Διαχρονική και όσο ποτέ επίκαιρη σήμερα είναι η επιγραφή από το Δελφίνιον της Μιλήτου. Ανάγεται στα μέσα του 2 ο π. Χ. αιώνα και ήταν χαραγμένη σε μάρμαρο. Βρίσκεται σε μουσείο του Βερολίνου και έχει ευρέως σχολιασθεί.
Το θέμα της είναι σχετικό με τις χορηγίες-δωρεές στην υπηρεσία της Παιδείας και τα όσα αναφέρονται σ’ αυτήν, λεπτομερέστατα, αποτελούν σπουδαία διδασκαλία για το πώς έπρεπε να λειτουργούν οι δημόσιες υπηρεσίες. Τα φαινόμενα της διαπλοκής και διασπάθισης του δημοσίου χρήματος ήταν αδύνατον να συμβούν με τέτοιους νόμους. Το αυστηρό νομικό πλαίσιο των Κλασσικών χρόνων, δηλαδή, εξακολουθεί να ισχύει και στην Ελληνιστική εποχή με λαμπρά αποτελέσματα!!!
Αξίζει, επίσης, να μνημονεύσουμε το περιεχόμενό της για ένα ακόμη σοβαρό λόγο: Αποδεικνύεται δηλαδή ότι έρχονται από την αρχαιότητα οι σχολικές ομαδικές εκδηλώσεις (επιδείξεις, παρελάσεις – πομπές) και δεν είναι δημιουργήματα προσφάτων απολυταρχικών καθεστώτων, όπως έχουν υποστηρίξει κάποιοι των λεγομένων εκσυγχρονιστικών τάχα χώρων. Η δε επιζητούμενη διακοπή τους, όπως έγινε ήδη με εκείνην των γυμναστικών επιδείξεων στερεί, μάλλον, την έννοια της συλλογικότητας και της πειθαρχίας και αποσυνδέει τους σημερινούς Έλληνες από την αρχαιοελληνική τους παράδοση, στόχον τον οποίον επιδιώκουν οι Νεοταξίτες συγγραφείς (Λιακορεπουσιδοκουλούρηδες – Δραγωνοφραγκουδάκηδες και Σία). Ο Μιλήσιος πολίτης Εύδημος αναφέρει η επιγραφή, λοιπόν, θέλοντας να ευεργετήσει τον δήμο του και να δοξάσει για πάντα το οικογενειακό του όνομα, πρoσφέρει το μεγάλο χρηματικό ποσόν των 10 ταλάντων (1 τάλαντο= 3.000 στατήρες και κάθε στατήρας=2 δραχμές) «…εις παιδείαν των ελευθέρων παίδων ».
Αυτομάτως, γίνεται κατανοητόν ότι και για τους μη ελεύθερους παίδες εκείνων των χρόνων πρέπει να υπήρχε εκπαιδευτική μέριμνα. Στη συνέχεια περιγράφονται αναλυτικά οι διαδικασίες σύμφωνα με τις οποίες θα γινόταν η φύλαξη και διασφάλιση του χορηγούμενου ποσού σε δημόσια τράπεζα σύμφωνα με τις εγκυκλίους που ίσχυαν, ώστε από την επόμενη χρονιά η πρόσοδος (τόκοι-κέρδη από την εκμετάλλευση του χορηγηθέντος κεφαλαίου), να διατίθεται για την Εκπαίδευση.
