Γεν. εισαγγελέας ΔΕΕ: Ωστόσο, το ΔΕΕ δεν είναι αρμόδιο να απαντά σε προδικαστικά ερωτήματα που του απευθύνει η αρχή εκδόσεως για ζητήματα εκτέλεσης
Στις δημοσιευθείσες την Τετάρτη, 16-05-2018, προτάσεις του, ο γενικός εισαγγελέας ΔΕΕ Maciej Szpunar, προτείνει ότι το Δικαστήριο δεν είναι αρμόδιο να απαντήσει επί προδικαστικών ερωτημάτων που του απευθύνει δικαστική αρχή κράτους μέλους εκδόσεως ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης αναφορικά με το κατά πόσον η δικαστική αρχή κράτους μέλους εκτελέσεως του εν λόγω εντάλματος δύναται ή όχι να αρνηθεί την εκτέλεση του εντάλματος, στα πλαίσια της απόφασης-πλαισίου 2002/584/ΔΕΥ για το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης και τις διαδικασίες παράδοσης μεταξύ των κρατών μελών.
Ειδικότερα, όπως επισημαίνει στις προτάσεις του ο γεν. εισαγγελέας, η αρχή εκδόσεως ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης δε δύναται να υποκαταστήσει την αρχή εκτελέσεως του εν λόγω εντάλματος αποστέλλοντας ερωτήματα προς το Δικαστήριο τα οποία μόνο οι αρχές εκτελέσεως δικαιούνται να απευθύνουν προς αυτό, στο πλαίσιο της διαδικασίας για την έκδοση προδικαστικής απόφασης.
Ιστορικό της υποθέσεως
Εις βάρος του ΑΥ, ο οποίος είναι Ούγγρος υπήκοος και πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου ουγγρικής εταιρίας, ασκήθηκε ποινική δίωξη στην Κροατία. Σύμφωνα με το κατηγορητήριο, ο ΑΥ φέρεται να είχε συμφωνήσει στην καταβολή ενός σημαντικού χρηματικού ποσού σε υψηλόβαθμο αξιωματούχο στην Κροατία, με αντάλλαγμα τη σύναψη συμβάσεως μεταξύ της ουγγρικής εταιρίας και της Κροατικής Κυβερνήσεως.
Επ’ ευκαιρία, και κατόπιν, της κίνησης έρευνας εις βάρος του ΑΥ στην Κροατία ως υπόπτου για την τέλεση πράξεων ενεργητικής δωροδοκίας, οι κροατικές αρχές ζήτησαν από την αρμόδια ουγγρική αρχή να παράσχει διεθνή δικαστική συνδρομή σε διάφορες περιπτώσεις (πρώτη φορά στις 10 Ιουνίου 2011), εξετάζοντας τον ΑΥ ως ύποπτο και επιδίδοντάς του κλήση προς εμφάνιση. Παρόλο που αρνήθηκαν να εκτελέσουν τις αιτήσεις δικαστικής συνδρομής, οι ουγγρικές αρχές κίνησαν ωστόσο διαδικασία έρευνας καθόσον υπήρχαν βάσιμες υπόνοιες τελέσεως εγκλήματος κατά του κύρους του δημοσίου βίου της χώρας, ήτοι του ποινικού αδικήματος της ενεργητικής δωροδοκίας σε διεθνές επίπεδο, κατά την έννοια των σχετικών διατάξεων του ουγγρικού ποινικού κώδικα. Η υπόθεση για την οποία κινήθηκε η έρευνα τέθηκε στο αρχείο στις 20 Ιανουαρίου 2012, με την αιτιολογία ότι οι συγκεκριμένες πράξεις δεν στοιχειοθετούσαν ποινικό αδίκημα. Εντούτοις, η έρευνα δεν είχε κινηθεί εις βάρος του ΑΥ ως υπόπτου, αλλά αφορούσε μόνον την εικαζόμενη αξιόποινη πράξη. Στο πλαίσιο αυτό, ο ΑΥ εξετάστηκε ως μάρτυρας. Σε αυτή τη διαδικασία, ο υψηλόβαθμος αξιωματούχος στην Κροατία δεν εξετάστηκε ούτε ως μάρτυρας.
Την 1η Οκτωβρίου 2013, μετά την προσχώρηση της Δημοκρατίας της Κροατίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και πριν κινηθεί οποιαδήποτε ποινική διαδικασία στην Κροατία βάσει των εφαρμοστέων εθνικών διατάξεων, οι κροατικές αρχές εξέδωσαν ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης εις βάρος του ΑΥ. Ωστόσο, οι ουγγρικές αρχές αρνήθηκαν την εκτέλεση αυτού του εντάλματος συλλήψεως με την αιτιολογία ότι από τις πληροφορίες που είχαν στη διάθεσή τους προέκυψε ότι στην Ουγγαρία είχε ήδη κινηθεί, για τις ίδιες πράξεις με εκείνες στις οποίες βασιζόταν το ένταλμα συλλήψεως, ποινική διαδικασία στην οποία δεν δόθηκε συνέχεια από τις ουγγρικές δικαστικές αρχές.
Στις 15 Δεκεμβρίου 2015, εκδόθηκε εις βάρος του ΑΥ, ως καταζητούμενου, από το Županijski Sud u Zagrebu (πρωτοδικείο του Ζάγκρεμπ, Κροατία), ενώπιον του οποίου εκκρεμεί ποινική διαδικασία εις βάρος του ΑΥ, νέο ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης, αναφορικά με το οποίο οι ουγγρικές αρχές αρνήθηκαν να εκδώσουν κάποια επίσημη απόφαση με την αιτιολογία ότι στην Ουγγαρία ήταν εκ του νόμου αδύνατη τόσο η σύλληψη του κατηγορουμένου ΑΥ όσο και η κίνηση νέας διαδικασίας για την εκτέλεση του εν λόγω εντάλματος σύλληψης.
