Δικαστήριο ΕΕ: Η έννοια της «συνήθους διαμονής» του παιδιού αντιστοιχεί στον τόπο στον οποίο βρίσκεται, στην πράξη, το κέντρο της ζωής του
Με τη δημοσιευθείσα στις 28-06-2018 απόφασή του, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποφαίνεται ότι η συνήθης διαμονή του παιδιού, κατά τον κανονισμό (ΕΚ) 2201/2003, για τη διεθνή δικαιοδοσία και την αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων σε γαμικές διαφορές και διαφορές γονικής μέριμνας, αντιστοιχεί στον τόπο στον οποίο βρίσκεται, στην πράξη, το κέντρο της ζωής του.
Επιπλέον, το Δικαστήριο διευκρινίζει ότι, στα εθνικά δικαστήρια εναπόκειται να προσδιορίζουν πού βρίσκεται το κέντρο αυτό κατά την υποβολή της αιτήσεως που αφορά τη γονική μέριμνα του παιδιού, με βάση μια δέσμη συγκλινόντων πραγματικών στοιχείων.
Το Δικαστήριο, διευκρινίζει ακόμα ότι, όταν οι γονείς ενός βρέφους διαμένουν χωριστά, οι τακτικές επαφές που έχει μαζί του ο γονέας με τον οποίο δεν διαβιεί σε καθημερινή βάση, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη για τον προσδιορισμό του τόπου όπου βρίσκεται το κέντρο της ζωής του παιδιού.
Ιστορικό της υπόθεσης
Η HR έχει πολωνική ιθαγένεια και κατοικεί από το έτος 2005 στις Βρυξέλλες (Βέλγιο), όπου εργάζεται, για αόριστο χρόνο, με την ιδιότητα της μονίμου υπαλλήλου της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης (ΕΥΕΔ). Ο KΟ είναι Βέλγος υπήκοος, επίσης κάτοικος Βρυξελλών.
Οι HR και KO γνωρίστηκαν κατά τη διάρκεια του έτους 2013. Τον Ιούνιο του 2014 άρχισαν να συμβιούν στις Βρυξέλλες. Στις 16 Απριλίου 2015, απέκτησαν, στην ίδια ως άνω πόλη, μία κόρη, την MO, η οποία έχει διπλή ιθαγένεια, πολωνική και βελγική.
Αμφότεροι οι HR και ΚΟ είναι δικαιούχοι της γονικής μέριμνας της κόρης τους.
Μετά τη γέννηση της ΜΟ, η HR διέμεινε πολλές φορές μαζί της στην Πολωνία, με τη συγκατάθεση του KO, κατά τη διάρκεια της άδειας μητρότητας και, στη συνέχεια, των διακοπών και εορταστικών περιόδων, για χρονικά διαστήματα τα οποία ανέρχονταν, ορισμένες φορές, έως και σε τρεις μήνες. Κατά τη διάρκεια αυτών των διαμονών στην Πολωνία, η HR διέμενε μαζί με το παιδί στην οικία των γονέων της στην Przesieka (Πολωνία) ή σε κατοικία ευρισκόμενη στο Poznań (Πολωνία) και ανήκουσα στην κυριότητά της από το έτος 2013.
Οι HR και KO χώρισαν κατά τη διάρκεια του Αυγούστου του 2016 και, έκτοτε, ζουν χωριστά στις Βρυξέλλες. Η MO κατοικεί μαζί με την HR και, με τη συγκατάθεση της μητέρας, ο KO βλέπει την κόρη του μία φορά την εβδομάδα, το Σάββατο, από τις 10:00 έως τις 16:00. Ο πατέρας έχει διαμορφώσει στην κατοικία του ένα δωμάτιο για να τη φιλοξενεί. Περαιτέρω, οι γονείς προσέφυγαν σε διαδικασία διαμεσολαβήσεως προκειμένου να ρυθμίσουν το ζήτημα της γονικής μέριμνας της MO. Ωστόσο, η διαδικασία αυτή εγκαταλείφθηκε τον Νοέμβριο του 2016.
