Αρθρο: 299 |
Ημ/νία: 01.01.1951 |
Ημ/νία Ισχύος: 01.01.1951 |
Περιγραφή όρου θησαυρού: ΑΝΘΡΩΠΟΚΤΟΝΙΑ ΑΠΟ ΠΡΟΘΕΣΗ |
Τίτλος Αρθρου Ανθρωποκτονία με πρόθεση |
Λήμματα ΠΟΙΝΙΚΟΣ ΚΩΔΙΚΑΣ (Π.Κ.), ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ, ΑΝΘΡΩΠΟΚΤΟΝΙΑ ΑΠΟ ΠΡΟΘΕΣΗ |
Σχόλια * Η θανατική ποινή έχει ήδη καταργηθεί με την παρ. 1 του άρθρου 33 του ν. 2172/1993 (Α΄ 207/26.12.1993), σύμφωνα με την οποία: “Η ποινή του θανάτου κ α τ α ρ γ ε ί τ α ι. Οπου στις κείμενες διατάξεις προβλέπεται για ορισμένη αξιόποινη πράξη αποκλειστικώς η ποινή του θανάτου, νοείται ότι απειλείται η ποινή της ισόβιας κάθειρξης. Αν η ποινή του θανάτου προβλέπεται διαζευκτικώς με άλλη ποινή, νοείται ότι απειλείται μ ό ν ο η τελευταία”. Πρβλ. και τα σχόλια του άρθρου 50 του παρόντος κώδικα.Σημείωση 1: Σύμφωνα με την περ. ε΄ της παρ. 1 του ν. 2734/1999 (Α΄ 161/5.8.1999) περί εκδιδομένων με αμοιβή προσώπων και άλλων διατάξεων, όπως αυτή τροποποιήθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 12 του ν. 2839/2000 (Α΄ 196/12.9.2000) και την παρ. 9 του άρθρου 11 του ν. 3064/2002 (Α΄ 248/15.10.2002) αντιστοίχως, το πιστοποιητικό που υ π ο χ ρ ε ο ύ τ α ι να κατέχει πρόσωπο εκδιδόμενο με αμοιβή, χορηγείται όταν, μεταξύ άλλων, δ ε ν έχει καταδικασθεί με αμετάκλητη απόφαση για α ν θ ρ ω π ο κ τ ο ν ί α α π ό π ρ ό θ ε σ η (άρθρο 299 ΠΚ), αποπλάνηση παιδιών (άρθρο 339 ΠΚ), διευκόλυνση ακολασίας άλλων (άρθρο 348 ΠΚ), πορνογραφία ανηλίκων (άρθρο 348Α ΠΚ), μαστροπεία (άρθρο 349 ΠΚ), σωματεμπορία (άρθρο 351 ΠΚ), ασέλγεια με ανήλικο έναντι αμοιβής (άρθρο 351Α ΠΚ), ληστεία (άρθρο 380 ΠΚ) και εκβίαση (άρθρο 385 ΠΚ), καθώς και για παράβαση των διατάξεων των νόμων περί όπλων και ναρκωτικών. Σημείωση 2: Σύμφωνα, επίσης, με την ΥΑ 4861/2001 (Β΄206/2.3.2001) περί διαδικασίας εκδόσεως, ανακλήσεως/ανανεώσεως πιστοποιητικού ασκήσεως επαγγέλματος από πρόσωπο εκδιδόμενο με αμοιβή, για την έκδοση του εν λόγω πιστοποιητικού σε πρόσωπα η μ ε δ α π ή ς υπηκοότητας α π α ι τ ε ί τ α ι, μεταξύ άλλων, και “βεβαίωση του Πρωτοδικείου, ότι δ ε ν έχει καταδικαστεί με αμετάκλητη απόφαση για α ν θ ρ ω π ο κ τ ο ν ί α α π ό π ρ ό θ ε σ η (άρθρο 299 ΠΚ), αποπλάνηση παιδιών (άρθρο 339 Π.Κ), μαστροπεία (άρθρο 349 ΠΚ), σωματεμπορία (άρθρο 351 ΠΚ), ληστεία (άρθρο 380 ΠΚ) και εκβίαση (άρθρο 385 ΠΚ), καθώς και για παράβαση των διατάξεων των νόμων περί όπλων και ναρκωτικών”.==================================*** Σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 1 του ν. 3500/2006 (Α΄ 232/24.10.2006), για τον ανωτέρω νόμο ως ε ν δ ο ο ι κ ο γ ε ν ε ι α κ ή β ί α θεωρείται η τέλεση αξιόποινης πράξης, σε βάρος μέλους της οικογένειας, σύμφωνα με τα άρθρα 6, 7, 8 και 9 του παρόντος κώδικα (βλ. οικεία σχόλια) και επίσης κατά το π α ρ ό ν άρθρο καθώς και το άρθρο 311 του π α ρ ό ν τ ο ς Κώδικα. – Σύμφωνα, επίσης, με την παρ. 3 του άρθρου 1 του ν. 3500/2006 (Α΄ 232/24.10.2006), θ ύ μ α ενδοοικογενειακής βίας θεωρείται κάθε πρόσωπο της παρ. 2 του ανωτέρω άρθρου (βλ. σχετικά) παραγράφου σε βάρος του οποίου τελείται αξιόποινη πράξη κατά τα άρθρα 6, 7, 8 και 9 του παρόντος κώδικα. Θύμα είναι και το μέλος, στην οικογένεια του οποίου τελέσθηκε αξιόποινη πράξη, κατά το π α ρ ό ν άρθρο και κατά το άρθρο 311 του π α ρ ό ν τ ο ς κώδικα, καθώς και ο ανήλικος κατά την παράγραφο 2 του ανωτέρω άρθρου, ενώπιον του οποίου τελείται μία από τις αξιόποινες πράξεις της ανωτέρω διατάξεως. ======================================== *** ΠΡΟΣΟΧΗ: σύμφωνα με το άρθρο 3 του ν. 4274/2014 (Α΄ 147/14.7.20145), στον κατάδικο που εκτίει ποινή ΙΣΟΒΙΑΣ κάθειρξης για τα εγκλήματα του άρθρου 187 Α (βλ. οικείο άρθρο) καθώς και του ΠΑΡΟΝΤΟΣ άρθρου, ΕΦΟΣΟΝ αυτό τελείται στο πλαίσιο του άρθρου 187 του παρόντος κώδικα (βλ. οικεία διάταξη), ΔΕΝ χορηγείται υπό όρο απόλυση, αν αυτός ΔΕΝ έχει παραμείνει στο σωφρονιστικό κατάστημα για χρονικό διάστημα ΤΟΥΛΑΧΙΣΤΟΝ είκοσι ετών. ^^^ ΠΡΟΣΟΧΗ: σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 17 του ν. 4274/2014 (Α΄ 147/124.7.2014), οι κατάδικοι που κατά το χρόνο δημοσίευσης του ανωτέρω νόμου (14.7.2014) ΕΚΤΙΟΥΝ ποινή για τα εγκλήματα: α) των άρθρων 134, 135, 135Α, 138 και 187Α του παρόντος Κώδικα (βλ. οικεία σχόλια) ή β) του ΠΑΡΟΝΤΟΣ άρθρου, του άρθρου 380 παράγραφος 2 και 385 παράγραφος 1 περίπτωση α’ του παρόντος Κώδικα (βλ. οικεία σχόλια), εφόσον τα εγκλήματα της περίπτωσης αυτής τελούνται στο πλαίσιο του άρθρου 187 του παρόντος Κώδικα (εγκληματική οργάνωση), ΜΕΤΑΓΟΝΤΑΙ, με παραγγελία του Εισαγγελέα Εκτέλεσης Ποινών της Εισαγγελίας Εφετών Αθηνών, σε κατάστημα Γ’ τύπου εντός ΔΕΚΑ ημερών από τη δημοσίευση του εσωτερικού κανονισμού του. |
Κείμενο Αρθρου
*** (βλ. σχόλια) ^^^ (βλ. σχόλια) ΔΕΚΑΤΟ ΠΕΜΠΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ: ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ 1. Οποιος με πρόθεση σκότωσε άλλον, τιμωρείται [με την ποινή του θανάτου ή]* με ισόβια κάθειρξη. 2. Αν η πράξη αποφασίστηκε και εκτελέστηκε σε βρασμό ψυχικής ορμής, επιβάλλεται η ποινή της πρόσκαιρης κάθειρξης. |
Ενδεικτική Νομολογία:
Απόφαση 1328 / 2016 (Ζ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)
Θέμα
Αναιρέσεως απόρριψη, Ανθρωποκτονία από πρόθεση, Πρόσθετοι λόγοι.
Περίληψη:
Ανθρωποκτονία με πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση, όχι εν βρασμώ, α) έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, β) μειωμένος καταλογισμός 34, 36 ΠΚ, γ) τοξικομανής δεν είχε συνείδηση των πραττομένων, δ) εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή ουσ. ποιν. διάταξης, πρόσθετοι λόγοι, ε) 83 και 133 ΠΚ, στ) κρίση περί τα πράγματα. Απορρίπτει και έξοδα.
