Στο ίδιο διάστημα οι κανονιστικές και ατομικές διοικητικές πράξεις αγγίζουν τις 43.250
Ενδιαφέροντα και ταυτόχρονα ανησυχητικά στοιχεία αναφορικά με τη νομοπαρασκευαστική διαδικασία στην Ελλάδα περιλαμβάνει η απάντηση του Υπουργείο Δικαιοσύνης σε ερώτηση που κατέθεσε βουλευτής της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Σύμφωνα με την έρευνα που επικαλείται τόσο ο ερωτών βουλευτής όσο και το Υπουργείο, από το 2001 έως το 2016 θεσπίστηκαν 1.569 νόμοι, δηλαδή 100 νόμοι περίπου ανά έτος.
Εντυπωσιακός είναι και ο αριθμός των Προεδρικών Διαταγμάτων, καθώς μέχρι το 2016 εκδόθηκαν 3.585, ενώ οι κανονιστικές και ατομικές διοικητικές πράξεις αγγίζουν τις 43.250.
Παράλληλα, σύμφωνα με τα στοιχεία που παραθέτει ο ερωτών βουλευτής, σε διάστημα 50 μόλις μηνών, σε 4 από τους βαρικότερους νόμους που εφαρμόστηκαν το 2014 (Κώδικας Φορολογίας Εισοδήματος, ΕΝΦΙΑ, κλπ) έγιναν 82 μεταβολές, προσθέτοντας ή καταργώντας ταυτόχρονα διατάξεις.
Όσον αφορά στην απονομή δικαιοσύνης, σύμφωνα με τα στοιχεία της ίδιας έρευνας, οι εκκρεμείς αποφάσεις ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων ανέρχονταν σε 288.229 το καλοκαίρι του 2017, από 400.238 το 2013, και 306.918 το 2015.
Μπορείτε να δείτε αναλυτικά την ερώτηση εδώ και την απάντηση του Υπουργείου παρακάτω:
«Μάστιγα για το Κράτος και την επιχειρηματικότητα οι συνεχείς αλλαγές της φορολογικής νομοθεσίας»
Επί του πρώτου ερωτήματος:
Το πρόβλημα της πολυνομίας το οποίο θέτει ο ερωτών βουλευτής συνιστά δυστυχώς δομικό πρόβλημα της δημόσιας διοίκησης, συνδέεται δε με το φαινόμενο της κακονομίας και της γραφειοκρατίας με τις εντεύθεν συνέπειες αυτών, μεταξύ των οποίων η τροχοπέδηση των αναπτυξιακών τάσεων.
Ο ερωτών βουλευτής, ωστόσο, αναπαράγοντας σχετικό δημοσίευμα, δεν εστιάζει στις συνολικές διαστάσεις του φαινομένου, το οποίο όντως χαρακτηρίζει το πεδίο της φορολογικής διοίκησης και της κοινωνικής ασφάλισης αλλά επιλέγει να αναδείξει τι συνέβη τους τελευταίους 50 μήνες, όταν τα στοιχεία του τι συνέβη τα τελευταία 15 χρόνια είναι συντριπτικά σε βάρος του πολιτικού σχηματισμού τον οποίο υπηρετεί.
Η έρευνα της περιόδου 2001 έως 2016 ανέδειξε ότι συνολικά θεσπίστηκαν 1.569 νόμοι, δηλαδή 100 νόμοι περίπου ανά έτος, ενώ εξαιρουμένων των διεθνών κειμένων, η παραγωγή εθνικής νομοθεσίας ανέρχεται σε 796 νόμους, ήτοι 53 νόμοι ανά χρόνο. Εντυπωσιακός είναι και ο αριθμός των Προεδρικών Διαταγμάτων, καθώς μέχρι το 2016 εκδόθηκαν 3.585, ενώ οι κανονιστικές και ατομικές διοικητικές πράξεις αγγίζουν τις 43.250. Συνεπώς, αφαιρουμένων των «82 μεταβολών» που καταλογίζει ο ερωτών βουλευτής στην κυβέρνηση, οι αριθμοί αποδεικνύουν ότι οι κυβερνήσεις του παλαιού καθεστώτος, ευθύνονται εξ ολοκλήρου για την εν λόγω θεσμική εκτροπή.
