Προ μηνών είχαμε αναφερθεί στον τρόπο υπολογισμού των συντάξεων των επιστημόνων, πρώην ασφαλισμένων του ΕΤΑΑ (ΕΔΩ). Ενώ είχε γίνει ευρέως γνωστό ότι οι πρώτες συντάξεις δικηγόρων με το νέο νομοθετικό πλαίσιο ήταν εσφαλμένες, καθόσον δεν υπολογίζονταν οι κοινωνικοί πόροι, όπως επιβάλλει ο Νόμος.Τελικά με τη δική μας παρέμβαση το ζήτημα διορθώθηκε. Πρόσφατα περιέπεσε στην αντίληψή μας περίπτωση συναδέλφου (ο οποίος αναγνώρισε πλασματικό χρόνο) και κατά την άποψή μας η συνταξιοδοτική του απόφαση είναι εσφαλμένη (επί ζημία του). Αν συνυπολογίσουμε ότι οι αποφάσεις εκδίδονται με βάση ηλεκτρονική εφαρμογή η οποία έχει κατασκευαστεί με μέριμνα της Γενικής Διεύθυνσης Συντάξεων του ΕΦΚΑ, είναι λίαν πιθανόν όλες οι συνταξιοδοτικές αποφάσεις του ΕΦΚΑ με πλασματικό χρόνο να είναι εσφαλμένες.
Ας δούμε που έγκειται το νέο λάθος:
Ειδικότερα, στην παράγραφο 3 του άρθρου 28 του Ν.4387/2016 αναφέρεται κατά λέξη:
«3. Για τον υπολογισμό του ανταποδοτικού μέρους της σύνταξης των αιτήσεων συνταξιοδότησης που θα κατατεθούν μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου και εντός του έτους 2016 ως συντάξιμες αποδοχές λαμβάνονται υπόψη ο μέσος μηνιαίος μισθός – εισόδημα κατά τις ειδικότερες λοιπές προβλέψεις του παρόντος άρθρου που προκύπτει από το έτος 2002 και έως την υποβολή της αίτησης. Εφεξής ετησίως η περίοδος αυτή αναφοράς αυξάνεται κατά ένα έτος.»
Από τη ρητή διατύπωση της διατάξεως αυτής σαφώς προκύπτει ότι το χρονικό διάστημα (σε Μήνες, ώστε να προκύπτει ο μέσος μηνιαίος μισθός) είναι αυστηρά καθορισμένο από την 1.1.2002 έως και την ημερομηνία συνταξιοδότησης και αφορά χρόνο πραγματικό και όχι πλασματικό!
Ως προκύπτει εκ παραδειγμάτων συντάξεων που έχουν εκδοθεί με πλασματικό χρόνο, σαφώς αποδεικνύεται ότι συνυπολογίζονται οι μήνες αναγνώρισης και τα ποσά που καταβλήθηκαν για αναγνώριση, ενώ είναι προφανές ότι οι μήνες δεν μπορούν να προστεθούν, αφού το διάστημα είναι καθορισμένο από το νόμο, (πχ. από 1.1.2002 έως 31.12.2016 = 180 μήνες) αλλά ούτε φυσικά και τα ποσά που καταβλήθηκαν, γιατί δεν αφορούν το χρονικό διάστημα από 1.1.2002 και εντεύθεν, που είναι πραγματικός χρόνος ασφάλισης και όχι πλασματικός όπως ο αναγνωρισθείς.
π.χ. Συνάδελφος με εξαγορά πλασματικού χρόνου 2 ετών, συνολικό χρόνο ασφάλισης 40 ετών και χρόνο εξόδου από την ασφάλιση 16.9.2016 λαμβάνει κύρια σύνταξη (1.057,13 ήτοι 384 εθνική + 673,13 ανταποδοτική), αφού το σύνολο των αποδοχών 314705,01 ευρώ από 1ο 2002 έως 9ο 2016 διαιρείται με 200,52 μήνες και έτσι προκύπτουν συντάξιμες αποδοχές 1.569,44 ευρώ, αντί του ορθού 314705,01:177 μήνες (1ος 2002 έως 9ος 2016) = 1778 ευρώ, που πολλαπλασιαζόμενα με το συντελεστή αναπλήρωσης 42,89% = 762,58. Η μείωση της σύνταξής του συναδέλφου από τον εσφαλμένο κατά τη νομική μας άποψη υπολογισμό είναι περίπου 100 ευρώ (762,58 – 673,13).
Θεωρώ πως και η Φ.80000/οικ.60271/2195/23.12.2016 εγκύκλιος κινείται εκτός πλαισίου της διάταξης, ως προς την προσμέτρηση των ποσών, αλλά κυρίως η παραβίαση των ορισμών του Νόμου (παρ.3 άρθρου 28) γίνεται με την πρόσθεση των μηνών πλασματικού χρόνου στο αυστηρά καθοριζόμενο από το Νόμο χρόνο πραγματικής ασφάλισης (από 1.1.2002 μέχρι τη συνταξιοδότηση).
ΥΓ. Το ζήτημα έχει γίνει γνωστό στις Υπηρεσίες του ΕΦΚΑ και αναμένεται η άμεσή επίλυσή του.
Ανδρέας Κουτσόλαμπρος
Δικηγόρος, Πρόεδρος της Ένωσης Εμμίσθων Δικηγόρων