Η έκθεση ‘Desperate Journeys’ της Υ.Α. απεικονίζει τις αλλαγές στις προσφυγικές διαδρομές προς την Ευρώπη.
Παρά τη μείωση που σημειώθηκε στον αριθμό των προσφύγων και των μεταναστών που έφτασαν την περασμένη χρονιά στην Ευρώπη, οι κίνδυνοι που πολλοί ανάμεσά τους αντιμετωπίζουν κατά τη διάρκεια της διαδρομής έχουν αυξηθεί σε ορισμένες περιπτώσεις, σύμφωνα με μια νέα έκθεση της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες (Υ.Α.), που περιγράφει τις αλλαγές στις μετακινήσεις αυτές.
Η έκθεση ‘Desperate Journeys’ δείχνει ότι οι θαλάσσιες αφίξεις στην Ιταλία, κυρίως από τη Λιβύη, σημείωσαν δραστική μείωση από τον Ιούλιο του 2017. Η μείωση αυτή συνεχίστηκε τους πρώτους τρεις μήνες του 2018, σημειώνοντας πτώση της τάξεως του 74% σε σύγκριση με το 2017.
Το ταξίδι προς την Ιταλία αποδεικνύεται ότι γίνεται ολοένα και πιο επικίνδυνο, με το ποσοστό των ανθρώπων που χάνουν τη ζωή τους στη διαδρομή από τη Λιβύη να έχει αυξηθεί τους πρώτους τρεις μήνες του 2018 σε 1 στους 14 από 1 στους 29 που ήταν την ίδια περίοδο το 2017.
Επιπλέον, έχει παρατηρηθεί τους τελευταίους μήνες μια ιδιαίτερα ανησυχητική επιδείνωση της κατάστασης της υγείας όσων φτάνουν από τη Λιβύη. Όλο και περισσότεροι άνθρωποι φτάνουν εξαιρετικά αδύναμοι, ισχνοί και σε άσχημη κατάσταση υγείας.
Σύμφωνα με την έκθεση της Υ.Α., ενώ ο συνολικός αριθμός των ανθρώπων που διέσχισαν τη Μεσόγειο παρέμεινε σε πολύ χαμηλότερα επίπεδα από το 2016, σημειώθηκε μια άνοδος στις αφίξεις στην Ισπανία και την Ελλάδα στα τέλη του 2017.
Το 2017, σημειώθηκε στην Ισπανία μια αύξηση της τάξεως του 101% σε σύγκριση με το 2016, με 28.000 νέες αφίξεις. Τους πρώτους μήνες του 2018 σημειώθηκε μια παρόμοια τάση, με τις αφίξεις να αυξάνουν κατά 13% σε σύγκριση με το 2017. Οι δύο βασικότερες εθνικότητες είναι πλέον οι Μαροκινοί και οι Αλγερινοί, αν και οι Σύροι εξακολουθούν να αποτελούν τη μεγαλύτερη ομάδα που διασχίζει τα χερσαία σύνορα της Ισπανίας.
Στην Ελλάδα, ο συνολικός αριθμός των θαλάσσιων αφίξεων μειώθηκε το 2017 σε σύγκριση με το 2016. Ωστόσο, παρατηρήθηκε μια αύξηση της τάξης του 33% από τον Μάιο έως τον Δεκέμβριο του 2017, με 24.600 αφίξεις σε σύγκριση με τις 18.300 που σημειώθηκαν την ίδια περίοδο του 2016. Η πλειοψηφία προερχόταν από τη Συρία, το Ιράκ και το Αφγανιστάν, με ένα μεγάλο αριθμό ανάμεσά τους να αποτελείται από οικογένειες με παιδιά. Οι αιτούντες άσυλο που έφτασαν στην Ελλάδα μέσω θαλάσσης είχαν να αντιμετωπίσουν μια μακρά περίοδο παραμονής σε κακές και υπερσυνωστισμένες συνθήκες στα νησιά.
Λόγω των αυξημένων περιορισμών στην Ουγγαρία, σύμφωνα με την έκθεση, πολλοί πρόσφυγες και μετανάστες καταφεύγουν σε εναλλακτικές οδούς για να μετακινηθούν κατά μήκος της Ευρώπης. Για παράδειγμα, ορισμένοι διασχίζουν τη Σερβία για να πάνε στη Ρουμανία, ενώ άλλοι περνούν από την Ελλάδα στην Κροατία μέσω της Αλβανίας, του Μαυροβουνίου και της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης.
«Τα ταξίδια προς και δια μέσω της Ευρώπης παραμένουν γεμάτα κινδύνους για τους πρόσφυγες και τους μετανάστες», ανέφερε η Pascale Moreau, Διευθύντρια του Γραφείου της Ευρώπης της Υ.Α. Πιστεύεται ότι πάνω από 3.100 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους στη θάλασσα την περασμένη χρονιά κατά τη διάρκεια του ταξιδιού τους προς την Ευρώπη σε σύγκριση με 5.100 το 2016. Άλλοι 501 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους ή αγνοούνται από τις αρχές του 2018.
