Άρειος Πάγος, αρ. απόφασης 1439/2017 (πολ.): Ανάκληση δωρεάς εν ζωή από σύζυγο λόγω αχαριστίας. Εξώδικη δήλωση ανάκλησης μετά την έκδοση συναινετικού διαζυγίου. Τα αναφερόμενα στην δήλωση ανάκλησης δωρεάς, με γενικό και αόριστο τρόπο, δεν στοιχειοθετούν λόγο ανάκλησης δωρεάς κατ’ άρθρο 505 του ΑΚ, αναγόμενο σε βαρύ παράπτωμα του δωρεοδόχου-εναγομένου εξαιτίας του οποίου φάνηκε αυτός αχάριστος απέναντι στην δωρήτρια-ενάγουσα. Οι δε ασαφείς και γενικόλογες αναφορές στην προβληματική έγγαμη συμβίωση της ενάγουσας με τον εναγόμενο, δεν μπορούν να θεωρηθούν γεγονότα, όπως ο νόμος απαιτεί για την σαφήνεια της δήλωσης ανάκλησης και την στοιχειοθέτηση βαρέος παραπτώματος, προς διαμόρφωση σαφούς καταστάσεως μεταξύ δωρητού και δωρεοδόχου, τα οποία συνιστούν βαριά αντικοινωνική συμπεριφορά εκ μέρους του εναγομένου κατά παράβαση των κανόνων του δικαίου ή των αντιλήψεων περί ηθικής και ευπρέπειας, η οποία μάλιστα να οφείλεται σε υπαιτιότητα του και να μπορεί να του καταλογιστεί.
«Κατά το άρθρο 505 ΑΚ, ο δωρητής έχει δικαίωμα να ανακαλέσει τη δωρεά, αν ο δωρεοδόχος φάνηκε με βαρύ παράπτωμα αχάριστος απέναντι στο δωρητή στο σύζυγο ή σε στενό συγγενή του και ιδίως αν αθέτησε την υποχρέωση του να διατρέφει το δωρητή. Ως αχαριστία, κατά την έννοια της άνω διατάξεως, δικαιολογούσα την ανάκληση της δωρεάς, νοείται η έλλειψη συναισθήματος ευγνωμοσύνης του δωρεοδόχου προς το δωρητή, που εκδηλώνεται με βαριά υπαίτια και δυνάμενη να καταλογισθεί αντικοινωνική συμπεριφορά ή διαγωγή του δωρεοδόχου προς το δωρητή ή το σύζυγο ή στενό συγγενή του και αντιβαίνει σε κανόνες δικαίου ή σε κρατούσες στην κοινωνία αντιλήψεις περί ηθικής και ευπρέπειας.
Το ζήτημα αν η καταδεικνύουσα την αχαριστία συμπεριφορά ή διαγωγή του δωρεοδόχου συνιστά ή όχι βαρύ παράπτωμα αυτού, κρίνεται από το δικαστή, ο οποίος, για τη μόρφωση της κρίσεως του, εκτιμά τη συμπεριφορά αυτή με βάση αντικειμενικά κριτήρια, λαμβάνοντας υπόψη και το βαθμό της υπαιτιότητας του δωρεοδόχου και τυχόν συντρέχον πταίσμα του δωρητή ή του συζύγου ή στενού συγγενούς του και αποφαίνεται, αν η υπ’ αυτού γενόμενη δεκτή, ως εμπίπτουσα, κατά αντικειμενική κρίση στις νομικές έννοιες του βαρέος παραπτώματος και της αχαριστίας, συμπεριφορά του δωρεοδόχου συνιστά, στην συγκεκριμένη περίπτωση/βαρύ παράπτωμα και αχαριστία.
