Στο δικαίωμα πρόσβασης στο δικαστήριο, το οποίο κατοχυρώνεται στο άρθρο 6 παρ.1 της ΕΣΔΑ, αναφέρεται η σημαντική απόφαση του ΕΔΔΑ στην υπόθεση Ivanova και Ιvashova κατά Ρωσίας (794/14 & 67755/14) και ειδικότερα στο ζήτημα υπέρβασης της προθεσμίας λόγω καθυστέρησης κοινοποίησης ή έλλειψης πλήρους γνώσης του περιεχομένου δικαστικής απόφασης.
Σύμφωνα με το ιστορικό της υπόθεσης, επί προσφυγής που άσκησε η πρώτη προσφεύγουσα, το πρωτοδικείο στη Ρωσία, με απόφαση της 22.4.2013, ζήτησε από αυτήν να συμπληρώσει ορισμένες τυπικές ελλείψεις μέχρι την 17.5.2013, η ίδια όμως έλαβε αντίγραφο της απόφασης μόλις την 22.5.2013. Με απόφαση της 22.5.2013, το πρωτοδικείο όρισε νέα προθεσμία με λήξη την 27.5.2013.
Ωστόσο, η προσφεύγουσα δεν προέβη σε καμία ενέργεια και η προσφυγή της απορρίφθηκε ως απαράδεκτη. Και ναι μεν η ίδια άσκησε έφεση, ισχυριζόμενη ότι η απόφαση της 22.5.2013 δεν της είχε κοινοποιηθεί, ωστόσο το ανώτατο δικαστήριο δέχθηκε ότι η προσφεύγουσα είχε λάβει γνώση της απόφασης αυτής αυθημερόν.
Το ΕΔΔΑ έκρινε ότι δεν υπήρχε κανένα στοιχείο που να επιτρέπει την αμφισβήτηση της κρίσης αυτής του ανώτατου δικαστηρίου, αντιθέτως προέκυπτε ότι πράγματι η προσφεύγουσα είχε λάβει γνώση της απόφασης. Κατά το Δικαστήριο, η προσφεύγουσα δεν επέδειξε την απαιτούμενη επιμέλεια, καθώς άφησε να παρέλθει η ορισθείσα από τον δικαστή προθεσμία για τη θεραπεία των τυπικών παραλείψεων. Συνεπώς, η εν λόγω απόφαση δεν ήταν προδήλως αυθαίρετη και, ως εκ τούτου, δεν υπήρξε παραβίαση του άρθρου 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ.
Περαιτέρω, απόφαση επί αγωγής της δεύτερης προσφεύγουσας δημοσιεύθηκε κατά τη συνεδρίαση της 18.2.2014, με την απαγγελία μόνον του διατακτικού της. Κατά την κυβέρνηση, η σύνταξη του κειμένου της απόφασης ολοκληρώθηκε την 25.2.2014 και αυτή κατατέθηκε στη Γραμματεία του δικαστηρίου στις 4.2.2014. Ωστόσο αιτήσεις που υπέβαλε η προσφεύγουσα με σκοπό να λάβει γνώση του απορρίφθηκαν. Τελικά, το πλήρες κείμενο της απόφασης τής κοινοποιήθηκε στις 25.3.2014.
Προηγουμένως, στις 18.3.2014, η προσφεύγουσα είχε ήδη ασκήσει έφεση (προκειμένου να μην χάσει την τριακονθήμερη προθεσμία) δηλώνοντας αδυναμία προβολής συγκεκριμένων λόγων έφεσης, αφού δεν είχε ακόμη λάβει γνώση του πλήρους κειμένου της απόφασης. Με απόφαση της 21.3.2014, το δικαστήριο της ζήτησε να προβάλει λόγους έφεσης μέχρι τις 12.4.2014. Μετά την πάροδο της προθεσμίας αυτής, η έφεση απορρίφθηκε ως απαράδεκτη. Στις 25.4.2014 (ήτοι έναν μήνα μετά την κοινοποίηση) η προσφεύγουσα άσκησε εκ νέου έφεση, η οποία όμως απορρίφθηκε ως εκπρόθεσμη.
Το ΕΔΔΑ υπενθύμισε ότι το δικαίωμα πρόσβασης σε δικαστήριο ασκείται από το χρονικό σημείο κατά το οποίο οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να γνωρίζουν πραγματικά τις δικαστικές αποφάσεις που τους επιβάλλουν ένα βάρος ή θίγουν τα δικαιώματα ή τα συμφέροντά τους, καθώς και ότι ο χρόνος κοινοποίησης (του πλήρους κειμένου) των δικαστικών αποφάσεων πρέπει να αποδεικνύεται με βεβαιότητα.
Στην προκειμένη περίπτωση, η κυβέρνηση ισχυρίστηκε ότι η προσφεύγουσα μπορούσε να λάβει γνώση της απόφασης στις 11.3.2014, κατά την ανάγνωση του φακέλου στη γραμματεία του δικαστηρίου, η ίδια όμως η προσφεύγουσα το αμφισβήτησε.
Το ΕΔΔΑ δέχθηκε ότι η εν λόγω απόφαση κοινοποιήθηκε στην προσφεύγουσα στις 25.3.2014, γεγονός το οποίο δεν αμφισβητείται από την κυβέρνηση, και ότι η προσφεύγουσα προέβη σε όλες τις εύλογες ενέργειες προκειμένου να λάβει γνώση του πλήρους κειμένου της απόφασης και ν’ ασκήσει εμπροθέσμως έφεση κατ’ αυτής.
Επομένως, κατά το Δικαστήριο, τα εθνικά δικαστήρια ερμήνευσαν με αυστηρότητα το εσωτερικό δίκαιο, με αποτέλεσμα να επιρριφθεί ένα υπερβολικό βάρος στην προσφεύγουσα, η οποία δεν ήταν σε θέση να το επωμισθεί, παρά το γεγονός ότι επέδειξε ιδιαίτερη επιμέλεια.
Συνεπώς, η απόρριψη της έφεσης της προσφεύγουσας ως εκπρόθεσμης, ενόψει και των συνεπειών που είχε σε βάρος της, αποτελεί μέτρο δυσανάλογο σε σχέση με τον σκοπό της εγγύησης της ασφάλειας δικαίου και της καλής οργάνωσης της Δικαιοσύνης. Συνεπώς, παραβιάστηκε το δικαίωμα πρόσβασης της προσφεύγουσας σε δικαστήριο, το οποίο κατοχυρώνεται στο άρθρο 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ.