Οι περισσότεροι Ελληνες (62%) απαντούν ότι είναι ελάχιστες οι πληροφορίες, όπως και η δέουσα προσοχή στην προβολή της ελληνικής κληρονομιάς. Στη φωτογραφία, τοιχογραφία από το Ακρωτήρι της Θήρας.
Πολύτιμη, χρήσιμη, συναρπαστική, σημαντική για την εθνική αυτοσυνειδησία και την εθνική μας ταυτότητα. Ετσι αντιλαμβάνονται την αρχαιολογία οι εννέα στους δέκα Ελληνες, πολλοί περισσότεροι από τους Ευρωπαίους άλλων χωρών. Τη βαθμολογούν ψηλά ως επιστήμη, οι μισοί σχεδόν (55%) θεωρούν ότι είναι η ιστορία της Ελλάδος, κρίνουν τον ρόλο της σημαντικό για τη συγκρότηση της ελληνικής ταυτότητας, αλλά εκτιμούν (62%) ότι δεν αναγνωρίζεται η αξία της. Και ενώ σχεδόν τα τρία τέταρτα των Ελλήνων (72%) πιστεύουν ότι η διαχείριση της αρχαιολογικής κληρονομιάς αποτελεί υποχρέωση του κράτους (ποσοστό πολύ υψηλότερο από τον ευρωπαϊκό μέσον όρο), η κριτική τους άποψη αντικατοπτρίζει τη γενική απογοήτευση της κοινής γνώμης σχετικά με την έλλειψη αποτελεσματικότητας, ειδικά τα τελευταία χρόνια λόγω της οικονομικής κρίσης. Οι περισσότεροι (62%) απαντούν ότι ελάχιστες είναι οι πληροφορίες/γνώσεις που παρέχονται, όπως και η δέουσα προσοχή τόσο στη διατήρηση όσο και στην προβολή της ελληνικής αρχαιολογικής κληρονομιάς.
Σε εννέα χώρες
Αυτά και αλλά πολλά χρήσιμα στοιχεία προέκυψαν σε πανευρωπαϊκή έρευνα που διεξήχθη σε εννέα χώρες (Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία, Ολλανδία, Πολωνία, Ισπανία, Σουηδία, Ηνωμένο Βασίλειο και στη χώρα μας), στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού προγράμματος NEARCH (χρηματοδοτούμενο από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή). Στόχος αυτής ήταν να σχηματιστεί ευρεία εικόνα για το πώς προσλαμβάνουν οι Ευρωπαίοι πολίτες την αρχαιολογία, πώς κατανοούν και πώς αξιοποιούν την κληρονομιά και τη γνώση του παρελθόντος.
Είναι η πρώτη έρευνα που βασίζεται σε συνεκτική μεθοδολογία με μια συγκριτική ομάδα ερωτηθέντων σε ολόκληρη την Ευρώπη, αλλά και η πρώτη πανελλαδική που έχει πραγματοποιηθεί έως τώρα σχετικά με την αντίληψη της αρχαιολογίας από το κοινό. Διεξήχθη σε 4.516 ενήλικες (18 ετών και άνω) βάσει ενός ερωτηματολογίου που σχεδιάστηκε από τους εταίρους του προγράμματος NEARCH σε συνεργασία με τη Harris Interactive. Την έρευνα σε πανελλαδικό επίπεδο ανέλαβε το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης με επιστημονικό υπεύθυνο τον ομότιμο καθηγητή Ιστορίας και Αρχαιολογίας Κώστα Κωτσάκη και συνεργάτες τούς Ελευθερία Θεοδώρου, αρχαιολόγο-μουσειολόγο, και Κώστα Κασβίκη, επίκουρο καθηγητή Διδακτικής Ιστορίας και Πολιτισμού στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας. «Αξιοσημείωτο είναι ότι στη χώρα μας με τόσο μεγάλη αρχαιολογική κληρονομιά, για την οποία γίνεται τόσος λόγος, δεν έχει αναληφθεί καμιά κεντρική κρατική πρωτοβουλία για την αποτίμηση και την αξιοποίηση της επίδρασης της αρχαιολογίας στο κοινό σε πανελλαδική κλίμακα», σχολιάζει στην «Κ» ο κ. Κωτσάκης.