ΑΡΙΘΜΟΣ 1328/2016
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Z’ ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Δήμητρα Μπουρνάκα, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Κωνσταντίνο Φράγκο, Βασίλειο Καπελούζο, Πάνο Πετρόπουλο και Νικόλαο Τσάκο-Εισηγητή, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 2 Δεκεμβρίου 2015, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Γεωργίου Μπόμπολη (γιατί κωλύεται η Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου) και του Γραμματέως Χρήστου Πήτα, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντα – κατηγορουμένου M. Y. του Y., κατοίκου … και ήδη κρατουμένου στο Κατάστημα Κράτησης Μαλανδρίνου, που εκπροσωπήθηκε από …………., η οποία ορίσθηκε με την υπ’ αριθμ. 203/6-11-2015 πράξη της Προέδρου του Αρείου Πάγου, περί αναιρέσεως της υπ’ αριθ. 188, 189/2014 αποφάσεως του Μικτού Ορκωτού Εφετείου Αθηνών.
Το Μικτό Ορκωτό Εφετείο Αθηνών, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ’ αυτή, και ο αναιρεσείων – κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 11 Μαΐου 2015 αίτησή του αναίρεσης και στους από 16 Νοεμβρίου 2015 προσθέτους λόγους αυτής, που καταχωρίστηκαν στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 616/2015.
Αφού άκουσε
……… δικηγόρο του αναιρεσείοντα, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης και οι πρόσθετοι λόγοι αυτής,
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Επειδή, κατά την παρ. 1 του άρθρου 299 του ΠΚ “όποιος με πρόθεση σκότωσε άλλον τιμωρείται με ισόβια κάθειρξη” κατά δε την παρ.2 του ίδιου άρθρου “αν η πράξη αποφασίστηκε και εκτελέστηκε σε βρασμό ψυχικής ορμής επιβάλλεται η ποινή της πρόσκαιρης κάθειρξης”. Από το συνδυασμό των διατάξεων αυτών προκύπτει, ότι για τη στοιχειοθέτηση του εγκλήματος της ανθρωποκτονίας από πρόθεση απαιτείται αντικειμενικώς μεν η αφαίρεση ξένης ζωής με θετική ενέργεια ή με παράλειψη οφειλομένης από το νόμο ενέργειας, υποκειμενικώς δε δόλος, που περιλαμβάνει τη γνώση των αντικειμενικών στοιχείων της πράξης και τη θέληση αφαιρέσεως της ζωής του άλλου ανθρώπου διαγιγνώσκεται δε από τα μέσα που χρησιμοποιήθηκαν και τις ειδικότερες συνθήκες υπό τις οποίες τελέστηκε η πράξη. Από τη διατύπωση της δεύτερης παραγράφου του ανωτέρω άρθρου του ΠΚ προκύπτει ότι για την ποινική μεταχείριση του δράστη της ανθρωποκτονίας από πρόθεση, γίνεται διάκριση του δόλου σε προμελετημένο και απρομελέτητο. Στην πρώτη περίπτωση απαιτείται ψυχική ηρεμία του δράστη είτε κατά την απόφαση είτε κατά την εκτέλεση της πράξεως. Για την ύπαρξη βρασμού ψυχικής ορμής, που αποτελεί προϋπόθεση της επιεικεστέρης μεταχείρισης, πρέπει η υπερδιέγερση ενός συναισθήματος να έχει εξελιχθεί σε τέτοια ψυχική κατάσταση, ώστε να αποκλείεται η δυνατότητα του δράστη να σταθμίσει τα αίτια που τον ώθησαν στην τέλεση της πράξεως και εκείνα που τον συγκρατούσαν απ’ αυτήν, όχι όμως και να έφθασε σε κατάσταση διαταράξεως της συνειδήσεώς του κατά την έννοια των άρθρων 34 και 36 ΠΚ. Εξ άλλου η καταδικαστική απόφαση έχει την απαιτούμενη, από τα άρθρα 93 παρ.3 του Συντάγματος και 193 του ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Δ’ ιδίου Κώδικος λόγο αναιρέσεως, όταν εκτίθενται σ’ αυτήν με πληρότητα σαφήνεια και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά, τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την ακροαματική διαδικασία, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του Δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελίωσαν, με γενική αναφορά στο είδος τους και χωρίς ανάγκη χωριστής μνείας σε κάθε μία από αυτές και αξιολογικής συσχετίσεως, καθώς και οι σκέψεις και οι νομικοί συλλογισμοί με τους οποίους έγινε η υπαγωγή των περιστατικών που αποδείχθηκαν στην ουσιαστική ποινική διάταξη που στη συγκεκριμένη περίπτωση εφαρμόσθηκε. Για το δόλο δεν υπάρχει ανάγκη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, διότι αυτός ενυπάρχει στην παραγωγή των εκτιθέμενων περιστατικών που απαρτίζουν την έννοια της αξιοποίνου πράξεως και εξυπακούεται, εκτός αν ο νόμος αξιώνει για την ύπαρξη αυτού πρόσθετα στοιχεία ή είναι ενδεχόμενος. Η ως άνω αιτιολογία απαιτείται επίσης και για κάθε αυτοτελή ισχυρισμό του κατηγορουμένου. Αυτοτελείς είναι οι ισχυρισμοί που οδηγούν στην άρση του αδίκου χαρακτήρα της πράξεως, στην άρση ή τη μείωση του καταλογισμού του δράστη ή στην εξάλειψη του αξιοποίνου ή τη μείωση της ποινής. Τέτοιοι αυτοτελείς ισχυρισμοί είναι και οι ισχυρισμοί, οι οποίοι θεμελιούνται στις διατάξεις των άρθρων 34 και 36 ΠΚ. Σύμφωνα με την πρώτη τούτων “η πράξη δεν καταλογίζεται στον δράστη αν, όταν τη διέπραξε, λόγω νοσηρής διατάραξης των πνευματικών λειτουργιών ή διατάραξης της συνείδησης, δεν είχε την ικανότητα να αντιληφθεί το άδικο της πράξης του ή να ενεργήσει σύμφωνα με την αντίληψή του για το άδικο αυτό”. Ενώ κατά την παρ.1 του άρθρου 36 ΠΚ αν εξαιτίας κάποιας από τις ψυχικές καταστάσεις που αναφέρονται στο άρθρο 34, δεν έχει εκλείψει εντελώς, μειώθηκε όμως σημαντικά η ικανότητα για καταλογισμό που απαιτείται κατά το άρθρο αυτό επιβάλλεται ποινή ελαττωμένη (άρθρ. 83 ΠΚ). Επίσης και το δικαστήριο μπορεί να επιβάλλει ποινή ελαττωμένη σε όποιον κατά το χρόνο που τέλεσε αξιόποινη πράξη, είχε συμπληρώσει το δέκατο όγδοο, όχι όμως και το εικοστό πρώτο έτος της ηλικίας του. Στην περίπτωση δε αυτή εφαρμόζονται οι διατάξεις των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου 130 ( άρθρο 133 ΠΚ ). Εξάλλου, η τοξικομανία του εξαρτημένου χρήστη κατά την έννοια του άρθρου 30 παρ.1 του ν. 3459/2006 δηλαδή εκείνου που έχει αποκτήσει την έξη της χρήσης ναρκωτικών ουσιών, την οποία δεν μπορεί να αποβάλλει με δικές του δυνάμεις, δεν οδηγεί στην έλλειψη της ικανότητας προς καταλογισμό, αν δεν συντρέχει μία από τις αναφερόμενες στο άρθρο 34 ΠΚ προϋποθέσεις και τέλος ως προς τον προσδιορισμό της ηλικίας του κατηγορουμένου για την εφαρμογή του άρθρου 133 ΠΚ, δεν αρκεί η δήλωση αυτού περί του καθορισμού της ηλικίας του αλλά πρέπει να προκύπτει αυτή από τις παραδοχές της απόφασης. Στην προκείμενη περίπτωση με την προσβαλλόμενη υπ’ αριθμ. 