ΑΠ 229/2017 (ποιν.): Ηθική αυτουργία σε απόπειρα εκβίασης και σε φόνευση ζώου συντροφιάς. Ο κατηγορούμενος με πρόθεση προκάλεσε σε άγνωστο δράστη την απόφαση να εκτελέσει την πράξη της εκβιάσεως, προκειμένου να εξαναγκάσει, χωρίς να έχει απαίτηση, τον πολιτικώς ενάγοντα να του χορηγήσει εξοφλητική απόδειξη, πλην όμως ο πολιτικώς ενάγων δεν υπέκυψε στην απειλή. Επίσης ο κατηγορούμενος με πρόθεση προκάλεσε σε άγνωστο δράστη την απόφαση να φονεύσει τον σκύλο του πολιτικώς ενάγοντος, καθώς την ίδια μέρα ο τελευταίος βρήκε στον κήπο της οικίας του το λυκόσκυλό του νεκρό με αφρούς στο στόμα. Ο θάνατός του ζώου προήλθε από δηλητηρίαση. Ορθή και αιτιολογημένη η καταδικαστική απόφαση. Απορρίπτει την αίτηση αναίρεσης.
«Σύμφωνα με τα άρθρα 8 και 9 του Ν.4411/2016, η πράξη της ηθικής αυτουργίας σε θανάτωση ζώου συντροφιάς [για την οποία, με την προσβαλλόμενη απόφαση κρίθηκε ο ήδη αναιρεσείων ένοχος και του επιβλήθηκε ποινή φυλακίσεως 5 μηνών] τέθηκε στο αρχείο και συνεπώς η κρινόμενη αίτηση, ως προς το αδίκημα αυτό, είναι άνευ αντικειμένου.
Κατά τη διάταξη του άρθρου 46 παρ. 1 περ. α’ του ΠΚ, “με την ποινή του αυτουργού τιμωρείται και όποιος με πρόθεση προκάλεσε σε άλλον την απόφαση να εκτελέσει την άδικη πράξη που διέπραξε”. Από την τελευταία αυτή διάταξη προκύπτει ότι για την ύπαρξη ηθικής αυτουργίας απαιτείται αντικειμενικώς μεν πρόκληση και παραγωγή στον άλλον της αποφάσεως για τη διάπραξη ορισμένου εγκλήματος που μπορεί να γίνει με οποιοδήποτε τρόπο, όπως με προτροπές και παρακλήσεις, που έγιναν με πίεση, πειθώ ή φορτικότητα, υποκειμενικούς δε δόλος που συνίσταται στη γνώση και τη θέληση των στοιχείων της πράξεως.
Για την πληρότητα της αιτιολογίας καταδικαστικής αποφάσεως επί αποδοθέντος στον κατηγορούμενο εγκλήματος της ηθικής αυτουργίας στην τέλεση αξιοποίνου πράξεως, δεν είναι αρκετό να αναφέρεται στην απόφαση μόνον ότι ο ηθικός αυτουργός με πρόθεση προκάλεσε σε άλλον την απόφαση να τελέσει την άδικη πράξη που διέπραξε καθώς επίσης και ο τρόπος και τα μέσα με τα οποία ο ίδιος (ηθικός αυτουργός) πέτυχε τον σκοπό του, αλλά πρέπει ακόμη να περιγράφεται κατά τρόπο σαφή και συγκεκριμένο η αξιόποινη πράξη την οποία με τις προτροπές κ.λ.π. του ηθικού αυτουργού, διέπραξε ο αυτουργός, αφού προϋπόθεση του εγκλήματος της ηθικής αυτουργίας είναι η τέλεση από τον αυτουργό του εγκλήματος στη διάπραξη του οποίου παρακινήθηκε…
Στη προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την αναιρεσιβαλλομένη 4080/2015 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών, με την οποία ο αναιρεσείων καταδικάσθηκε για ηθική αυτουργία σε πλημμεληματική απόπειρα εκβιάσεως κατ’εξακολούθηση, το δικαστήριο αυτό δέχθηκε αναιρετικώς ανελέγκτως ότι, από την εκτίμηση των μνημονευομένων κατ’ είδος αποδεικτικών μέσων, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά:
“Με το από 24-1-2006 ιδιωτικό συμφωνητικό ο κατηγορούμενος μίσθωσε το διαμέρισμα της ανήλικης θυγατέρας του πολιτικώς ενάγοντος, αντί μηνιαίου μισθώματος 815 ευρώ, προκειμένου να το χρησιμοποιήσει ως κατοικία αυτού και της οικογενείας του. Τον Μάρτιο του 2011, επικαλούμενος οικονομική δυσκολία, ζήτησε από τον πολιτικώς ενάγοντα να μην πληρώσει τα μισθώματα από τον Απρίλιο έως το καλοκαίρι και να συμψηφίσουν τα μισθώματα με τα κλιματιστικά και τις τέντες, το οποίο δεν δέχθηκε ο πολιτικώς ενάγων. Ο κατηγορούμενος αποχώρησε από το διαμέρισμα τον Αύγουστο, χωρίς να εξοφλήσει τα οφειλόμενα μισθώματα και χωρίς να παραδώσει τα κλειδιά. Στις 8-8-2011 ο πολιτικώς ενάγων τηλεφώνησε στον κατηγορούμενο και του ζήτησε να του παραδώσει το διαμέρισμα και να του καταβάλει τα μισθώματα, εκείνος όμως αρνήθηκε. Στις 23-12-2011 και περί ώρα 11.23’άγνωστος δράστης τηλεφώνησε στον πολιτικώς ενάγοντα και τον απείλησε λέγοντας: “άκου φίλε μου, δώσε ένα χαρτί (εξοφλητική απόδειξη) στον Γ. (κατηγορούμενο) γιατί θα έχει πρόβλημα”.