Η MΟ δεν πηγαίνει σε βρεφονηπιακό σταθμό ούτε σε νηπιαγωγείο. Η μητέρα της HR τη βοηθά στη φροντίδα του παιδιού σε καθημερινή βάση. Στο παρελθόν, η βοήθεια αυτή της παρεχόταν από παιδοκόμο πολωνικής καταγωγής. Οι HR και MΟ έχουν δηλωθεί ως κάτοικοι τόσο του Βελγίου όσο και της Πολωνίας. Η HR και η οικογένειά της επικοινωνούν με το παιδί στην πολωνική γλώσσα, ενώ ο KO απευθύνεται σε αυτό στη γαλλική γλώσσα. Η κόρη τους ομιλεί και κατανοεί κυρίως την πρώτη από τις γλώσσες αυτές.
Η HR επιθυμεί να εγκατασταθεί στην Πολωνία μαζί με την MO, πράγμα στο οποίο αντιτίθεται ο KO. Στο πλαίσιο αυτό, η HR άσκησε, στις 10 Οκτωβρίου 2016, αίτηση ενώπιον του Sąd Rejonowy Poznań-Stare Miasto w Poznaniu (περιφερειακού πρωτοδικείου του Poznań-Stare Miasto, Πολωνία) ζητώντας, αφενός, να καθοριστεί ως τόπος διαμονής της MO ο δικός της τόπος διαμονής, όποιος και αν είναι αυτός, και, αφετέρου, να οριστεί το δικαίωμα επικοινωνίας του KO.
Με διάταξη της 2ας Νοεμβρίου 2016, το Sąd Rejonowy Poznań-Stare Miasto w Poznaniu (περιφερειακό πρωτοδικείο του Poznań-Stare Miasto) απέρριψε την αίτηση λόγω ελλείψεως διεθνούς δικαιοδοσίας των πολωνικών δικαστηρίων για την εκδίκαση της υποθέσεως.
Στις 17 Νοεμβρίου 2016, η HR άσκησε έφεση κατά της διατάξεως αυτής ενώπιον του Sąd Okręgowy w Poznaniu (δευτεροβάθμιου δικαστηρίου του Poznań, Πολωνία).
Επίσης, ο KO άσκησε, τον Φεβρουάριο του 2017, αίτηση αφορώσα τη γονική μέριμνα της MO ενώπιον δικαστηρίου των Βρυξελλών. Ωστόσο, το δικαστήριο των Βρυξελλών ανέστειλε την έκδοση αποφάσεως εν αναμονή της εκβάσεως της κινηθείσας ενώπιον των πολωνικών δικαστηρίων διαδικασίας.
Με διάταξη της 28ης Μαρτίου 2017, το Sąd Okręgowy w Poznaniu (δευτεροβάθμιο δικαστήριο του Poznań) εξαφάνισε τη διάταξη του Sąd Rejonowy Poznań-Stare Miasto w Poznaniu (περιφερειακού πρωτοδικείου του Poznań-Stare Miasto), κρίνοντας ότι τα πολωνικά δικαστήρια είχαν διεθνή δικαιοδοσία, βάσει του άρθρου 8, παράγραφος 1, του κανονισμού 2201/2003, για την εκδίκαση της αιτήσεως της κύριας δίκης.
Κατά τη διάρκεια του Απριλίου του 2017, η βελγική εισαγγελία εξέδωσε απόφαση απαγορεύσεως εξόδου από τη χώρα έναντι της ΜΟ για αόριστο χρόνο. Ωστόσο, η HR έλαβε την άδεια να διαμείνει με το παιδί στην Πολωνία από τις 11 Ιουλίου έως τις 12 Αυγούστου 2017.
Το Sąd Rejonowy Poznań-Stare Miasto w Poznaniu (περιφερειακό πρωτοδικείο του Poznań-Stare Miasto) έχει επιληφθεί εκ νέου της υποθέσεως της κύριας δίκης μετά την εξαφάνιση της αρχικής του διατάξεως. Εξάλλου, στις 19 Ιουνίου 2017, η HR υπέβαλε συμπληρωματική αίτηση ενώπιον του δικαστηρίου αυτού, ζητώντας να επιτραπεί η μετακίνηση της ΜΟ στην Πολωνία.
Το εν λόγω δικαστήριο εκτιμά ότι, λαμβανομένης υπόψη της νομολογίας του Δικαστηρίου, ιδίως της αποφάσεως της 22ας Δεκεμβρίου 2010, Mercredi (C-497/10 PPU), δύο ερμηνείες της έννοιας της «συνήθους διαμονής» του παιδιού, κατά το άρθρο 8, παράγραφος 1, του κανονισμού 2201/2003, είναι δυνατές σε υπόθεση όπως αυτή που εκκρεμεί ενώπιόν του.
