«Το λιμάνι του Πειραιά εξελίσσεται στη σημαντικότερη βάση της κινεζικής Cosco στην νοτιοανατολική Ευρώπη. Ο Πειραιάς δεν είναι ωστόσο το το μόνο εγχείρημα του Πεκίνου, που εδώ και μια δεκαετία, διευρύνει συνεχώς τις επενδύσεις σε ναυτικές υποδομές στην κεντρική Ευρώπη, αλλά και χώρες της νοτιοανατολικής Μεσογείου, όπως η Αίγυπτος, η Τουρκία και η Ιταλία», γράφει ο γερμανός οικονομολόγος Γενς Μπάστιαν στην εφημερίδα Süddeuttsche Zeitung.
«Για τη δημιουργία ενός τέτοιου δικτύου απαιτούνται μεγάλα χρηματικά ποσά που προέρχονται από τις τρεις σημαντικότερες κινεζικές τράπεζες. Τι συνέπειες έχουν όμως οι επενδύσεις των κρατικών κινεζικών τραπεζών σε ευρωπαϊκά λιμάνια; Πρώτον, η Κίνα αποκτά βάσεις σε πολλά λιμάνια από τα οποία διοχετεύει τα προϊόντα της στην Ευρώπη. Δεύτερον, το Πεκίνο δημιουργεί ένα δίκτυο στρατηγικών συμμετοχών σε ευρωπαϊκό έδαφος, που είναι ήδη εμφανές στον ευρωπαϊκό ενεργειακό τομέα.
Είναι ωστόσο υπαρκτός ο κίνδυνος πολιτικής επιρροής της Κίνας σε ευρωπαϊκές χώρες με όχημα τις κινεζικές επενδύσεις; Ο ούγγρος πρωθυπουργός Βίκτορ Όρμπαν δηλώνει ανοιχτά ότι σε περίπτωση που οι χώρες της κεντρικής και ανατολικής Ευρώπης δεν λάβουν από τις Βρυξέλλες χρήματα για έργα υποδομής τότε θα ζητήσουν πιστώσεις από το Πεκίνο. Η Ουγγαρία δεν είναι μεμονωμένη περίπτωση. Και άλλες χώρες, όπως η Ελλάδα και Κροατία, προωθούν έργα υποδομής με κινεζική οικονομική βοήθεια. Την ίδια στιγμή υποψήφια μέλη προς ένταξη στην ΕΕ, όπως η Σερβία και το Μαυροβούνιο, χρηματοδοτούν με κινεζικά χρήματα, είτε μια γέφυρα στο Βελιγράδι, είτε τον αυτοκινητόδρομο που συνδέει το λιμάνι του Μπαρ του Μαυροβουνίου με τα σερβικά σύνορα. Δεν είναι τυχαίο ότι το Πεκίνο χορηγεί χαμηλότοκα δάνεια με μεγάλες περιόδους αποπληρωμής σε χώρες που δυσκολεύονται να αντλήσουν κεφάλαια από τις διεθνείς χρηματαγορές.
Οι οικονομικές εξαρτήσεις επηρεάζουν ήδη τις αποφάσεις της ΕΕ
Ο κινέζος πρόεδρος Σι Ζινπίνγκ διατείνεται βέβαια ότι δεν ενδιαφέρεται να εξαγάγει το κινεζικό ‘πολιτικό μοντέλο‘ σε άλλες χώρες. Σε κάθε ευκαιρία ωστόσο κινεζικά κυβερνητικά στελέχη υπογραμμίζουν ότι στην αναπτυξιακή πολιτική και τα προγράμματα επενδύσεων στην υποδομή υπάρχουν ‘κινεζικές εναλλακτικές προτάσεις‘. Τα πολυάριθμα έργα υποδομής είναι ενδεικτικά για μια εναλλακτική αναπτυξιακή φιλοσοφία, την οποία προσφέρουν με επιτυχία οι Κινέζοι σε Αθήνα, Βουδαπέστη ή Βελιγράδι.
Την ίδια στιγμή είναι εμφανές ότι ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες λαμβάνουν πλέον υπόψη την Κίνα στις πολιτικές τους αποφάσεις. Για παράδειγμα, πέρυσι η Ελλάδα δεν καταδίκασε από κοινού με άλλες χώρες-μέλη της ΕΕ την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Κίνα στο Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ στη Γενεύη. Λίγα χρόνια νωρίτερα, το 2016, Ουγγαρία, Κροατία και Ελλάδα αρνούνταν να αποδεχθούν δεσμευτικά την απόφαση του Μονίμου Διαιτητικού Δικαστηρίου της Χάγης, σύμφωνα με την οποία η Κίνα δεν έχει «ιστορικά δικαιώματα» σε περιοχές και πρώτες ύλες στην νότια σινική θάλασσα.
Η κινεζική τακτική αποτελεί πολιτική πρόκληση για την ΕΕ. Ενδεικτικό ότι ο πρόεδρος της Κομισιόν Ζαν Κλοντ Γιούνκερ στην ομιλία του για την «κατάσταση της Ένωσης» τον περασμένο Σεπτέμβριο έκανε λόγο για «ελέγχους επενδύσεων». Χωρίς να αναφερθεί στην Κίνα ο κ. Γιούνκερ τόνισε ότι επενδύσεις ξένων εταιριών σε στρατηγικούς τομείς, όπως η ενέργεια, ο εναέριος χώρος και οι μεταφορές θα πρέπει να περνούν από αυστηρότερους ελέγχους. Η απόφαση των Ευρωπαίων δρομολογεί ωστόσο διενέξεις με το Πεκίνο, το οποίο αναμένεται να λάβει θέση στην αλλαγή πλεύσης των Βρυξελλών. Από την πλευρά της η ΕΕ δεν μπορεί να παρακολουθεί σαν να μην συμβαίνει τίποτα τις οικονομικές παρεμβάσεις του Πεκίνου στην νοτιοανατολική Ευρώπη, μιας και είδη οι οικονομικές αυτές εξαρτήσεις επηρεάζουν ήδη τις αποφάσεις της ΕΕ.