Στη διαπίστωση ότι “η Τουρκία απομακρύνεται από την ΕΕ και συνεπώς οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις της χώρας έχουν ουσιαστικά σταματήσει”, κατέληξε το Συμβούλιο Γενικών Υποθέσεων της ΕΕ, επισημαίνοντας παράλληλα ότι η Τουρκία είναι ένας σημαντικός εταίρος της ΕΕ.
Συγκεκριμένα, στα συμπεράσματά του το Συμβούλιο Γενικών Υποθέσεων της ΕΕ σημειώνει ότι οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις της Τουρκίας έχουν ουσιαστικά σταματήσει και δεν μπορεί να προχωρήσει στο άνοιγμα ή το κλείσιμο άλλων κεφαλαίων, ούτε προβλέπεται περαιτέρω εργασία για τον εκσυγχρονισμό της τελωνειακής ένωσης ΕΕ-Τουρκίας.
Παράλληλα, το Συμβούλιο επαναβεβαιώνει τη σημασία των σχέσεων ΕΕ-Τουρκίας. Τονίζει ότι η Τουρκία είναι ένας σημαντικός εταίρος και ότι η ΕΕ παραμένει δεσμευμένη στη διατήρηση ενός ανοιχτού και ειλικρινούς διαλόγου για να αντιμετωπιστούν κοινές προκλήσεις σε τομείς όπως το μεταναστευτικό, η καταπολέμηση της τρομοκρατίας, η ενέργεια, οι μεταφορές, η οικονομία και το εμπόριο.
Το Συμβούλιο χαιρετίζει τις σημαντικές προσπάθειες της Τουρκίας στην υποδοχή 3,5 εκατομμυρίων προσφύγων. Επισημαίνεται ότι η συνεχής εφαρμογή της συμφωνίας ΕΕ-Τουρκίας για το προσφυγικό που μειώνει τις παράνομες διελεύσεις και σώζει ζωές στο Αιγαίο είναι προς το συμφέρον και των δύο πλευρών και παραμένει καίριας σημασίας, ενώ προτεραιότητα παραμένει η ενίσχυση της διαχείρισης των κοινών συνόρων με την ΕΕ.
Το Συμβούλιο υπενθυμίζει ότι στις 18 Ιουλίου 2016 είχε καταδικάσει το πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου, ωστόσο εκφράζει ανησυχία για τα “δυσανάλογης κλίμακας μέτρα” που ελήφθησαν μετά. Το Συμβούλιο υπενθυμίζει τα διεθνή πρότυπα και τις υποχρεώσεις στις οποίες η Τουρκία έχει δεσμευθεί και την καλεί να αντιστρέψει αυτή την αρνητική τάση.
Το Συμβούλιο “ανησυχεί ιδιαίτερα για την απομάκρυνση της Τουρκίας από το κράτος δικαίου και τα θεμελιώδη δικαιώματα, συμπεριλαμβανομένης της ελευθερίας της έκφρασης”, ανησυχεί για την επιδείνωση της ανεξαρτησίας και της λειτουργίας της δικαστικής εξουσίας , καθώς και για τους συνεχιζόμενους περιορισμούς, κρατήσεις και φυλακίσεις πολιτών, δημοσιογράφων, ακαδημαϊκών, μελών πολιτικών κομμάτων, βουλευτών , χρηστών κοινωνικών μέσων και πολλών άλλων που ασκούν τα θεμελιώδη δικαιώματά τους και τις ελευθερίες τους.
Το Συμβούλιο επαναλαμβάνει τις σοβαρές ανησυχίες του για αυτές τις αρνητικές εξελίξεις, καθώς και για τη συνεχιζόμενη κράτηση πολιτών της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένων δύο Ελλήνων στρατιωτών.
Το Συμβούλιο καλεί την Τουρκία να καλύψει τις σοβαρές ελλείψεις και τα εκκρεμή ζητήματα που εντοπίστηκαν στην έκθεση της Επιτροπής, να εντείνει τη συνεργασία της με το Συμβούλιο της Ευρώπης και να εφαρμόσει όλες τις αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
Το Συμβούλιο σημειώνει ειδικά ότι οι τελευταίες τροποποιήσεις του τουρκικού Συντάγματος επικρίθηκαν από την Επιτροπή της Βενετίας ως έλλειψη επαρκών ελέγχων και ισορροπιών που θέτουν σε κίνδυνο τον διαχωρισμό των εξουσιών.
Το Συμβούλιο καλεί την Τουρκία να δεσμευτεί κατηγορηματικά σε σχέσεις καλής γειτονίας, διεθνείς συμφωνίες και στην ειρηνική διευθέτηση των διαφορών, προσφεύγοντας, ενδεχομένως, στο Διεθνές Δικαστήριο Δικαιοσύνης. Υπενθυμίζονται, μάλιστα, τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 22ας Μαρτίου 2018, που καταδικάζει έντονα τις συνεχιζόμενες παράνομες ενέργειες της Τουρκίας στην Ανατολική Μεσόγειο και το Αιγαίο.
Το Συμβούλιο επαναλαμβάνει ότι η αναγνώριση όλων των κρατών μελών είναι απαραίτητη. “Η Τουρκία πρέπει να αποφύγει απειλές και ενέργειες που βλάπτουν τις σχέσεις καλής γειτονίας, πρέπει να εξομαλύνει τις σχέσεις της με την Κυπριακή Δημοκρατία και να σέβεται την κυριαρχία όλων των κρατών μελών της ΕΕ στα χωρικά τους ύδατα και στον εναέριο χώρο, καθώς και όλα τα κυριαρχικά τους δικαιώματα, μεταξύ άλλων, και να εκμεταλλεύονται τους φυσικούς πόρους, σύμφωνα με το δίκαιο της ΕΕ και το διεθνές δίκαιο, συμπεριλαμβανομένης της UNCLOS. Έχει ζωτική σημασία η Τουρκία να δεσμεύεται και να συμβάλλει σε μια συνολική διευθέτηση του κυπριακού προβλήματος, συμπεριλαμβανομένων των εξωτερικών του πτυχών, εντός των πλαισίων των Ηνωμένων Εθνών σύμφωνα με τα σχετικά ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών και σύμφωνα με τις αρχές στις οποίες βασίζεται η ΕΕ και το κοινοτικό κεκτημένο και να αποφεύγει τις δραστηριότητες που συμβάλλουν στην πόλωση στα κράτη μέλη της ΕΕ.