«Δάνεια» βαφτίζονταν οι μίζες που έπεσαν βροχή για τα εξοπλιστικά προγράμματα της περιόδου Τσοχατζόπουλου.
Της Πωλίνας Βασιλοπούλου
Απόστρατοι αξιωματικοί του Πολεμικού Ναυτικού, οι οποίοι υπηρετούσαν τότε στη Διεύθυνση Εξοπλισμών του υπουργείου Άμυνας και βρίσκονται μεταξύ των 32 κατηγορουμένων, για την «αμαρτωλή» σύμβαση των υποβρυχίων, απολογούμενοι στο Τριμελές Εφετείο κακουργημάτων της Αθήνας, αρνήθηκαν τις κατηγορίες του χρηματισμού και έκαναν λόγο για… δανεισμό τους από τους συγκατηγορούμενους τους Έλληνες επιχειρηματίες, που εκπροσωπούσαν τον γερμανικό κολοσσό των υποβρυχίων HWD/Ferrosstaal.
Η δίκη, που ξεκίνησε στις 20 Ιανουαρίου 2017, αφορά την «αμαρτωλή» σύμβαση του 1,3 δισ. ευρώ για 4 υποβρύχια με κύριο ανάδοχο τα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά (ΕΝΑΕ) και κύριο υποκατασκευαστή τη γερμανική κοινοπραξία HWD/Ferrosstaal.
Στο δικαστήριο ξεκίνησαν οι απολογίες των κατηγορουμένων, αφού ολοκληρώθηκε η ανάγνωση των χιλιάδων εγγράφων της δικογραφίας, το μεγαλύτερο μέρος της οποίας είναι τμήμα της γερμανικής, καθώς η υπόθεση για τα «μαύρα ταμεία» των εξοπλιστικών ξεκίνησε από τη γερμανική Δικαιοσύνη.
Τα αδικήματα που αντιμετωπίζουν, τα οποία επισύρουν πολυετείς καθείρξεις είναι δωροδοκία κατ’ εξακολούθηση, νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα και απιστία.
Μεταξύ των κατηγορουμένων περιλαμβάνονται ηχηρά ονόματα, όπως ο εφοπλιστής Μιχαήλ Ματαντός, ο επιχειρηματίας Αλέξανδρος Αβατάγγελος, ο πρώην αναπληρωτής διευθυντής εξοπλισμών του υπουργείου Εθνικής Άμυνας Αντώνης Κάντας, ο Ελβετός τραπεζίτης Ζαν-Κλοντ Όσβαλντ, ο Ελληνοελβετός επίσης τραπεζίτης Φάνης Λυγινός, ο έμπορος όπλων Παναγιώτης Ευσταθίου, ο νομικός Σπύρος Μεταξάς, οι άλλοτε στενοί συνεργάτες του Άκη Τσοχατζόπουλου, Γιάννης Μπέλτσιος και Παύλος Νικολαΐδης, γνωστοί επιχειρηματίες, ο πρώην γενικός γραμματέας Εξοπλισμών Σπύρος Τραυλός, ο πρώην επικεφαλής των Ναυπηγείων Σκαραμαγκά Σωτήρης Εμμανουήλ, καθώς και ο επιχειρηματίας Πάνος Γερμανός.
Το βαρύ κατηγορητήριο, όπως αναλύεται στο πολυσέλιδο βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών, περιγράφει ένα πολυπλόκαμο σύστημα καταβολής μιζών, είτε μέσω επιταγών, είτε μέσω λογαριασμών σε τράπεζες και off shore, αλλά και σε μετρητά.
Σε ρόλο-κλειδί εμφανίζεται, μέσω της εταιρείας του ΜΙΕ, ο εφοπλιστής Μιχαήλ Ματαντός, που φέρεται να διακίνησε σε Έλληνες αξιωματούχους σχεδόν 60.000.000 ευρώ μίζες.