Ο κατηγορούμενος με πρόθεση προκάλεσε στον άνω άγνωστο δράστη την απόφαση να εκτελέσει την πράξη της εκβιάσεως, προκειμένου να εξαναγκάσει, χωρίς να έχει απαίτηση, τον πολιτικώς ενάγοντα να του χορηγήσει εξοφλητική απόδειξη, πλην όμως ο πολιτικώς ενάγων δεν υπόκυψε στην απειλή. Την ίδια ως άνω ημέρα και περί ώρα 18.00 ο πολιτικώς ενάγων βρήκε στον κήπο της οικίας του το λυκόσκυλό του νεκρό με αφρούς στο στόμα. Ο θάνατός του προήλθε από δηλητηρίαση, καθόσον στο στομάχι του ανιχνεύθηκε η παρουσία καρβομιδικού εστέρα. Ο κατηγορούμενος με πρόθεση προκάλεσε σε άγνωστο δράστη την απόφαση να φονεύσει τον σκύλο του πολιτικώς ενάγοντος.
Περαιτέρω στις 26-12-2011 και περί ώρα 17.30 ο ίδιος ως άνω άγνωστος δράστης τηλεφώνησε στον πολιτικώς ενάγοντα, καλώντας στο σταθερό τηλέφωνο της οικίας του και τον απείλησε λέγοντας: “το σκυλάκι εντάξει; αν δεν δώσεις το χαρτί (εξοφλητική απόδειξη) στον Γ. (κατηγορούμενο) μέσα σε 2 ημέρες, έρχεται η σειρά σου”. Ο κατηγορούμενος με πρόθεση προκάλεσε στον εν λόγω δράστη την απόφαση να εκτελέσει την πράξη της εκβιάσεως, για να εξαναγκάσει τον πολιτικώς ενάγοντα να του χορηγήσει εξοφλητική απόδειξη, όμως ο τελευταίος δεν υπέκυψε στην απειλή. Στις 28-12-2011 και ώρα 5.35’ο κατηγορούμενος έστειλε στο κινητό τηλέφωνο του πολιτικώς ενάγοντος το εξής μήνυμα: “Δέχεσαι να το κλείσουμε με 800? Μη το τραβάς άλλο πες μου ως το βράδυ”.
Ο κατηγορούμενος με πρόθεση προκάλεσε στον άγνωστο δράστη την απόφαση να τελέσει τις ανωτέρω άδικες πράξεις με πειθώ και παραινέσεις, σκοπεύοντας να τρομοκρατήσει τον πολιτικώς ενάγοντα να μην διεκδικήσει τα οφειλόμενα μισθώματα και να τα ωφεληθεί ο ίδιος (κατηγορούμενος) και ο άγνωστος δράστης. Τα ανωτέρω γεγονότα αποδεικνύονται από τις καταθέσεις των εξετασθέντων μαρτύρων κατηγορίας, οι οποίοι ήσαν αυτόπτες και αυτήκοοι και έχουν προσωπική αντίληψη των γεγονότων, καθώς και από τα αναγνωσθέντα έγγραφα.
