Κατατέθηκε στη Βουλή το σχέδιο νόμου «Πρόληψη και καταστολή της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας (Ενσωμάτωση της Οδηγίας 2015/849/ΕΕ) και άλλες διατάξεις.»
Με το υπόψη σχέδιο νόμου:
ΜΕΡΟΣ Α’
Με τις διατάξεις του πρώτου μέρους ενσωματώνεται στην ελληνική νομοθεσία η Οδηγία (EE) 2015/849 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (Ε.Κ.) και του Συμβουλίου της 20ης Μαΐου 2015, σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή για τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, την τροποποίηση του Κανονισμού (EE) 648/2012 και την κατάργηση της Οδηγίας 2005/60/ΕΚ του Ε.Κ. και του Συμβουλίου, καθώς και της Οδηγίας 2006/70/ΕΚ της Επιτροπής, οι οποίες ενσωματώθηκαν με τον ν.3691/2008 και με τις οποίες ρυθμιζόταν το ίδιο αντικείμενο.
Ειδικότερα:
– Επαναδιατυπώνονται τα βασικά αδικήματα της ισχύουσας νομοθεσίας σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και προστίθενται σε αυτά τα αδικήματα της εμπορίας επιρροής-μεσάζοντες και της δωροληψίας και δωροδοκίας στον ιδιωτικό τομέα.
– Επανακαθορίζονται οι αρμοδιότητες του Κεντρικού Συντονιστικού Φορέα (Υπουργείο Οικονομικών), σχετικά με την εφαρμογή διατάξεων του υπό ψήφιση νόμου και ο τρόπος συγκρότησης της Επιτροπής Στρατηγικής για την αντιμετώπιση της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας.
– Επαναπροσδιορίζονται οι περιπτώσεις, στις οποίες δύναται να εφαρμόζουν τα υπόχρεα πρόσωπα, τα μέτρα δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη καθώς και οι περιπτώσεις στις οποίες τα υπόχρεα πρόσωπα εφαρμόζουν απλουστευμένη ή αυξημένη επιμέλεια ως προς τον πελάτη.
– Προστίθενται στα τρίτα μέρη, που δύνανται να εφαρμόζουν μέτρα δέουσας επιμέλειας, οι εταιρείες χρηματοδοτικής μίσθωσης, οι εταιρείες πρακτορείας επιχειρηματικών απαιτήσεων τρίτων, οι εταιρείες επενδύσεων χαρτοφυλακίου, οι εταιρείες επενδυτικής διαμεσολάβησης και τα ιδρύματα ηλεκτρονικού χρήματος.
Προβλέπεται η δημιουργία:
i) Ειδικού Μητρώου Πραγματικών Δικαιούχων από τις εταιρικές και άλλες οντότητες που έχουν έδρα στην Ελλάδα. Η μη τήρηση του εν λόγω μητρώου, επιφέρει διοικητικές κυρώσεις όπως η αναστολή έκδοσης φορολογικής ενημερότητας των υπόχρεων νομικών προσώπων και οντοτήτων και η επιβολή σε αυτούς, με απόφαση της αρμόδιας Αρχής, προστίμου ύψους δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ με πρόβλεψη προθεσμίας για τη συμμόρφωσή τους. Σε περίπτωση μη συμμόρφωσης ή υποτροπής, το πρόστιμο διπλασιάζεται. Το πρόστιμο αυτό αποτελεί έσοδο του κρατικού προϋπολογισμού.
ii) Μητρώου Πραγματικών Δικαιούχων, στη Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων (ΓΓΠΣ), το οποίο συνδέεται ηλεκτρονικά με το ΑΦΜ κάθε νομικού προσώπου ή νομικής οντότητας. Το Μητρώο αυτό μπορεί να συνδέεται τόσο με το Γενικό Εμπορικό Μητρώο (ΓΕΜΗ) του Υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης, στο οποίο είναι καταχωρισμένο το νομικό πρόσωπο ή η νομική οντότητα, όσο και με τα Αποθετήρια Τίτλων.
iii) Ειδικού Μητρώου Πραγματικών Δικαιούχων Καταπιστευμάτων από τους καταπιστευματοδόχους.
– Προβλέπεται η υποχρέωση αποχής των σχετικών προσώπων από τη διενέργεια συναλλαγών για τις οποίες γνωρίζουν ή υποπτεύονται ότι σχετίζονται με προϊόντα εγκληματικών δραστηριοτήτων ή συνδέονται με τη χρηματοδότησης της τρομοκρατίας.
