Λανθασμένη κρίθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο η πρωτόδικη απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού με την οποία αθωώθηκε, από το στάδιο του εκ πρώτης όψεως, η Χαρίκλεια Ορφανίδη, σύζυγος του Χρίστου Ορφανίδη, ο οποίος εκτίει πολύμηνη φυλάκιση η οποία του επιβλήθηκε σε σωρεία υποθέσεων έκδοσης ακάλυπτων επιταγών.
Υπενθυμίζεται ότι η Χαρίκλεια Ορφανίδη κρίθηκε, με απόφαση του Εφετείου, ένοχη για έκδοση ακάλυπτων επιταγών σε μια μόνο υπόθεση. Σε εκείνη την περίπτωση το Εφετείο, πριν από ενάμιση χρόνο, της επέβαλε ποινή προστίμου, όπως και στον σύζυγό της, μετά την πληρωμή του ποσού των ακάλυπτων επιταγών.
Η νέα υπόθεση, την οποία το πρωτόδικο Δικαστήριο καλείται να συνεχίσει από το στάδιο κατά το οποίο διακόπηκε, αφορά έκδοση ακάλυπτων επιταγών συνολικού ποσού περίπου 50.000 ευρώ. Παραπονούμενη είναι μια εταιρεία η οποία προμήθευε τις υπεραγορές Ορφανίδη με προϊόντα. Σημειώνεται ότι η υπόθεση αφορούσε και αδικήματα απόσπασης αγαθών με ψευδείς παραστάσεις τα οποία, όμως, δεν αποδείχθηκαν.
Η έφεση στρεφόταν και κατά της αθώωσης του Χρίστου Ορφανίδη. Το Εφετείο έκρινε πως δεν υπήρχε περιθώριο επέμβασης του επί αυτής της πτυχής της υπόθεσης, αφού όλη η μαρτυρία καταδείκνυε εμπλοκή μόνο της συζύγου του στην έκδοση των επίδικων επιταγών. Όπως επί του προκειμένου σημειώνεται στην απόφαση του Εφετείου, «δεν θεωρούμε ότι, υπό τις περιστάσεις της υπόθεσης, παρέχεται πεδίο επέμβασης μας στην απόφαση του δικαστηρίου αναφορικά με τον εφεσίβλητο 6 (Χρίστο Ορφανίδη).
Από τη μαρτυρία που κατατέθηκε δεν προέκυπτε ότι ο εν λόγω εφεσίβλητος είχε, οποιαδήποτε, ανάμειξη στην έκδοση των επιταγών. Σύμφωνα με τη μάρτυρα κατηγορίας, η υπογραφή στις επιταγές τέθηκε από την εφεσίβλητη 2 (Χαρίκλεια Ορφανίδη), η οποία υπέγραψε στην παρουσία της. Η ίδια μάρτυρας ανέφερε ότι το πρόβλημα που τέθηκε με την τίμηση των επιταγών και ο τρόπος επίλυσης του, είχε συζητήσει με την εφεσίβλητη 2 και όχι με τον εφεσίβλητο 6».
Υπό αυτά τα δεδομένα, η κατηγορούμενη Χαρίκλεια Ορφανίδη θα κληθεί σε απολογία, δηλαδή να προβάλει την υπεράσπισή της προκειμένου το πρωτόδικο Δικαστήριο να καταλήξει στην τελική του ετυμηγορία στη βάση έχοντας υπόψη και τις επισημάνσεις του Εφετείου σε ό,τι αφορά στη νομική πτυχή της υπόθεσης.