188,189/2014 απόφαση του Β’ Μικτού Ορκωτού Εφετείου Αθηνών ο αναιρεσείων κηρύχθηκε ένοχος, για την πράξη της ανθρωποκτονίας από πρόθεση την οποία τέλεσε, ενώ βρισκόταν σε ήρεμη ψυχική κατάσταση και την πράξη της παράνομης οπλοφορίας και οπλοχρησίας του επιβλήθηκε για την πρώτη η ποινή της ισοβίου κάθειρξης και για τη δεύτερη η ποινή της φυλάκισης του ενός ( 1 ) έτους και χρηματική ποινή εξακοσίων ( 600 ) ευρώ και για την τρίτη ποινή φυλακίσεως του ενός ( 1 ) έτους. Στη συνέχεια επαύξησε την ποινή φυλακίσεως του ενός ( 1 ) έτους που επιβλήθηκε στον κατηγορούμενο για την πράξη της παράνομης οπλοφορίας, κατά έξι ( 6 ) μήνες από την ποινή φυλακίσεως του ενός ( 1 ) έτους, που επιβλήθηκε σ’ αυτόν για την πράξη της οπλοχρησίας και επέβαλε συνολική ποινή φυλακίσεως ενός (1) έτους και έξι (6) μηνών. Στο σκεπτικό της προσβαλλόμενης απόφασης, το δικάσαν Μικτό Ορκωτό Εφετείο, δέχθηκε ανελέγκτως, κατά πιστή αντιγραφή τα ακόλουθα: “Από το σύνολο του αποδεικτικού υλικού, ειδικότερα, από τις καταθέσεις των μαρτύρων Π. Κ. και Ι. Σ., οι οποίοι εξετάσθηκαν, κατά νόμο, στο ακροατήριο και οι καταθέσεις τους περιέχονται στα πρακτικά συνεδριάσεως του παρόντος Δικαστηρίου, ως άνω, από την με ημερομηνία 12.3.2012 “έκθεση ιατροδικαστικής πραγματογνωμοσύνης”, που έχει συνταχθεί από τον Α. Β. Τ., ψυχίατρο – ψυχοθεραπευτή, διορισθέντα, ως πραγματογνώμονα, δια της 158/22.2.2012 Διατάξεως του Ανακριτή του 9ου τακτικού τμήματος Πλημμελειοδικών Αθηνών και αφορά τον κατηγορούμενο καθώς από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα, που αναγνώσθηκαν και τις εξήντα [60] έγχρωμες φωτογραφίες, που επισκοπήθηκαν, μετά της εκκαλουμένης αποφάσεως και των πρακτικών της, σε συνδυασμό προς την απολογία του εκκαλούντος -κατηγορουμένου στο παρόν Δικαστήριο, προέκυψαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Την 17.1.2012, ώρα 19.35, στην Αθήνα, ο κατηγορούμενος M. Y. καταδίωκε τον M. S., επί της οδού …, τον πρόλαβε στο ύψος του αριθμού … και σε ήρεμη ψυχική κατάσταση, θέλοντας να τον θανατώσει, τον έπληξε, δύο φορές, στη θωρακική χώρα, με τη χρήση ενός μαχαιριού και του προκάλεσε “τυφλό τραύμα του θώρακος μετά τρώσεως της καρδίας” (βλ. την …/6.2.2012 “ιατροδικαστική έκθεση νεκροψίας -νεκροτομής). Από το τραύμα αυτό, ως μόνη ενεργός αιτία, επήλθε αμέσως ο θάνατος του M. S.. Στη συνέχεια, ο κατηγορούμενος τράπηκε σε φυγή. Ειδικότερα: Το θύμα M. S. του F. και της N. γεννήθηκε, την 15.5.1994 και ήταν υπήκοος Αφγανιστάν. Ο κατηγορούμενος, κατά την εκτέλεση της ανθρωποκτονίας, είχε προμελετημένο (ρόλο) δηλ. είχε τη δυνατότητα να σταθμίσει τα αίτια, που τον ώθησαν στην πράξη του. Τα αίτια ήταν οικονομικές διαφορές του με το θύμα M. S., από διακίνηση ναρκωτικών. Σύμφωνα με τη νεκροψία -νεκροτομή, ο θανών M. S. είχε “επί της αριστεράς προκαρδίου χώρας, τραύμα με χείλη ομαλά μήκους 4 cm “, “επί της δεξιάς υποχονδρίου χώρας, τραύμα με χείλη ομαλά μήκους 2,5 cm ελαχίστου βάθους, περιοριζόμενο στα μαλακά μόρια υποδορίως” καθώς και “οιδηματική θλάση, εκχύμωση και εκδορά κάτω χείλους του στόματος αριστερά”, ενώ “ο τραυματικός πόρος αρχίζει εκ του τραύματος της αριστεράς προκαρδίου χώρας και, δια του 5ου μεσοπλευρίου, εισέρχεται στη θωρακική κοιλότητα και, δια τρώσεως του περικαρδίου, προκαλεί τρώσιν της πλαγίας επιφανείας της καρδίας προς την κορυφήν”. Το έγκλημα της ανθρωποκτονίας, ως άνω, ο κατηγορούμενος τέλεσε, με τη χρήση μαχαιριού, το οποίο έφερε παρανόμως μαζί του και ήταν πρόσφορο για επίθεση και άμυνα, μπορούσε δε, να επιφέρει σωματική κάκωση ή βλάβη της υγείας ατόμου. Ο εντοπισμός του, την 25.1.2012, ώρα 11.15, στην Αθήνα, επί της συμβολής των οδών …, επετεύχθη μετά από πληροφορίες στην Αστυνομία [Υποδιεύθυνση Ασφαλείας Αθηνών – Τμήμα Δημοσίας Ασφαλείας της Γενικής Αστυνομικής Διευθύνσεως Αττικής] και συντονισμένη επιχείρηση από αστυνομικούς αυτής της Υποδιευθύνσεως. Μετά τη σύλληψη, την 25.1.2012, κατά νόμο, στην Υποδιεύθυνση Ασφαλείας Αττικής, ο κατηγορούμενος αναγνωρίσθηκε, ανεπιφύλακτα, ως ο δράστης, από τον ως άνω αυτόπτη μάρτυρα Π. Κ.. Από την 25.1.2012 [ημερομηνία συλλήψεως], ο κατηγορούμενος κρατήθηκε, συνεχώς, μέχρι την 12.12.2012 [ημερομηνία δημοσιεύσεως – απαγγελίας της πρωτόδικης αποφάσεως], δυνάμει του 1/27.1.2012 Εντάλματος Προσωρινής Κρατήσεως, το οποίο εκδόθηκε, σε βάρος του, από τον Ανακριτή του 9ου τακτικού τμήματος Πλημμελειοδικών Αθηνών. Κατά την αυτεπάγγελτη αστυνομική προανάκριση (άρθρο 243 ΚΠΔ), διενεργήθηκαν [και] οι παρακάτω πράξεις: i. Φωτογραφήθηκε ο χώρος του συμβάντος από συνεργείο της Διευθύνσεως Εγκληματολογικών Ερευνών, ii. Διενεργήθηκε στο πτώμα του θύματος M. S. “τοξικολογική εξέταση”, σε βιολογικό υλικό [ούρα – αίμα] και διαπιστώθηκε, κατά την οικεία με αριθμό …/6.2.2012 “εργαστηριακή έκθεση τοξικολογικής εξέτασης” ότι “τα ούρα του πτώματος περιέχουν μεκονίμη, κωδεϊνη, μορφίνη, 6 – μονοακέτυλο μορφίνη [μεταβολίτης της ηρωίνης – οπιούχα παράγωγα] καθώς και καφεΐνη και παρακεταμόλη [αναλγητικά φάρμακα]”, iii. Κατεσχέθησαν όλα τα αντικείμενα, που υπήρχαν στα “θυλάκια” του παντελονιού του [θύματος], ήτοι, κατασχέθησαν “ένας [1] αναπτήρας, ένα [1] πακέτο τσιγάρων μάρκας WISTON, περιέχον δώδεκα [12] τσιγάρα, ένα [1] κινητό τηλέφωνο μάρκας NOKIA, το χρηματικό ποσό των διακοσίων [200] ευρώ και μία [1] αυτοσχέδια πλαστική συσκευασία, περιέχουσα άγνωστη ουσία [πιθανόν ηρωίνη], συνολικού μικτού βάρους [0,7] γραμμαρίων”. Η οικεία, με ημερομηνία 17.1.2012, “έκθεση αυτοψίας και κατάσχεσης” έχει, όπως παρακάτω …. Περαιτέρω, ως προς τους πιο πάνω ισχυρισμούς του κατηγορουμένου από τα άρθρα 34 ΠΚ, 36 ΠΚ, 84 παρ.2 .α Π Κ και 133 Π Κ, λεκτέα τα εξής: Α.- Ο κατηγορούμενος, μετά από εξέταση του, χωρίς εργαστηριακό έλεγχο, στο χρονικό διάστημα από 23.2.2012 μέχρι 12.3.2012, από πραγματογνώμονα διαπιστώθηκε, ως “τοξικομανής”. Ειδικότερα, στο “συμπέρασμα” της οικείας, με ημερομηνία 12.3.2012, “εκθέσεως ιατροδικαστικής πραγματογνωμοσύνης” του Α. Β. Τ., ψυχιάτρου – ψυχοθεραπευτή, διορισθέντος ως πραγματογνώμονα, κατά την κυρία ανάκριση, αναφέρεται: “Ο Y. M. αναφέρει χρήση ηρωίνης με την ενέσιμη οδό [ενδοφλέβια και ενδομυϊκή]. Τα όσα αναφέρει επιβεβαιώνονται με την επισκοπική του εικόνα καθώς υφίσταται ανεπάρκεια σκιαγράφησης επιφανειακού φλεβικού δικτύου των άκρων και πολλαπλά σημάδια από παλιές κυρίως θρομβώσεις. Κατά την επιστημονική μου άποψη, ανήκει στα εξαρτημένα άτομα [κριτήρια 5] και χρήζει ειδικού θεραπευτικού προγράμματος απεξάρτησης. Κύρια ουσία εξάρτησης θεωρείται η ηρωίνη, που του προκαλεί ισχυρή σωματική, αλλά και ψυχολογική εξάρτηση”. Εν τούτοις, δεν προέκυψε, από τα στοιχεία της δικογραφίας ότι ο κατηγορούμενος, πέραν της “τοξικομανίας” του, είχε, κατά την 17.1.2012, νοσηρή διατάραξη των πνευματικών του λειτουργιών – διατάραξη των πνευματικών λειτουργιών του από παθολογικά αίτια [ψυχώσεις, νευρώσεις, ψυχοπάθειες -ασθένειες διάνοιας, παθολογική κατάσταση του εγκεφάλου] ή διατάραξη της συνειδήσεως [περιορισμός της ικανότητας του να έχει σαφή παράσταση των νοητικών και συναισθηματικών βιωμάτων του – μερική διάσταση από το συνειδέναι του εξωτερικού κόσμου]. Έτσι, οι πιο πάνω ισχυρισμοί του κατηγορουμένου από τα άρθρα 34 Π Κ ή 36 Π Κ, είναι αβάσιμοι και απορριπτέοι. Β.