Αναφέρεται στο βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών: «Οι παράνομες πληρωμές συμφωνήθηκε ότι θα διενεργούνται κυρίως με τη μεσολάβηση της εταιρίας ΜΙΕ, ιδιοκτησίας Ματαντού, η οποία θα μεταβίβαζε περαιτέρω τα χρήματα (…) είτε απευθείας στα δωροδοκούμενα πρόσωπα είτε στους υπόλοιπους από αυτούς, οι οποίοι δημιούργησαν μια ομάδα ανθρώπων ενδιάμεσων, που ονομάστηκε “Ομάδα Α” ή “Κύκλος προσευχής” και οι οποίοι θα προωθούσαν περαιτέρω τα χρήματα», αναφέρεται χαρακτηριστικά στο βούλευμα.
Έτσι, καταβλήθηκε από τη Ferrostaal σε επτά δόσεις το ποσό των 84.001.861 ευρώ, ενώ εν τέλει για δωροδοκία Ελλήνων αξιωματούχων διατέθηκαν τουλάχιστον 51.222.691 ευρώ και 2.960.225 ελβετικά φράγκα μέσω τραπεζικού λογαριασμού της MIE στην τράπεζα UBS.
Οι απολογίες
Τον… χορό των απολογιών άνοιξε ο αντιπλοίαρχος του Πολεμικού Ναυτικού Γεώργιος Αθανασάκης, ο οποίος υπηρετούσε στη Διεύθυνση Εξοπλισμών το χρονικό διάστημα 1999-2000. Αρνούμενος τις κατηγορίες, υποστήριξε ότι το ποσόν των €200.000, που φέρεται ότι έλαβε από τον επιχειρηματία Μιχάλη Ματαντό στη διάρκεια των διαπραγματεύσεων για τη σύμβαση των υποβρυχίων, ήταν… δάνειο!
«Διεκπεραίωνα αλληλογραφία από και προς το ΓΕΝ και το ΥΕΘΑ. Στη συνέχεια ενημέρωνα τη διεύθυνση και την ηγεσία», είπε και συνέχισε:
«Το 2006 γνώρισα τον Ματαντό. Αποστρατεύτηκα το 2003 και συγκεκριμένα παραιτήθηκα. Προσπαθώντας να ανταποκριθώ στις οικονομικές απαιτήσεις που είχα, πήγα στον Πειραιά, σε κάποια ναυτιλιακά γραφεία, όπως και στη ΜΙΕ, την εταιρία του κ. Ματαντού. Είχα έξοδα λόγω σοβαρού προβλήματος υγείας, που αντιμετώπιζα. Έτσι συνάντησα τον Ματαντό. Όσο ήμουν στο ναυτικό, δεν είχα αντικείμενο την εισήγηση για την υλοποίηση προγραμμάτων στο ΥΕΘΑ, όπως εσφαλμένα αναγράφεται στο κατηγορητήριο. Η ενημέρωση που έκανα δεν αφορούσε μόνον τα εξοπλιστικά προγράμματα. Συμμετείχα και στην επιτροπή διαπραγματεύσεων των υποβρυχίων. Το πόρισμα της επιτροπής ήταν ουσιαστικά η σύμβαση, η οποία υπεγράφη από όλους. Δεν έγιναν παρατηρήσεις από κανέναν».
Πρόεδρος: «Γιατί το λέτε αυτό;
Κατηγορούμενος: «Με το να υπογράφουν όλοι άμεσα, θα υλοποιείτο έγκαιρα η σύμβαση».
Πρόεδρος: «Mε τον κατηγορούμενο Ματαντό είχατε οικονομικές συναλλαγές;»
Κατηγορούμενος: «Tου μίλησα για την παροχή δανείου. Του ζήτησα να με βοηθήσει και είπε ότι θα το σκεφτεί».
Πρόεδρος: «Tι ποσόν ζητήσατε;»
Kατηγορούμενος: «Του ζήτησα δάνειο 200.000 ευρώ. Μετά από μέρες με ειδοποίησε και συνάψαμε τη σύμβαση δανείου. Του είχα πει ότι ήμουν στην επιτροπή των Υποβρυχίων. Από τη θέση όμως που είχα τότε, δεν θα μπορούσα να τον βοηθήσω».