Η έρευνα είναι αμείλικτη και ως προς τα κοινωνικά και πολιτικά ιδίως αίτια του φαινομένου: α) πελατειακό σύστημα, β) κατ’ επίφαση νομοθετικό έργο, γ) τεχνητή πόλωση και ενίσχυση του δικομματισμού. Στα αίτια αυτά καθρεπτίζεται δίχως άλλο το «παλαιό», το οποίο δίχως άλλο χρεώνεται και ο σχηματισμός στον οποίο ανήκει ο ερωτών βουλευτής.
Το πρώτο ερώτημα έχει ως αντικείμενο την απλούστευση της φορολογικής νομοθεσίας, υπό την έννοια, θεωρούμε, αντιμετώπισης όχι μόνο της πολυνομίας αλλά και της επακόλουθης κακονομίας, η οποία με τη σειρά της «τροφοδοτεί» την πρώτη, ως λέγεται. Επ’ αυτού, αρμόδιο να απαντήσει είναι το Υπουργείο Οικονομικών, το οποίο είναι σε θέση να αναπτύξει τις πρωτοβουλίες που έχει λάβει προς την κατεύθυνση αυτή.
Σε ό,τι αφορά, ωστόσο, το Υπουργείο Δικαιοσύνης, στο σχετικό πεδίο της διοικητικής δικαιοσύνης θα πρέπει να αναφερθεί ότι σχεδίασε και ολοκλήρωσε συγκεκριμένες πρωτοβουλίες εξορθολογισμού της.
Με τον Ν. 4446/2016 θεσπίστηκε σειρά μέτρων επιτάχυνσης και εξορθολογισμού της διοικητικής δίκης, ενώ προωθείται η υλοποίηση επιπλέον μέτρων. Το θετικό αποτέλεσμα των πρωτοβουλιών μας είναι ήδη μετρήσιμο.
Στο ειδικότερο πεδίο των δημόσιων συμβάσεων, με τον Ν. 4412/2016 έγινε προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας για τις δημόσιες συμβάσεις έργων, προμηθειών και υπηρεσιών στις Οδηγίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και καθιερώθηκε ενιαία διαδικασία, ανεξαρτήτως αν η σύμβαση είναι διοικητικού ή ιδιωτικού δικαίου.
Με τον ίδιο ως άνω νόμο, συστάθηκε η Αρχή Εξέτασης Προδικαστικών Προσφυγών που έχει ως έργο την επίλυση των διαφορών που ανακύπτουν κατά το στάδιο που προηγείται της σύναψης των δημοσίων συμβάσεων του νόμου αυτού. Η Αρχή αυτή λειτουργεί ήδη και εκδίδει αποφάσεις, προσβάσιμες από το διαδίκτυο.
Προκειμένου, να επιτευχθεί η ενιαία εφαρμογή της σχετικής νομοθεσίας στα δημόσια έργα, κρίθηκε αναγκαίο να γίνει η μεταφορά των σχετικών υποθέσεων από τα Πολιτικά στα Διοικητικά Εφετεία. Με τον τρόπο αυτό, επιτυγχάνεται η κρίση όλων των σχετικών με τα δημόσια έργα υποθέσεων από το καθ’ ύλην αρμόδιο διοικητικό δικαστήριο, η ενιαία αντιμετώπιση των υποθέσεων προς ενίσχυση της ασφάλειας δικαίου καθώς και ο προσδιορισμός σύντομης δικασίμου προς επιτάχυνση της οριστικής δικαστικής επίλυσης της διαφοράς.
Τέλος, μετά από 37 έτη ισχύος του π.δ 1225/1981 αναλαμβάνουμε νομοθετική πρωτοβουλία για τον εκσυγχρονισμό της διαδικασίας ενώπιον του Ελεγκτικού Συνεδρίου και για τον λόγο αυτό συστήθηκε ειδική νομοπαρασκευαστική επιτροπή με αντικείμενο την επεξεργασία σχεδίου δικονομίας του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
Με αφορμή τα παραπάνω, αξίζει να αναφερθεί ότι παρόμοιες δράσεις ολοκληρώθηκαν ή ολοκληρώνονται προσεχώς και στην πολιτική και την ποινική δικαιοσύνη. Για παράδειγμα, με το Ν. 4512/2018, μεταξύ άλλων καινοτομιών σχετικών με τον θεσμό της διαμεσολάβησης, κωδικοποιήθηκε το σύνολο των σχετικών διατάξεων που τον διέπουν, ενώ στο πεδίο της ποινικής δικαιοσύνης, με γνώμονα την ανάγκη επικαιροποίησης και περαιτέρω συστηματοποίησης των βασικών νομοθετημάτων, οι ειδικές νομοπαρασκευαστικές επιτροπές παρέδωσαν σχέδιο νέου ποινικού κώδικα και νέας ποινικής δικονομίας, ενώ σχέδιο νέο σωφρονιστικού κώδικα διήλθε ήδη και το στάδιο της διαβούλευσης.
