Μετά τη νίκη του Μεγάλου Αλεξάνδρου επί των τελευταίων δυνάμεων της Αυτοκρατορίας των Αχαιμενιδών το 328 π.Χ. ξεκίνησε η εκστρατεία του για την επέκταση της αυτοκρατορίας του πέρα από τα τότε όρια της Περσίας, προς την Ινδία. Μέρη άγνωστα αλλά και ελκυστικά στο μυαλό του στρατηλάτη. Μέρη που ο στρατός των Μακεδόνων θα ερχόταν αντιμέτωπος με έναν στρατό που δεν είχε αντιμετωπίσει ξανά και μία πολεμική μηχανή με πλάσματα που προκαλούσαν τρόμο.
Προχωρώντας μετά τα σύνορα του σημερινού Αφγανιστάν με το Πακιστάν ο Αλέξανδρος συμμάχησε με τον βασιλιά Ταξίλη του ινδικού βασιλείου των Τάξιλα απέναντι στον γείτονα βασιλιά και φιλόδοξο ηγέτη Πώρο. Ο Πώρος ήταν άρχοντας της περιοχή του ποταμού Υδάσπη. Η σημερινή ονομασία του ποταμού είναι Τζέλουμ και μιλάμε για έναν παραπόταμο του Ινδού ποταμού της περιοχής της τότε Πενταποταμίας, σημερινής Παντζαμπ του Πακιστάν.
Σε εκείνη την επίπεδη αμμώδη πεδιάδα χωρίς λάσπη θα γινόταν μία από τις πιο «βρώμικες» και βίαιες μάχες στην ιστορία της ανθρωπότητας. Όπου οι άνθρωποι και τα ζώα που ενεπλάκησαν θα βρίσκονταν σε ένα μακελειό άνευ προηγουμένου όπου τελικά θα έβρισκε νικητή των Μακεδόνα βασιλιά. Με τεράστιο κόστος ωστόσο σε υλικά και ανθρώπινο δυναμικό.
Η μάχη του Υδάσπη έμεινε στην ιστορία, εκτός από το μαεστρικό τακτικό σχέδιο του Αλέξανδρου που νίκησε τον στρατό του Πώρου και τις πολεμικές μηχανές του, τους ελέφαντες του πολέμου, έμεινε αξέχαστη για την σκληρότητά της στο πεδίο της μάχης. Και αυτό θα είναι, κυρίως, το θέμα αυτού του κειμένου.
Η φονική μηχανή του Πώρου
Το 326 π.Χ. ο Μέγας Αλέξανδρος έφτασε στα Τάξιλα. Εντυπωσιακή και μεγάλη πόλη όπου εκεί ήρθαν για πρώτη σε επαφή με τον ινδικό πολιτισμό. Εκεί οι δυνάμεις από τις γύρω περιοχές έφτασαν αμέσως για να δηλώσουν υποταγή στον Αλέξανδρο και να τον ενημερώσουν για το τι επρόκειτο να αντιμετωπίσει από το στρατόπεδο του Πώρου.
Από την πρώτη στιγμή κατάλαβε ότι είχε να αντιμετωπίσει έναν σκληροτράχηλο στρατό και μία πολεμική μηχανή που προκαλούσαν δέος. Ο Μέγας Αλέξανδρος έφτασε στον Υδάσπη αφού πρώτα κατατρόπωσε τον ανιψιό του Πώρου.
Ο στρατός του Μακεδόνα βασιλιά σύμφωνα με τον Αρριανό είχε 23.000 πεζούς και 8.500 ιππείς. Στην απέναντι όχθη είχε παραταχθεί ο στρατός του Πώρου: 30.000 πεζοί, 4.000 ιππείς, 300 άρματα και 200 ελέφαντες. Οι ελέφαντες του Πώρου θύμιζαν πύργους σε τείχη τειχών, κατά τον Διόδωρο και τον Πολύαινο.
Μετά από ένα έξυπνο τέχνασμα, ο Αλέξανδρος κατάφερε να ξεγελάσει τις αμυντικές γραμμές του Πώρου, να βρει το ευάλωτο σημείο του ποταμού και να περάσει απέναντι. Μετά από μία σχετικά σύντομη μάχη με την εμπροσθοφυλακή του Πώρου της οποίας ηγούταν ο γιος του, ο Αλέξανδρος πέρασε προς τον στρατό του βασιλιά.