– Απαλλάσσονται από την επιβολή χρηματικού προστίμου (ισχύει η ποινή της τρίμηνης, κατ’ ελάχιστο όριο, φυλάκισης) τα υπόχρεα φυσικά και νομικά πρόσωπα, τα οποία παραβαίνουν τις διατάξεις απαγόρευσης γνωστοποίησης σε εμπλεκόμενους πελάτες ή τρίτους σχετικών στοιχείων και πληροφοριών.
– Προβλέπεται η υποχρέωση τήρησης μητρώου για τις πληρωμές απόδοσης κερδών ανά παίκτη για τα υπόχρεα πρόσωπα που παρέχουν υπηρεσίες τυχερών παιγνίων.
– Απαγορεύεται η επεξεργασία προσωπικών δεδομένων από τα υπόχρεα πρόσωπα για σκοπούς που δεν συνάδουν με αυτούς του υπό ψήφιση σχεδίου νόμου.
– Επανακαθορίζεται το πλαίσιο συνεργασίας αναφορικά με την ανταλλαγή πληροφοριών εμπιστευτικής φύσης μεταξύ της Αρχής και των άλλων αρμόδιων αρχών (ΑΑΔΕ, ΣΔΟΕ, κ.λπ.).
– Συγκροτείται και λειτουργεί, από τα υπόχρεα πρόσωπα, ανεξάρτητη υπηρεσία ελέγχου για την εξακρίβωση της εφαρμογής των εσωτερικών πολιτικών, ελέγχων και διαδικασιών που εφαρμόζονται από αυτά. Επίσης, προβλέπεται η θέσπιση εσωτερικής διαδικασίας για τις καταγγελίες από τους εργαζόμενους μέσω ανώνυμου και ανεξάρτητου διαύλου, παραβάσεων διατάξεων του υπό ψήφιση νόμου από τα υπόχρεα πρόσωπα.
– Αναπροσαρμόζονται, οι διοικητικές κυρώσεις που δύναται να επιβληθούν, με τη μορφή προστίμων, στα υπόχρεα φυσικά ή νομικά πρόσωπα κατά παράβαση διατάξεων του υπό ψήφιση νόμου. Συγκεκριμένα:
i) Καταργείται το κατώτατο ύψος των επιβαλλόμενων προστίμων που δύναται να επιβληθεί στα νομικά πρόσωπα ή οντότητες ενώ το ανώτατο ύψος αυτών, ανάλογα με το είδος της παράβασης, δύναται να ανέλθει έως 1.000.000 ευρώ για τα υπόχρεα νομικά ή φυσικά πρόσωπα ή οντότητες (για τα φυσικά πρόσωπα μπορεί να είναι ίσο και με το διπλάσιο του τυχόν οφέλους που απεκόμισε ο παραβάτης από την παράβαση) και έως μέχρι 5.000.000 ευρώ αν το υπόχρεο πρόσωπο είναι πιστωτικό ίδρυμα ή χρηματοπιστωτικός οργανισμός (σήμερα τα πρόστιμα αυτά κυμαίνονται από 10.000 έως 1.000.000 ευρώ για τα υπόχρεα νομικά πρόσωπα και σε περίπτωση υποτροπής από 50.000 έως 2.000.000 ευρώ, ενώ δεν υπάρχει ξεχωριστή αναφορά για τα πρόστιμα σε πιστωτικά ιδρύματα ή χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς και από 5.000 έως 50.000 ευρώ και σε περίπτωση υποτροπής από 10.000 έως 100.000 ευρώ για τα υπόχρεα φυσικά πρόσωπα).
ii) Ορίζεται σε έως 1.000.000 ευρώ το χρηματικό πρόστιμο που δύναται να επιβληθεί σε βάρος μελών διοικητικού συμβουλίου, του διευθύνοντος συμβούλου και λοιπών υπαλλήλων του νομικού προσώπου ή της οντότητας (σήμερα το επιβαλλόμενο πρόστιμο κυμαίνεται από 5.000 έως 50.000 ευρώ και σε περίπτωση υποτροπής από 10.000 έως 100.000 ευρώ). (άρθρα 1 – 46)
ΜΕΡΟΣ Β’
Με τις διατάξεις του δεύτερου μέρους ρυθμίζονται θέματα της «Αρχής Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες και της Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας και Ελέγχου των Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης». Ειδικότερα ορίζονται, μεταξύ άλλων, τα εξής:
1.α. Η εν λόγω Αρχή μετονομάζεται σε «Αρχή Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες» και συγκροτείται πλέον από τον Πρόεδρο και δεκαεπτά (17) μέλη με τους αναπληρωτές τους (από 14 μέλη που ισχύει σήμερα).