- Κατά το πιο πάνω αποδεικτικό υλικό, ο κατηγορούμενος διαμένει στην Αθήνα, χωρίς μόνιμο κατάλυμα και δεν εργάζεται βιοποριστικά στην Ελλάδα ούτε έχει οικογένεια [δική του ή γονική] στην Ελλάδα, ακόμη, δεν προέκυψαν περιστατικά θετικής και επωφελούς για την κοινωνία συμπεριφοράς του κατηγορουμένου, ενώ δεν αρκεί μόνο η απουσία επίμεμπτης δραστηριότητας του μέχρι την τέλεση των διωκομένων αξιοποίνων πράξεων. Έτσι, ο πιο πάνω ισχυρισμός του για την ελαφρυντική περίσταση του άρθρου 84 παρ.2 περίπτωση α ΠΚ προς μείωση της ποινής του, κατά το άρθρο 83 ΠΚ, είναι αβάσιμος και απορριπτέος. Γ.- Το δικαστήριο μπορεί να επιβάλλει ποινή ελαττωμένη (άρθρα 83 ΠΚ), σε όποιον, κατά τον χρόνο, που τέλεσε αξιόποινη πράξη είχε συμπληρώσει το δέκατο όγδοο [18°], όχι όμως και το εικοστό πρώτο [21°], έτος της ηλικίας του (άρθρο 133 ΠΚ). Η επιβολή ελαττωμένης ποινής είναι δυνητική και όχι υποχρεωτική για το δικαστήριο, το οποίο έχει τη δυνατότητα να καταγνώσει πλήρη ή ελαττωμένη ποινή. Αν το δικαστήριο επιβάλλει μειωμένη ποινή, δεν καταγιγνώσκεται, σε καμία περίπτωση, στέρηση των πολιτικών δικαιωμάτων (άρθρα 130 παρ.2, 59 – 61 ΠΚ) ή παραπομπή σε κατάστημα εργασίας (άρθρα 130 παρ.2,72 ΠΚ). Στην προκειμένη περίπτωση, δεν συντρέχει νόμιμος, κατά το άρθρο 133 ΠΚ, λόγος για την επιβολή ελαττωμένης ποινής, διότι δεν προκύπτει ο αληθής χρόνος γεννήσεως του κατηγορουμένου. Ειδικότερα, τα στοιχεία ταυτότητας του κατηγορουμένου, μεταξύ αυτών και η ηλικία του, προκύπτουν, μόνο, κατά τη δήλωση του, ενώ δεν υπάρχει οποιοδήποτε έγγραφο αποδεικτικό στοιχείο. Έτσι, ο ισχυρισμός του κατηγορουμένου από το άρθρο 133 ΠΚ είναι αβάσιμος και απορριπτέος. Μετά ταύτα ο κατηγορούμενος πρέπει να κηρυχθεί ένοχος, κατά την ασκηθείσα ποινική δίωξη των αξιοποίνων πράξεων, που συρρέουν αληθώς (άρθρο 94 ΠΚ), α.-ανθρωποκτονίας από πρόθεση [με προμελετημένο δόλο], β.- παράνομης οπλοφορίας και γ.- οπλοχρησίας.
Με βάση τις παραδοχές αυτές η προσβαλλόμενη απόφαση διέλαβε την απαιτούμενη από τις παραπάνω διατάξεις του Συντάγματος και του ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκθέτει σ’ αυτή με σαφήνεια, πληρότητα, χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά τα οποία αποδείχθηκαν από την ακροαματική διαδικασία και συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση των άνω εγκλημάτων για τα οποία κηρύχθηκε ένοχος ο αναιρεσείων, τα αποδεικτικά μέσα από τα οποία συνήγαγε τα περιστατικά αυτά καθώς και τις σκέψεις και τους νομικούς συλλογισμούς με βάση τους οποίους έγινε η υπαγωγή τους στις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις των άρθρων 27 παρ. 1, 94 παρ. 1, 299 παρ. 1 ΠΚ, 1 παρ. 1β, 10 παρ. 1 και 13 β, 14 ν.2168/1993, τις οποίες ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε, χωρίς να τις παραβιάσει ευθέως ή εκ πλαγίου, με ελλιπή ή αντιφατική αιτιολογία και δεν στερείται νόμιμης βάσης. Ειδικότερα, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα και αναφορικά με τις επιμέρους αιτιάσεις του αναιρεσείοντος 1) πλήρως αιτιολογείται η ύπαρξη του υποκειμενικού στοιχείου με τη μορφή του αμέσου δόλου στο πρόσωπο του αναιρεσείοντος ο οποίος ηθέλησε την παραγωγή του εγκληματικού αποτελέσματος με την παραδοχή ότι ο κατηγορούμενος θέλοντας να θανατώσει το θύμα του, τον έπληξε δύο φορές με το μαχαίρι που έφερε μαζί του σε καίριο σημείο του σώματός του, προκαλώντας τυφλό τραύμα στη θωρακική χώρα, από το οποίο (τραύμα), ως μόνης ενεργού αιτίας επήλθε ο θάνατος αυτού. 2) Αιτιολογείται, ότι ο αναιρεσείων βρισκόταν σε ήρεμη ψυχική κατάσταση τόσο κατά το χρόνο λήψεως της αποφάσεως όσο και κατά το χρόνο τελέσεως της πράξεως, αφού κατά τις παραδοχές της απόφασης, ο κατηγορούμενος αποφάσισε να θανατώσει το θύμα ενώ βρισκόταν σε ήρεμη ψυχική κατάσταση, την ανθρωποκτόνο δε πρόθεση εκδήλωσε με το να πλήξει τον παθόντα με το μαχαίρι δύο φορές στη θωρακική χώρα. 3) Με την κατάφαση από την προσβαλλόμενη απόφαση ότι ο δράστης αποφάσισε και τέλεσε το έγκλημα της ανθρωποκτονίας από πρόθεση, ενώ βρισκόταν σε ήρεμη ψυχική κατάσταση απορρίφθηκε εκ του πράγματος ο ισχυρισμός ότι η πράξη της ανθρωποκτονίας τελέστηκε σε βρασμό ορμής. 4) Αιτιολογείται πλήρως η απόρριψη του ισχυρισμού ότι ο αναιρεσείων ήταν ακαταλόγιστος ή πρόσωπο με μειωμένη ικανότητα προς καταλογισμό, αφού κατά τις παραδοχές της απόφασης, ο τρόπος δράσης του αναιρεσείοντος, η με ιδιαίτερη ψυχραιμία θανάτωση του θύματος, η πλήξη του θύματος σε καίριο σημείο του σώματός του από τον αναιρεσείοντα, η διαφυγή του αναιρεσείοντος και η εξαφάνισή του από τον τόπο του εγκλήματος φανερώνουν ότι αυτός βρισκόταν σε πλήρη διαύγεια ενώ, κατά τις ίδιες παραδοχές, ο αναιρεσείων, ο οποίος ήταν τοξικομανής, δεν αποδείχθηκε ότι κατά το χρόνο τέλεσης της πράξεως, είχε νοσηρή διατάραξη των πνευματικών του λειτουργιών ή διατάραξη της συνειδήσεώς του. 5) Με πλήρη αιτιολογία απορρίφθηκε ο ισχυρισμός περί ελαττωμένης ποινής κατ’ άρθρον 133 ΠΚ, αφού κατά τις παραδοχές της απόφασης, δεν συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις υπαγωγής του στη διάταξη του άρθρου 133 ΠΚ, διότι, κατά τις ίδιες παραδοχές δεν αποδείχθηκε ότι κατά το χρόνο τελέσεως της πράξεως ο αναιρεσείων είχε συμπληρώσει το δέκατο όγδοο όχι όμως και το εικοστό πρώτο έτος της ηλικίας του. 6) Δεν υπάρχει αντίφαση μεταξύ των παραδοχών της απόφασης εκ του ότι στο προΐμιο της απόφασης αναφέρεται, ότι ο κατηγορούμενος γεννήθηκε το έτος 1992, αφού η αναφορά αυτή δεν αποτελεί παραδοχή της απόφασης. Και 7) Το σκεπτικό δεν εξαντλείται στην επανάληψη του διατακτικού αλλά είναι εκτενές και περιέχει στοιχεία επιπλέον εκείνων που διαλαμβάνονται στο διατακτικό. Οι λοιπές αιτιάσεις του αναιρεσείοντος, οι οποίες με την επίφαση της έλλειψης της αιτιολογίας πλήττουν την αναιρετικά ανέλεγκτη περί τα πράγματα κρίση του Δικαστηρίου της ουσίας είναι απαράδεκτες. Επομένως, οι σχετικοί από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ και Ε ΚΠοινΔ λόγοι του κυρίου και του προσθέτου δικογράφου της αιτήσεως αναιρέσεως για έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας και εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διατάξεως είναι αβάσιμοι. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω και αφού δεν υπάρχει άλλος λόγος αναίρεσης για έρευνα, πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της η αίτηση και οι με ιδιαίτερο δικόγραφο πρόσθετοι λόγοι για αναίρεση της υπ’ αριθμ. 188, 189/2014 απόφασης του Β’ Μικτού Ορκωτού Εφετείου Αθηνών και να καταδικασθεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα (άρθρ. 583 παρ. 1 ΚΠοινΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 11-5-2015 αίτηση του M. Y. του Y., κατοίκου … και τους με ιδιαίτερο δικόγραφο από 6-11-2015 προσθέτους λόγους για αναίρεση της υπ’ αριθμ. 188, 189/2014 απόφασης του Β’ Μικτού Ορκωτού Εφετείου Αθηνών. Και
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα εκ διακοσίων πενήντα (250) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 6 Απριλίου 2016.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 27 Ιουλίου 2016.
Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Απόφαση 192 / 2015 (Ζ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)
Θέμα
Απόπειρα, Ανθρωποκτονία από πρόθεση, Σωματική βλάβη επικίνδυνη.
Περίληψη:
Απόπειρα ανθρωποκτονίας με ενδεχόμενο δόλο+ Επικίνδυνη Σωματική Βλάβη.
Αβάσιμοι οι από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Δ και Ε’ του ΚΠΔ, λόγοι αναιρέσεως, α)για έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, ως προς ενοχή και την απόρριψη αυτοτελών ισχυρισμών του κατ/νου για άμυνα και για μεταβολή της κατηγορίας, και β) για έλλειψη νόμιμης βάσης.
Αριθμός 192/2015
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Z’ ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Παναγιώτη Ρουμπή Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Κωνσταντίνο Φράγκο – Εισηγητή, Ιωάννη Γιαννακόπουλο, Βασίλειο Καπελούζο και Πάνο Πετρόπουλο, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 11 Φεβρουαρίου 2015, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Νικολάου Παντελή (γιατί κωλύεται η Εισαγγελέας) και του Γραμματέως Χρήστου Πήτα, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος-κατηγορουμένου Χ. Μ. του Σ., κατοίκου … και ήδη κρατουμένου στο Κατάστημα Κράτησης Κομοτηνής, που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του …………, για αναίρεση της υπ’αριθ. 55/2013 αποφάσεως του Μικτού Ορκωτού Εφετείου Θράκης. Με συγκατηγορουμένη την Ν. Κ. του Α. και με πολιτικώς ενάγοντες τους: 1.Κ. Σ. Μ. και 2. Κ. Σ. Φ., κατοίκων … που δεν παρέστησαν Το Μικτό Ορκωτό Εφετείο Θράκης με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ’ αυτή, και ο αναιρεσείων-κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 19 Μαίου 2013 αίτησή του αναιρέσεως, το οποίο καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 544/2014.
Αφού άκουσε Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά τη διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 299 του ΠΚ, “όποιος με πρόθεση σκότωσε άλλον τιμωρείται με ισόβια κάθειρξη”. Από τις διατάξεις αυτών προκύπτει ότι για τη στοιχειοθέτηση του εγκλήματος της ανθρωποκτονίας από πρόθεση απαιτείται αντικειμενικώς μεν η αφαίρεση της ζωής άλλου ανθρώπου, με θετική ενέργεια ή παράλειψη οφειλόμενης από το νόμο ενέργειας, υποκειμενικώς δε δόλος, που περιλαμβάνει τη γνώση των αντικειμενικών στοιχείων της πράξης και τη θέληση καταστροφής της ζωής του άλλου ανθρώπου. Η έννοια του δόλου, συμπίπτει με εκείνη του άρθρου 27 παρ. 1 ΠΚ, που ορίζει ότι “με δόλο (πρόθεση) πράττει όποιος θέλει την παραγωγή των περιστατικών που κατά το νόμο απαρτίζουν την έννοια κάποιας αξιόποινης πράξης. Επίσης, όποιος γνωρίζει ότι από την πράξη του ενδέχεται να παραχθούν αυτά τα περιστατικά και το αποδέχεται”. Η τελευταία αυτή διάταξη διακρίνει το δόλο σε άμεσο και σε ενδεχόμενο. Ορίζει δε ότι με άμεσο δόλο πράττει αυτός που “θέλει” την παραγωγή του εγκληματικού αποτελέσματος, καθώς και εκείνος που δεν επιδιώκει μεν αυτό, προβλέπει όμως ότι τούτο αποτελεί αναγκαία συνέπεια της πράξεώς του και, παρά ταύτα, δεν αφίσταται αυτής. Αντίθετα, με ενδεχόμενο δόλο πράττει εκείνος που προβλέπει το εγκληματικό αποτέλεσμα ως δυνατή συνέπεια της πράξεώς του και το “αποδέχεται”. Κατά τον προσδιορισμό της έννοιας του ενδεχόμενου δόλου ο ΠΚ ακολούθησε τη θεωρία της εγκληματικής επιδοκιμασίας, σύμφωνα με την οποία για την ύπαρξη της συγκεκριμένης μορφής υπαιτιότητας πρέπει να διακριβωθεί, πρώτον μεν ότι ο δράστης προέβλεψε το αποτέλεσμα ως δυνατή συνέπεια της πράξεώς του και δεύτερον ότι το αποδέχθηκε. Η αποδοχή εκφράζει το βουλητικό στοιχείο του δόλου και υποδηλώνει τη συγκατάθεση του δράστη στην επέλευση του αποτελέσματος, χωρίς να ασκεί επιρροή το αν το αποτέλεσμα που προέβλεψε ως πιθανό του ήταν επιθυμητό ή όχι. Σε όσες όμως περιπτώσεις ο δράστης προέβη στην πράξη του, αν και δεν επιθυμούσε πράγματι το αποτέλεσμα, το βουλητικό στοιχείο αναζητείται στην εκ μέρους του στάθμιση των αιτίων που τον ώθησαν και του σκοπού που επιδίωξε, προκειμένου να κριθεί αν αυτά συνιστούν λόγο ικανό να δικαιολογήσει την αποδοχή του. Έτσι, η αποδοχή αυτή, στην οποία αποτυπώνεται ο ψυχικός σύνδεσμος του δράστη με το παράνομο αποτέλεσμα, πρέπει πάντοτε να αποδεικνύεται και δεν τεκμαίρεται από το βαθμό πιθανότητας με την οποία τούτο προβλέφθηκε. Ο βαθμός αυτός, όταν μάλιστα αξιολογείται ως ιδιαίτερα υψηλός, παρέχει ισχυρή ένδειξη για την ψυχική στάση του δράστη και συνεκτιμάται με τις λοιπές αποδείξεις, προκειμένου να διαπιστωθεί αν ο τελευταίος αποδέχθηκε το αποτέλεσμα, ουδέποτε όμως υποκαθιστά το βουλητικό στοιχείο του δόλου.
Είναι δε νοητή και η απόπειρα ανθρωποκτονίας,(άρθρο 42 παρ.1 ΠΚ), αν δεν πραγματώθηκε η ανθρωποκτονία, από λόγους ανεξάρτητα της θελήσεως του δράστη, σύμφωνα με την αποφασισθείσα από το δράστη πράξη και δεν κρίνεται από το αποτέλεσμα. Για την ύπαρξη απόπειρας απαιτείται ο δράστης να προβεί σε ενέργεια που αποτελεί μέρος της αντικειμενικής υποστάσεως του εγκλήματος και οδηγεί κατ’ ευθείαν στην ολοκλήρωσή του ή τελεί προς αυτή σε τέτοια αναγκαία και άμεση σχέση, ώστε κατά την κοινή αντίληψη να θεωρείται ως τμήμα της που οδηγεί αμέσως προς αυτή, αν δεν ήθελε ανακοπεί από οποιοδήποτε λόγο, που πάντως πρέπει να είναι ανεξάρτητος από τη θέληση του δράστη. Είναι τή η μεταβολή της κατηγορίας από απόπειρα ανθρωποκτονίας σε επικίνδυνη ή σε βαριά σωματική βλάβη του ιδίου του παθόντος. Από τις διατάξεις επίσης του άρθρου 22 του ΠΚ, συνάγεται ότι οι προϋποθέσεις του αυτοτελούς ισχυρισμού της νόµιµης άµυνας είναι, άδικη επίθεση κατά του δράστη, γνώση της επίθεσης και ενέργεια µε βούληση άµυνας, αναγκαίο µέτρο άµυνας.