Συγκεκριμένα, θα μπορούσε να προσδιοριστεί η συνήθης διαμονή βρέφους όπως η MO λαμβανομένων υπόψη μόνο των δεσμών ενσωματώσεως που οφείλονται στον γονέα που ασκεί πράγματι σε καθημερινή βάση την επιμέλεια. Υπό το πρίσμα αυτό, οι δεσμοί που διατηρεί το παιδί με το κράτος μέλος του οποίου ο εν λόγω γονέας έχει την ιθαγένεια, οι οποίοι αποδεικνύονται από το γεγονός ότι το παιδί διαμένει εκεί κατά τις περιόδους των εορτών και των αδειών του εν λόγω γονέα, ότι ο παππούς και η γιαγιά και οι απώτεροι συγγενείς του παιδιού από την πλευρά του ίδιου γονέα κατοικούν στο κράτος αυτό, ότι το παιδί έχει βαπτισθεί εκεί και ότι εκφράζεται κυρίως στη γλώσσα του εν λόγω κράτους, είναι αποφασιστικής σημασίας.
Ωστόσο, και άλλες περιστάσεις θα μπορούσαν να ληφθούν υπόψη στον ίδιο βαθμό, ιδίως το γεγονός ότι το εν λόγω παιδί διαμένει σε καθημερινή βάση σε ένα συγκεκριμένο κράτος μέλος, ότι ο γονέας που έχει, στην πράξη, την επιμέλειά του ασκεί την επαγγελματική του δραστηριότητα στο κράτος αυτό, ότι το παιδί έχει εκεί ιατρική περίθαλψη και ότι ο άλλος γονέας, με τον οποίο το παιδί έχει τακτικές επαφές, είναι υπήκοος του εν λόγω κράτους μέλους και έχει σε αυτό τη συνήθη διαμονή του.
Κατά συνέπεια, το Sąd Rejonowy Poznań-Stare Miasto w Poznaniu (περιφερειακό πρωτοδικείο του Poznań-Stare Miasto) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο προδικαστικά ερωτήματα. Το αιτούν δικαστήριο διερωτάται, κατ’ ουσίαν, ως προς την ερμηνεία της έννοιας «συνήθης διαμονή» του παιδιού, κατά το άρθρο 8, παράγραφος 1, του κανονισμού 2201/2003 και, ειδικότερα, ως προς τα στοιχεία που καθιστούν δυνατό τον προσδιορισμό του τόπου της συνήθους διαμονής βρέφους, υπό περιστάσεις όπως αυτές της υποθέσεως της κύριας δίκης.
Απόφαση του Δικαστηρίου
Με αυτή την απόφασή του, το Δικαστήριο υπενθυμίζει, καταρχάς, τη νομολογία του, κατά την οποία η έννοια της «συνήθους διαμονής» του παιδιού, με βάσει τον κανονισμό 2201/2003, αποτελεί αυτοτελή έννοια του δικαίου της Ένωσης, η οποία πρέπει να ερμηνεύεται λαμβανομένων υπόψη του πλαισίου στο οποίο εντάσσονται οι διατάξεις που τη μνημονεύουν και των σκοπών του εν λόγω κανονισμού, ιδίως δε του συναγόμενου από την αιτιολογική του σκέψη 12, κατά την οποία οι κανόνες διεθνούς δικαιοδοσίας που θεσπίζονται με τον κανονισμό αυτόν έχουν διαμορφωθεί με γνώμονα το υπέρτερο συμφέρον του παιδιού και, ειδικότερα, το κριτήριο της εγγύτητας.
Μάλιστα, το Δικαστήριο επισημαίνει ότι, όπως προκύπτει από τη νομολογία του αυτή, η συνήθης διαμονή του παιδιού, κατά την έννοια του κανονισμού 2201/2003, αντιστοιχεί στον τόπο στον οποίο βρίσκεται, στην πράξη, το κέντρο της ζωής του. Για τους σκοπούς του άρθρου 8, παράγραφος 1, του κανονισμού αυτού, το επιλαμβανόμενο δικαστήριο πρέπει να προσδιορίσει τον τόπο όπου βρισκόταν το κέντρο αυτό κατά τον χρόνο υποβολής της αιτήσεως που αφορά τη γονική μέριμνα του παιδιού.