Η κρίση αυτή του δικαστή της ουσίας ελέγχεται αναιρετικώς, όχι ως προς το αν έλαβαν χώρα τα συνιστώντα το βαρύ παράπτωμα και την αχαριστία πραγματικά περιστατικά, ούτε ως προς την εκτίμηση του αν τα περιστατικά αυτά, ενόψει του χαρακτήρα των συγκεκριμένων διαδίκων, του τρόπου και των συνθηκών} υπό τις οποίες τελέστηκαν, συνιστούν ή όχι, στη συγκεκριμένη περίπτωση, βαρύ παράπτωμα και αχαριστία, αφού και στις δύο περιπτώσεις πρόκειται για εκτίμηση πραγμάτων, αλλιώς προς την περαιτέρω αξιολόγηση, αν τα περιστατικά, όπως το δέχθηκε ο δικαστής της ουσίας ότι αποδείχθηκαν, πληρούν ή όχι το πραγματικό των νομικών εννοιών του βαρέος παραπτώματος και της αχαριστίας και κατά συνέπειαν δικαιολογούν ή αποκλείουν γενικώς την εφαρμογή του άρθρου 505 ΑΚ. (ΑΠ 781/2012, ΑΠ 656/2011).
Περαιτέρω, το δικαίωμα ανάκλησης της δωρεάς για την ως άνω αιτία. σύμφωνα με το άρθρο 509 του ΑΚ. ασκείται με μονομερή δήλωση του δωρητή απευθυντέα προς το δωρεοδόχο, η οποία είναι άτυπη, ακόμη και αν αφορά ακίνητο, πρέπει δε να αναφέρεται σε αυτή και ο λόγος της ανακλήσεως της δωρεάς για τη συγκεκριμένη αιτία, δηλαδή τα πραγματικά γεγονότα, που συνιστούν το βαρύ παράπτωμα του δωρεοδόχου, τα οποία, βεβαίως, δύναται να αμφισβητήσει ο δωρεοδόχος ενώπιον του δικαστηρίου, οπότε και θα αποτελέσουν το αντικείμενο της αποδείξεως, ενώ η μη αναφορά στη δήλωση του λόγου ανάκλησης, καθιστά ανίσχυρη την ανάκληση, αφού στερείται ο δωρεοδόχος του δικαιώματος άμυνας εναντίον της ανάκλησης.
Επιφέρει δε η δήλωση περί ανακλήσεως της δωρεάς τα νόμιμα αποτελέσματα της, από το χρόνο που περιέρχεται στο δωρεοδόχο, υπό την προϋπόθεση της αποδείξεως της αληθείας του επικαλούμενου στη δήλωση από το δωρητή ως άνω λόγου ανακλήσεως (ΑΠ 155/1995 ΑΠ 648/2008, ΑΠ 1832/2011, ΑΠ 1375/2014). Έτσι ,για την ευδοκίμηση της αγωγής περί ανακλήσεως της δωρεάς, πρέπει, αφενός ο λόγος αχαριστίας να υπάρχει κατά το χρόνο της ανάκλησης, αφετέρου να αποδείξει ο ενάγων την αλήθεια του αναφερόμενου στη δήλωση ανάκλησης λόγου και αν αυτός αφορά την επιδειχθείσα από το δωρεοδόχο αχαριστία, να αποδείξει το έναντι του βαρύ παράπτωμα, από το οποίο προήλθε αυτή (ΑΠ 1025/1998, ΑΠ 655/2014).
Τέλος κατά το άρθρο 510 παρ. 1 του ίδιου κώδικα, η ανάκληση αποκλείεται, αν ο δωρητής έδωσε συγγνώμη στο δωρεοδόχο ή αν πέρασε ένα έτος αφότου ο δωρητής, έχοντας δικαίωμα να ανακαλέσει τη δωρεά, πληροφορήθηκε τον λόγο της ανάκλησης. Κατά την έννοια της τελευταίας διάταξης, η τιθέμενη με αυτή ετήσια αποσβεστική προθεσμία προς ανάκληση της δωρεάς, δεν αρχίζει, εφόσον τα πραγματικά περιστατικά που συνιστούν το λόγο της αχαριστίας, είναι εξακολουθητικά και φθάνουν μέχρι την πράξη ανάκλησης της δωρεάς, διότι στην περίπτωση αυτή τα ανώτερο) περιστατικά θεωρούνται και λαμβάνονται υπόψη ως ενιαίο σύνολο, οπότε η προθεσμία προς ανάκληση αρχίζει από την τέλεση του τελευταίου παραπτώματος (ΑΠ 1043/2000, ΑΠ 655/2014, ΑΠ 1375/2014).