Συμπέρασμα: ο ερωτών βουλευτής ορθώς θίγει και θέτει προς συζήτηση το πρόβλημα της πολυνομίας, πλην όμως θα πρέπει να αναλογιστεί τις ευθύνες του δικομματισμού και του πελατειακού κράτους που έθρεψε το φαινόμενο, πρωτοστατούντος του οικείου του κομματικού συνδυασμού.
Αντιθέτως, η κυβέρνηση, ακηδεμόνευτη και απαλλαγμένη από τις σχετικές πιέσεις και σε ευθεία ρήξη με το «παλαιό καθεστώς» σχεδιάζει και ολοκληρώνει μέρα με την ημέρα όλο και περισσότερες δράσεις επίλυσης του προβλήματος, δράσεις εγγυητικές σε τελική ανάλυση της δημοκρατίας.
Επί του δεύτερου ερωτήματος:
Ο ερωτών βουλευτής θέτει το ζήτημα της αποσυμφόρησης των διοικητικών δικαστηρίων.
Πρέπει να σημειωθεί ότι πλέον, σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία, οι υποθέσεις οι οποίες διεκπεραιώνονται κατ’ έτος είναι περισσότερες από όσες εισέρχονται, γεγονός το οποίο σημαίνει ότι πλέον μειώνεται διαρκώς το πρόβλημα των χρονιζουσών υποθέσεων. Τα μέτρα, συνεπώς, τα οποία λαμβάνουμε αποδίδουν και για τον λόγο αυτό λαμβάνουμε ολοένα και περισσότερα. Ως εκ τούτου, η συλλήβδην απόρριψη «38» νόμων για την επιτάχυνση απονομής της δικαιοσύνης είναι αν μη τι άλλο άδικη.
Ο ερωτών βουλευτής αναφέρεται μεν στον αριθμό των εκκρεμών αποφάσεων (288.229) το καλοκαίρι του 2017, όπως σημειώνει, πλην όμως αποσιωπά ποιος ήταν ο αριθμός αυτός τα προηγούμενα έτη. Ασφαλώς και πρέπει να κινηθούμε και κινούμαστε γρήγορα και αποφασιστικά, για τον λόγο αυτό οι αντίστοιχες εκκρεμείς υποθέσεις ήταν 400.238 (2013), 306.918 (2015).
Επ’ αυτού σημειώνεται ότι η κυβέρνηση σχεδιάζει και υλοποιεί δράσεις με στόχο τη συνολική και διαρκή βελτίωση του δικαστικού συστήματος, παρεμβαίνοντας τόσο σε νομοθετικό επίπεδο όσο και στο επίπεδο της στελέχωσης και των υποδομών.
Στο επίπεδο της στελέχωσης, σκοπός των μέτρων, πέρα από την αύξηση απλώς των ανθρώπινων πόρων, η οποία επιτεύχθηκε με την ολοκλήρωση 3 διαγωνισμών δικαστικών υπαλλήλων, είναι η ορθολογική κατανομή και η βέλτιστη αξιοποίησή τους.
Πιο συγκεκριμένα, με το άρθρο 25 του Ν. 4491/13-10-2017, αυξήθηκαν οι οργανικές θέσεις των δικαστικών λειτουργών διοικητικής δικαιοσύνης (από την 01.01.2018) ενώ με το άρθρο 35 του ν. 4509/2007 έγινε ανακατανομή οργανικών θέσεων των δικαστικών υπαλλήλων όλων των δικαστηρίων και δικαστικών υπηρεσιών της χώρας.
Επίσης, βρίσκεται σε εξέλιξη το έργο της νομοπαρασκευαστικής Επιτροπής για τη σύνταξη σχεδίου νέου Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών.
Επιπροσθέτως σημειώνεται ότι σύμφωνα με το τρίτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 127 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (προστέθηκε με το άρθρο 84 του ν. 4139/2013 Α’ 74), οι φορολογικές και τελωνειακές διαφορές το αντικείμενο των οποίων υπερβαίνει τις πεντακόσιες χιλιάδες (500.000) ευρώ (αρμοδιότητας δηλ. των Διοικητικών Εφετείων) προσδιορίζονται, κατά προτεραιότητα εντός 3 μηνών από την κατάθεση του δικογράφου.
