Ρυθμίζεται το ζήτημα του επιμερισμού του κόστους σε συμμόρφωση με την απόφαση 4170/2011 του ΣτΕ
Την αντικατάσταση του άρθρου 9 του ν. 3115/2003 (Εγγύηση και διασφάλιση της άρσης του απορρήτου των επικοινωνιών), προβλέπει, μεταξύ άλλων, το σχέδιο νόμου του Υπουργείου Δικαιοσύνης που βρίσκεται άπό την προηγούμενη εβδομάδα στη Βουλή.
Όπως αναφέρεται στην αιτιολογική έκθεση, η αντικατάσταση κρίνεται αναγκαία, σε συμμόρφωση της Διοίκησης με την υπ’ αριθ. 4170/2011 απόφαση του Δ’ Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας που ακύρωσε τις διατάξεις των άρθρων 6 παρ. 2 και 7 παρ. 4 του Προεδρικού Διατάγματος 47/2005 «Διαδικασίες καθώς και τεχνικές και οργανωτικές εγγυήσεις για την άρση του απορρήτου των επικοινωνιών και για τη διασφάλισή του», το οποίο είχε εκδοθεί κατ’ εξουσιοδότηση της διάταξης του άρθρου 9 Ν. 3115/2003.
Με την προτεινόμενη ρύθμιση το ζήτημα του επιμερισμού του κόστους, όπως αυτό ορίζεται στην παρ. 2 του άρθρου 6 του εν λόγω Π.Δ., και αφορά ειδικότερα το κόστος του συστήματος επισυνδέσεων των αρμοδίων αρχών (δέκτη/ συλλέκτη των δεδομένων) και του αντίστοιχου συστήματος των παροχών (συλλέκτη/ πομπό των διακινούμενων δεδομένων), αλλάζει και αντιμετωπίζεται με βάση την υπάρχουσα πραγματικότητα στον χώρο της άρσης του απορρήτου των επικοινωνιών, λαμβάνοντας υπόψη την αρχή της αναλογικότητας, στο πλαίσιο της οποίας επιτρέπεται η θέσπιση αναλογικών υποχρεώσεων για τους παρέχοντες υπηρεσίες επικοινωνίας.
Στην αιτιολογική έκθεση επισημαίνεται ότι τα συστήματα άρσης απορρήτου των παρόχων και τα συστήματα άρσης απορρήτου των αρχών είναι μεν δύο διακριτά υποσυστήματα πλην όμως λειτουργούν αναγκαίως συμπληρωματικά και συνθέτουν από κοινού το ολοκληρωμένο σύστημα άρσης απορρήτου των επικοινωνιών, αποκαλούμενο και ως «Σύστημα Επισυνδέσεων».
Και τούτο, διότι ουδεμία χρηστικότητα και κανένα αποτέλεσμα δεν θα μπορούσε να επιφέρει από μόνο του το Σύστημα Επισύνδεσης Παρόχου Επικοινωνιών, το οποίο βρίσκεται εντός των εγκαταστάσεων των παρόχων, αν δεν ήταν διασυνδεδεμένο με ένα τουλάχιστον ανάλογο σύστημα των αρμοδίων αρχών.
Σύμφωνα με την προτεινόμεν η διάταξη, σε περίπτωση που το τηλεπικοινωνιακό σύστημα ενός παρόχου δεν διαθέτει τον αναγκαίο εξοπλισμό και λογισμικό για την άρση του απορρήτου και την παροχή στις αρμόδιες αρχές των στοιχείων επικοινωνίας, υποχρεούται να προμηθευθεί, εγκαταστήσει και θέσει σε λειτουργία στο σύστημά του τον προς τούτο απαιτούμενο εξοπλισμό ή και λογισμικό εντός προθεσμίας εννέα (9) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος και να ενημερώσει σχετικώς εγγράφως την Αρχή Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών (ΑΔΑΕ).
Στο ίδιο πνεύμα εφαρμογής της αρχής της αναλογικότητας, στη νέα παρ. 3 του άρθρου, το κόστος των μισθωμένων κυκλωμάτων που αναπτύσσονται μεταξύ των δύο πλευρών (παρόχων – αρχών), η προμήθεια και εγκατάσταση των συσκευών κρυπτογράφησης δεδομένων στις δύο πλευρές, καθώς και το διαρκές μηνιαίο κόστος μεταφοράς δεδομένων καλύπτονται από τους προϋπολογισμούς των αρμοδίων αρχών και επιβαρύνουν στο σύνολο τους το Ελληνικό Δημόσιο.
Η αιτιολογική έκθεση καταλήγει αναφέροντας ότι η αναδρομική ρύθμιση του ζητήματος από τότε που τέθηκε σε εφαρμογή η διάταξη του άρθρου 9 του ν. 3115/2003, είναι αναγκαία προκειμένου ακριβώς να υπάρξει πλήρης συμμόρφωση της Διοίκησης προς την προαναφερόμενη απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, ύστερα από την ορθή αποτύπωση των πραγματικών δεδομένων εγκατάστασης και λειτουργίας των συστημάτων επισύνδεσης, δεδομένου ότι το Ελληνικό Δημόσιο σύμφωνα με τα στοιχεία των αρμοδίων αρχών, χωρίς να έχει υπολογισθεί το έκτακτο κόστος λειτουργίας και συντήρησης των Συστημάτων Νομίμων Επισυνδέσεων του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη, που έχουν προκύψει στο χρονικό διάστημα 2008 -2013, έχει ήδη καταβάλειτο ποσό των 30.740.434,85 ευρώ.
Δείτε αναλυτικά το νομοσχέδιο εδώ