Η ένταξή τους στις δομές της Δημόσιας Διοίκησης εκμηδενίζει την ανεξαρτησία των υπαλλήλων και καταργεί τον ανεξάρτητο νομικό έλεγχο, με τον οποίο διασφαλίζεται το κοινό συμφέρον
Από τη
Μαρία Παναγιώτου
Εμπρησμός ή ατύχημα από κομμένο καλώδιο στύλου της ΔΕΗ; Ποιος καταδίκασε τόσους ανθρώπους σε θάνατο; Τι ακριβώς έγινε στην Κινέτα, την άλλη μεγάλη εστία, όπου ευτυχώς δεν θρηνήσαμε θύματα; Ολα αυτά μένει να ειπωθούν τις επόμενες ημέρες, όταν επιτέλους θα βγουν τα επίσημα πορίσματα των Αρχών.
Οι προτεραιότητες είναι σαφείς. Η ανθρώπινη ζωή και μόνο είναι αναντικατάστατη, και γι’ αυτό μοναδική. Δεν υπάρχει τίποτα πιο σημαντικό από την προστασία της.
Αξίζει, όμως, να φωτίσουμε και μια άλλη διάσταση της υπόθεσης, αυτήν που αφορά την κτήση γης. Μια υπόθεση που πιθανότατα θα απασχολήσει αρκετά τη δημοσιότητα τους επόμενους μήνες.
Τι ακριβώς συμβαίνει εκεί; Τι δυνατότητες θα έχουν πλέον κάποιοι επιτήδειοι να καρπωθούν ιδιοκτησία, και δη δημόσια, η οποία δεν τους ανήκει; Η απάντηση, πιθανότατα, κρύβεται στο πολυνομοσχέδιο, το οποίο ψηφίστηκε τον περασμένο Ιανουάριο στη Βουλή, όπου αποφασίστηκε, μεταξύ άλλων, η ίδρυση ενός νέου δημόσιου φορέα με την επωνυμία Ελληνικό Κτηματολόγιο, όπου θα απορροφηθούν τόσο η Εθνικό Κτηματολόγιο και Κτηματογράφηση (ΕΚΧΑ) όσο και τα υποθηκοφυλακεία της χώρας, και τον οποίο προώθησε το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας. Σύμφωνα με τη νέα ρύθμιση, στους υποθηκοφύλακες θα προταθεί να γίνουν υπάλληλοι του υπουργείου Περιβάλλοντος. Την απόφαση καταδίκασε ακόμη και η Εκκλησία της Ελλάδος σε επιστολή που έστειλε στον πρόεδρο της Ενωσης Αμίσθων Υποθηκοφυλάκων Ελλάδος Χρήστο Δημητριάδη, αναφέροντας μεταξύ άλλων: «Εχουμε κάθε λόγο να ανησυχούμε εντόνως για την ανατροπή του παρόντος καθεστώτος εποπτείας, υπηρεσιακής καταστάσεως και εισαγγελικού ελέγχου των υποθηκοφυλακείων». Το πού οφείλεται όλη αυτή η ανησυχία θα το εξηγήσουμε στη συνέχεια. Ας συμφωνήσουμε, πάντως, στο ότι ένα κράτος δεν νοείται κυρίαρχο, εάν δεν ξέρει την ιστορία των δημόσιων κτημάτων του.
Ο θεσμός του υποθηκοφύλακα κατοχυρωνόταν από το Σύνταγμα, ως θεσμός με λειτουργική ανεξαρτησία, σαν αυτή που έχουν οι δικαστικοί υπάλληλοι. Οι υποθηκοφύλακες δεν υπέκειντο σε κρατικό έλεγχο, ώστε να μην έχουν εξαρτημένη σχέση με την εκτελεστική εξουσία. Αντιθέτως, «ανήκαν» στις δικαστικές Αρχές και ελέγχονταν από τους εισαγγελείς. Ο λόγος, προφανής: Δεν πρέπει να δεχτούν πιέσεις.