Πρόεδρος: «Πώς σας έδωσε τα χρήματα;»
Kατηγορούμενος: «Έβαλε 200.000 ευρώ στον λογαριασμό μου στην Τράπεζα της Ελλαδος. Χρησιμοποιήθηκαν για αντιμετώπιση του προβλήματος υγείας μου και για τα καθημερινά έξοδα του σπιτιού μου».
Πρόεδρος: «Δουλεύατε και αλλού τότε εκτός από το ναυτικό;»
Kατηγορούμενος: «Συνεργαζόμουνα με διάφορες τεχνικές εταιρίες, οι οποίες δεν ήταν σχετικές με υποβρύχια. Σε αυτές συνέτασσα φακέλους προσφορών. Δούλευα πρόσκαιρα και ευκαιριακά με προφορικές συμφωνίες. Πληρωνόμουν στο χέρι με μετρητά».
Ο κατηγορούμενος δέχτηκε πολλές ερωτήσεις από το δικαστήριο, για χρηματικά ποσά που βρέθηκαν στους λογαριασμούς του, τα οποία επίσης απέδωσε σε… δανεισμό:
«Πολλά από τα ποσά, που φαίνονται στους λογαριασμούς μου είναι δάνεια και από συγγενείς», είπε.
Ενώ δικαιολόγησε το γεγονός του ακατάπαυστου δανεισμού ισχυριζόμενος ότι και ο γιος του είχε πρόβλημα υγείας, λόγω εξάρτησης από ουσίες.
Δεν αρνήθηκε ότι δούλεψε και στην εταιρία Sunlight του επίσης κατηγορούμενου επιχειρηματία Πάνου Γερμανού, για τον οποίο είπε:
«Δούλεψα στη Sunlight του Γερμανού ως σύμβουλός του για 2-3 μήνες. Γνώριζα για τις μπαταρίες των υποβρυχίων, καθώς είμαι μηχανικός. Δούλεψα εκεί το 2004. Δούλεψα δοκιμαστικά και κατέθεταν τα χρήματα στον λογαριασμό μου».
Σε άλλο σημείο της απολογίας του παραδέχτηκε ότι δεν επέστρεψε τα χρήματα του δανείου στον συγκατηγορούμενο του Μιχάλη Ματαντό:
«Μου τηλεφώνησε 10 φορές, για να μου τα ζητήσει. Τελικά δεν με ξαναενόχλησε», είπε.
Ο κατηγορούμενος είπε ακόμη ότι είχαν συμφωνήσει να επιστρέφει στον Ματαντό κάθε χρόνο το 10% του κεφαλαίου του δανείου.
Δηλαδή, με λίγα λόγια ο κατηγορούμενος υποστήριξε ότι πήρε δάνειο 200.000 ευρώ από τον Ματαντό χωρίς δέσμευση επιστροφής, και ενώ είχε –προφανώς προφορικά– συμφωνήσει να επιστρέφει 10% κάθε χρόνο(!!!) –άρα με ορίζοντας εξόφλησης τουλάχιστον 10 χρόνια– και παρά τις πιέσεις του επιχειρηματία, δεν επέστρεψε το δάνειο. Και όλα αυτά χωρίς να έχει σχέση μαζί του, παρόλο που ήταν μέλος της επιτροπής για τα υποβρύχια… Να δούμε τι άλλο θα ακούσουμε…
Ο αντιπλοίαρχος του Πολεμικού ναυτικού Αλέξανδρος Μαδωνής απολογήθηκε δεύτερος.
Μεταξύ άλλων είπε:
«Τότε ήμουν αντιπλοίαρχος του Πολεμικού Ναυτικού. Συμμετείχα στην Επιτροπή των υποβρυχίων. Είχα ουσιαστική συμμετοχή στην επιτροπή. Κατέγραφα τις παρατηρήσεις. Κάποιες δεν επιλύθηκαν, όπως το θέμα της τιμής, η οποία έχρηζε βελτίωσης προς τα κάτω. Υπήρχαν στοιχεία ότι ήταν πολλή υψηλή, ωστόσο δεν είχαμε περαιτέρω στοιχεία, γιατί δεν έγινε διαγωνισμός».
