Έπειτα από διαπληκτισμό με συγχωριανό του ο οποίος δικάσθηκε στο μεικτό ορκωτό
Ένα σπρώξιμο ήταν αρκετό για να στοιχίσει μια ανθρώπινη ζωή τον Αύγουστο του 2011 στο καφενείο του ΚΤΕΛ στο Κοπανάκι. Η τραγική ιστορία ενός αδύναμου 51χρονου, που είχε μείνει στο περιθώριο της μικροκοινωνίας μας λόγω της παλαιότερης χρήσης σκληρών ναρκωτικών, αλλά και του τρόπου με τον οποίου ζούσε, ξετυλίχθηκε χθες στην αίθουσα του Μεικτού Ορκωτού Δικαστηρίου της Καλαμάτας, με ένα συγχωριανό του, συνταξιούχο του ΙΚΑ, να κάθεται στο εδώλιο κατηγορούμενος για μη σκοπούμενη θανατηφόρα σωματική βλάβη.
Το δικαστήριο κατά πλειοψηφία δέχτηκε τους ισχυρισμούς του και μετέτρεψε την κατηγορία σε ανθρωποκτονία από αμέλεια, με τον κατηγορούμενο να δηλώνει ότι δεν ήθελε να του κάνει κακό και ήταν «μια άτυχη στιγμή».
Καλοκαίρι του 2011
Τα περιστατικά εκτυλίχθηκαν στις 29 Αυγούστου του 2011 στις 4.00 το απόγευμα στο καφενείο του ΚΤΕΛ στο Κοπανάκι. Οι μάρτυρες περιέγραψαν το θύμα ως ένα άτομο που είχε επιλέξει να ζει στο περιθώριο, ενώ το μεγάλο του ελάττωμα ήταν ότι δεν πλενόταν και δεν περιποιούνταν τον εαυτό του. Εκείνο το μοιραίο απόγευμα ο κατηγορούμενος, που καθόταν στο καφενείο, διαπληκτίσθηκε με τον 51χρονο και ήρθαν στα χέρια. Ένα δυνατό σπρώξιμο, όμως, έκανε τον 51χρονο να χάσει την ισορροπία του και πέφτοντας να χτυπήσει το κεφάλι του στο ρείθρο του πεζοδρομίου. Με κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις, αιμάτωμα στο αριστερό μέρος του κρανίου και δύο σπασμένα αριστερά πλευρά, διακομίσθηκε στο Νοσοκομείο Κυπαρισσίας, όπου εισήχθη στην χειρουργική κλινική και την άλλη μέρα το πρωί κατέληξε.
Ο δικηγόρος του κατηγορουμένου κ. Γιώργος Βαρβαρίγος, εξηγώντας την υπερασπιστική γραμμή του πελάτη του, είπε ότι δεν υπήρξε συμπλοκή, αλλά ο δράστης προσπάθησε να απωθήσει τον 51χρονο και να απεγκλωβισθεί από τη λαβή του, ενώ αυτός παραπάτησε και έπεσε, χωρίς να έχει πρόθεση να τον βλάψει. Ζήτησε, λοιπόν, τη μετατροπή της κατηγορίας σε ανθρωποκτονία από αμέλεια.
Επίσης, αναρωτήθηκε, γιατί με κρανιοεγκεφαλική κάκωση τον κράτησαν στη Χειρουργική του Νοσοκομείου Κυπαρισσίας και δεν τον έδιωξαν για Καλαμάτα, Τρίπολη ή Αθήνα, με συνέπεια να καταλήξει την επομένη το πρωί, ενώ εξέφρασε την απορία του που ακόμα και την άλλη ημέρα στο νοσοκομείο δεν είχε καθαρισθεί ούτε το πρόσωπό του από τα αίματα. Αναρωτήθηκε δε, αν στο θάνατό του διαδραμάτισαν κι άλλα πράγματα ρόλο.
