Κυρώθηκε το Πρωτόκολλο 15 της ΕΣΔΑ – Τι αλλάζει στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου
Δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως ο Νόμος 4556/2018 για την κύρωση του Πρωτοκόλλου αριθμ. 15, το οποίο τροποποιεί τη Σύμβαση για την Προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών (ΕΣΔΑ).
Πρόκειται για Πρωτόκολλο τροποποιητικό της ΕΣΔΑ και, συνεπώς, για τη θέση του σε ισχύ, απαιτείται η επικύρωσή του από όλα τα κράτη µέρη στη Σύµβαση.
Με το 15o Πρωτόκολλο προστίθεται νέα παράγραφος στο Προοίµιο της ΕΣΔΑ αναφορικά µε την αρχή της επικουρικότητας και το περιθώριο εκτίµησης των κρατών µερών στη Σύµβαση και τροποποιούνται ορισµένες διαδικαστικού χαρακτήρα διατάξεις της ΕΣΔΑ.
Ειδικότερα:
Το άρθρο 1 του Πρωτοκόλλου εισάγει στο τέλος του Προοιµίου της ΕΣΔΑ µια νέα παράγραφο, στην οποία γίνεται ρητή αναφορά σε µια θεµελιώδη αρχή που διέπει το µηχανισµό της ΕΣΔΑ, την αρχή της επικουρικότητας, και σε ένα σηµαντικό εργαλείο που έχει διαπλάσει και χρησιµοποιεί ήδη από τα πρώτα του βήµατα το ΕΔΔΑ, την αναγνώριση ενός περιθωρίου εκτίµησης των κρατών κατά την εφαρµογή της Σύµβασης, αναλόγως των πραγµατικών περιστατικών της υπόθεσης και των επίδικων δικαιωµάτων.
Σκοπός της εν λόγω προσθήκης είναι να επιβεβαιωθεί, κατά τρόπο διαφανή και προσιτό σε όλες τις πλευρές, ότι η πρωταρχική ευθύνη διασφάλισης των δικαιωµάτων που κατοχυρώνονται στην ΕΣΔΑ και τα Πρωτόκολλα αυτής ανήκει στα κράτη µέρη, οι αρχές των οποίων βρίσκονται εν προκειµένω, κατ’ αρχήν, σε καλύτερη θέση από ένα διεθνές δικαστήριο για την εκτίµηση των αναγκών και των συνθηκών που επικρατούν σε αυτά. Το ως άνω περιθώριο εκτίµησης υπόκειται στο µηχανισµό εποπτείας του συστήµατος της ΕΣΔΑ. Στο πλαίσιο αυτό το Δικαστήριο, ενεργώντας ως εγγυητικός δικαιοδοτικός µηχανισµός για τα πρόσωπα των οποίων τα δικαιώµατα και οι ελευθερίες δεν διασφαλίζονται στο εθνικό επίπεδο, ελέγχει κατά πόσον οι αποφάσεις που υιοθετήθηκαν από τις εθνικές αρχές είναι συµβατές µε την ΕΣΔΑ, λαµβάνοντας δεόντως υπόψη το περιθώριο εκτίµησης των κρατών.
Το άρθρο 2 του Πρωτοκόλλου τροποποιεί το άρθρο 21 της ΕΣΔΑ, θεσπίζοντας όριο ηλικίας 65 ετών για τους υποψήφιους δικαστές του ΕΔΔΑ και προσδιορίζοντας το χρονικό σηµείο κατά το οποίο θα καθορίζεται εάν πληρούται η ως άνω προϋπόθεση. Συγχρόνως, καταργεί το άρθρο 23 παράγραφος 2 της ΕΣΔΑ, το οποίο προβλέπει ότι η θητεία των δικαστούν λήγει µόλις αυτοί συµπληρώσουν το 70ό έτος.
Το άρθρο 3 του Πρωτοκόλλου τροποποιεί το άρθρο 30 της ΕΣΔΑ σχετικά µε την παραίτηση Τµήµατος του ΕΔΔΑ υπέρ του Τµήµατος Ευρείας Σύνθεσης του Δικαστηρίου, απαλείψοντας την προϋπόθεση να µην αντιτίθεται ένας από τους διαδίκους. Σκοπός της τροποποίησης αυτής είναι να συµβάλει στη συνοχή της νοµολογίας του ΕΔΔΑ και να επιταχύνει τη διαδικασία σε περίπτωση υποθέσεων που εγείρουν σοβαρό ζήτηµα ως προς την ερµηνεία της Σύµβασης ή των Πρωτοκόλλων ή για τις οποίες ενδέχεται να υπάρξει µεταστροφή της νοµολογίας του Δικαστηρίου.
Το άρθρο 4 του Πρωτοκόλλου τροποποιεί το άρθρο 35 παράγραφος 1 της ΕΣΔΑ συντοµεύοντας την προθεσµία για την άσκηση ατοµικής προσφυγής ενώπιον του ΕΔΔΑ από έξι (6) σε τέσσερις (4) µήνες από την ηµεροµηνία της τελεσιδικίας της εσωτερικής απόφασης. Υπέρ της συντοµότερης αυτής προθεσµίας συνηγόρησαν, αφενός η ανάπτυξη ταχύτερων τεχνολογιών επικοινωνίας και, αφετέρου, το γεγονός ότι αντίστοιχες προθεσµίες προβλέπονται στην εσωτερική νοµοθεσία των κρατών µερών.
Το άρθρο 5 του Πρωτοκόλλου τροποποιεί την υποπαράγραφο β΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 35 της Σύµβασης, ούτως ώστε το Δικαστήριο να µπορεί να κηρύσσει απαράδεκτη µια ατοµική προσφυγή όταν εκτιµά ότι ο προσφεύγων δεν έχει υποστεί σηµαντική βλάβη (εκτός εάν ο σεβασµός των δικαιωµάτων του ανθρώπου, όπως αυτά ορίζονται από τη Σύµβαση και τα Πρωτόκολλά της, απαιτεί την εξέταση της προσφυγής επί της ουσίας), ακόµα και στην περίπτωση που η σχετική υπόθεση δεν έχει εξετασθεί δεόντως από εσωτερικό δικαστήριο.
Σκοπός της ρύθµισης αυτής είναι να ενισχυθεί ακόµα περισσότερο η εφαρµογή της αρχής, σύµφωνα µε την οποία το Δικαστήριο δεν µπορεί να ασχολείται µε θέµατα ήσσονος σηµασίας («de nimiss non curat praetor»).
Τα άρθρα 6, 7 και 9 του Πρωτοκόλλου περιέχουν τις συνήθεις τελικές διατάξεις των συµβατικών κειµένων που υιοθετούνται στο πλαίσιο του Συµβουλίου της Ευρώπης.
Το άρθρο 8 του Πρωτοκόλλου, τέλος, περιέχει µεταβατικές διατάξεις σχετικά µε την εφαρµογή και τη θέση σε ισχύ των ουσιαστικών διατάξεων του Πρωτοκόλλου.
Δείτε αναλυτικά το Ν. 4556/2018 εδώ.