Οι αμερικανικές αιτιάσεις για τα γερμανικά και ευρωπαϊκά πλεονάσματα είναι “εντελώς παράλογες”, υποστηρίζει ο Ντένις Σνόουερ, διευθυντής του Ινστιτούτου της Παγκόσμιας Οικονομίας στο Κίελο.
Ακόμη και μετά τη συνάντησή του με τον ηγέτη της Βόρειας Κορέας, Κιμ Γιονγκ Ουν ο Αμερικανός πρόεδρος δεν παρέλειψε να …αλλάξει θέμα και να επαναλάβει την κριτική του για την οικονομική πολιτική και ιδιαίτερα τα υψηλά εμπορικά πλεονάσματα της Γερμανίας. Σε συνέντευξή του προς τη γερμανική ραδιοφωνία (DLF) ο οικονομολόγος Ντένις Σνόουερ επισημαίνει ότι η κριτική Τραμπ αρχίζει από λάθος αφετηρία, άρα οδηγεί και σε εσφαλμένα συμπεράσματα: “Πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι η διεθνής οικονομία αποτελεί ένα ενιαίο σύνολο, στη σημερινή εποχή ένα εργοστάσιο δεν γνωρίζει σύνορα” τονίζει ο Αμερικανός οικονομολόγος. “Χρειαζόμαστε πολλές χώρες για να ολοκληρώσουμε την παραγωγή αγαθών και υπηρεσιών. Οι χώρες αυτές λειτουργούν συμπληρωματικά στην αλυσίδα παραγωγής, δεν ανταγωνίζονται μεταξύ τους”, συμπληρώνει.
Αυτή η εικόνα φαίνεται ότι δεν ταιριάζει με την απλουστευτική σκέψη του Ντόναλντ Τραμπ. Αλλά και αν ακόμη δεχθούμε ότι ο ανταγωνισμός υφίσταται όπως εκείνος τον περιγράφει και ότι το κέρδος του ενός είναι η απώλεια του άλλου, οι αιτιάσεις Τραμπ αποδεικνύονται και πάλι εσφαλμένες. “Πρόσφατη μελέτη του (αυστριακού οικονομολόγου Γκάμπριελ) Φέλμπερμαγερ επισημαίνει ότι οι ΗΠΑ μπορεί να έχουν έλλειμμα στις εμπορικές συναλλαγές τους μεν τον υπόλοιπο κόσμο, αλλά αν συνυπολογίσουμε τις υπηρεσίες και τα εισοδήματα από επενδύσεις, τότε καταγράφουν πλεόνασμα. Αυτό ισχύει και για την ΕΕ” λέει ο επικεφαλής του Ινστιτούτου της Παγκόσμιας Οικονομίας. Επισημαίνει μάλιστα ότι το αμερικανικό πλεόνασμα απέναντι στην ΕΕ χρονολογείται από το 2009 και διατηρείται μέχρι σήμερα. Επομένως, τονίζει, δεν έχουν λογική βάση οι αμερικανικές αιτιάσεις.
“Το δολάριο χρηματοδοτεί το παγκόσμιο εμπόριο”
Αλλά υπάρχει και ένας ακόμη λόγος, για τον οποίο οι αμερικανικοί δασμοί στα ευρωπαϊκά προϊόντα προκαλούν έκπληξη: όπως αφήνει να εννοηθεί ο Ντάνις Σνόουερ, οι Αμερικανοί θα είναι οι πρώτοι που υφίστανται τις συνέπειες των κυρώσεων. “Πάνω από το 50% των αμερικανικών άμεσων επενδύσεων έχουν γίνει σε ευρωπαϊκό έδαφος. Κατά συνέπεια ένας εμπορικός πόλεμος θα προκαλούσε ισχυρό πλήγμα στις ΗΠΑ. Ο τζίρος που πραγματοποιούν οι ευρωπαϊκές θυγατρικές αμερικανικών πολυεθνικών στην ενιαία ευρωπαϊκή αγορά, είναι πέντε φορές μεγαλύτερος από τις αμερικανικές εξαγωγές προς την ΕΕ. Η διασύνδεση είναι πολύ ισχυρή πλέον στη διεθνή οικονομία, δεν έχει νόημα να υψώνεις σύνορα μέσω δασμών. Είναι σαν να χτίζεις τείχη μέσα σε ένα εργοστάσιο, για να το χωρίσεις στα δύο…”
Παρά τις επισημάνσεις των ειδικών, ο Ντόναλντ Τραμπ επιμένει στην τακτική των δασμών απέναντι σε ευρωπαϊκά προϊόντα, ενώ η ΕΕ απαντά επιβάλλοντας- στοχευμένες και επιλεκτικές προς το παρόν- κυρώσεις σε αντίστοιχα αμερικανικά προϊόντα. Όλα αυτά αποβαίνουν εις βάρος των αμερικανικών συμφερόντων, επισημαίνει ο διευθυντής του Ινστιτούτου Παγκόσμιας Οικονομίας, καθώς, μεταξύ άλλων, χάνει “έδαφος” και το δολάριο ως αποθεματικό νόμισμα παγκόσμιας εμβέλειας. “Το δολάριο ουσιαστικά χρηματοδοτει το παγκόσμιο εμπόριο. Το εμπόριο αναπτύσσεται συνεχώς, άρα και το δολάριο πρέπει να κυκλοφορεί συνεχώς. Αλλά για να γίνει αυτό θα πρέπει οι Αμερικανοί να εισάγουν περισσότερα απ΄όσα εξάγουν ή να έχουν έλλειμμα στο ισοζύγιο των υπηρεσιών, διαφορετικά το δολάριο δεν διοχευεύεται εκτός συνόρων. Σήμερα η Αμερική έχει τεράστιο κέρδος από το γεγονός ότι το δολάριο είναι αποθεματικό νόμισμα και αν ο Ντόναλντ Τραμπ θέλει να παραμείνει το δολάριο αποθεματικό νόμισμα θα πρέπει να επιδιώκει το έλλειμμα στις εμπορικές συναλλαγές”.
“Χρειάζεται νέα στρατηγική απέναντι στις ΗΠΑ”
Τί γίνεται όμως στο “διά ταύτα”; Ποιά τακτική πρέπει να ακολουθήσει η Ευρώπη απέναντι σε έναν Τραμπ που δεν μπορεί ή δεν θέλει να αντιληφθεί τα οικονομικά επιχειρήματα, αλλά επιμένει στην πολιτική διάσταση της υπόθεσης; Ο Ντένις Σνόουερ υποστηρίζει ότι χρειάζεται αλλαγή σελίδας και ευέλικτη τακτική. “Πρέπει να αναζητήσουμε δρόμους που θα του επιτρέψουν να προβάλλεται ως ήρωας. Έναν τέτοιο δρόμο υπέδειξε ο ίδιος στην τελευταία σύνοδο κορυφής του G7: να κάνουμε το G7 μία ζώνη ελεύθερων συναλλαγών. Θα μπορούσαμε να αξιοποιήσουμε αυτή τη δυνατότητα, καταργώντας όλους τους δασμούς…”