Με απόλυτη σαφήνεια προσδιορίζονται οι χρηματικές ποινές-πρόστιμα, τα οποία υποχρεούντο να καταβάλουν όλοι, όσοι θα έπρατταν άλλα από τα συμφωνηθέντα: α) Η Τράπεζα ήταν υποχρεωμένη να αποδώσει τα χρήματα εις διπλούν [εάν δε μη παραδώσιν καθότι γέγραπται, οφειλέ|τωσαν τώι δήμωι διπλάσια τα χρήματα]. β) Οι διοικούντες τις προσόδους της πόλης (ονομαζόμενοι ανατάκται), εφ’ όσον δεν πετύχαιναν κάθε χρόνο να ξεχωρίζουν ποσόν 300 στατήρων, ώστε να εκπληρώνονται οι σχολικές υποχρεώσεις, πλήρωναν πρόστιμο 500 ιερούς στατήρες στον Ερμή και στις Μούσες, (τους προστάτες δηλαδή των γραμμάτων, τεχνών και επιστημών).
Θέματα σημαντικότατα εξ άλλου, που σήμερα αποτελούν πρόβλημα δυσεπίλυτο και από τα μέγιστα της δυσλειτουργίας του εκπαιδευτικού μας συστήματος, ήταν λυμένα τότε με τον καλύτερο τρόπο. Εννοούμε τον τρόπο και το χρόνο επιλογής και πρόσληψης του διδακτικού προσωπικού, τον αριθμό των διδασκόντων και την αμοιβή τους ανά ειδικότητα: Διορίζονταν οι «παιδοτρίβαι» ήτοι γυμναστές της πάλης και άλλων αγωνισμάτων, καθώς και οι γραμματοδιδάσκαλοι.
Ο αριθμός τους ήταν ίδιος (4 + 4 άτομα), αλλά η αμοιβή των γραμματοδιδασκάλων ήταν μεγαλύτερη. Αναγνωριζόταν δηλαδή το λειτούργημα του γραμματοδιδασκάλου, ως έργο ανώτερης βαρύτητας από εκείνο του παιδοτρίβη. Γι’ αυτό και ανταμοίβονταν με 10 δραχμές επί πλέον ήτοι (30+10). (…..παιδοτρίβας | τέσσαρας και γραμματοδιδασκάλους τέσσαρας. …………τετάχθαι δε μισ|θόν των μεν παιδοτριβών έκάστωι μηνός εκάστου δραχμάς τριά|κοντα 7 των δε γραμματοδιδασκάλων εκάστωι μηνός εκάστου | δραχμάς τεσσεράκοντα).
Βαρύτατο πρόστιμο 500 στατήρων επιβαλλόταν στους ταμίες, οι οποίοι δεν επλήρωναν τους διδάσκοντες στη συγκεκριμένη ημερομηνία, (… μηνός ε|κάστου τηι νουμηνίαι’ εάν δε τις μη δώι, οφειλέτω στατήρας πεν|τακοσίους ιερούς Ερμού και Μουσών). Άρα την έγκαιρη πληρωμή θεωρούσαν προϋπόθεση απαραίτητη, τότε, με στόχον ώστε να υπηρετείται «ευτάκτως» το λειτούργημά τους, όπως αναγράφεται στηνεπιγραφή. Η σημερινή Ελλάδα, αντιθέτως, απαξιώνει το διδακτικό προσωπικό και αφήνει απλήρωτους εκπαιδευτικούς για πολλούς μήνες, σπαταλώντας τεράστια ποσά άσκοπα και στους ημετέρους…
Μεγάλην, επίσης, σημασίαν έχουν όσα αναφέρονται στη διαδικασία πρόσληψης των διδασκόντων: Το εκπαιδευτικό προσωπικό εξασφαλιζόταν από τον προηγούμενο για τον επόμενο χρόνο και όλα τα ονόματα αυτών που προσλαμβάνονταν εκτίθεντο σε κατάλογο στην Αντιόχεια Στοά, μέχρι τα μέσα (διχομηνία=πανσέλινον) του μηνός Σεπτεμβρίου (Αρτεμισιώνα). Ακολουθούσε τελετή παρουσία και του δωρητού Ευδήμου ή του πρεσβύτερου διαδόχου του μετά τον θάνατο εκείνου, ώστε επισήμως να αναλαμβάνουν το χρίσμα οι εκπαιδευτικοί και να ελέγχεται, αν η επιλογή των συγκεκριμένων ήταν η καλύτερη.