Εξάλλου, κατά τις διατάξεις του άρθρου 309 ΠΚ, η αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος της επικίνδυνης σωματικής βλάβης συνίσταται στην πρόκληση της κατά το άρθρο 308 παρ. 1 σωματικής βλάβης κατά τρόπο που μπορούσε να προκαλέσει κίνδυνο για τη ζωή του παθόντος ή βαριά σωματική βλάβη, όπως ενδεικτικά αναφέρεται στη διάταξη του άρθρου 310 παρ. 2 ΠΚ. Για την υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος της επικίνδυνης σωματικής βλάβης απαιτείται δόλος, δηλαδή γνώση της αφηρημένης δυνατότητας του κινδύνου της ζωής ή της βαριάς σωματικής βλάβης και θέληση του υπαιτίου να προξενήσει σωματική κάκωση ή βλάβη της υγείας χωρίς να απαιτείται ιδιαίτερη εξειδίκευση του δόλου, αρκεί να προκύπτει από τα δεκτά γενόμενα πραγματικά περιστατικά. Είναι δε επιτρεπτή η μεταβολή κατηγορίας από επικίνδυνη σωματική βλάβη σε βαριά σωματική βλάβη, η οποία σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 310 του ΠΚ υπάρχει ιδίως, αν η πράξη προξένησε στον παθόντα κίνδυνο ζωής ή βαριά και μακροχρόνια αρρώστια ή σοβαρό ακρωτηριασμό ή αν τον εμπόδισε σημαντικά και για πολύ χρόνο να χρησιμοποιεί το σώμα ή τη διάνοιά του, εφόσον υπάρχει δόλος του δράστη κατευθυνόμενος στην παραγωγή απλής σωματικής κακώσεως ή βλάβης της υγείας του άλλου και η πράξη είχε ως επακόλουθο την βαριά σωματική ή διανοητική πάθηση του παθόντος, το αποτέλεσμα δε αυτό να οφείλεται όμως σε αμέλεια του δράστη.
Περαιτέρω, η καταδικαστική απόφαση, έχει την απαιτούµενη από τις διατάξεις των άρθρων 93 παρ. 3 του Συντάγµατος και 139 του ΚΠΔ ειδική και εµπεριστατωµένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ’ του ιδίου Κώδικα λόγο αναίρεσης, όταν εκτίθενται σε αυτή µε σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά, τα πραγµατικά περιστατικά που προέκυψαν και συγκροτούν την αντικειµενική και υποκειµενική υπόσταση του εγκλήµατος για το οποίο καταδικάστηκε ο κατηγορούµενος, και αναφέρονται οι αποδείξεις που τα θεµελιώνουν και οι νοµικοί συλλογισµοί µε βάση τους οποίους υπήχθησαν τα περιστατικά που αποδείχθηκαν στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφαρµόστηκε. Η παραπάνω ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, απαιτείται όχι μόνον για την απόφαση περί της ενοχής, αλλά αι για όλες τις αποφάσεις, ανεξάρτητα αν αυτές είναι οριστικές ή παρεμπίπτουσες ή αν η έκδοσή τους αφήνεται στη διακριτική, ελεύθερη ή ανέλεγκτη κυριαρχική κρίση του δικαστηρίου της ουσίας. Έτσι σε περίπτωση απορρίψεως ενός προβληθέντος κατ’άρθρο 170 παρ. 2 και 333 παρ. 2 ΚΠΔ ορισμένου και νόμιμου αυτοτελούς ισχυρισμού ή αιτήματος του κατηγορουμένου, χωρίς την επιβαλλομένη ειδική αιτιολογία, ιδρύεται ο από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ’ του ΚΠΔ λόγος αναιρέσεως.
Τέλος, κατά τη διάταξη του άρθρου 510 παρ. 1 στοιχ. Ε’ του ΚΠΔ, λόγο αναιρέσεως της καταδικαστικής αποφάσεως συνιστά και η εσφαλμένη εφαρμογή ή ερμηνεία ουσιαστικής ποινικής διατάξεως. Εσφαλμένη ερμηνεία υπάρχει όταν το δικαστήριο αποδίδει στο νόμο έννοια διαφορετική από εκείνη που πραγματικά έχει, ενώ εσφαλμένη είναι η εφαρμογή αυτού, όταν το δικαστήριο, χωρίς να παρερμηνεύει το νόμο δεν υπάγει στην αληθινή έννοιά του τα πραγματικά περιστατικά που δέχεται ότι προέκυψαν, καθώς και όταν η σχετική διάταξη παραβιάστηκε εκ πλαγίου, πράγμα που συμβαίνει όταν στο πόρισμα της αποφάσεως, που περιλαμβάνεται στο συνδυασμό του αιτιολογικού προς το διατακτικό της και ανάγεται στα στοιχεία και την ταυτότητα του εγκλήματος, έχουν εμφιλοχωρήσει ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο έλεγχος της ορθής εφαρμογής της εφαρμοσθείσας ουσιαστικής ποινικής διατάξεως, οπότε η απόφαση στερείται νόμιμης βάσης.
Στην προκειμένη περίπτωση, με την προσβαλλόμενη με αρ. 55/2013 απόφαση του Μικτού Ορκωτού Εφετείου Θράκης, ο αναιρεσείων κατηγορούμενος κηρύχθηκε ένοχος των αξιοποίνων πράξεων της απόπειρας ανθρωποκτονίας με ενδεχόμενο δόλο σε βάρος του Κ. Σ. Μ. (κατά πλειοψηφία) και της επικίνδυνης σωματικής βλάβης σε βάρος Κ. Σ. Φ. (ομόφωνα) και καταδικάστηκε σε συνολική ποινή καθείρξεως δέκα ετών και εννέα μηνών. Στο αιτιολογικό του άνω δευτεροβαθμίου δικαστηρίου, όσον αφορά τον νυν αναιρεσείοντα κατηγορούμενο, διαλαμβάνονται, κατά πιστή μεταφορά, τα εξής επί της ουσίας πραγματικά περιστατικά:
“Στην προκειμένη περίπτωση, από την κύρια αποδεικτική διαδικασία γενικά, τα έγγραφα που διαβάστηκαν στο ακροατήριο, τις χωρίς όρκο καταθέσεις των πολιτικώς εναγόντων, τις καταθέσεις των μαρτύρων κατηγορίας και υπεράσπισης που εξετάσθηκαν ένορκα στο ακροατήριο, σε συνδυασμό και με τις απολογίες των κατηγορουμένων, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα: Οι παθόντες και οι κατηγορούμενοι είναι κάτοικοι του οικισμού Κικιδίου του νομού Ροδόπης. Στις 1 1-10-2009, στο πλαίσιο ενός γλεντιού που λάμβανε χώρα σε κεντρικό σημείο του οικισμού, κατά τις απογευματινές ώρες, συγκεντρώθηκαν εκεί κάτοικοι του χωριού και μεταξύ αυτών ο δεύτερος παθών -πολιτικώς ενάγων Φ. Κ. Σ., ο οποίος βρισκόταν σε κατάστημα έτοιμου φαγητού. Το ίδιο κεντρικό σημείο του οικισμού προσέγγισαν και οι κατηγορούμενοι. Προηγουμένως, κατά τη διάρκεια της ίδιας ημέρας, ο πιο πάνω παθών είχε διαπληκτιστεί με τους δύο δίδυμους γιους των κατηγορουμένων, ηλικίας 12 ετών, οι οποίοι έβοσκαν τα πρόβατα του πατέρα τους πλησίον της οικίας αυτού και όταν επέστρεψαν στο σπίτι τους ανέφεραν στους γονείς τους ότι ο πιο πάνω παθών τους μάλωσε. Φθάνοντας λοιπόν οι κατηγορούμενοι στο κέντρο του οικισμού, αντιλήφθηκαν τον ως άνω παθόντα να εξέρχεται από εκεί υπάρχον κατάστημα έτοιμου φαγητού τρώγοντας ένα σάντουιτς και αμέσως κατευθύνθηκαν προς αυτόν προκειμένου να του ζητήσουν το λόγο για τον οποίο μάλωσε τα παιδιά τους. Άρχισε φραστικό επεισόδιο μεταξύ τους και αμέσως ο κατηγορούμενος τον έπιασε από το χέρι, ενώ η κατηγορούμενη χτύπησε αυτόν επανειλημμένα με τα χέρια της στο πρόσωπο και στο θώρακα και τον δάγκωσε στους βραχίονες του, προκαλώντας του εκδορές στη δεξιά προσωπική χώρα, μήκους 3 έως 7 εκατοστών, εκδορές αριστερού ημιθωρακίου, μήκους 7 εκατοστών και αριστερού βραχίονα, μήκους 5 εκατοστών, σύμφωνα με όσα αναφέρονται στη με αριθμό 471/12-10-2009 ιατροδικαστική έκθεση του Π. Π., ιατροδικαστή της Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας Θράκης. Η ένταση με την οποία η κατηγορουμένη χτυπούσε τον πιο πάνω παθόντα, που προσπαθώντας να απεμπλακεί κουνούσε το κεφάλι του δεξιά – αριστερά, εμφαίνεται και από την αποστροφή της κατάθεσης του πέμπτου μάρτυρα κατηγορίας, ο οποίος κατέθεσε: “Έτρωγε ο Φ. και κόντεψε να πνιγεί”, καθώς και από τον τρόπο με τον οποίο απέτρεψε τον παρευρισκόμενο πιο πάνω μάρτυρα κατηγορίας (τον Ι. Κ.) “Φύγε από δω, μην αρχίσω κι εσένα”. Οι πιο πάνω σωματικές κακώσεις, που επέφερε η δεύτερη κατηγορούμενη στον πιο πάνω παθόντα φέρουν το χαρακτήρα της απλής σωματικής βλάβης.
