Κατάργηση διάταξης που εισήγαγε αθέμιτη διάκριση λόγω αναπηρίας ή χρόνιας πάθησης
Κανονική άδεια μετά την επάνοδο από αναρρωτική: κατάργηση διάταξης που εισήγαγε αθέμιτη διάκριση λόγω αναπηρίας ή χρόνιας πάθησης
Υπαστυνόμος της ΕΛΑΣ απώλεσε το δικαίωμα λήψης κανονικής άδειας του έτους 2013, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 2 § 5 εδ. 2 του ΠΔ 27/1986, όπως ισχύει. Βάσει της διάταξης αυτής, ο επανερχόμενος από μακρά αναρρωτική άδεια θεμελιώνει δικαίωμα λήψης κανονικής άδειας για το τρέχον ημερολογιακό έτος, μόνον εφόσον παρέλθει εξάμηνο από την επάνοδό του.
Ο Συνήγορος του Πολίτη επισήμανε ότι η ανωτέρω διάταξη εισάγει έμμεση διάκριση λόγω αναπηρίας ή χρόνιας πάθησης που απαγορεύεται με βάση τον Ν. 4443/2016, καθώς επιβαρύνει τον εργαζόμενο που απουσίασε από την υπηρεσία με μακρά αναρρωτική άδεια για λόγους αναπηρίας ή χρόνιας πάθησης, εξαρτώντας το δικαίωμα λήψης κανονικής άδειας από τη συμπλήρωση ελάχιστου χρονικού διαστήματος μετά την επάνοδό του. Έτσι όμως η άσκηση ενός δικαιώματος πλήρως κατοχυρωμένου, όπως είναι η λήψη κανονικής άδειας, εξαρτάται ευθέως από έναν παράγοντα συγκυριακό και μη δυνάμενο να προβλεφθεί. Ο παράγοντας αυτός είναι η ενδεχόμενη ανάγκη λήψης αναρρωτικής άδειας, για λόγους που σχετίζονται με αναπηρία ή χρόνια πάθηση. Κατά τον τρόπο αυτόν εισάγεται άνιση μεταχείριση μεταξύ εργαζομένων που τελούν υπό τις ίδιες συνθήκες.
Επιπλέον, ο Συνήγορος του Πολίτη επισήμανε ότι με βάση τη διάταξη του άρθρου 7 § 2 του Ν. 4443/2016, δεν συνιστά διάκριση, όσον αφορά τα άτομα με αναπηρία ή χρόνια πάθηση, η θέσπιση ή διατήρηση διατάξεων για προστασία της υγείας και ασφάλειας στον χώρο εργασίας. Επικαλέστηκε δε και τις διατάξεις της Οδηγίας 2003/88/ΕΚ (που έχει ενσωματωθεί στην εθνική έννομη τάξη με το ΠΔ 88/1999, όπως ισχύει), σκοπός της οποίας είναι ο καθορισμός των στοιχειωδών προδιαγραφών ασφάλειας και υγείας των εργαζομένων στον ιδιωτικό ή δημόσιο τομέα όσον αφορά την οργάνωση του χρόνου εργασίας. Οι διατάξεις αυτές κατοχυρώνουν πλήρως το δικαίωμα των εργαζομένων σε κανονική (ετήσια) άδεια μετ’ αποδοχών, σκοπός της οποίας, κατά πάγια νομολογία του ΔΕΕ, είναι η παροχή στον εργαζόμενο της δυνατότητας να αναπαυθεί και να έχει στη διάθεσή του ένα χρονικό διάστημα χαλάρωσης και ψυχαγωγίας. Ο σκοπός αυτός διαφέρει από τον σκοπό της αναρρωτικής άδειας, που απονέμεται ως δικαίωμα στον εργαζόμενο προκειμένου να αναρρώσει από ασθένεια.
Υπό το πρίσμα των επισημάνσεων αυτών, ο Συνήγορος του Πολίτη ζήτησε την επανεξέταση της επίμαχης διάταξης του ΠΔ 27/1986. Υιοθετώντας πλήρως τις απόψεις της Αρχής, το Αρχηγείο ΕΛΑΣ (Διεύθυνση Οργάνωσης και Νομικής Υποστήριξης) εισηγήθηκε νομοθετική τροποποίηση προκειμένου να αρθεί ο περιορισμός στη λήψη κανονικής άδειας όταν ο εργαζόμενος έχει αναγκασθεί να απουσιάσει με μακρά αναρρωτική άδεια. Ήδη το επίμαχο εδάφιο καταργήθηκε με το άρθρο 3 του ΠΔ 10/2018 (ΦΕΚ 21 Α΄/08.02.18).
Συνοδευτικά Αρχεία
1. Σύνοψη Διαμεσολάβησης
2. Έγγραφο Συνηγόρου του Πολίτη
3. Έγγραφο της Διεύθυνσης Οργάνωσης & Νομικής Υποστήριξης Αρχηγείου ΕΛΑΣ