Δραματικές περικοπές στις συντάξεις και νέα αύξηση στις εισφορές των ελεύθερων επαγγελματιών, αλλά και πλεόνασμα του κοινωνικού προϋπολογισμού, αύξηση των επιδομάτων για στέγαση και οικογένεια προβλέπει το Μεσοπρόθεσμο.
Αναλυτικά και καθώς πλέον η εφαρμογή της μεταρρύθμισης του νόμου Κατρούγκαλου έχει προεξοφληθεί, η περικοπή των ήδη καταβαλλόμενων συντάξεων μέσω του επανυπολογισμού και της κατάργησης της προσωπικής διαφοράς έως και κατά 18% του συνόλου της παροχής είναι αυτή που «εξοικονομεί» την πλειοψηφία από τα 2,9 δισ. ευρώ.
Το μεσοπρόθεσμο είναι αποκαλυπτικό. Οι περικοπές σε κύριες και επικουρικές συντάξεις θα επιφέρουν δημοσιονομικό όφελος 2,9 δισ. ευρώ, και αντίστοιχες βέβαια απώλειες για τους συνταξιούχους. Από τις εισφορές των μη μισθωτών, το «κέρδος» θα είναι 143 εκατ. ευρώ.
Ειδικά κατά το 2019, έτος που θα εφαρμοστεί η περικοπή των συντάξεων, το μέτρο θα αποδώσει 2,88 δισ. ευρώ για τις κύριες και επικουρικές συντάξεις, ενώ επιπλέον 138 εκατ. ευρώ θα πληρώσουν οι μη μισθωτοί από τη νέα αλλαγή στη βάση υπολογισμού των εισφορών τους. Συγκεκριμένα, από τις κύριες συντάξεις πλην Δημοσίου θα εξοικονομηθούν κατά την επόμενη χρονιά 1,4 δισ. ευρώ. Άλλο 1,1 δισ. ευρώ θα αποδώσουν οι περικοπές στις συντάξεις δημοσίων υπαλλήλων, ενώ σε 232 εκατ. ευρώ εκτιμάται η εξοικονόμηση από τις περικοπές των επικουρικών συντάξεων που εξακολουθούν να έχουν προσωπικές διαφορές. Επιπλέον 95 εκατ. ευρώ το 2019 θα εξοικονομηθούν από τη μη τιμαριθμική αναπροσαρμογή των συντάξεων, που θα μείνουν παγωμένες έως το τέλος του 2021. Μάλιστα, το ποσό αυξάνεται σημαντικά τα επόμενα χρόνια, ώστε έως το 2022, σωρευτικά να εξοικονομηθούν τελικά από το μέτρο του «παγώματος» των συντάξεων 688 εκατ. ευρώ.
Στο Μεσοπρόθεσμο, εκτιμάται ότι φέτος η συνολική δαπάνη για συντάξεις θα φτάσει τα 28,7 δισ. ευρώ κι ένα χρόνο μετά θα περιοριστεί στα 25,48 δισ. ευρώ, κυρίως λόγω της περικοπής των συντάξεων που έχουν προσωπική διαφορά. Την ίδια στιγμή, προβλέπεται σημαντική αύξηση εσόδων από ασφαλιστικές εισφορές κατά 482 εκατ. ευρώ, γεγονός που «φωτογραφίζει» τον τερματισμό της έκπτωσης κατά 15% που εφαρμόστηκε φέτος στις εισφορές των μη μισθωτών ασφαλισμένων, αλλά και την αύξηση της απασχόλησης. Η αυξητική πορεία των εισφορών θα συνεχιστεί, με αποκορύφωμα το 2022, όπου εκτιμάται ότι θα ανέλθουν στα 14,73 δισ. ευρώ, αυξημένες κατά 1,63 δισ. ευρώ συγκριτικά με το 2018.
Στην άλλη πλευρά του νομίσματος περιλαμβάνονται στοχευμένα μέτρα ενίσχυσης των πρωτογενών δαπανών, με στόχο τη διατηρήσιμη μείωση της ανεργίας και την καταπολέμηση της παιδικής φτώχειας. Πρωταγωνιστικό ρόλο σε αυτό, το 2019 διαδραματίζουν τα λεγόμενα «αντίμετρα» και συγκεκριμένα οι προβλέψεις για επιδότηση ενοικίου ύψους 600 εκατ. ευρώ, για επιπλέον παροχές μέσω του νέου επιδόματος παιδιού, ύψους 260 εκατ. ευρώ, για βρεφονηπιακούς σταθμούς 140 εκατ. ευρώ και επιπλέον 190 εκατ. ευρώ για σχολικά γεύματα.
Μάλιστα, την τριετία 2020-2022 το κοινωνικό πακέτο ενισχύεται με επιπλέον μέτρα. Συγκεκριμένα, εκτιμάται ότι θα δοθούν επιπλέον 145 εκατ. ευρώ το 2020, άλλα 412,5 εκατ. το 2021 (δηλαδή συνολικά 557,5 εκατ. ευρώ) και επιπλέον 738,5 εκατ. το 2022 (δηλαδή συνολικά 1,296 δισ.). Στο πλαίσιο αυτό, οι βασικές προτεραιότητες μπαίνουν στους τομείς της Παιδείας, της Υγείας, της κοινωνικής προστασίας και της αγοράς εργασίας.
Χωρίς δημοσιονομικά μετρήσιμους στόχους, στο μεσοπρόθεσμο προβλέπονται 3 πυλώνες που εκτιμάται ότι θα στηρίξουν την αγορά εργασίας, και δεν είναι άλλοι από την αύξηση του κατώτατου μισθού σύμφωνα με το υπάρχον νομικό πλαίσιο και ακολουθώντας το μοντέλο της Πορτογαλίας, στην οποία τα τελευταία 4 χρόνια έχουν γίνει 4 αυξήσεις, η κάθε μία της τάξης του 5%, η επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων καθώς και η καταπολέμηση της αδήλωτης και επισφαλούς εργασίας.
Στα μέτρα για την καταπολέμηση της ανεργίας πρωταγωνιστεί, τέλος, η αλλαγή των προγραμμάτων του ΟΑΕΔ σε προγράμματα ανοιχτού τύπου, με στόχο την αύξηση της απασχόλησης σε ετήσια βάση κατά 1,7%.
Συνολικά, το 2019 ο Κοινωνικός Προϋπολογισμός εκτιμάται ότι θα εμφανίσει θετικό πρόσημο, αυξημένος κατά 3,27 δισ. ευρώ.
Ρούλα Σαλούρου