Οι ελέφαντες, τα άρματα και τα τόξα του Πώρου προξενούσαν δέος. Τα τόξα μάλιστα ήταν τόσο μεγάλα που έπρεπε να είναι στηριγμένα στο έδαφος.
Η σφαγή του Υδάσπη
Η μάχη δόθηκε πιθανότατα πριν το μεσημέρι, σε πεδιάδα που βρισκόταν 5-6 χιλιόμετρα ανατολικά από το στρατόπεδο του Πώρου. Η τοποθεσία είχε επιλεχθεί από τον Ινδό βασιλιά και ήταν ένα ανοικτό μέρος όπου οι δυσκίνητοι ελέφαντες και το ιππικό θα μπορούσαν να ελιχθούν με άνεση.
Το κεντρικό μέτωπο του Πώρου είχε παραταχθεί με τέτοιο τρόπο ώστε σε μήκος να φτάνει τα 4 χιλιόμετρα. Κάθε τριάντα μέτρα είχε τοποθετηθεί και ένας ελέφαντας. Σε κάθε πτέρυγα τοποθέτησε αρχικά ένα πλευρικό σώμα πεζικού και κατόπιν το ιππικό του με μια Ίλη αρμάτων να τα καλύπτει. Ο στρατός του Πώρου ήταν εντυπωσιακός.
Ο Μέγας Αλέξανδρος ήξερε ότι έπρεπε πρώτα να γίνει εκτεταμένη αναγνώριση της διάταξης του αντιπάλου του. Όταν αυτό έγινε κράτησε τις δυνάμεις του προσεκτικά κρυμμένες πίσω από δέντρα. Επίσης αντιλήφθηκε όταν μία κατά μέτωπο επίθεση θα ήταν άχρηστη και καταστροφική. Τα άλογα θα τρομοκρατούνταν από τους ελέφαντες κάτι που θα αποτελούσε ντεσαβαντάζ στην προσπάθεια επικράτησης.
Αν η φάλαγγα επρόκειτο να συγκρουστεί με το κέντρο του Πώρου, έπρεπε πρώτα να εξοντωθεί το ινδικό ιππικό. Κάτι που έγινε όταν μετά από έναν δαιμόνιο ελιγμό κατατρόπωσε σφαγιάζοντας αρχικά το ιππικό και τους στρατιώτες που χειρίζονταν τα άρματα.
Οι Ινδοί οπισθοχώρησαν για να προστατευτούν πίσω από τους ελέφαντες. Τότε ο Αλέξανδρος είχε όλη την ευχέρεια να επιτεθεί στο κέντρο της διάταξης του Πώρου.
Μια από τις πιο βρώμικες μάχες της ιστορίας
Οι ελέφαντες εξημερώθηκαν από τους ανθρώπους και χρησιμοποιήθηκαν όπως και τα άλογα ως ζώα έλξης. Οι άνθρωποι ωστόσο κατάλαβαν σχετικά νωρίς ότι η φυσική δύναμη των ελεφάντων μπορούσε να χρησιμοποιηθεί και για πολεμικούς σκοπούς.
Στην Ινδία οι πολεμικοί ελέφαντες εξελίχτηκαν στο μέτρο σύγκρισης της πολεμικής και οικονομικής ισχύος του κάθε βασιλείου αλλά και στο βασικό πολεμικό υλικό των στρατών. Τα άρματα μάχης της εποχής.
Στα Γαυγάμηλα το 331 π.Χ. ο στρατός του Δαρείου Γ’ διέθετε και 15 ινδικούς ελέφαντες, τους οποίους όμως δεν χρησιμοποίησε στη μάχη. Στη μάχη του Υδάσπη όμως ο Αλέξανδρος βρέθηκε αντιμέτωπος με 200 εκπαιδευμένους ασιατικούς πολεμικούς ελέφαντες.