Συνεπώς, πρέπει η κατηγορούμενη να κηρυχθεί ένοχη της πράξης της από πρόθεση πρόκλησης απλής σωματικής βλάβης σε βάρος του Φ. Κ. Σ., που της αποδίδεται. Στη συνέχεια, κάποιοι από τους εκεί παρευρισκόμενους επενέβησαν και έληξε το επεισόδιο, οπότε ο πιο πάνω παθών, έχοντας αίματα στο πρόσωπο του, χωρίς ωστόσο να έχει τραυματιστεί σοβαρά, κατευθύνθηκε προς το μοτοποδήλατο του προκειμένου να μεταβεί στην οικία του. Καθ’ οδόν, σε απόσταση μερικών μέτρων και πάντως στο σημείο του εκεί υπάρχοντος σχολείου, ο ως άνω(δεύτερος) παθών συνάντησε το θείο του Μ. Κ. Σ. – πρώτο παθόντα – πολιτικώς ενάγοντα. Αυτός, μόλις έμαθε για τον ξυλοδαρμό, επέστρεψε μαζί με τον παθόντα ανιψιό του στο κέντρο του οικισμού προκειμένου να βρει τους κατηγορούμενους και να ζητήσει εξηγήσεις. Ο πιο πάνω Μ. Κ. Σ., μόλις εντόπισε τον κατηγορούμενο σε καφενείο του χωριού, κατευθύνθηκε προς το μέρος του και ζήτησε να μάθει τι έγινε, οπότε ξεκίνησε λεκτικό επεισόδιο και ο κατηγορούμενος του επιτέθηκε με μαχαίρι, που έφερε στην τσέπη του μπουφάν του προξενώντας του με αυτό πολλαπλά πλήγματα στην κοιλιακή χώρα, στο αριστερό ημιθωράκιο και την οσφύ, τα οποία, σύμφωνα με την από 22-1Θ-20Θ9 ιατρική γνωμάτευση του Μ. Δ., χειρουργού, επιμελητή Β’ στη χειρουργική κλινική του Γενικού Νοσοκομείου Κομοτηνής, διαπέρασαν το τοίχωμα της κατωτέρας κοιλίας, πάχους 7-8 εκατοστών περίπου και διέτρησαν το λεπτό του έντερο ενδοπεριτοναϊκά σε τρία σημεία ενώ του προκάλεσαν επιπλέον αφενός έτερες ενδοκοιλιακές τέμνουσες βλάβες με ήπια αιμορραγία στη ρίζα του μεσεντερίου, στο μείζον επίπλουν και στο κοιλιακό τοίχωμα και αφετέρου τραύματα στο αριστερό ημιθωράκιο στο ύψος της ωμοπλάτης και στην οσφύ. Στη συμπλοκή επενέβη ο ανιψιός του πιο πάνω παθόντος Φ. Κ. Σ., ο οποίος προσπάθησε να προστατέψει το θείο του, ωστόσο ο πρώτος κατηγορούμενος έπληξε και αυτόν με το ίδιο μαχαίρι στην άνω αριστερή κοιλία κάτω από την καρδιά με αποτέλεσμα να του προκαλέσει, σύμφωνα με τη με αριθμό 471/12-10-2009 ιατροδικαστική έκθεση του προαναφερόμενου ιατροδικαστή Π. Π., τραύμα αριστερού υποχονδρίου, σωματική βλάβη, από την οποία, αν και ήταν απλή, μπορούσε να επέλθει κίνδυνος για τη ζωή του, λόγω του οργάνου που χρησιμοποιήθηκε (μαχαίρι) και του σημείου που επλήγη (άνω αριστερή κοιλία κάτω από το μέρος της καρδιάς), καθόσον, με διαφορά λίγων εκατοστών, το μαχαίρι θα μπορούσε να πλήξει την καρδιά του πιο πάνω θύματος με συνέπεια το θάνατο αυτού. Αμέσως επενέβησαν οι εκεί ευρισκόμενοι, με αποτέλεσμα ο κατηγορούμενος να απομακρυνθεί κυνηγημένος από τους συγχωριανούς του, οι οποίοι τον καταδίωξαν μέχρι την αυλή του σπιτιού του, ενώ κάποιοι από αυτούς μετέφεραν τα θύματα με αυτοκίνητο στο νοσοκομείο Κομοτηνής. Εκεί ο Μ. Κ. Σ., υποβλήθηκε σε σοβαρή πολύωρη χειρουργική επέμβαση, κατά την οποία αντιμετωπίστηκαν τα τραύματά του και κατάφερε να επιζήσει, ενώ επίσης και ο Φ. Κ. Σ. υποβλήθηκε σε μικρότερης διάρκειας χειρουργική επέμβαση. Από το μέγεθος των σωματικών βλαβών του Μ. Κ. Σ., οι οποίες έγιναν σε καίριο σημείο του σώματος του (κοιλιακή χώρα, όπου διαπέρασαν το τοίχωμα της κατώτερης κοιλίας και διέτρησαν το λεπτό του έντερο σε τρία σημεία, ενώ του προκάλεσαν επιπλέον και άλλες ενδοκοιλιακές βλάβες) και από το μέσο που χρησιμοποιήθηκε (μαχαίρι) συνάγεται ότι ο κατηγορούμενος έπληξε τον πιο πάνω παθόντα επανειλημμένα με δύναμη γνωρίζοντας πως από την πράξη του αυτή ενδέχεται να προκληθούν θανατηφόρες σωματικές βλάβες σ’ αυτόν, αλλά δεν απώθησε από τη συνείδηση του την επέλευση του εγκληματικού αποτελέσματος, αντίθετα, αποδέχθηκε το γεγονός αυτό, καθόσον οι πλήξεις ήταν περισσότερες από μία και έγιναν με μεγάλη δύναμη, από εγγύτατη απόσταση από το σώμα του παθόντος, σε διαφορετικά καίρια σημεία του σώματος αυτού. Έτσι, έχοντας πλήρη αντίληψη και συνείδηση ότι με τις αλλεπάλληλες πλήξεις με μαχαίρι στην κοιλιακή χώρα του θύματος, μπορεί να επέλθει ο θάνατος του, αποδέχθηκε το αποτέλεσμα αυτό. Βέβαια από την πράξη του αυτή, που περιείχε αρχή εκτέλεσης ανθρωποκτονίας – πλήξεις με μαχαίρι σε καίρια όργανα του παθόντος – δεν επήλθε ο θάνατος αυτού, όχι από βούληση του κατηγορουμένου, αλλά διότι μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο, όπου υποβλήθηκε σε χειρουργική επέμβαση. Από κανένα στοιχείο δεν αποδείχθηκε ο ισχυρισμός του κατηγορουμένου ότι ενήργησε ευρισκόμενος σε άμυνα, ότι δηλαδή επέφερε τα πιο πάνω πλήγματα στον παθόντα Μ. Κ. Σ. βρισκόμενος σε άμυνα, καθόσον δεν αποδείχθηκε ότι δέχθηκε άδικη και παρούσα επίθεση (εκτός από φραστική) από αυτόν και ότι ήταν αναγκαία η πράξη του για να υπερασπιστεί τον εαυτό του, καθόσον μόνος αυτός και ο γαμπρός του ισχυρίζονται ότι οι παθόντες επιτέθηκαν κατ’ αυτού και μάλιστα καταθέτοντας εν μέρει αντιφατικά τα γεγονότα. Αντίθετα, οι μάρτυρες κατηγορίας Χ. Μ. και Κ. Β., που ήταν παρόντες στο δεύτερο επεισόδιο, καταθέτουν με ενάργεια ότι ο παθών και ο κατηγορούμενος ήταν όρθιοι, όταν ο τελευταίος επέφερε πλήγματα στον Μ. Κ. Σ.. Άλλωστε, από την ένταση των πληγμάτων, τα σημεία πλήξης στο σώμα του πιο πάνω παθόντος και το βάθος των τραυμάτων στην κοιλιακή χώρα αυτού συνάγεται ότι αυτά έγιναν με δύναμη και σχεδόν εξ επαφής, οπότε δεν είναι δυνατό ο παθών να είναι όρθιος και ο επιτιθέμενος πεσμένος στο έδαφος. Σημειώνεται, ότι ο τραυματισμός του πιο πάνω παθόντος ήταν ιδιαίτερα σοβαρός, καθόσον του χορηγήθηκε από το Ι.Κ.