Μάρτυρες
Ο ιδιοκτήτης του καφενείου, στην κατάθεσή του, ανέφερε ότι το επίμαχο διάστημα απουσίαζε από το σημείο, αλλά επιστρέφοντας βρήκε τον 51χρονο αιμόφυρτο. Μιλώντας για αυτόν, είπε ότι τα τελευταία χρόνια ζούσε μόνιμα στο Βασιλικό και καθημερινά έκανε 20 χλμ. με τα πόδια και πήγαινε στο Κοπανάκι. Παλιά, όπως ανέφερε, ζούσε στην Αθήνα και έκανε χρήση σκληρών ναρκωτικών. Φαινόταν ένας ταλαιπωρημένος και αδύναμος άνθρωπος, ενώ το μεγάλο του πρόβλημα ήταν ότι δεν πλενόταν. Γινόταν πολλές φορές φορτικός, αλλά δεν ήταν επιθετικός. Ωστόσο, έπινε και έβριζε.
Κάτοικος της περιοχής που καθόταν εκείνο το απόγευμα στο ίδιο τραπέζι με τον κατηγορούμενο, κατέθεσε ότι το θύμα τον έβρισε χυδαία και έπεσε πάνω του. Ο άλλος σηκώθηκε και προσπάθησε να τον σπρώξει, αλλά περιέγραψε ότι όπως σπρώχνονταν μπήκαν πίσω από ένα δέντρο και δεν μπορούσε να δει. Ωστόσο, διευκρίνισε ότι κανείς δεν πήγε να τους χωρίσει, ενώ στα πρώτα σπρωξίματα έπεσαν και οι δύο.
Μετά το περιστατικό ο μάρτυρας κατέθεσε ότι ο κατηγορούμενος πήρε το δικό του μηχανάκι, όπου είχε αφήσει το κλειδί και έφυγε.
Άλλος θαμώνας του καφενείου κατέθεσε ότι καθόταν πιο μακριά και τους είδε που είχαν πιαστεί στα χέρια, αλλά δεν πρόλαβε να αντιδράσει.
Απολογία
Στην απολογία του ο κατηγορούμενος ανέφερε ότι ποτέ δεν περνούσε από το μυαλό του ότι θα μπορούσε να συμβεί τέτοιο περιστατικό. Περιγράφοντας τα όσα συνέβησαν, είπε ότι καθόταν σε ένα τραπέζι και πήγε κοντά το θύμα. Επειδή μύριζε, του ζήτησε να πάει πιο πέρα και τότε αυτός τον έβρισε πολύ άσχημα. Ο κατηγορούμενος περιέγραψε ότι την ώρα που πήγε να σηκωθεί το θύμα τον έσπρωξε και τον πέταξε κάτω. Κανένας δεν τους χώρισε όταν ξαναήρθαν στα χέρια, ενώ όταν το θύμα τον έπιασε από τη μέση, προσπάθησε να τον διώξει και τότε έπεσε. Ισχυρίσθηκε ότι, αν ήθελε να τον χτυπήσει, θα του έριχνε μια μπουνιά ή θα του πετούσε κάποιο αντικείμενο. Συνέχισε λέγοντας πως όταν ο 51χρονος έπεσε είχε αίματα, αλλά μιλούσε και τον έβαλαν να καθίσει σε μια καρέκλα.
Ο ίδιος φοβήθηκε και έφυγε με το μηχανάκι, αλλά μετά εμφανίσθηκε στην Εισαγγελία Κυπαρισσίας και έθεσε τον εαυτό του στη διάθεση των Αρχών.
Η εισαγγελέας πρότεινε να κριθεί ένοχος όπως κατηγορείται, διευκρινίζοντας πως δεν είχε πρόθεση να τον σκοτώσει, όμως σπρώχνοντάς τον με τέτοια σφοδρότητα είχε αποδεχθεί το γεγονός ότι θα του προκαλέσει σωματική βλάβη.
Το δικαστήριο κατά πλειοψηφία τον κήρυξε ένοχο για ανθρωποκτονία από αμέλεια, με την πρόεδρο του δικαστηρίου και άλλη μια τακτική δικαστή να πιστεύουν ότι πρέπει να κριθεί ένοχος για μη σκοπούμενη θανατηφόρα σωματική βλάβη.
Του επιβλήθηκε συνολική ποινή φυλάκισης 2 ετών με 3ετή αναστολή.