Πρόεδρος: «Λάβατε συνολικά 218.000 ευρώ;»
Kατηγορούμενος: «Το ποσόν για το οποίο κατηγορούμαι δόθηκε από τον συγκατηγορούμενό μου Παναγιώτη Ευσταθίου (σύμβουλος της Γερμανικής εταιρίας STNATLAS). Τον γνώριζα πολύ καλά, ήταν οικογενειακός μου φίλος. Μου δόθηκε ως δωρεά. Με κάλεσε στο γραφείο του το 2001 και μου είπε ότι ήθελε να μου δώσει ένα ποσό, για να με βοηθήσει οικονομικά. Ο Ευσταθίου ήταν εκπρόσωπος της ATLAS».
Πρόεδρος: «Θα έπαιρνε προμήθεια;»
Kατηγορούμενος: «Mου είπε ότι θα έπαιρνε μια προμήθεια».
Πρόεδρος: «Γιατί σας έδωσε αυτά τα χρήματα;»
Kατηγορούμενος: «Είχαμε στενή οικογενειακή σχέση και ήθελε να κάνει αυτή τη χειρονομία. Το ποσόν ήταν 218.000 ευρώ συνολικά. Μου είπε ότι ήθελε να με βοηθήσει για λόγους ηθικής υποχρέωσης. Ορισμένοι λόγοι αποτελούν προσωπικά δεδομένα. Του είπα θα το σκεφτώ. Μετά από 15 ημέρες του είπα ότι αποδέχομαι. Πήγα στο σπίτι του και εκεί μου ζήτησε λογαριασμό. Εκ των υστέρων κατανοώ ότι ίσως με έβλεπε ως μελλοντική επένδυση».
Πρόεδρος: «Πώς συμφωνήσατε για το ποσόν;»
Kατηγορούμενος: «Δεν συμφωνήσαμε τότε για το ύψος του ποσού. Με ρώτησε εάν είχα λογαριασμό στο εξωτερικό. Δε είχα. Του έδωσα στην Ελλάδα. Νοέμβριο του 2001 έβαλε 6-7 εκατ. δραχμές. Τον πήρα τηλέφωνο και τον ευχαρίστησα. Δεν μου είπε κάτι άλλο. Το Πάσχα του 2002 με ξαναπήρε και μου είπε να πάω σπίτι του. Εκεί μου είπε να ανοίξω λογαριασμό στο εξωτερικό, για να μου βάλει κάποια χρήματα. Συνολικά μέχρι το 2005 είχε βάλει 150.000 ευρώ περίπου. Μου είπε ότι θα το αναλάβει δικός του άνθρωπος. Ο Φάνης Λυγινός μου έβαζε ποσά στον συγκεκριμένο λογαριασμό. Συνολικά 218.000 ευρώ μαζί με τα χρήματα που κατατέθηκαν στην Ελλάδα».
Kαι συνέχισε: «Δεν γνωρίζω γιατί συνέχιζε να βάζει χρήματα από την τσέπη του. Πιστεύω ότι το έκανε με την καρδιά του».
Πρόεδρος: «Άλλα έχει πει εναντίον σας στον ανακριτή ο κ. Ευσταθίου».
Κατηγορούμενος: «Δεν μπορώ να εξηγήσω γιατί είπε ότι με εξαγόρασε. Είπε ότι οι Γερμανοί του είπαν να μου δώσουν bonus. Ίσως για να ελαφρύνει τη θέση του ως κατηγορούμενος. Αυτά που λέει είναι ψέματα. Το έμβασμα του 2001 έγινε μετά από ενάμιση χρόνο από τη συμμετοχή μου στην επιτροπή. Νόμιζα ότι είναι δώρο».
Ο κατηγορούμενος Αλέξανδρος Μαδωνής υποστήριξε ότι δεν γνώριζε τίποτα για χρηματισμό άλλων προσώπων και τόνισε ότι επέστρεψε εξ ολοκλήρου το ποσόν που έλαβε, ενώ δανείστηκε 80.000 ευρώ για να επιστρέψει τα χρήματα στο Δημόσιο.
Ο αρχιπλοίαρχος Κωνσταντίνος Τζιώτης, που συμμετείχε στην επιτροπή εκσυγχρονισμού των υποβρυχών, απολογήθηκε στη συνέχεια.
