Στο “μικροσκόπιο” του ΔΝΤ βρίσκονται οι ελληνικές τράπεζες, ενόψει της ανάλυσης που θα εκπονήσει το Ταμείο για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους και η οποία θα δημοσιοποιηθεί στο πλαίσιο της τακτικής έκθεσης του ΔΝΤ (Article IV) για την Ελλάδα.
Στο πλαίσιο του ελέγχου του ΔΝΤ που αφορά επίσης στους τομείς φορολογικού, ασφαλιστικού και δημόσιου τομέα, ο τριήμερος έλεγχος στις τράπεζες ολοκληρώνεται σήμερα, με έμφαση στην προοπτική μείωσης των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων.
Τα stress tests, τα οποία επισπεύσθηκαν στις ελληνικές τράπεζες προκειμένου να αρθούν οι απαιτήσεις που πρόβαλλε το ΔΝΤ για τη διεξαγωγή AQRs, κατέδειξαν την ανθεκτικότητα των ελληνικών τραπεζών σε δυσμενή σενάρια. Ωστόσο, η ατομική κεφαλαιακή επάρκεια της κάθε τράπεζας δεν έχει ακόμη κριθεί, αφού θα αποτελέσει συνολικό αποτέλεσμα τόσο των stress tests, όσο και του ελέγχου εποπτικής αξιολόγησης (SREP) του SSM που θα ολοκληρωθεί τον Νοέμβριο.
Κατόπιν αυτού, το προσεχές διάστημα είναι εξαιρετικά κρίσιμο για το πώς οι ελληνικές τράπεζες θα εφαρμόσουν συνολικά το θεσμικό πλαίσιο για την αντιμετώπιση των μη εξυπηρετούμενων δανείων και πώς θα βοηθηθούν προς την κατεύθυνση της επίτευξης των φιλόδοξων στόχων για τη μείωση των NPΕs από την ανάκαμψη της οικονομίας.
Η τοποθέτηση του ΔΝΤ στο θέμα των μη εξυπηρετούμενων δανείων είναι ιδιαίτερα αυστηρή, καθώς η εξέλιξή τους αποτελεί καταλύτη για τη μελλοντική κεφαλαιακή επάρκεια και σταθερότητα του ελληνικού χρηματοπιστωτικού συστήματος.
Στην τελευταία έκθεσή του για την Παγκόσμια Χρηματοπιστωτική Σταθερότητα, το ΔΝΤ έχει ευρύτερα επισημάνει το θέμα των “κόκκινων” δανείων, τονίζοντας ότι παρά το γεγονός πως τα κεφαλαιακά αποθέματα των τραπεζών έχουν εν γένει ενισχυθεί, υπάρχουν κάποιες τράπεζες στην Ευρώπη που συνεχίζουν να “παλεύουν” με χαμηλά επίπεδα κεφαλαίων και προβλέψεων.
Οι τράπεζες αυτές είναι πιο επιρρεπείς σε κρίσεις, ξαφνικές αναταράξεις στις αγορές ή μια απροσδόκητη οικονομική ύφεση, έχει τονίσει το Ταμείο, βάζοντας την Ελλάδα, την Κύπρο και την Πορτογαλία στις χώρες με πολύ υψηλό επίπεδο μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Μάλιστα, το ΔΝΤ έχει επισημάνει ότι η οικονομική ανάκαμψη δεν αρκεί για την αντιμετώπιση του προβλήματος των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων και χρειάζεται μία συνολική στρατηγική, η οποία θα περιλαμβάνει αυστηρή εποπτεία, φιλόδοξους στόχους μείωσης των “κόκκινων” δανείων, εκσυγχρονισμό του πτωχευτικού πλαισίου και περαιτέρω ανάπτυξη των αγορών προβληματικού χρέους.
Τα παραπάνω είναι το “στοίχημα” που έχουν μπροστά τους οι ελληνικές τράπεζες για τη μείωση των NPEs, ξεκινώντας, μάλιστα, με χαμηλές επιδόσεις, αφού τους πρώτους μήνες του 2018, η ανακτησιμότητα οφειλών είναι περιορισμένη, όπως διαπιστώνει στον έλεγχό του το ΔΝΤ.
Το ανησυχητικό στοιχείο είναι ότι ο δείκτης αθέτησης πληρωμών παραμένει ακόμη υψηλότερος από τον δείκτη αποκατάστασης πληρωμών. Παράλληλα, τόσο ο SSM, όσο και το ΔΝΤ, σύμφωνα με τις πληροφορίες, βγάζουν “κόκκινη” κάρτα στις τράπεζες για το γεγονός ότι έχουν κάνει κατάχρηση των διαγραφών δανείων προκειμένου να δείξουν μείωση των NPLs.
Όπως έγραψε το Capital.gr, η συμβολή των διαγραφών στη μείωση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων ξεκινά από 64% και φτάνει να ξεπερνά το 100%, και το ζητούμενο είναι να μην υπερβαίνει το 50% – 60% στη συνολική μείωση των NPEs που θα επιτυγχάνεται.
Στον αντίποδα, για να καλύψουν το κενό, οι τράπεζες καλούνται να επιταχύνουν τις πωλήσεις μη εξυπηρετούμενων δανείων και τους πλειστηριασμούς. Και οι δύο αυτές εναλλακτικές έχουν, ωστόσο, συγκεκριμένα όρια ώστε να μην “χτυπηθούν” τελικά τα κεφάλαια των τραπεζών.
Τέλος, κομβικό θέμα για το ΔΝΤ είναι η επιτάχυνση των δικαστικών διαδικασιών, αλλά και το πώς το νέο θεσμικό πλαίσιο θα απομονώσει τους στρατηγικούς κακοπληρωτές, ενισχύοντας τις ανακτήσεις οφειλών για τις τράπεζες.
Σημειώνεται ότι ακόμη και με τις καλύτερες προϋποθέσεις, παρά τη θεαματική πτώση που σχεδιάζεται να επιτευχθεί στα NPEs μέχρι τα τέλη του 2019 (δείκτης NPEs στο 35,2%), ο στόχος του μέσου ευρωπαϊκού όρου (6,5%) θα παραμένει ακόμη μακρινός για τις ελληνικές τράπεζες.