Υπ’ αυτές τις συνθήκες, το κροατικό δικαστήριο ρωτάει, κατ’ ουσίαν, το Δικαστήριο εάν η απόφαση-πλαίσιο για το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης επιτρέπει σε μια αρχή ενός κράτους μέλους να μην εκτελέσει ένα τέτοιο ένταλμα σύλληψης με την αιτιολογία ότι έχουν ήδη παυθεί ποινικές διώξεις για τις ίδιες πράξεις με αυτές που αποτελούν αντικείμενο του εν λόγω εντάλματος, ακόμα και στην περίπτωση κατά την οποία, στο πλαίσιο αυτών των διώξεων, το καταζητούμενο πρόσωπο είχε την ιδιότητα του μάρτυρα και όχι αυτή του υπόπτου/κατηγορούμενου. Το αιτούν δικαστήριο ζητεί επιπλέον να μάθει εάν μία εθνική δικαστική αρχή είναι υποχρεωμένη να εκδώσει απόφαση επί ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης που της διαβιβάζεται, ακόμη και εάν σε αυτό το κράτος μέλος είχε ήδη εκδοθεί απόφαση επί προγενέστερου εντάλματος σύλληψης σε σχέση με τον ίδιο καταζητούμενο και με την ίδια ποινική διαδικασία.
Προτάσεις του γεν. εισαγγελέα
Με τις δημοσιευθείσες προτάσεις του, ο γεν. εισαγγελέας Maciej Szpunar επισημαίνει, καταρχάς, ότι, στην υπόθεση εν προκειμένω, το κροατικό δικαστήριο που εξέδωσε το εν λόγω ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης ζητεί διευκρινίσεις από το Δικαστήριο όσον αφορά τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των ουγγρικών αρχών οι οποίες συνιστούν την αρχή εκτελέσεως του εντάλματος σύλληψης. Μάλιστα, σύμφωνα με τον γενικό εισαγγελέα, σε υποθέσεις όπως η επίμαχη εν προκειμένω, δεν είναι αναγκαία η απάντηση του Δικαστηρίου όσον αφορά τη διαδικασία που εκκρεμεί ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, προκειμένου αυτό στη συνέχεια να εκδώσει τη δική του απόφαση. Σε αυτό το πλαίσιο, ο γενικός εισαγγελέας υπογραμμίζει ότι οι απαντήσεις του Δικαστηρίου από νομικής απόψεως, ουδεμία συνέπεια θα έχουν στο κατά πόσον η εκδούσα αρχή πρέπει να διατηρήσει το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης σε ισχύ ή όχι, καθώς το αιτούν δικαστήριο θα μπορούσε είτε να διατηρήσει σε ισχύ το ένταλμα συλλήψεως είτε να το ανακαλέσει, ανεξαρτήτως αυτών των απαντήσεων.
Επιπλέον, ο γενικός εισαγγελέας ισχυρίζεται ότι το ζήτημα που αποτελεί τη βάση της υπό κρίση αιτήσεως προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία, σε μια συγκεκριμένη υπόθεση, διατάξεων του ουγγρικού δικαίου υπό το φως της αποφάσεως-πλαισίου, κάτι το οποίο ανήκει στην αρμοδιότητα των ουγγρικών αρχών οι οποίες καλούνται να αποφασίσουν επί του εντάλματος συλλήψεως ως αρχή εκτελέσεως αυτού. Σχετικά με αυτό, ο γενικός εισαγγελέας υποστηρίζει ότι το κροατικό δικαστήριο δεν μπορεί να αναλάβει αυτό το καθήκον, δηλαδή να αποστείλει ερωτήματα αναφορικά με αυτό το ζήτημα στο Δικαστήριο και, ουσιαστικά, να υποκαταστήσει τις ουγγρικές αρχές, στο πλαίσιο της διαδικασίας εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως.
Ο γενικός εισαγγελέας καταλήγει ότι, επειδή τα προδικαστικά ερωτήματα αφορούν την ερμηνεία της αποφάσεως-πλαισίου σε σχέση με ζητήματα τα οποία εμπίπτουν στην αρμοδιότητα των αρχών του κράτους μέλους εκτελέσεως, το Δικαστήριο δεν είναι αρμόδιο να απαντήσει στα προδικαστικά ερωτήματα.
Τέλος, ο γενικός εισαγγελέας διατυπώνει τη γνώμη ότι, οι δικαστικές αρχές των κρατών μελών είναι υποχρεωμένες να εκδώσουν απόφαση επί οποιουδήποτε ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης το οποίο τους διαβιβάζεται, ακόμη και όταν σε αυτά τα κράτη μέλη είχε ήδη εκδοθεί απόφαση επί προγενέστερου ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης σε σχέση με τον ίδιο καταζητούμενο και με την ίδια ποινική διαδικασία.
Υπενθυμίζεται ότι οι προτάσεις του γενικού εισαγγελέα δεν δεσμεύουν το Δικαστήριο. Έργο του γενικού εισαγγελέα είναι να προτείνει στο Δικαστήριο, με πλήρη ανεξαρτησία, νομική λύση για την υπόθεση που του έχει ανατεθεί. Η υπόθεση τελεί υπό διάσκεψη στο Δικαστήριο, ενώ η απόφαση θα εκδοθεί αργότερα.
Το πλήρες κείμενο των προτάσεων δημοσιεύεται στον ιστότοπο CURIA