Στη συγκεκριμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την παραδεκτή, κατ’ άρθρο 561 παρ. 2 ΚΠολΔ, επισκόπηση της προσβαλλόμενης απόφασης, το Εφετείο έκρινε επί της από 11-6-2012 αγωγής αναγνωρίσεως ανακλήσεως δωρεάς της ήδη αναιρεσείουσας κατά του αναιρεσιβλήτου και δέχτηκε ανελέγκτως, για την εφαρμογή της διατάξεως ουσιαστικού δικαίου του άρθρου 505 ΑΚ, τα εξής:
“Οι διάδικοι τέλεσαν μεταξύ τους νόμιμο γάμο την 22-7-1990. Ωστόσο με την 149/2011 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Χίου, η οποία δημοσιεύθηκε την 16-6-2011, απαγγέλθηκε η λύση του γάμου τους με αυτόν με τη διαδικασία του συναινετικού διαζυγίου. Προηγουμένως, δυνάμει του με αρ. …/14-8-1997 συμβολαίου της Συμβολαιογράφου Χίου, Ι. Γ., που νόμιμα μεταγράφηκε, η ενάγουσα μεταβίβασε στον εναγόμενο, με αιτία την δωρεά εν ζωή, το δικαίωμα επικαρπίας επί μιας οριζόντιας ιδιοκτησίας (διαμερίσματος) με στοιχ. …, του δευτέρου πάνω από την πυλωτή ορόφου οικοδομής, που βρίσκεται στη θέση “…”, της περιφέρειας του Δήμου Ιλίου, επί της οδού … και εντός του υπ αρ. … οικοδομικού τετραγώνου. Η εν λόγω οριζόντια ιδιοκτησία αποτελείται από καθιστικό, χωλ, κουζίνα, λουτρό, διάδρομο και βεράντες, έχει επιφάνεια 40 τ.μ., ιδιόκτητο όγκο 120 κ.μ., ποσοστό συνιδιοκτησίας στο οικόπεδο 140/1000 και συνορεύει βόρεια με ακάλυπτο χώρο οικοπέδου, νότια με την οδό …, ανατολικά με γειτονική ιδιοκτησία και δυτικά εν μέρει με το με αρ. … διαμέρισμα, εν μέρει με πλατύσκαλο και εν μέρει με κλιμακοστάσιο.
Με την από 23-4-2012 εξώδικη δήλωση ανάκλησης δωρεάς με πρόσκληση και δήλωση προς τον εναγόμενο-δωρεοδόχο, η ενάγουσα δήλωσε ότι ανακαλεί ρητά και κατηγορηματικά την ανωτέρω δωρεά και προσκάλεσε αυτόν (εναγόμενο), εντός δέκα ημερών από της λήψεως αυτής, όπως προσέλθει στο γραφείο του πληρεξουσίου δικηγόρου της προς διενέργεια όλων των απαραιτήτων διαδικασιών προς αναμεταβίβαση του ως άνω δικαιώματος της στο ακίνητο της. Η εξώδικη αυτή δήλωση επιδόθηκε στον εναγόμενο-δωρεοδόχο την 26-4-2012, όπως προκύπτει από την με αρ. …/26-4-2012 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Χίου, Π. Τ..