β. Τα τρία επιπλέον μέλη αυξάνουν αντιστοίχως από οκτώ (8) σε έντεκα (11) τα μέλη της Α’ Μονάδας Διερεύνησης Χρηματοοικονομικών Πληροφοριών της Αρχής. Προβλέπεται ότι, τα θέματα που αφορούν τις αποδοχές των δύο (2) κατά ανώτατο όριο θέσεων επιστημονικού προσωπικού της Α’ Μονάδας που γίνεται να πληρούνται με πρόσωπα εκτός δημοσίου τομέα ρυθμίζονται, με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, κατά παρέκκλιση από κάθε άλλη διάταξη.
γ. Παρέχεται στην Γ’ Μονάδα Ελέγχου των Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης της Αρχής, η δυνατότητα να αναθέτει, σε εξαιρετικά σύνθετες περιπτώσεις ελέγχου δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης, τη διενέργεια λογιστικής ή οικονομικής πραγματογνωμοσύνης ή άλλων ελεγκτικών πράξεων σε ορκωτούς ελεγκτές εγγεγραμμένους στο μητρώο που τηρείται στην
Επιτροπή Λογιστικής Τυποποίησης και Ελέγχων, καθώς και σε ειδικούς επιστήμονες, κατά παρέκκλιση κάθε γενικής ή ειδικής διάταξης. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών ρυθμίζονται η διαδικασία, ο προϋπολογισμός και κάθε άλλο θέμα σχετικό.
Προβλέπεται επίσης η συμμετοχή της Γ’ Μονάδας Ελέγχου των Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης σε ευρωπαϊκούς και διεθνείς οργανισμούς, καθώς και σε φορείς ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ αντίστοιχων με αυτήν αρχών, καθώς και σε ομάδες εργασίας των εν λόγω φορέων για θέματα αρμοδιότητας της.
δ. Επαναπροσδιορίζονται οι εξουσίες των Μονάδων της Αρχής. Για την ανταλλαγή πληροφοριών με άλλους φορείς της ημεδαπής ή αλλοδαπής οι Μονάδες χρησιμοποιούν διαύλους επικοινωνίας που διασφαλίζουν πλήρως την προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, καθώς και, όπου είναι εφικτό, τεχνολογίες αιχμής που επιτρέπουν την ανώνυμη σύγκριση δεδομένων. Για την εκπλήρωση του σκοπού τους, οι Μονάδες μπορεί να συνάπτουν Μνημόνια Συνεργασίας με αρχές και φορείς του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα ημεδαπής ή αλλοδαπής. (άρθρα 47 – 50)
2.α. Επανακαθορίζονται θέματα σχετικά με το προσωπικό της Αρχής και προβλέπεται ότι για τη διοικητική και γραμματειακή υποστήριξη του έργου της Αρχής, συνιστάται αυτοτελές γραφείο διοικητικής υποστήριξης έως δέκα (10) θέσεων που υπάγεται απευθείας στον Πρόεδρο και στελεχώνεται με αποσπάσεις σύμφωνα με τα οριζόμενα και για το υφιστάμενο σήμερα προσωπικό της Αρχής.
Επίσης ορίζεται ότι, με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται, κατά παρέκκλιση κάθε άλλης διάταξης, η αποζημίωση του Προέδρου και των μελών της Αρχής, καθώς και οι πρόσθετες αμοιβές του προσωπικού που υπηρετεί στην Αρχή με απόσπαση, το οποίο λαμβάνει και το σύνολο των αποδοχών και επιδομάτων της οργανικής τους θέσης.
β. Εξειδικεύονται οι αρμόδιες υπηρεσίες της ΑΑΔΕ, τίθενται μεταβατικές και καταργούμενες διατάξεις και ορίζεται ο χρόνος έναρξης ισχύος του υπό ψήφιση νόμου. (άρθρα 51 – 55).