Τον κίνδυνο να κληθούν να πληρώσουν αυξημένο φόρο αντιμετωπίζουν χιλιάδες μισθωτοί, συνταξιούχοι και αγρότες. Ο λόγος; Στην ηλεκτρονική πληροφόρηση που διαθέτει το υπουργείο Οικονομικών εμφανίζονται να μην έχουν δαπανήσει ούτε ευρώ με πλαστικό χρήμα, αν και όφειλαν, αλλά στη φορολογική τους δήλωση ανέγραψαν σχετικές δαπάνες προκειμένου να μην χάσουν το αφορολόγητο όριο. Πρόκειται κατά κύριο λόγο για φορολογούμενους που είχαν περιορισμένα εισοδήματα ή αγρότες οι οποίοι έπρεπε, προκειμένου να λάβουν το αφορολόγητο όριο, να έχουν δαπανήσει ένα μέρος του εισοδήματός τους με πιστωτική ή χρεωστική κάρτα.
Στο υπουργείο Οικονομικών δεν έχουν ακόμη αποφασίσει αν θα κρατήσουν σκληρή στάση και θα εφαρμόσουν το γράμμα του νόμου για όσους δεν έπιασαν το απαιτούμενο ελάχιστο όριο της δαπάνης με κάρτες και θα ξεκινήσουν ελέγχους ή θα δώσουν σιωπηρώς “ασυλία” σε όσους, αν και ήταν υποχρεωμένοι, δεν πλήρωναν με πλαστικό χρήμα.
Η φορολογική νομοθεσία προβλέπει ότι από τα εισοδήματα του 2017 οι μισθωτοί, οι συνταξιούχοι και οι αγρότες θα πρέπει, προκειμένου να καρπωθούν το αφορολόγητο όριο, να έχουν δαπανήσει ένα ελάχιστο όριο του εισοδήματός τους με ηλεκτρονικά τραπεζικά μέσα, όπως είναι οι κάρτες και οι πιστώσεις τραπεζικών λογαριασμών. Συγκεκριμένα, για όσους έχουν εισόδημα έως 10.000 ευρώ το ελάχιστο απαιτούμενο όριο δαπάνης με κάρτα είναι 10%, για το τμήμα του εισοδήματος από 10.000 έως 30.000 ευρώ το ελάχιστο απαιτούμενο όριο δαπάνης με κάρτα είναι 15% και για το τμήμα του εισοδήματος από 30.000 και άνω το ποσοστό είναι 20%. Για παράδειγμα, ένας μισθωτός με ετήσιο εισόδημα 10.000 ευρώ θα πρέπει, προκειμένου να λάβει το σύνολο της έκπτωσης φόρου που οδηγεί στο αφορολόγητο όριο, να έχει δαπανήσει με πλαστικό χρήμα τουλάχιστον το ποσό των 1.000 ευρώ. Αν δεν το έχει πραγματοποιήσει αυτό τότε για το ποσό της δαπάνης με κάρτα που του λείπει του επιβάλλεται πρόσθετος φόρος 22%. Στην προκειμένη περίπτωση αν δεν έχει δαπάνες με κάρτα, τότε για τα 1.000 ευρώ που τού λείπουν θα του επιβληθεί πρόσθετος φόρος 220 ευρώ.
Το ΥΠΟΙΚ έλαβε από τις τράπεζες τα στοιχεία για τις δαπάνες με κάρτες όλων των φορολογούμενων και ανάρτησε τις σχετικές πληροφορίες στη φορολογική δήλωση. Η ευθύνη όμως για την συμπλήρωση του ποσού της δαπάνης με κάρτα πέρασε στους ίδιους τους φορολογούμενους αφού ο σχετικός κωδικός (049-050) δεν προσυμπληρώθηκε από τη φορολογική διοίκηση αλλά έμεινε ανοικτός. Ωστόσο, από την πορεία υποβολής των φορολογικών δηλώσεων προέκυψε ότι πολλοί μισθωτοί και αγρότες που δεν είχαν δαπάνες με κάρτα, δήλωσαν ποσά ηλεκτρονικών πληρωμών για να μην πληρώσουν τον πρόσθετο φόρο. Η νομοθεσία προβλέπει ότι, εφόσον δεν προκύπτει η δαπάνη με κάρτα από την ηλεκτρονική πληροφόρηση που έχει λάβει αυτόματα το ΥΠΟΙΚ από τις τράπεζες, τότε θα πρέπει να το αποδείξει με παραστατικά (π.χ. αποδεικτικό κίνησης κάρτας) ο ίδιος ο φορολογούμενος εφόσον του ζητηθεί κατά τη διενέργεια φορολογικού ελέγχου.