Επιπλέον, σύμφωνα με το Δικαστήριο, όταν το παιδί δεν είναι σε σχολική ηλικία, κατά μείζονα δε λόγο όταν πρόκειται για βρέφος, οι περιστάσεις που συνδέονται με το πρόσωπο ή με τα πρόσωπα αναφοράς με τα οποία διαβιεί, τα οποία έχουν στην πράξη την επιμέλειά του και το φροντίζουν σε καθημερινή βάση –τα οποία είναι, κατά κανόνα, οι γονείς του– έχουν ιδιαίτερη σημασία για τον προσδιορισμό του τόπου στον οποίο βρίσκεται το κέντρο της ζωής του. Επομένως, όταν το βρέφος διαβιεί σε καθημερινή βάση με τους γονείς του, πρέπει, μεταξύ άλλων, να προσδιοριστεί ο τόπος στον οποίο οι γονείς του βρίσκονται κατά τρόπο σταθερό και είναι ενσωματωμένοι σε ένα κοινωνικό και οικογενειακό περιβάλλον.
Στη συνέχεια, το Δικαστήριο διευκρινίζει ότι παρόλο που, όταν οι γονείς του διαμένουν χωριστά, το οικογενειακό περιβάλλον του βρέφους καθορίζεται, σε μεγάλο βαθμό, από τον γονέα με τον οποίο διαβιεί σε καθημερινή βάση, εντούτοις και ο άλλος γονέας εντάσσεται επίσης στο περιβάλλον αυτό, υπό τον όρο ότι το παιδί εξακολουθεί να έχει τακτικές επαφές μαζί του. Έτσι, στο μέτρο που μια τέτοια σχέση υφίσταται, πρέπει να λαμβάνεται υπόψη για τον προσδιορισμό του τόπου όπου βρίσκεται το κέντρο της ζωής του παιδιού.
Εντούτοις, κατά το Δικαστήριο, τα διαστήματα διαμονής ενός παιδιού με τους γονείς του, κατά το παρελθόν, στο έδαφος κράτους μέλους στο πλαίσιο διακοπών αντιστοιχούν, κατ’ αρχήν, σε έκτακτες και προσωρινές διακοπές της συνήθους πορείας της ζωής τους. Επομένως, τέτοια διαστήματα διαμονής δεν μπορούν, κατά κανόνα, να αποτελέσουν καθοριστικές περιστάσεις για την εκτίμηση του τόπου της συνήθους διαμονής του παιδιού. Το γεγονός ότι, εν προκειμένω, αυτά τα διαστήματα διαμονής είχαν ενίοτε διάρκεια πολλών εβδομάδων, ή ακόμη και μερικών μηνών, δεν κλονίζει, αυτό καθεαυτό, τη λυσιτέλεια των ως άνω εκτιμήσεων.
Το Δικαστήριο, προσθέτει ότι σε περίπτωση όπως αυτή της υποθέσεως εν προκειμένω, η γεωγραφική καταγωγή του γονέα που ασκεί, στην πράξη, την επιμέλεια του παιδιού και οι σχέσεις που το παιδί διατηρεί με την οικογένειά του στο οικείο κράτος μέλος δεν μπορούν να επισκιάσουν, για τους σκοπούς του καθορισμού του τόπου όπου βρίσκεται το κέντρο της ζωής του παιδιού, τις αντικειμενικές περιστάσεις από τις οποίες προκύπτει ότι διέμενε σε σταθερή βάση με τον γονέα αυτό σε άλλο κράτος μέλος κατά τον χρόνο υποβολής της αιτήσεως που αφορά τη γονική μέριμνα.
