Τη γη που τους ανήκε στο χωριό (τότε, τώρα είναι δήμος) Άγιος Αθανάσιος Λεμεσού, ανακτά 42 χρόνια μετά την απαλλοτρίωσή της, με απόφαση του Διοικητικού Δικαστηρίου, η οικογένεια στην οποία ανήκε, μετά από πολύχρονη δικαστική μάχη.
Η Απόφαση είναι φανερό ότι θα αποτελέσει κριτήριο για πολλούς ιδιοκτήτες απαλλοτριωθείσας γης για τη λήψη ή όχι νομικών μέτρων, αλλά και νομικό υπόβαθρο και προηγούμενο για παρόμοιες υποθέσεις. Κυριότερο σημείο, το γεγονός ότι η γη και συγκεκριμένα μέρος της γης που απαλλοτριώθηκε, δεν χρησιμοποιήθηκε για τους σκοπούς απαλλοτρίωσής της.
Συγκεκριμένα, τα τεμάχια των συγκεκριμένων ιδιοκτητών, στο χωριό Άγιος Αθανάσιος, μαζί με άλλες ιδιοκτησίες, απαλλοτριώθηκαν το 1976, κατόπιν δημοσίευσης Γνωστοποίησης Απαλλοτρίωσης στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας. Η απαλλοτρίωση κρίθηκε αναγκαία «διά την κατασκευήν οδού προσπελάσεως προς τη βιομηχανικήν περιοχήν Αγίου Αθανασίου ή δι’ οιονδήποτε άλλον σκοπόν συντελούντα εις την ανάπτυξιν της βιομηχανίας».
Στους ιδιοκτήτες καταβλήθηκε η προβλεπόμενη αποζημίωση.
Όμως, ο σχεδιασμός στη βάση του οποίου έγιναν οι απαλλοτριώσεις ήταν για δρόμο τεσσάρων λωρίδων κυκλοφορίας. Αλλά τελικά υλοποιήθηκε δρόμος με δύο λωρίδες κυκλοφορίας. Το 2009, οι ιδιοκτήτες ζήτησαν επιστροφή της γης που δεν χρησιμοποιήθηκε, με το κράτος να απορρίπτει το αίτημά τους. Οπότε και ξεκίνησαν νομικές διαδικασίες. Κέρδισαν την πρώτη δικαστική μάχη, με το Δικαστήριο να αποφασίζει ότι το κράτος απέρριψε το αίτημα επιστροφής του υπολοίπου της γης, χωρίς να προηγηθεί η δέουσα έρευνα.
Το κράτος απέρριψε και πάλι την αίτηση επιστροφής της γης, προβάλλοντας αυτή τη φορά και την απαραίτητη έρευνα. Ακολούθησε νέα προσφυγή των ιδιοκτητών στο Δικαστήριο το 2012, με ισχυρισμό για παραβίαση των προβλέψεων του Συντάγματος για τις απαλλοτριώσεις, στη βάση του οποίου και δικαιώθηκαν.
Τα τεμάχια δεν έχουν μέχρι σήμερα χρησιμοποιηθεί για τους σκοπούς της απαλλοτρίωσης. Ο σχεδιασμός ή η εγγραφή του δρόμου στα κτηματολογικά σχέδια για μελλοντική χρήση, δεν μπορεί να είναι λόγος συνέχισης της απαλλοτρίωσης, αφού δεν έγιναν έργα για την κατασκευή τετραπλής οδού προσπελάσεως, ήταν τα κύρια επιχειρήματα των νομικών των ιδιοκτητών των τεμαχίων. Οπότε και η άρνηση από πλευράς του κράτους για επιστροφή της γης, παραβιάζει και το Σύνταγμα και το ευρωπαϊκό δίκαιο, ισχυρίστηκαν στο Δικαστήριο.
Πρόκειται για τη σημερινή λεωφόρο Αγίου Αθανασίου, που σχεδιάστηκε από το Τμήμα Πολεοδομίας και Οικήσεως να έχει δύο λωρίδες κυκλοφορίας σε κάθε κατεύθυνση, δηλαδή τέσσερις λωρίδες κυκλοφορίας και για τον σκοπό αυτό απαλλοτριώθηκε η αναγκαία ακίνητη ιδιοκτησία. Μέρος του δρόμου αυτού κατασκευάστηκε από το Τμήμα Δημοσίων Έργων ως πρώτη φάση με μία λωρίδα και η δεύτερη λωρίδα, ως αναφέρεται τόσο στην Ένσταση όσο και στη γραπτή αγόρευση των καθ’ ων η αίτηση, θα κατασκευασθεί μελλοντικά σε συνδυασμό με άλλους δρόμους της περιοχής, ήταν ο ισχυρισμός της υπεράσπισης της κρατικής πλευράς.
Όπως διατυπώνει το Δικαστήριο στην απόφασή του, η κρατική πλευρά αναγνωρίζει ότι σε ένα μέρος των τεμαχίων δεν έχει κατασκευασθεί το τμήμα του δρόμου που αφέθηκε να κατασκευασθεί σε στάδιο που θα ακολουθήσει. Σημειώνεται επίσης ότι ο δρόμος έχει σχεδιασθεί στα επίσημα κτηματολογικά σχέδια και έχει εγγράφει ως δημόσιος δρόμος. Όπως έχει γίνει η απαλλοτρίωση, σύμφωνα με την κυβερνητική πλευρά, σημαίνει ότι νομικά ολοκληρώθηκε η απαλλοτρίωση και δεν έχει σημασία πότε στην πράξη θα γίνει ο δρόμος με ασφαλτόστρωση.
Το Δικαστήριο τονίζει όμως ότι σύμφωνα με το Σύνταγμα, «οποιαδήποτε αναγκαστικώς απαλλοτριωθείσα ιδιοκτησία θα πρέπει να χρησιμοποιηθεί αποκλειστικώς προς τον σκοπό για τον οποίο έχει απαλλοτριωθεί, με την απαλλοτριούσα Αρχή να υποχρεούται να προσφέρει την ιδιοκτησία στο πρόσωπο από το οποίο την είχε απαλλοτριώσει με την καταβολή της τιμής κτήσεως αυτής, εάν εντός τριών ετών από την απαλλοτρίωση δεν κατέστη εφικτός ο σκοπός της».