Επιπλέον, στον προσφάτως ψηφισθέντα νόμο με αριθ. 4491/13-10-2017 (ΦΕΚ 152 τ.Α’), στο άρθρο 21 παρ.1. προβλέπεται: «Κάθε διαφορά μεταξύ των συμβαλλόμενων μερών που προκύπτει από τη σύμβαση κατασκευής δημόσιου έργου, ανεξάρτητα από τον χαρακτήρα της σύμβασης ως διοικητικής ή ως ιδιωτικού δικαίου, επιλύεται με την άσκηση προσφυγής ή αγωγής στο διοικητικό εφετείο της περιφέρειας, στην οποία εκτελείται το έργο» / ενώ στην παρ. 3 του ιδίου άρθρου, προβλέπεται ότι: «Η υπόθεση συζητείται σε δικάσιμο που ορίζεται όσο το δυνατόν συντομότερα. Ειδικά για δημόσια έργα προϋπολογισμού άνω των 500.000 ευρώ, η δικάσιμος για τη συζήτηση της υπόθεσης προσδιορίζεται το αργότερο εντός έξι (6) μηνών».
Περαιτέρω, με τους νόμους 4329/2015 (Α’ 53) και 4446/2016 (Α’ 240), εισήχθησαν, αντίστοιχα, η διαδικασία της έκδοσης διαταγής πληρωμής για αξιώσεις από διοικητική σύμβαση που έχει συναφθεί στο πλαίσιο εμπορικής συναλλαγής, καθώς και η ενδοδικαστική συμβιβαστική επίλυση σε συμβούλιο των διαφορών από αγωγές για απαιτήσεις από διοικητικές συμβάσεις.
Με τον τελευταίο αυτό νόμο, υιοθετήθηκε και ο σημαντικός θεσμός του εισηγητή δικαστή στις διοικητικές διαφορές ουσίας, ο οποίος επιλαμβάνεται αμέσως μετά την κατάθεση του ενδίκου βοηθήματος. Ο θεσμός αυτός θα συμβάλλει αποφασιστικά στην ταχύτερη διεκπεραίωση των υποθέσεων, τόσο στο πρώτο στάδιο της κατάθεσής τους, όσο και ενόψει του ορισμού δικασίμου.
Σημαντική επίσης συντόμευση του δικαστικού χρόνου, αποτελεί η μεταβολή της πρακτικής της δημοσίευσης της δικαστικής απόφασης από το σχέδιο. Η πρακτική αυτή είχε ως αποτέλεσμα μία απόφαση να εμφανίζεται δημοσιευμένη, ενώ ουδείς μπορούσε να δει το κείμενό της στο πληροφοριακό σύστημα, ενόψει του ότι ο φάκελος της υπόθεσης βρισκόταν ακόμη στο χρονοβόρο στάδιο της καθαρογραφής και της θεώρησης στα χέρια του δικαστικού λειτουργού. Η ισχύουσα πλέον πρακτική, είναι αυτή της δημοσίευσης της απόφασης, όχι από το σχέδιο, αλλά από το πρωτότυπο, το οποίο παραδίδεται και σε ηλεκτρονική μορφή, ούτως ώστε, αμέσως μετά τη δημοσίευσή της αυτή να είναι διαθέσιμη και ως ολοκληρωμένο και τελειωμένο κείμενο στους διαδίκους κα άμεσα «ορατή» στο πληροφοριακό σύστημα.
Τέλος, μέχρι σήμερα, προς την κατεύθυνση της υλοποίησης του στόχου της ηλεκτρονικής δικαιοσύνης βρίσκεται σε παραγωγική λειτουργία σε σχέση με τη διοικητική διαδικασία με την υλοποίηση του προγράμματος «Ολοκληρωμένο Σύστημα Διαχείρισης Δικαστικών Υποθέσεων για τη Διοικητική Δικαιοσύνη (ΟΣΔΥΥ-ΔΔ)» (www.adjustice.gr), με σκοπό την αναβάθμιση της ποιότητας και της ταχύτητας απονομής δικαιοσύνης και τη διασφάλιση της άμεσης πρόσβασης όλων των συντελεστών απονομής Δικαιοσύνης στην έγκυρη πληροφόρηση.
Συμπέρασμα: στην καρδιά των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων της κυβέρνησης βρίσκεται ο θεσμός της δικαιοσύνης. Το δικαστικό σύστημα μεταρρυθμίζεται και η λειτουργία του εξορθολογίζεται και εκσυγχρονίζεται. Το «παλαιό» παρέρχεται και μάλιστα ανεπιστρεπτί.