Ο Μέγας Αλέξανδρος βρέθηκε μπροστά στο πρόβλημα να αντιμετωπίσει τα τεράστια ζώα. Ο τρόπος που βρήκε ήταν μεν αποτελεσματικός (και εν τέλει νικηφόρος αφού επικράτησε του Πώρου παρότι υστερούσε αριθμητικά) αλλά κατέληξε σε μία κτηνωδία άνευ προηγουμένου που δεν άφησε ανεπηρέαστο ούτε τον μακεδονικό στρατό.
Το σχέδιο ήταν σχετικά απλό και βασιζόταν στο γεγονός ότι το ζώο αντιδρούσε με βάσει το ένστικτό του και συνήθως τρεπόταν σε φυγή, ποδοπατώντας αδιακρίτως εχθρούς και φίλους: Οι τοξότες θα περικύκλωναν τα θηρία και θα προσπαθούσαν να εξουδετερώσουν τους οδηγούς. Μετά με ακόντια και λόγχες θα χτύπαγαν τα ευάλωτα σημεία του σώματός τους. Έπειτα το πεζικό θα εξαπέλυε την τελική επίθεση κόβοντας μέρη από το σώμα των ελεφάντων όπως τα πόδια τους ή τις προβοσκίδες τους.
Όπως είναι λογικό τα ζώα εξαγριώθηκαν και τρομοκρατήθηκαν. Οι σκηνές που ακολούθησαν φέρνουν στο μυαλό τον Ντε Λα Κρουά ή τον Καραβάτζιο.
Κατακρεουργημένα ζώα είτε πατούσαν και συνέθλιβαν τους πεζικάριους και των δύο στρατών, είτε σωριάζονταν στο έδαφος ρίχνοντας τους τόνους του σώματός τους πάνω στους στρατιώτες.
Άλλους τους έπιαναν με τις προβοσκίδες τους και τους εκσφενδόνιζαν μέτρα μακριά ή τους διέλυαν με δύναμη στο έδαφος. Στην προσπάθειά τους να ξεφύγουν «σούβλιζαν» με τους χαυλιόδοντές τους όποιον έβρισκαν στον δρόμο τους. Ενώ αναφορές που κάνουν το σκηνικό της μάχης ακόμα πιο γκροτέσκο μιλούν για ακούσια αφόδευση των τεράστιων ζώων την ώρα που τασκότωναν.
Φανταστείτε το σκηνικό της μάχης όταν πια ο Πώρος συνελήφθη: Χιλιάδες νεκροί, τραυματίες ακρωτηριασμένοι, ανθρώπινα σώματα παραμορφωμένα από τα χτυπήματα των ελεφάντων, άλογα και ελέφαντες κατακρεουργημένα και μεγάλες ποσότητες κοπράνων από τα θηρία που πέθαιναν με φρικτό τρόπο.
Ο φρικτός απολογισμός
Η μάχη βρήκε νικητή τον Μέγα Αλέξανδρο αλλά με απώλειες περισσότερες από κάθε άλλη φορά. Αρριανός και Διόδωρος διαφωνούν όσον αφορά τις απώλειες του μακεδονικού στρατοπέδου. Ο πρώτος μιλά για 310 νεκρούς ενώ ο δεύτερος για πάνω από 1.000. Ωστόσο η πιο σημαντική απώλεια της μάχης ήταν ο Βουκεφάλας το αγαπημένο άλογο του Αλέξανδρου, ο οποίος τραυματισμένος και εξαντλημένος πέθανε λίγο καιρό μετά.
Ο στρατός του Πώρου κατατροπώθηκε οι νεκροί των Ινδών εκτιμώνται ανάμεσα σε 12.000 μέχρι 23.000. Σκοτώθηκαν οι δύο γιοι του Πώρου, όλοι οι στρατηγοί και οι ιππάρχες, όλοι οι οδηγοί των ελεφάντων και των αρμάτων, τα οποία καταστράφηκαν όλα, ενώ όσοι ελέφαντες επιβίωσαν, πιάστηκαν, αιχμαλωτίστηκαν. Ο αριθμός των νεκρών κατά τον Διόδωρο ανέρχεται σε 120 ενώ 80 αιχμαλωτίστηκαν για να χρησιμοποιηθούν στο στρατό του Μακεδόνα στρατηλάτη.