Επιπλέον, μέσα στο 2017, τουλάχιστον 75 άνθρωποι ακόμα έχασαν τη ζωή τους κατά μήκος των χερσαίων οδών στα εξωτερικά σύνορα της Ευρώπης ή κατά τη διάρκεια του ταξιδιού τους δια μέσω της Ευρώπης, ενώ υπάρχουν συνεχείς και ιδιαίτερα ανησυχητικές αναφορές για αναγκαστικές επιστροφές.
«Η πρόσβαση στην επικράτεια και σε ταχείες, δίκαιες και αποτελεσματικές διαδικασίες ασύλου για όσους ζητούν διεθνή προστασία είναι ζωτικής σημασίας. Η διαχείριση των συνόρων και η παροχή προστασίας στους πρόσφυγες σύμφωνα με τις διεθνείς υποχρεώσεις των κρατών δεν αποκλείουν το ένα το άλλο, ούτε αποτελούν έννοιες μη συμβατές», πρόσθεσε η κα Moreau.
Η έκθεση της Υ.Α. υπογραμμίζει επίσης την κακομεταχείριση και τους εκβιασμούς που έχουν υποστεί οι πρόσφυγες και οι μετανάστες στα χέρια των διακινητών ή ένοπλων ομάδων κατά μήκος των διαφόρων οδών που ακολουθούν για να φτάσουν στην Ευρώπη.
Οι γυναίκες, ιδίως όσες ταξιδεύουν μόνες τους, καθώς και τα ασυνόδευτα παιδιά, εκτίθενται περισσότερο σε κινδύνους σεξουαλικής και έμφυλης βίας κατά τη διάρκεια του ταξιδιού τους προς την Ευρώπη και σε ορισμένες περιοχές εντός της Ευρώπης.
Μέσα στο 2017, έφτασαν στην Ευρώπη πάνω από 17.000 ασυνόδευτα παιδιά. Τα περισσότερα από αυτά έφτασαν μέσω θαλάσσης στην Ιταλία, όπου το 13% του συνόλου των αφίξεων ήταν παιδιά που ταξίδευαν μόνα τους, μια τάση που παρατηρήθηκε και το 2016.
Παρ’ όλα αυτά, στην έκθεση της Υ.Α. επισημαίνεται και κάποια πρόοδος όσον αφορά στον αριθμό των ανθρώπων που επανεγκαταστάθηκαν στην Ευρώπη την περασμένη χρονιά, ο οποίος αυξήθηκε κατά 54% σε σχέση με το 2016. Οι περισσότεροι από αυτούς τους 26.400 πρόσφυγες ήταν Σύροι (84%) και επανεγκαταστάθηκαν από την Τουρκία, τον Λίβανο και την Ιορδανία. Ανάμεσα στις χώρες της Ευρώπης, τον μεγαλύτερο αριθμό δέχθηκε το Ηνωμένο Βασίλειο, η Σουηδία και η Γερμανία.
Μια άλλη θετική εξέλιξη ήταν ότι στο τέλος της περασμένης χρονιάς η Υ.Α. άρχισε να διευκολύνει την απομάκρυνση των ευάλωτων προσφύγων από τη Λιβύη στον Νίγηρα και από τη Λιβύη προς την Ιταλία.
«Η απομάκρυνση προσφύγων από τη Λιβύη και οι αυξημένες ευκαιρίες επανεγκατάστασης που σημειώθηκαν την περασμένη χρονιά είναι πολύ καλά νέα. Όμως, εξακολουθούν να υπάρχουν σημαντικά εμπόδια που περιορίζουν την πρόσβαση σε ασφαλείς και νόμιμες οδούς, όπως η οικογενειακή επανένωση, για όσους χρήζουν διεθνούς προστασίας. Γι’ αυτό απευθύνουμε έκκληση για περισσότερη αλληλεγγύη», σημείωσε η Pascale Moreau.
Η έκθεση περιλαμβάνει επίσης κάποιες επιπλέον συστάσεις σχετικά με την ανάγκη να ενισχυθεί η αλληλεγγύη μεταξύ των κρατών μελών εντός της Ευρώπης αλλά και με τις πρώτες χώρες ασύλου και διέλευσης. Οι συστάσεις αναφέρονται ακόμα στην ανάγκη να βελτιωθούν οι συνθήκες υποδοχής, ιδίως για τα ασυνόδευτα και χωρισμένα από την οικογένειά τους παιδιά και όσες και όσους έχουν επιβιώσει από σεξουαλική και έμφυλη βία, και να παρέχεται αποτελεσματικότερη προστασία στα παιδιά.