Στην ως άνω εξώδικη δήλωση ανάκλησης δωρεάς αναφέρονται επί λέξει, κατά το ενδιαφέρον την υπόθεση μέρος, τα εξής : “Η διάσταση μας επήλθε από αποκλειστική δική σου υπαιτιότητα και για σοβαρούς όπως γνωρίζεις λόγους ανάρμοστης και αντισυζυγικής συμπεριφοράς που με οδήγησαν να επιλέξω την διάσταση και την εν συνεχεία έκδοση διαζυγίου παρά να συνεχίσω την έγγαμη συμβίωση και να παραμείνω σε ένα γάμο νεκρό και στην ουσία χωρίς αντίκρισμα, όπως επ αυτού κάμνω αναφορά στις εξώδικους που σου έχω κατά καιρούς απευθύνει, ανεξάρτητα αν αυτό για ευνόητους λόγους εκδόθηκε συναινετικά. Και φυσικά δεν μπορώ να μη σημειώσω ότι και μετά το διαζύγιο μας συμπεριφορά σου προς εμένα δεν είναι η πρέπουσα για την οποία έχω διαμαρτυρηθεί με εξώδικο και μήνυση που υπέβαλα εναντίον σου. Κατόπιν των λαβόντων χώραν κατά τα ανωτέρω εξέλιπαν οι λόγοι της νομιμότητας που με οδήγησαν στην εν λόγω δωρεά και μου παρέχεται εκ του νόμου το δικαίωμα να την ανακαλέσω…….”.
Τα ως άνω αναφερόμενα στην δήλωση ανάκλησης δωρεάς, με γενικό και αόριστο τρόπο, δεν στοιχειοθετούν λόγο ανάκλησης δωρεάς κατ’ άρθρο 505 του ΑΚ, αναγόμενο σε βαρύ παράπτωμα του δωρεοδόχου-εναγομένου εξαιτίας του οποίου φάνηκε αυτός αχάριστος απέναντι στην δωρήτρια-ενάγουσα. Οι δε ασαφείς και γενικόλογες αναφορές στην προβληματική έγγαμη συμβίωση της ενάγουσας με τον εναγόμενο, δεν μπορούν να θεωρηθούν γεγονότα, όπως ο νόμος απαιτεί για την σαφήνεια της δήλωσης ανάκλησης και την στοιχειοθέτηση βαρέος παραπτώματος, προς διαμόρφωση σαφούς καταστάσεως μεταξύ δωρητού και δωρεοδόχου, τα οποία συνιστούν βαριά αντικοινωνική συμπεριφορά εκ μέρους του εναγομένου κατά παράβαση των κανόνων του δικαίου ή των αντιλήψεων περί ηθικής και ευπρέπειας, η οποία μάλιστα να οφείλεται σε υπαιτιότητα του και να μπορεί να του καταλογιστεί.
Ενόψει των ανωτέρω και επειδή, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στη μείζονα σκέψη, ο λόγος ανάκλησης πρέπει να αναφέρεται στην δήλωση ανάκλησης, η ένδικη αγωγή, με την οποία ζητείται η αναγνώριση της ανάκλησης δωρεάς που έγινε με την προαναφερόμενη εξώδικη δήλωση, και η αναζήτηση του δωρηθέντος, πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμη, δεδομένου μάλιστα ότι δεν δύναται να υπολογισθεί ο χρόνος της ετήσιας αποσβεστικής προθεσμίας κατ’ άρθρο 510 του ΑΚ, σύμφωνα με το οποίο όπως ήδη σημειώθηκε, η ανάκληση αποκλείεται αν πέρασε ένα έτος αφότου ο δωρητής, έχοντας δικαίωμα να ανακαλέσει, πληροφορήθηκε τον λόγο της ανάκλησης. Τα αναφερόμενα δε στην αγωγή ότι, επειδή διαρκούντος του γάμου αναστέλλεται η παραγραφή των αξιώσεων μεταξύ των συζύγων (256 ΑΚ) επομένως και του δικαιώματος ανακλήσεως της δωρεάς, της ετήσιας παραγραφής αρχομένης από της εκδόσεως του διαζυγίου, δεν ασκούν εδώ επιρροή”.