Οι Ελληνες όμως πιστεύουν στον ρόλο της αρχαιολογίας, τη θεωρούν (55%) ιστορία της Ελλάδος, σε αντίθεση με τους υπόλοιπους Ευρωπαίους, που δίνουν λιγότερη σημασία (4%). Ενημερωμένοι κυρίως από ντοκιμαντέρ, τηλεόραση, ραδιόφωνο (60%), αρχαιολογικούς χώρους/εκθέσεις (53%), ιστότοπους αρχαιολογίας (31%) και λιγότερο από τον Τύπο (24%), τα κοινωνικά δίκτυα και τις αρχαιολογικές δημοσιεύσεις (20%), οι περισσότεροι (90%) έχουν επισκεφθεί έναν αρχαιολογικό χώρο, τοπίο ή μνημείο –συγκριτικά πολυάριθμοι από άλλους Ευρωπαίους–, ελάχιστοι ωστόσο συμμετέχουν σε αρχαιολογικές δράσεις. «Η έννοια της αρχαιολογίας ως πολύτιμης και χρήσιμης ακολουθεί την εθνική αφήγηση, αλλά φαίνεται να έχει μικρή επίδραση στην καθημερινή ζωή των ανθρώπων», παρατηρεί ο κ. Κωτσάκης.
Οι Ελληνες περισσότερο από τους άλλους Ευρωπαίους είναι πεπεισμένοι ότι η ανάπτυξη της αρχαιολογίας, καθώς και η διατήρηση των αρχαιολογικών κατάλοιπων είναι σημαντικές στη χώρα μας (95% και 93%) για εθνικούς, οικονομικούς και εκπαιδευτικούς λόγους. Η συντριπτική πλειονότητα (82%) πιστεύει ότι το κράτος πρέπει να φροντίζει τόσο για τη διαχείριση όσο και για τη σωστική ανασκαφή (66%), βάζοντας στη δεύτερη θέση τους χορηγούς.
Η αρχαιολογική κληρονομιά για τους Ελληνες είναι ανεκτίμητη, αλλά, για να έχει πραγματική κοινωνική αξία (social value), πρέπει να γίνει προσιτή στο κοινό. Παρόλο που οι περισσότεροι πιστεύουν ότι την αρχαιολογική έρευνα διεξάγουν τα μουσεία (82%) και λιγότερο τα πανεπιστήμια (57%) και τα δημόσια ερευνητικά ινστιτούτα (40%), θεωρούν ότι οι ερευνητές πρέπει να περάσουν από την παθητική διαχείριση-διατήρηση, στην ερμηνεία, καθώς εκτιμούν ότι η αρχαιολογική κληρονομιά δεν παρουσιάζεται επαρκώς μέσα από τα μουσεία.
«Οχι μόνο στην Ελλάδα»
«Είναι αλήθεια ότι η αντίληψη που έχουμε για τον ρόλο του παρελθόντος πολλές φορές είναι μονολιθική. Δηλαδή αυτό που μεταφέρεται από την παιδεία μας για τη σχέση μας με το αρχαίο είναι μια έννοια σχετικά απόλυτη», εκτιμά ο κ. Κωτσάκης και εξηγεί: «Δεν συμβαίνει μόνο στην Ελλάδα. Σε όλες τις χώρες του κόσμου, η εκπαίδευση προσπαθεί να αφηγηθεί την Ιστορία χωρίς πολλές αποχρώσεις. Η αρχαιολογία όμως όταν επικοινωνεί με το κοινό πρέπει να βρει τρόπους, να δίνει τη φωνή και να προβάλλει τις αποχρώσεις που δεν υπάρχουν στον εγκύκλιο λόγο (λ.χ. να μην αποσιωπούμε ότι καταστρέψαμε τις ταφόπλακες του εβραϊκού νεκροταφείου στη Θεσσαλονίκη), να είναι περισσότερο κριτική, αυτοκριτική και να αμφισβητεί τα στερεοτύπες απόψεις που έχουμε για το παρελθόν.
Τα αποτελέσματα της έρευνας «Ευρωπαίοι και αρχαιολογία» θα παρουσιαστούν σήμερα (12.15 μ.μ.) στο τριήμερο 31ο συνέδριο για το «Αρχαιολογικό έργο στη Μακεδονία και τη Θράκη», που άρχισε χθες στην αίθουσα τελετών του παλαιού κτιρίου της Φιλοσοφικής του ΑΠΘ.