Τον όρκο ανάληψης υπηρεσίας έδινε έκαστος διδάσκαλος, χωριστά, παρουσία των ιερέων και του ιεροκήρυκα, βεβαιώνοντας με όρκο στον Ερμή (οι παιδοτρίβαι) ή στον Απόλλωνα και τις Μούσες (οι γραμματοδιδάσκαλοι), ότι δεν έχει προσφύγει σε κανένα μέσον ούτε ο ίδιος ούτε άλλος υπέρ αυτού, αναλαμβάνοντας έτσι και την ευθύνη του όρκου του[… μη παρακεκληκέναι μη|θένα Μι-λησίων, όπως με χειροτονήι, μηδ ετέρωι προστεταχέναι παρα|καλέσαι υπέρ εμού…] Μεταξύ των εκδηλώσεων ήταν οι επιδείξεις και οι αγώνες «στεφανίτες».
Τη διεκπεραίωση των συγκεκριμένων αγώνων αναλάμβαναν οι παιδοτρίβες οδηγώντας τους μαθητές –αθλητές και εκτός του δήμου τους. Όμως, οι απουσιάζοντες εκτός δήμου παιδοτρίβες-γυμναστές δεν εγκατέλειπαν τους υπολοίπους μαθητές να χαλαρώνουν και να αναστατώνουν όλο το σχολικό συγκρότημα.. Οι παιδονόμοι φρόντιζαν να αναπληρώνουν τους απόντες με τα καταλληλότερα πρόσωπα. Με καταβολήν προστίμου 500 στατήρων, επίσης, απαγορευόταν στους πάντες η έκφραση και επιθυμίας ακόμη και για οποιαδήποτε αλλαγή των ψηφισμένων νόμων.
Τέλος, οσάκις περίσσευαν χρήματα και μετά την καταβολή των μισθών, αναλάμβαναν οι παιδονόμοι να στέλνουν σφάγειο-βόδι προς θυσία στον Διδυμαίο Απόλλωνα σε μορφή πομπής-παρέλασης (ζώου, παιδιών, επιστατών και ενός μέλους από την οικογένεια των δωρητών).
Θυμίζει-μοιάζει με μικρογραφία της μεγάλης παρέλασης-πομπής των Παναθηναίων της κλασσικής Αθήνας και δηλώνει τη συνέχεια της Ελληνικότητας των θεσμών και εθίμων. Όλες, βεβαίως, οι παραπάνω υποχρεώσεις κα ενέργειες των σχολικών φορέων γίνονταν σεβαστές και αποδεκτές με την παρρησία που επέβαλε η δημοσιοποίηση του ψηφίσματος εις διπλούν.
Γραφόταν δηλαδή το ψήφισμα σε δύο λίθινες στήλες, (κανένα κρυφό μυστικό για να βολέψουμε τους ημετέρους) και η μία εξ αυτών στηνόταν στην παλαίστρα, ενώ η άλλη στο ιερόν του Απόλλωνα του Δελφινίου, όπου είχε στηθεί τιμητική για τον δωρητή εξέδρα. Αυτήν έχουμε και αναλύουμε σήμερα!!!
Εμείς οι Νεοέλληνες δεν την αντιγράψαμε, δυστυχώς! Δεν ακολουθούμε την πορεία που χάραξαν οι πρόγονοί μας και μας ανέδειξαν παγκοσμίως! Έτσι, φτάσαμε στη σημερινή ντροπή και την κατάντια που ζούμε, αποδεικνύοντας το λεγόμενον από πολλούς ότι «η Ιστορία διδάσκει πως η Ιστορία δεν διδάσκει». Από την Σπαθάτου Αδαμαντία – Ανδρονίκη, Ιστορικός – Αρχαιολόγος – Εκπαιδευτικός