Σε νέα κρίση φαίνεται ότι οδηγείται η ευρωζώνη, με αφορμή τις πολιτικές εξελίξεις στην Ιταλία, οι οποίες άνοιξαν μια “βεντάλια” σεναρίων τα οποία ξεκινούν από μια σύγκρουση της Ρώμης με τις Βρυξέλλες και το Βερολίνο, μέχρι το ενδεχόμενο ενός Italexit.
Ακόμα κι αν οι φόβοι για ακραίες καταστάσεις αποδειχθούν υπερβολές της πρώτης αντίδρασης, το γεγονός είναι ότι τα μεγέθη της ιταλικής οικονομίας είναι τέτοια που η πολιτική αβεβαιότητα έχει ήδη αλλάξει το οικονομικό σκηνικό, ανατρέποντας πολλούς σχεδιασμούς στην Ευρώπη, ανάμεσα σε αυτούς και την επικείμενη έξοδο της Ελλάδας από τα μνημόνια και τη χρηματοδότησή της από τις αγορές, με εκδόσεις νέων ομολόγων.
«Οι αγορές έκλεισαν μετά την Ιταλία» έλεγε χθες κορυφαίος παράγοντας της Τράπεζας της Ελλάδος αναφερόμενος όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και σε άλλες χώρες της περιφέρειας, όπου το κόστος δανεισμού των κυβερνήσεων άρχισε να αυξάνεται τις τελευταίες ημέρες, όπως φάνηκε από την άνοδο των αποδόσεων (επιτοκίων) των κρατικών ομολόγων.
Η απόδοση του ιταλικού ομολόγου 10ετούς διάρκειας σκαρφάλωσε στο 3,18%, του ισπανικού στο 1,607%, του Πορτογαλικού στο 2,172% και του ελληνικού στο 4,77%.
Ενδεικτική της αβεβαιότητας για την ευρωζώνη γενικότερα είναι και η υποχώρηση του ευρώ σε χαμηλό δεκαμήνου στην τιμή των 1,153 δολάρια
Πτώση σημείωσαν και τα χρηματιστήρια σχεδόν σε όλο τον κόσμο. Ο δείκτης 600 ευρωπαϊκών μετοχών Stoxx600 υπεχώρησε κατά 1,37%, ενώ ο αμερικανικός Dow Jones κατά 1,58%.
Εφόσον οι αναταράξεις συνεχιστούν και επικρατήσει ένα νέο σκηνικό ακριβότερου χρήματος, το εγχείρημα της ελληνικής εξόδου στις αγορές χωρίς στήριξη καθίσταται πολύ δυσκολότερο και ακριβότερο.
Το γεγονός έχουν κατανοήσει και στην ελληνική κυβέρνηση, καθώς διάφοροι κυβερνητικοί παράγοντες ομολογούν μιλώντας κατ’ ιδίαν ότι το ιταλικό ζήτημα είναι σοβαρό και περιπλέκει όλα τα θέματα που ενδιαφέρουν αυτή τη στιγμή την Ελλάδα, από τις νέες εκδόσεις ομολόγων μέχρι τις συζητήσεις για το χρέος.
Από την άλλη πλευρά, στην κυβέρνηση ελπίζουν ότι η ιταλική κρίση και ο κίνδυνος επέκτασής της στην ευρωζώνη, θα οδηγήσει τους δανειστές σε αποφάσεις οι οποίες θα έχουν στόχο ένα γρήγορο κλείσιμο του ελληνικού ζητήματος, χωρίς παλινωδίες και διαφωνίες μεταξύ των διαφόρων πλευρών. Με άλλα λόγια στην Αθήνα αλλά και στις Βρυξέλλες διαβλέπουν ότι ενισχύονται τα σενάρια για ένα συμβιβασμό μεταξύ ΔΝΤ και Γερμανίας, προκειμένου να μην αφήσουν ανοιχτό και το ελληνικό ζήτημα, τη στιγμή που υπάρχει το ιταλικό πρόβλημα.