Και αυτός όπως οι δύο προηγούμενοι απέδωσε σε… δανεισμό το ποσόν των περίπου 90.000 ευρώ, που πήρε από τον Ευσταθίου:
«Στην αρχή είχαμε κοινωνική επαφή, μετά αναπτύχθηκε και ο σεβασμός στο πρόσωπό του. Ήθελα να μάθω ιστορίες για το παρελθόν του στο ναυτικό. Δεν είχα καμία σχέση με συστήματα της ATLAS. Στο τέλος του 2003 μου φάνηκε παράξενο, που με κάλεσε στο γραφείο του, για να με βοηθήσει, επειδή είχε απολυθεί η γυναίκα μου. Μου είπε να μου δώσει ένα ποσό να εξασφαλιστώ. Του είπα όχι. Μετά από καιρό είχα ανάγκη τα χρήματα και δέχτηκα. Στην αρχή δεν μου άρεσε ηθικά. Προσβλήθηκα. Χρειάστηκα χρήματα για να πληρώσω τα δάνεια που είχα πάρει (1998 10.000.000 δρχ., και το 1999 15.000.000 δρχ.)».
Όπως περιέγραψε στη συνέχεια της απολογίας του και στην περίπτωσή του ακολουθήθηκε το ίδιο σύστημα, όπως με τους δύο προηγούμενους αξιωματικούς:
«Συμφωνήσαμε στα 60.000 με 70.000 ευρώ. Μου είπε να φτιάξω λογαριασμό στην Ελβετία. Έδωσα τα χαρτιά μου και τα μεταβίβασε στον Λυγινό. Δεν είχαμε καθορίσει χρόνο επιστροφής των χρημάτων. Ο λογαριασμός ήταν κοινός με τη γυναίκα μου. Μήπως πάθαινα κάτι. Πήγα στη Ζυρίχη και πήρα χρήματα, αλλά υπήρχαν και κινήσεις που δεν μπορούσα να δικαιολογήσω. Το ποσό μπήκε σε δόσεις μέχρι το 2007. Οι λογαριασμοί του ήταν στην Dresdner και στην Paribas. Δεν έχω επιστρέψει τα χρήματα».
Ο ταγματάρχης του ΓΕΣ Ιωάννης Χριστόγιαννηςυποστήριξε στην απολογία του ότι το ποσόν των 20.000 ευρώ που πήρε από τον Ευσταθίου, ο οποίος του είχε προτείνει συνεργασία για το σύστημα Στάγκερ, ήταν στο πλαίσιο παροχής υπηρεσιών. Άλλωστε, όπως είπε, τα επέστρεψε.
Ο πρώην αξιωματικός Εμμανουήλ Σαρτζετάκης, ο οποίος προσελήφθη μετά την αποστρατεία του στην εταιρεία TREDECO του κατηγορούμενου Ευσταθίου, αρνήθηκε κάθε κατηγορία και απαντώντας σε ερωτήσεις του δικαστηρίου είπε:
«Έστελνα βιογραφικά σε διάφορες εταιρείες μετά από την αποστρατεία μου. To 1996 με κάλεσε ο Ευσταθίου. Μου είπε να συνεργαστούμε ως προς τα συστήματα SONAR των υποβρυχίων. Ήθελαν έναν σύμβουλο για να συνεργάζεται με τους Γερμανούς. Δούλεψα μέχρι το 2007. Παρείχα ανεξάρτητες εργασίες. Στη ΜΙΕ ήμουν μόνο 2008-2010. Τις διαπραγματεύσεις τις έκανε η HDW. Ανοίχτηκαν οι λογαριασμοί μου. Τίποτα επιλήψιμο δεν βρέθηκε. Έμαθα ότι ο Ευσταθίου είχε συνεργασία με διάφορους απόστρατους. Δεν ήξερα με ποιους. Τους περισσότερους από τους προηγούμενους απολογούμενους δεν τους είχα δει στο γραφείο του Ευσταθίου. Προσπάθησε να εμπλέξει όποιον είχε γύρω του και να αποποιηθεί των ευθυνών του. Δεν καταλαβαίνω γιατί μίλησε για μένα».