Η ξαφνική «μεταμόρφωση» των υποθηκοφυλάκων σε δημοσίους υπαλλήλους, την οποία ακόμη και η Επιστημονική Υπηρεσία της Βουλής χαρακτήρισε αντισυνταγματική, αλλάζει τα πράγματα. Μετατρέποντας τους υποθηκοφύλακες σε αχυρανθρώπους, εξαρτώμενους από την πολιτική ηγεσία, είναι σίγουρο ότι κάποιοι θα βρουν την ευκαιρία να επωφεληθούν από το γεγονός. Και η καμένη γη από την Πεντέλη μέχρι το Μάτι, αλλά και στην Κινέτα, αποτελεί σίγουρα μια χρυσή ευκαιρία…
Είχαμε αναρωτηθεί και στο προηγούμενο μέρος της έρευνάς μας: «Υπάρχει εδώ κάποιο μεθοδευμένο σχέδιο να απομακρυνθεί η κτήση γης από το νομικό πεδίο;»
Το ερώτημά μας, μετά την εθνική τραγωδία στην Αττική, γίνεται ακόμη πιο επιτακτικό, καθώς αυτό που στην πραγματικότητα συνέβη είναι ότι, με τον νέο νόμο, αφαιρέθηκε από τους εισαγγελείς η δυνατότητα εποπτείας στο έργο της καταχώρισης και αποτύπωσης των εμπράγματων δικαιωμάτων – και όχι μόνο! Το πράγμα γίνεται ακόμη πιο ύποπτο από το γεγονός ότι, πριν από τη νέα ρύθμιση, στην Εθνικό Κτηματολόγιο και Χαρτογράφηση (ΕΚΧΑ) απασχολούνται 63 δικηγόροι με σταθερή εργασιακή σχέση (έμμισθη εντολή). Στον νέο οργανισμό διατηρήθηκαν μόνο 12 θέσεις δικηγόρων.
Στους υπολοίπους πρότειναν επίσης να γίνουν δημόσιοι υπάλληλοι. «Ενας δημόσιος υπάλληλος δεν μπορεί να πει “όχι”, να αρνηθεί να υπογράψει τα παραδοτέα συμβάσεων» είχε δηλώσει η Ευγενία Σασσάλου, πρόεδρος του Συλλόγου Δικηγόρων Κτηματολογίου.
Η προστασία του δάσους
O νομικός έλεγχος για την προστασία του δάσους είναι κεφαλαιώδης. Μέχρι σήμερα, εάν ο υποθηκοφύλακας έκανε άρνηση για μία μεταγραφή, εντοπίζοντας ύποπτες ανακρίβειες, η υπόθεση πήγαινε εν συνεχεία στο δικαστήριο, ενώ επιλαμβανόταν και η Εισαγγελία.
Με τον νέο φορέα, τα πράγματα αλλάζουν. Οι ενστάσεις των αρνήσεων δεν θα πηγαίνουν πλέον στην ελληνική Δικαιοσύνη, αλλά θα εξετάζονται από όργανο του φορέα, δηλαδή οι διαφορές μετατρέπονται από δικαστικές σε διοικητικές. Υπάρχει και χειρότερο: Οι προϊστάμενοι των κτηματολογικών γραφείων θα είναι κατεξοχήν δημόσιοι υπάλληλοι, χωρίς καμία εγγύηση λειτουργικής ανεξαρτησίας, και θα ζητούν τη συνδρομή της νομικής υπηρεσίας «κατά την κρίση τους». Εξαιρετικές δικλίδες ασφαλείας!
Και, μέσα σε όλα αυτά, να υπενθυμίσουμε ότι τον Απρίλιο του 2016 η γενική επιθεωρήτρια Δημόσιας Διοίκησης Μαρία Παπασπύρου ανακοίνωσε ότι ξεκινά έλεγχο για να διαπιστωθεί εάν οι υποθηκοφύλακες παρακρατούν παράνομα χρήματα από την αμοιβή τους, τα οποία έπρεπε να αποδώσουν στο Δημόσιο, χωρίς μάλιστα να είναι στη δική της αρμοδιότητα, καθώς, όπως εξηγήσαμε, οι υποθηκοφύλακες δεν είναι δημόσιοι υπάλληλοι κι ο έλεγχός τους δεν υπάγεται στη ΓΕΔΔ.