Το ζήτημα, βέβαια, είναι με ποιους όρους θα μπορούσε να γίνει κάτι τέτοιο, αφού το Βερολίνο φαίνεται να οδηγείται σε σκληρότερη στάση απέναντι στον ευρωπαϊκό Νότο γενικότερα. Και τούτο, διότι καθώς στη Γερμανία ακούν τις θέσεις των ιταλικών κομμάτων για χαλάρωση της λιτότητας και άφεση χρέους, ενισχύονται οι σκληροπυρηνικές θέσεις που υποστηρίζουν ότι τελικά η χώρα τους θα κληθεί να πληρώσει το λογαριασμό για όλα τα προβλήματα, είτε των Ελλήνων είτε των Ιταλών. Επομένως, δεν αποκλείεται το -ήδη αυστηρό- Βερολίνο να παραμείνει άκαμπτο απέναντι στην ελάφρυνση του ελληνικού χρέους, προκειμένου να μην δημιουργηθούν προηγούμενα τα οποία θα μπορούν να επικαλεστούν και οι Ιταλοί, ζητώντας αντίστοιχη μεταχείριση και για το δικό τους χρέος -το οποίο ξεπερνά το 130% του ΑΕΠ.
Από την άλλη πλευρά, η αναζοπύρωση της ευρωπαϊκής κρίσης απομακρύνει το ενδεχόμενο αύξησης των επιτοκίων του ευρώ από την ΕΚΤ και βάζει πάλι στο τραπέζι τα ενδεχόμενα στήριξης της ευρωπαϊκής αγοράς ομολόγων από την Κεντρική Τράπεζα ή άλλους μηχανισμούς της ευρωζώνης.
Στο θέμα αυτό αναφέρθηκε χθες και ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας, ο οποίος μιλώντας στη γενική συνέλευση του ΣΕΒ ανέφερε ότι «όλοι κατανοούν ότι οι αποφάσεις στις οποίες θα καταλήξουμε πρέπει να ανταποκρίνονται στις προκλήσεις και τις ανάγκες της περιόδου και να θωρακίζουν την ελληνική οικονομία από αναταράξεις που δεν οφείλονται σε μας αλλά σε εξωγενείς παράγοντες. Και πάνω από όλα να θωρακίζουν την ίδια την Ευρώπη από την ανατροφοδότηση και τον ανακυκλισμό των κρίσεων».
Νωρίτερα, και ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης και υπουργός Οικονομίας Γιάννης Δραγασάκης είχε αναφερθεί στην ανάγκη λήψης «συνολικότερων μέτρων θωράκισης σε ευρωπαϊκό επίπεδο» σε περίπτωση που οι αναταράξεις συνεχιστούν.
Βέβαια, η στήριξη δεν παρέχεται «δωρεάν» γεγονός που δεν παρέλειψε να επισημάνει χθες ο απερχόμενος αντιπρόεδρος της ΕΚΤ Βίκτορ Κοστάνσιο, ο οποίος ρωτήθηκε από το γερμανικό περιοδικό Spiegel εάν η ΕΚΤ θα μπορούσε να παρέμβει στηρίζοντας τα ιταλικά ομόλογα, όπως είχε κάνει το 2012 για τις χώρες που είχαν πληγεί τότε από την κρίση.
Ο κ. Κοστάνσιο, απάντησε ότι το πρόγραμμα Απευθείας Νομισματικών Συναλλαγών (Outright Monetary Transactions – OMP), που επιτρέπει την αγορά κρατικών ομολόγων απευθείας από τον εκδότη (τις κυβερνήσεις) προϋποθέτει την ύπαρξη ενός προγράμματος προσαρμογής, ήτοι ενός μνημονίου.
Έδωσε έτσι ένα σαφές στίγμα, ο κ. Κοστάνσιο ότι η στήριξη δεν είναι δωρεάν και αναφέρθηκε ξεκάθαρα και στην ανάγκη να τηρούνται οι κανόνες της ευρωζώνης, βάζοντας στο τραπέζι το ενδεχόμενο η Ιταλία να αναγκαστεί να υπογράψει ένα μνημόνιο, εάν χρειαστεί προσφυγή στη χρηματοδότηση της ΕΚΤ.