Εισαγγελέας: «Γιατί μηνύσατε τoν Ευσταθίου;»
Κατηγορούμενος: «Κατέθεσα αγωγή και μήνυση, επειδή η στάση του ήταν αναιτιολόγητη. Θα εκδικαστεί τον Δεκέμβριο του 2019. Δεν ήμουν δικός του άνθρωπος».
Πάρεδρος: «Κρατήσατε επαφή μετά τη συνεργασία σας;»
Κατηγορούμενος: «Μόνο τυπική».
Ο απόστρατος πλοίαρχος Δημήτριος Αθανασίου ήταν ο άνθρωπος που παρακολουθούσε την οικονομική πορεία των εξοπλιστικών προγραμμάτων μετά την υπογραφή των συμβάσεων.
Είπε:
«Ξεκίνησα να εργάζομαι στο επιτελείο του υπουργού στη διεύθυνση με αρμοδιότητα σχεδιασμό προγράμματος εξοπλισμού. Το πρόγραμμα έπαιρνε την έγκριση του ΚΥΣΕΑ και μετά το έγγραφο πήγαινε στο ΓΔΕ. Στο ΓΔΕ υπήρχαν επιτροπές με ειδικούς. Δεν ήξερα τον Ευσταθίου. Τον είχα δει σε 2-3 εκδηλώσεις. Μέχρι εκεί. Μετά την αποστρατεία μου στις 21.3.2000 δέχτηκα τηλεφώνημά του. Μου είπε ότι ήθελε να συναντηθούμε. Όταν συναντηθήκαμε, μου είπε ότι ήθελε να προωθήσει τα συστήματα της ΑΤΛΑΣ στην εμπορική ναυτιλία».
Σύμφωνα με όσα είπε στη συνέχεια ο κατηγορούμενος, ο Ευσταθίου έκανε… συλλογή απόστρατων, για να συνεργαστούν μαζί του.
Η δική του αμοιβή συμφωνήθηκε στα 25-30.000 ευρώ, προκειμένου να πάρει προγράμματα για την εταιρεία και να δει εάν πληρούν τις προδιαγραφές.
Όσο για την αμοιβή του, όπως είπε ο κατηγορούμενος Αθανασίου, ο Ευσταθίου του πρότεινε μέχρι και… επενδυτικό πρόγραμμα στην Κύπρο, το οποίο ανέλαβε ο συγκατηγορούμενός τους Λυγινός. Είπε σχετικά:
«O Λυγινός μου είπε να βγάζω χρήματα από την Κύπρο και να του τα δίνω για να τα βάζει σε διάφορα επενδυτικά funds. Ανά δίμηνο έβγαζα 2-3 εκατ. ευρώ και του τα έδινα για να επενδυθούν. Του έδωσα περίπου 20 εκατ. δραχμές προς επένδυση».
Σε άλλο σημείο είπε:
«Oι αποδόσεις από την επένδυση ήρθαν από το 2003 και μετά, αλλά μειωμένα. Μετέφερα στην τράπεζα στην Ελλάδα από λογαριασμό του εξωτερικού 137.510 ευρώ».
Το στέλεχος αμυντικών συστημάτων Γεώργιος Πιντέλας αρνήθηκε επίσης τις κατηγορίες και υποστήριξε: «Από τον Ιούνιο του 2014 προσκόμισα έγγραφο ότι ο λογαριασμός ανήκει σε μένα και στη γυναίκα μου. Τον Ευσταθίου τον γνώρισα το 2005. Από τα μέσα του 2005 έως τα μέσα 2006 έγιναν οι καταβολές από τον Ευσταθίου στον λογαριασμό μου για τον Σκάρλα (προμηθευτής οπλικών συστημάτων STINGER). Μπήκαν 23.24.000 ευρώ την πρώτη φορά. Συνολικά 200.000 ευρώ για τον Σκάρλα. Τα μετέφερα τμηματικά. Μέσα στον λογαριασμό μου είχα ένα χρόνο χρήματα του Σκάρλα».
Η δίκη θα συνεχιστεί στις 4 Απριλίου.