Κρίνοντας έτσι το Εφετείο, δεν παραβίασε, με εσφαλμένη ερμηνεία ή εφαρμογή τις ουσιαστικού δικαίου διατάξεις των άρθρων 505, 509 και 510 του ΑΚ, τις οποίες ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε, αφού σύμφωνα με τις ουσιαστικές παραδοχές της αναιρεσιβαλλομένης, στην από 23-4-2012 εξώδικη δήλωση της αναιρεσείουσας, περί ανάκλησης της δωρεάς της προς τον αναιρεσίβλητο, εξαιτίας της αχαριστίας του τελευταίου, δεν αναφέρονται συγκεκριμένα τα θεμελιωτικά του λόγου ανάκλησης, για την αιτία αυτή της δωρεάς πραγματικά γεγονότα, που συνιστούν τα βαριά παραπτώματα αυτού έναντι της ίδιας, ως δωρήτριας, κατά τα εκτιθέμενα στη μείζονα σκέψη της παρούσας.
Επομένως οι πρώτος και δεύτερος λόγοι αναίρεσης, από το άρθρο 559 αρ. 1 του ΚΠολΔ, με τους οποίους υποστηρίζονται τα αντίθετα, είναι απορριπτέοι ως αβάσιμοι. Ωσαύτως, ο δεύτερος λόγος της αίτησης κατά το οικείο μέρος του, με το οποίο η αναιρεσείουσα μέμφεται την αναιρεσιβαλλομένη για την πλημμέλεια από τον αρ. 1 του άρθρου 559 ΑΚ, σχετικά με την πλεοναστική αναφορά της περί αδυναμίας υπολογισμού της ετήσιας αποσβεστικής προθεσμίας του άρθρου 510 ΑΚ, αλυσιτελώς προβάλλεται, στηριζόμενος σε εσφαλμένη προϋπόθεση. Τούτο, διότι το Εφετείο δεν απέρριψε την αγωγή της εξαιτίας παρέλευσης της ως άνω αποσβεστικής προθεσμίας, αλλά με την παραδοχή ότι τα επικαλούμενα στην επίμαχη δήλωση ανάκλησης δεν στοιχειοθετούν λόγο ανάκλησης δωρεάς.
Περαιτέρω, υπό τις ανωτέρω παραδοχές του Εφετείου, απορριπτέος, προεχόντως, ως αλυσιτελής, είναι και ο τρίτος, από το άρθρο 559 αρ. 11 του ΚΠολΔ, λόγος της αίτησης, με τον οποίο η αναιρεσείουσα αποδίδει στο Εφετείο την πλημμέλεια ότι δεν έλαβε υπόψη του τα μνημονευόμενα σε αυτόν έγγραφα, από τα οποία αποδεικνύονται τα θεμελιωτικά του λόγου ανάκλησης της δωρεάς προς τον αναιρεσίβλητο κλονιστικά του γάμου τους γεγονότα, που συνιστούν το βαρύ παράπτωμα του τελευταίου, τα οποία όμως δεν ανέφερε στην από 23-4-2012 εξώδικη δήλωση ανάκλησης της επίμαχης δωρεάς της.
Σε κάθε περίπτωση, όμως, από την περιλαμβανόμενη στην προσβαλλόμενη απόφαση βεβαίωση του Εφετείου ότι έλαβε υπόψη “και όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα που επικαλούνται και νόμιμα προσκομίζουν οι διάδικοι”, σε συνδυασμό με το όλο περιεχόμενο της αποφάσεως, δεν καταλείπεται αμφιβολία, ότι το Εφετείο, προκειμένου να καταλήξει στην ως άνω κρίση του, έλαβε υπόψη και συνεκτίμησε μαζί με τις λοιπές αποδείξεις και τα μνημονευόμενα στο αναιρετήριο έγγραφα. Επομένως ο προαναφερόμενος λόγος αναίρεσης, με τον οποίο υποστηρίζονται τα αντίθετα είναι απορριπτέος και ως αβάσιμος». (areiospagos.gr)