Τη σκυτάλη, όταν έγινε πλέον αντιληπτό ότι η κυρία Παπασπύρου δεν είναι αρμόδια, πήρε η εισαγγελέας του Αρείου Πάγου Ξένη Δημητρίου, η οποία έδωσε εντολή για διαχειριστικό έλεγχο στις Εισαγγελίες. Γιατί όλος αυτός ο πόλεμος στον νομικό κόσμο που ελέγχει την ιδιοκτησία γης; Εχουμε καταλάβει τις καταστροφικές συνέπειες που θα φέρει αυτή η συνθήκη, καθώς ο δρόμος ανοίγει πλέον για τα «αρπακτικά» παντός καιρού και τύπου;
Η μεγάλη πληγή των δασικών χαρτών και οι ολιγωρίες που στοιχίζουν ακριβά
Δασικός χάρτης δεν έχει κυρωθεί και αναρτηθεί ούτε στη Ραφήνα ούτε στη Νέα Μάκρη ούτε στο Πικέρμι. Ακόμη και στον Μαραθώνα υπάρχει δασικός χάρτης μόνο για ένα τμήμα του. Πηγές που ασχολούνται με την υπόθεση μιλούν για ένα ολόκληρο σύστημα το οποίο λειτουργεί υπόγεια και για ανθρώπους που έχουν συγκεκριμένη «ταρίφα» για τους χαρακτηρισμούς και τους αποχαρακτηρισμούς των δασών.
Στην περιοχή, βέβαια, υπάρχει κτηματολόγιο, αλλά το Δασαρχείο Πεντέλης δεν υπέβαλε δήλωση εμπρόθεσμα στο κτηματολόγιο για τις εκτάσεις που θεωρούνται δασικές και είναι ιδιοκτησία του Ελληνικού Δημοσίου. Μολονότι όφειλε να το έχει πράξει αυτό έως τα μέσα Νοεμβρίου του 2011, δεν το έκανε. Εγινε η ανάρτηση του κτηματολογικού πίνακα για τον Δήμο Ραφήνας και για τον Δήμο Νέας Μάκρης, χωρίς να έχει υποβληθεί δήλωση από το δασαρχείο, η οποίο ήρθε πέντε μήνες μετά τη λήξη της προθεσμίας. Το Δημόσιο δεν υπέβαλε καμία ένσταση. Το αποτέλεσμα ήταν ότι δεν ελήφθη υπόψη η δήλωση του δασαρχείου για τα ακίνητα που είχαν δηλωθεί από τους ιδιώτες, αλλά μόνο για αυτά που δεν είχαν δηλωθεί. Εγκληματικό!
Αντίθετα, στο Κορωπί συνέβη το ακριβώς αντίθετο, λίγο αργότερα: Το ίδιο δασαρχείο δήλωσε εμπροθέσμως, έκανε ενστάσεις ακόμη και για περιοχές των οποίων είχε κριθεί το ιδιοκτησιακό καθεστώς με αμετάκλητες αποφάσεις και διεκδίκησε τις εκτάσεις αυτές από τους ιδιώτες ως δασικές. Γιατί;
Γιατί άφησε το δασαρχείο την κατάσταση στην τύχη της στην Πεντέλη; Αλλά και στην Κινέτα γιατί δεν έχουν καν ξεκινήσει οι δηλώσεις για την κτηματογράφηση; Η απόφαση του ΣτΕ, τον Μάιο του 2017, ήταν σαφέστατη: Δεν μπορεί η κτηματογράφηση να περαιωθεί χωρίς να έχουν καταρτισθεί και κυρωθεί οι δασικοί χάρτες. Πώς γίνεται σε πολλές περιοχές να έχουμε κτηματογράφηση χωρίς να έχουν κυρωθεί οι δασικοί χάρτες; Γιατί παραμένει σε εκκρεμότητα η χάραξη του αιγιαλού;