Α. αναρρωτική άδεια ενός έτους. Από τα παραπάνω συνάγεται ότι πρέπει ν’ απορριφθεί ο ισχυρισμός του κατηγορούμενου περί άμυνας, όπως και κατά την πλειοψηφία (μειοψηφούντος, κατά τα κατωτέρω, του ενόρκου Π. Κ.) απορριπτέος είναι και ο επικουρικός ισχυρισμός του περί μεταβολής των κατηγοριών σε βαρεία σωματική βλάβη (του Κ. Σ. Μ.) και απλή σωματική βλάβη (του Κ. Σ. Φ.). Σύμφωνα λοιπόν με όσα προεκτίθενται, πρέπει ο (πρώτος) κατηγορούμενος να κηρυχθεί ένοχος του ότι στον παραπάνω αναφερόμενο τόπο και χρόνο ενεργώντας με δόλο τέλεσε με περισσότερες πράξεις περισσότερα εγκλήματα που προβλέπονται από το νόμο και τιμωρούνται με στερητικές της ελευθερίας ποινές. Συγκεκριμένα: 1) κατά την πλειοψηφία του Δικαστηρίου, ότι ενεργώντας με ενδεχόμενο δόλο, δηλαδή γνωρίζοντας πως από την πράξη του μπορεί να επέλθει ο θάνατος του Μ. Κ. Σ. και αποδεχόμενος το αποτέλεσμα αυτό, του επιτέθηκε με μαχαίρι και τον έπληξε με πολλαπλά πλήγματα στην κοιλιακή χώρα, το ημιθωράκιο και την οσφύ, όπως αναλυτικά αναφέρεται πιο πάνω, όμως η πράξη του αυτή δεν ολοκληρώθηκε όχι από δική του βούληση αλλά από εξωτερικά αίτια, διότι ο πιο πάνω παθών μεταφέρθηκε από τρίτους εγκαίρως στο Νοσοκομείο, όπου αντιμετωπίστηκε άμεσα χειρουργικά ο τραυματισμός του, από τον οποίο και κατάφερε να επιζήσει και β) ότι με πρόθεση έπληξε με μαχαίρι τον Φ. Κ. Σ. στην άνω αριστερή κοιλία κάτω από την καρδιά προξενώντας του σωματική κάκωση, με τρόπο που μπορούσε να του προκαλέσει κίνδυνο για τη ζωή του. Ένα μέλος του Δικαστηρίου και δη ο ένορκος Π. Κ. είχε τη γνώμη ότι ο πρώτος κατηγορούμενος έπρεπε, γενόμενου δεκτού του οικείου ισχυρισμού του, να κηρυχθεί ένοχος βαρειάς σωματικής βλάβης (του Μ. Κ. Σ.), κατ’ επιτρεπτή μεταβολή της κατηγορίας από απόπειρα ανθρωποκτονίας για το λόγο ότι δεν υφίστατο ανθρωποκτόνος δόλος του”.
Με βάση τις παραπάνω παραδοχές, το δευτεροβάθμιο μικτό ορκωτό δικαστήριο της ουσίας, διέλαβε στην προσβαλλόμενη απόφασή του, όσον αφορά τον αναιρεσείοντα κατηγορούμενο, την απαιτούμενη από τις αναφερόμενες διατάξεις του Συντάγματος και του ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκθέτει σε αυτή με σαφήνεια πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία αποδείχθηκαν από την ακροαματική διαδικασία και συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση των άνω εγκλημάτων της απόπειρας ανθρωποκτονίας με ενδεχόμενο δόλο και της επικίνδυνης σωματικής βλάβης, για τα οποία καταδικάσθηκε ο αναιρεσείων κατηγορούμενος, τις αποδείξεις από τις οποίες συνήγαγε τα περιστατικά αυτά και τους συλλογισμούς, με βάση τους οποίους έκανε την υπαγωγή τους στις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις των άρθρων 26 παρ. 1α, 27 παρ. 1, 42 παρ. 1, 83, 94, 299 παρ. 1 και 309,308 του ΠΚ, τις οποίες ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε, χωρίς να τις παραβιάσει ούτε ευθέως, ούτε εκ πλαγίου και χωρίς να στερήσει έτσι την απόφαση από νόμιμη βάση. Ειδικότερα, όσον αφορά τις επί μέρους αιτιάσεις και λόγους αναιρέσεως του αναιρεσείοντος, α) αναφέρονται στην αιτιολογία της αποφάσεως τα αποδεικτικά μέσα κατά το είδος τους (μάρτυρες, έγγραφα και απολογία κατηγορουμένου), από τα οποία το δικαστήριο συνήγαγε τα περιστατικά που εκτέθηκαν και οδηγήθηκε στην καταδικαστική του κρίση για τέλεση και των δύο εγκλημάτων που καταδικάστηκε, σε βάρος διαφορετικών παθόντων προσώπων και ιδιαίτερα για τέλεση της άνω απόπειρας ανθρωποκτονίας με ενδεχόμενο δόλο του καταδικασθέντος, τελούντος σε ήρεμη κατάσταση και όχι σε βρασμό ψυχικής ορμής, λόγω αιφνίδιας υπερδιέγερσης συναισθημάτων από φόβο, ταραχή και πανικό, συνεπεία επίθεσης του υιού των παθόντων, β) αναφέρονται επαρκώς εμπεριστατωμένα με σαφήνεια και αναλυτικά τα πραγματικά περιστατικά που αποδείχθηκαν, και δη ο τρόπος τελέσεως των ανωτέρω δύο εγκλημάτων και από το σύνολο των παραδοχών συνάγεται επαρκής αιτιολόγηση του απαιτούμενου ενδεχόμενου δόλου του δράστη (φύλλο 21-22 πρακτικών), αποδεχθέντος το επελθόν αποτέλεσμα, έχοντας πλήρη αντίληψη και συνείδηση ότι από τα αλλεπάλληλα πλήγματα που επέφερε με μαχαίρι με δύναμη και από εγγύτατη απόσταση σε καίριο σημείο του σώματος και δη στην κοιλιακή χώρα του πρώτου παθόντος Μ. Κ. Σ., μπορούσε να επέλθει ο θάνατος του θύματος αυτού, που τελικά αποφεύκτηκε, από εξωτερικά αίτια που αναφέρονται και όχι από βούληση του δράστη, ενώ επέφερε με το ίδιο μαχαίρι, με πλήγμα στην κοιλιακή χώρα κάτω από την καρδιά σωματική βλάβη στον Κ. Σ. Φ., από την οποία βλάβη στο αριστερό υποχόνδριο, μπορούσε να επέλθει κίνδυνος για τη ζωή του τελευταίου, γ) αιτιολογείται ειδικά και εμπεριστατωμένα η απόρριψη του προβληθέντος αυτοτελούς ισχυρισμού του κατηγορουμένου περί άμυνας, με τις παραδοχές ότι “δεν αποδείχθηκε ότι ο κατηγορούμενος δέχθηκε άδικη και παρούσα επίθεση από το θύμα Μ. Κ. Σ., η δε προσβολή του εκ μέρους του θύματος ήταν φραστική μόνον και δεν έγινε με βρισκόμενο όρθιο το θύμα και το δράστη πεσμένο κάτω στο έδαφος”, και δ) αιτιολογείται ειδικά, εμπεριστατωμένα και ρητά, η απόρριψη του προβληθέντος ισχυρισμού του κατηγορουμένου περί μεταβολής της κατηγορίας της απόπειρας ανθρωποκτονίας κατά του Κ. Σ. Μ. σε βαριά σωματική βλάβη και από επικίνδυνη σωματική βλάβη του Κ. Σ. Φ. σε απλή σωματική βλάβη, με τις ουσιαστικές παραδοχές του δικαστηρίου ότι τα αποδειχθέντα περιστατικά συγκροτούν κατά τα αντικειμενικά και υποκειμενικά τους στοιχεία το έγκλημα της απόπειρας ανθρωποκτονίας σε βάρος του παθόντος Κ. Σ. Μ. και της επικίνδυνης σωματικής βλάβης σε βάρος του παθόντος Κ. Σ. Φ..
Επομένως οι συναφείς από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ’ και Ε’ του ΚΠΔ λόγοι αναιρέσεως της κρινόμενης αιτήσεως, για έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας και για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή νόμου, είναι απορριπτέοι ως αβάσιμοι.
Μετά από αυτά και αφού δεν υπάρχει άλλος παραδεκτός λόγος αναιρέσεως προς έρευνα, πρέπει να απορριφθεί η κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως, στο σύνολό της και να καταδικαστεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα (άρθρο 583 παρ. 1 ΚΠΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει τη με αρ. εκθ. 2/19-5-2014 αίτηση – δήλωση του Χ. Μ. του Σ., για αναίρεση της με αρ. 55/2013 αποφάσεως του Μικτού Ορκωτού Εφετείου Θράκης. Και.
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα που ανέρχονται σε διακόσια πενήντα (250) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 18 Φεβρουαρίου 2015.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 24 Φεβρουαρίου 2015.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