Το Δικαστήριο διαπιστώνει ότι ο νομοθέτης της Ένωσης προσέδωσε, όσον αφορά τη γονική μέριμνα στον κανονισμό 2201/2003, μικρή σημασία στις εκτιμήσεις σχετικά με τους πολιτιστικούς δεσμούς ενός παιδιού με το κράτος μέλος καταγωγής των γονέων του. Ειδικότερα, δυνάμει του κανονισμού αυτού, η διεθνής δικαιοδοσία των δικαστηρίων του κράτους μέλους του οποίου το παιδί έχει την ιθαγένεια μπορεί να υπερισχύει εκείνης των δικαστηρίων του κράτους μέλους της συνήθους διαμονής του μόνο υπό τις περιστάσεις και τις προϋποθέσεις που απαριθμούνται περιοριστικά στα άρθρα 12 και 15 του εν λόγω κανονισμού. Κατά συνέπεια, δεν είναι δυνατόν, για την ερμηνεία της έννοιας της «συνήθους διαμονής» του παιδιού, κατά το άρθρο 8, παράγραφος 1, του κανονισμού 2201/2003, να προσδίδεται βαρύνουσα σημασία στους πολιτιστικούς δεσμούς του παιδιού ή στην ιθαγένειά του εις βάρος των αντικειμενικών γεωγραφικών εκτιμήσεων, διότι άλλως δεν θα λαμβάνονταν υπόψη οι προθέσεις του νομοθέτη της Ένωσης.
Τέλος, το Δικαστήριο υπογραμμίζει ότι το γεγονός ότι ο γονέας που ασκεί, στην πράξη, την επιμέλεια του παιδιού προτίθεται, ενδεχομένως, να επιστρέψει στο κράτος μέλος καταγωγής του για να ζήσει με το παιδί δεν μπορεί να έχει αποφασιστική σημασία αφ’ εαυτού, αλλά αποτελεί μόνο, κατά περίπτωση, ένδειξη δυνάμενη να συμπληρώσει δέσμη συγκλινόντων στοιχείων.
Το Δικαστήριο καταλήγει ότι το άρθρο 8, παράγραφος 1, του κανονισμού 2201/2003 έχει την έννοια ότι η συνήθης διαμονή του παιδιού, κατά τον εν λόγω κανονισμό, αντιστοιχεί στον τόπο στον οποίο βρίσκεται, στην πράξη, το κέντρο της ζωής του. Στο εθνικό δικαστήριο εναπόκειται να προσδιορίσει πού βρισκόταν το κέντρο αυτό κατά την υποβολή της αιτήσεως που αφορά τη γονική μέριμνα του παιδιού, με βάση μια δέσμη συγκλινόντων πραγματικών στοιχείων. Συναφώς, σε υπόθεση όπως η υπόθεση εν προκειμένω, λαμβανομένων υπόψη των διαπιστωθέντων από το εν λόγω δικαστήριο πραγματικών περιστατικών, αποτελούν, από κοινού, καθοριστικές περιστάσεις για τη διαπίστωση του τόπου συνήθους διαμονής τα εξής:
– το γεγονός ότι το παιδί έχει ζήσει, κατά κανόνα, μαζί με τους γονείς του από τη γέννησή του μέχρι τον χωρισμό τους, σε έναν συγκεκριμένο τόπο·
– το γεγονός ότι ο γονέας που ασκεί στην πράξη, μετά τον χωρισμό του ζεύγους, την επιμέλεια του παιδιού εξακολουθεί να διαμένει σε καθημερινή βάση μαζί του στον τόπο αυτό και να ασκεί εκεί την επαγγελματική του δραστηριότητα, η οποία εντάσσεται στο πλαίσιο σχέσεως εργασίας αορίστου χρόνου, και
– το γεγονός ότι το παιδί έχει, στον συγκεκριμένο τόπο, τακτικές επαφές με τον έτερο γονέα του, ο οποίος συνεχίζει να κατοικεί σε αυτόν τον τόπο.
Αντιθέτως, σε υπόθεση όπως αυτή, δεν μπορούν να θεωρηθούν καθοριστικές περιστάσεις:
– τα διαστήματα διαμονής, κατά το παρελθόν, του γονέα που ασκεί, στην πράξη, την επιμέλεια του παιδιού, μαζί με αυτό, στο έδαφος του κράτους μέλους της καταγωγής του κατά τις περιόδους αδείας ή εορτών·
– η καταγωγή του εν λόγω γονέα, οι συνακόλουθοι πολιτιστικοί δεσμοί του παιδιού με αυτό το κράτος μέλος και οι σχέσεις του με την οικογένειά του που κατοικεί στο εν λόγω κράτος μέλος, και
– η τυχόν πρόθεση του εν λόγω γονέα να εγκατασταθεί με το παιδί, στο μέλλον, στο ίδιο αυτό κράτος μέλος.
Το πλήρες κείμενο της απόφασης είναι διαθέσιμο στην ιστοσελίδα CURIA