Εξάλλου, κατά τον χρόνο φονεύσεως του σκύλου (23-12-2011) ίσχυε ο Νόμος 1197/1981, ο οποίος προέβλεπε στα άρθρα 1 και 8 ότι όποιος φονεύει ζώο τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι 6 μηνών ή με χρηματική ποινή ή και με τις δύο ποινές. Εφόσον η φόνευση ζώου ήταν αξιόποινη κατά τον χρόνο τελέσεώς της (23-12-2011), δεν υπάρχει ακυρότητα του κλητηρίου θεσπίσματος λόγω της παραπομπής του κατηγορουμένου με τον Ν.4039/2012. Κατά συνέπειαν, πρέπει να κηρυχθεί ένοχος της ηθικής αυτουργίας σε απόπειρα εκβιάσεως κατ’εξακολούθηση και της ηθικής αυτουργίας σε φόνευση ζώου συντροφιάς, βάσει του Ν.1197/1981, κατά πλειοψηφία.
Ένα μέλος της σύνθεσης όμως και συγκεκριμένα η εξ αριστερών εφέτης είχε την άποψη ότι ο κατηγορούμενος έπρεπε να κηρυχθεί αθώος των πράξεων που του αποδίδονται με το κατηγορητήριο και τούτο διότι από κανένα από τα ως άνω αναφερόμενα αποδεικτικά μέσα δεν αποδείχθηκαν πραγματικά περιστατικά που να συνδέουν τον κατηγορούμενο με τον φυσικό αυτουργό των ανωτέρω πράξεων, άγνωστο δράστη, καθώς και με ποιον τρόπο και ποια μέσα ο κατηγορούμενος προκάλεσε στον τελευταίο (φυσικό αυτουργό) την απόφαση να τελέσει τις αξιόποινες πράξεις της εκβίασης κατ’εξακολούθηση και της φόνευσης ζώου συντροφιάς”.
Ακολούθως κήρυξε τον κατηγορούμενο ένοχο κατά πλειοψηφία του ότι: “Στο … στους κατωτέρω αναφερόμενους χρόνους, τέλεσε με περισσότερες από μία πράξεις περισσότερα από ένα εγκλήματα που τιμωρούνται κατά το νόμο με πρόσκαιρες στερητικές της ελευθερίας ποινές και ειδικότερα: Α)Με περισσότερες από μια πράξεις που συνιστούν εξακολούθηση του ιδίου εγκλήματος, με πρόθεση προκάλεσε σε άλλον την απόφαση να εκτελέσει την άδικη πράξη που διέπραξε και συγκεκριμένα:
Α1) Την 23 – 12 – 2011, με πρόθεση προκάλεσε σε άγνωστο στην προανάκριση δράστη να εξαναγκάσει, με απειλή, κάποιον σε πράξη από την οποία επέρχεται ζημία στην περιουσία του, με σκοπό να αποκομίσει ο ίδιος παράνομο περιουσιακό όφελος και να επιχειρήσει πράξη που περιέχει αρχή εκτέλεσης του ανωτέρω πλημμελήματος, το οποίο δεν ολοκλήρωσε από εξωτερικά εμπόδια. Συγκεκριμένα στον ως άνω τόπο και χρόνο, άγνωστος δράστης τηλεφώνησε στον ήδη εγκαλούντα Ν. Σ. του Θ. από απόκρυψη και τον απείλησε ότι αν δεν δώσει ένα χαρτί – εξοφλητική απόδειξη στον Γ. (δηλαδή τον κατηγορούμενο) θα έχει πρόβλημα ώστε να τον εξαναγκάσει, χωρίς να έχει σχετική απαίτηση, να χορηγήσει στον κατηγορούμενο εξοφλητική απόδειξη για τα οφειλόμενα μισθώματα αξίας 1.200 ευρώ της κατοικίας που μίσθωνε ο κατηγορούμενος από την κόρη του ανωτέρω εγκαλούντος και η οποία βρίσκεται στο … επί της οδού … σε βλάβη της περιουσίας του εγκαλούντος, αλλά ο εγκαλών δεν υπέκυψε στην παραπάνω απειλή και δεν προχώρησε στην ανωτέρω περιουσιακή διάθεση.
