ΑΠ 222/2018 (ποιν.): Προθεσμία άσκησης ενδίκων μέσων- Κρατούμενος κατηγορούμενος- Δεν συνιστά λόγο ανωτέρας βίας για την εκπρόθεσμη άσκηση ενδίκου μέσου η επίκληση από τον κατηγορούμενο ότι δεν είχε πρόσβαση στη δικογραφία ούτε πληροφόρηση για την πορεία της υπόθεσής του.
«Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 513 παρ. Ια και 476 παρ. Ια ΚΠοινΔ, προκύπτει ότι, όταν υπάρχει περίπτωση απαραδέκτου, το Δικαστήριο του Αρείου Πάγου (σε Συμβούλιο), που είναι αρμόδιο να κρίνει σχετικά, ύστερα από πρόταση του Εισαγγελέα και αφού ακούσει τους διαδίκους που εμφανισθούν, απορρίπτει την αίτηση αναίρεσης ως απαράδεκτη και καταδικάζει στα έξοδα εκείνον που την άσκησε.
Περαιτέρω από την ίδια ως άνω διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 476 του ΚΠοινΔ, προκύπτει ότι, όταν το ένδικο μέσο ασκήθηκε, εκτός των άλλων περιπτώσεων, εκπρόθεσμα, απορρίπτεται ως απαράδεκτο. Επιπλέον, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 462 και 473 παρ. 1 του ίδιου Κώδικα προκύπτει ότι η προθεσμία άσκησης των ενδίκων μέσων κατά απόφασης είναι, όπου ειδική διάταξη νόμου δεν ορίζει διαφορετικά, δεκαήμερη και αρχίζει από την έκδοση της, όταν η καταδικαστική απόφαση απαγγέλθηκε με την παρουσία του κατηγορουμένου, άλλως από τη νόμιμη επίδοση της. Κατά δε την παρ. 3 του άρθρου 473, η προθεσμία για την άσκηση της αναίρεσης αρχίζει από τότε που η τελεσίδικη απόφαση θα καταχωριστεί καθαρογραμμένη στο ειδικό βιβλίο που τηρείται από τη γραμματεία του ποινικού δικαστηρίου.
Περαιτέρω κατά την έννοια της διάταξης του άρθρου 474 παρ. 2 ΚΠοινΔ, εκείνος που ασκεί εκπρόθεσμα το ένδικο μέσο, κατά τη συναγόμενη από το άρθρο 255 ΑΚ γενική αρχή του δικαίου, ότι κανείς δεν υποχρεούται στα αδύνατα, οφείλει να διαλάβει στη σχετική έκθεση τα περιστατικά της ανωτέρας βίας ή του ανυπέρβλητου κωλύματος, εξαιτίας των οποίων δεν άσκησε εμπρόθεσμα το ένδικο μέσο και συγχρόνως να επικαλεσθεί τα αποδεικτικά μέσα, από τα οποία αποδεικνύονται τα περιστατικά αυτό.
Αν δεν διαλάβει τέτοια περιστατικά στην έκθεση ή αν τα περιστατικά αυτά δεν αποδεικνύονται από τα αποδεικτικά μέσα που επικαλείται και προσκομίζει, το ένδικο μέσο απορρίπτεται ως εκπρόθεσμο και συνεπώς απαράδεκτο, κατά το άρθρο 476 παρ. 1 ΚΠοινΔ. Αναπλήρωση των ανωτέρω με λόγους και περιστατικά που προβάλλονται με άλλο έγγραφο και ειδικότερα με υπόμνημα, που υποβάλλεται μεταγενέστερα είναι απαράδεκτη.
Στην προκειμένη περίπτωση όπως διαπιστώνεται από την επιτρεπτή επισκόπηση των εγγράφων της δικογραφίας, για τον έλεγχο του παραδεκτού ή μη της ασκηθείσας αίτησης αναίρεσης η με αριθμό 1459/2016 απόφαση του Πενταμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης εκδόθηκε εκπροσωπουμένου δια πληρεξουσίου του αναιρεσείοντος Ε. Σ. του Γ. στη Θεσσαλονίκη στις 24 Νοεμβρίου 2016 και καταχωρήθηκε στο οικείο βιβλίο του αρθρ. 473 §3 ΚΠοινΔ στις 26.6.2017.
Η ως άνω εκπροσώπηση του κατηγορουμένου καθιστά τον κατηγορούμενο ως παριστάμενο παρόντα στο ακροατήριο. Η αίτηση αναίρεσης αυτού ασκήθηκε στις 31.10.2017 ενώπιον του Γραμματέως του Εφετείου Θεσσαλονίκης από τον συνήγορο υπερασπίσεως αυτού Ε. Β., ο οποίος διορίσθηκε αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο, όπως προκύπτει από την 24.11.2016 βεβαίωση του Ποινικού Τμήματος του Εφετείου Θεσσαλονίκης προς τον ανωτέρω δικηγόρο ο αναιρεσείων χορήγηση την από 11.10.2017 εξουσιοδότηση με παροχή πληρεξουσιότητας προς άσκηση της κρινομένης αναιρέσεως.
Στην ανωτέρω αναίρεση που ασκήθηκε εκπροθέσμως αναφέρεται ως λόγος ανώτερης βίας ότι “ουδεμία πρόσβαση είχε στην υπό κρίση δικογραφία, ούτε κάποια πληροφόρηση για την πορεία της, μετά την Δευτεροβάθμια καταδικαστική κρίση ως κρατούμενος στη Δικαστική Φυλακή …”, ο επικαλούμενος ως άνω λόγος δεν συνιστά ανωτέρα βία ή ανυπέρβλητο κώλυμα για την καθυστερημένη και εκπρόθεσμη άσκηση της αναιρέσεως διότι, ως και ανωτέρω αναφέρεται, ο αναιρεσείων παρέστη με δικηγόρο που διορίσθηκε αυτεπαγγέλτως στο Δικαστήριο που εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση και επομένως αυτές θεωρείται παρών και όφειλε να ασκήσει την αναίρεση εντός δεκαημέρου από τη δημοσίευση της αποφάσεως, η δε μη πρόσβαση στη δικογραφία λόγω της κρατήσεώς του στη δικαστική φυλακή δεν αποτελεί λόγο ανωτέρας βίας καθόσον μπορούσε να λάβει γνώση υπό του εκπροσωπούντος αυτόν δικηγόρου.
Συνακόλουθα προς τα παραπάνω και εφόσον ειδοποιήθηκε ο ορισθείς αντίκλητος δικηγόρος του αναιρεσείοντος Ε. Β., σύμφωνα με το άρθρο 476 παρ. 1 ΚΠοινΔ, όπως προκύπτει από την επισημείωση του αρμοδίου γραμματέα στο φάκελο της δικογραφίας, για να παραστεί στο παρόν συμβούλιο κατά τη σημερινή δικάσιμο και αυτός δεν παρέστη, η κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως είναι απαράδεκτη και ως τέτοια πρέπει να απορριφθεί και να καταδικασθεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα της προκείμενης διαδικασίας (αρθρ. 476 παρ. 1 και 583 παρ. 1 ΚΠοινΔ)». (areiospagos.gr)