κομμάτων. Μεταξύ των 28 κρατών-μελών, η Ιταλία τώρα βρίσκεται 23η στην ατομική σύγκλιση (πτώση 13 θέσεων) και 25η σε ό,τι αφορά στην διαρθρωτική σύγκλιση (χαμηλότερα έξι θέσεις).
Ο πλησιέστερος γείτονας της Ιταλίας στη γεωγραφία της σύγκλισης σήμερα, είναι η Βρετανία. Όταν διεξήχθη το δημοψήφισμα για το Brexit το 2016, η πρώτη έκδοση του “EU Cohesion Monitor” έδειξε την θέση της Βρετανίας στο νοτιοδυτικό άκρο του πίνακα, υποδηλώνοντας συνολικά ασθενή σύγκλιση. Το Ηνωμένο Βασίλειο είχε σημειώσει μεγάλη πτώση σε ό,τι αφορά τους δείκτες σύγκλισης από το 2007. Αν και αυτή η αλλαγή δεν προκάλεσε την αρνητική έκβαση του δημοψηφίσματος, έκανε λίγα για να την αποτρέψει, καθώς η αναγνώριση της αξίας της ΕΕ στο εσωτερικό ήταν αρκετά χαμηλή. Η χαμηλή σύγκλιση δεν προκάλεσε το brexit, αλλά ασφαλώς συνέβαλλε σε αυτό.
Το γεγονός ότι το προφίλ σύγκλισης της Ιταλίας ακολουθεί την πορεία της Βρετανίας, προκαλεί σοβαρή ανησυχία σε όλη την Ευρώπη. Οι ιταλικές εκλογές, θα μπορούσαν να είναι οι πιο αντί-ευρωπαίκές σε όλη την ιστορία της χώρας. Και δεδομένου του ιστορικού ρόλου της Ιταλίας στη δημιουργία της ΕΕ, μια ευρωσκεπτικιστική κυβέρνηση στη Ρώμη θα πλήξει την καρδιά και την ψυχή του ευρωπαϊκού project.