Α2) Την 26-12-2011, με πρόθεση προκάλεσε σε άγνωστο στην προανάκριση δράστη να εξαναγκάσει, με απειλή, κάποιον σε πράξη από την οποία επέρχεται ζημία στην περιουσία του, με σκοπό να αποκομίσει ο ίδιος παράνομο περιουσιακό όφελος και να επιχειρήσει πράξη που περιέχει αρχή εκτέλεσης του ανωτέρω πλημμελήματος, το οποίο δεν ολοκλήρωσε από εξωτερικά εμπόδια. Συγκεκριμένα στον ως άνω τόπο και χρόνο, άγνωστος δράστης τηλεφώνησε στον ήδη εγκαλούντα από απόκρυψη και τον απείλησε ότι αν δεν δώσει ένα χαρτί – εξοφλητική απόδειξη στον Γ… (δηλαδή τον κατηγορούμενο) θα ερχόταν η σειρά του εγκαλούντος μετά την θανάτωση του σκύλου του τελευταίου που έλαβε χώρα στην οικία του την 23-12-2011, ώστε να τον εξαναγκάσει, χωρίς να έχει σχετική απαίτηση, να χορηγήσει στον κατηγορούμενο εξοφλητική απόδειξη για τα οφειλόμενα μισθώματα αξίας 1.200 ευρώ της κατοικίας που μίσθωνε ο κατηγορούμενος, από την κόρη του ανωτέρω εγκαλούντος και η οποία βρίσκεται στο … επί της οδού … σε βλάβη της περιουσίας του εγκαλούντος, αλλά ο εγκαλών δεν υπέκυψε στην παραπάνω απειλή και δεν προχώρησε στην ανωτέρω περιουσιακή διάθεση.”
Με βάση τις παραδοχές αυτές το δίκασαν δευτεροβάθμιο δικαστήριο, διέλαβε στην αναιρεσιβαλομένη απόφασή του, την από τις προαναφερθείσες διατάξεις του Συντάγματος και του ΚΠοινΔ απαιτουμένη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκθέτει σε αυτή με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά που αποδείχθηκαν από την ακροαματική διαδικασία, από τα οποία συνήγαγε την ύπαρξη όλων των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του ανωτέρω εγκλήματος της ηθικής αυτουργίας σε απόπειρα εκβιάσεως κατ εξακολούθηση, για την οποία κήρυξε ένοχο τον ήδη αναιρεσείοντα, τα αποδεικτικά μέσα, επί των οποίων στηρίχθηκε προς μόρφωση της περί αυτού κρίσεως του και τους νομικούς συλλογισμούς, με βάση τους οποίους έγινε η υπαγωγή των εν λόγω πραγματικών περιστατικών στις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις των άρθρων 1, 14, 18, 26 παρ.1 α, 27 παρ.1, 51, 53, 79 και 385 παρ. 1 εδ.γ’ του ΠΚ, τις οποίες ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε και τις οποίες ούτε ευθέως ούτε εκ πλαγίου παραβίασε, δηλαδή με ασαφείς ή ελλιπείς ή αντιφατικές αιτιολογίες και δεν στερείται νομίμου βάσεως.
Ειδικότερα, από το περιεχόμενο της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, α]σαφώς προκύπτει ότι το δικαστήριο έλαβε υπόψη του τα αναγνωσθέντα πρακτικά της πρωτοδίκου δίκης, τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων κατηγορίας και υπερασπίσεως, την ανώμοτη κατάθεση του πολιτικώς ενάγοντος, τα έγγραφα τα οποία ανεγνώσθησαν στο ακροατήριο και την απολογία του κατηγορουμένου ως αποδεικτικά μέσα, τα οποία αναφέρονται κατ’ είδος στο προοίμιο της αιτιολογίας της αποφάσεως, χωρίς να είναι απαραίτητη η αναφορά αξιολογήσεως κάθε αποδεικτικού μέσου χωριστά και η σύγκριση ή συσχέτιση μεταξύ τους όπως αβασίμως αιτιάται ο αναιρεσείων. β) αναφέρεται ο τρόπος και τα μέσα [με πειθώ και παραινέσεις] που ο αναιρεσείων, ως ηθικός αυτουργός, χρησιμοποίησε και με τα οποία προκάλεσε στον προαναφερθέντα άγνωστο-φυσικό αυτουργά την απόφαση να διαπράξει την, δια τηλεφωνικών απειλών, απόπειρα εκβιάσεως του πολιτικώς ενάγοντος, προκειμένου, τρομοκρατώντας αυτόν, να τον αναγκάσει να χορηγήσει στον κατηγορούμενο εξοφλητική απόδειξη οφειλομένων μισθωμάτων, χωρίς να είναι απαραίτητο να παρατίθενται τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία θεμελιώνουν την αντικειμενική υπόσταση της ως άνω πράξεως. Επομένως, ο μοναδικός λόγος αναιρέσεως, από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ’ του ΚΠοινΔ, με τον οποίο ειδικότερα προβάλλεται, ελλιπής, αντιφατική και ασαφής αιτιολογία της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως είναι απορριπτέος ως αβάσιμος.
Κατ’ακολουθία των ανωτέρω, πρέπει να απορριφθεί η κρινόμενη αίτηση…» (areiospagos.gr)