Οι Ρώσοι επιστρέφουν στην Κεντρική Ευρώπη, χωρίς τανκς». Με αυτόν τον τίτλο συνόδευε η El Pais, την περασμένη Τρίτη, ρεπορτάζ με αφορμή τα 50 χρόνια από τη σοβιετική εισβολή στην Τσεχοσλοβακία. Οπως ανέφερε η ισπανική εφημερίδα, η ρωσική επιρροή στην Τσεχία είναι ισχυρότερη από κάθε άλλη φορά μετά την πτώση του Τείχους. Ο πρόεδρος της χώρας, Μίλος Ζέμαν, τάσσεται υπέρ της άρσης των δυτικών κυρώσεων στη Ρωσία, θεωρώντας δικαιολογημένη την προσάρτηση της Κριμαίας. Τον Ιούλιο, το (φιλορωσικό και αντινατοϊκό) Κομμουνιστικό Κόμμα βοήθησε τον πρωθυπουργό Αντρέι Μπάμπις να εξασφαλίσει ψήφο εμπιστοσύνης από τη Βουλή.
Ανάλογη είναι η εικόνα στην Ουγγαρία, μια άλλη χώρα που γνώρισε σοβιετική εισβολή το 1956. Ο συντηρητικός πρωθυπουργός Βίκτορ Ορμπαν έχει εγκαταλείψει τις αντιρωσικές προκαταλήψεις της νεότητάς του και έχει οικοδομήσει πολύ καλές σχέσεις με τον Βλαντιμίρ Πούτιν. Η Ρωσία, άλλωστε, είναι στρατηγικός ενεργειακός εταίρος της Ουγγαρίας και ετοιμάζεται να της κατασκευάσει πυρηνικό εργοστάσιο.
Η Αυστρία
Μια άλλη σημαντική χώρα της Κεντρικής Ευρώπης, η Αυστρία, φαίνεται να επιστρέφει, ώς ένα βαθμό, στον παραδοσιακό ρόλο της γέφυρας μεταξύ Ανατολής και Δύσης, τον οποίο ασκούσε με επιτυχία στη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου. Το Σάββατο 18 Αυγούστου, ο Βλαντιμίρ Πούτιν ήταν προσκεκλημένος, μαζί με τον Αυστριακό καγκελάριο Σεμπάστιαν Κουρτς, στον γάμο της υπουργού Εξωτερικών Κάριν Κνάισλ, σε έναν αμπελώνα της Στυρίας. Ο Ρώσος πρόεδρος έκλεψε την παράσταση χορεύοντας βαλς με τη νύφη, η οποία προέρχεται από το εθνικιστικό Κόμμα της Ελευθερίας (FPO), ο αρχηγός του οποίου, Χάινς Κρίστιαν Στράχε, βρέθηκε το 2016 στη Μόσχα για να υπογράψει συμφωνία συνεργασίας με το κόμμα του Πούτιν «Ενωμένη Ρωσία». Μετά τις αντιδράσεις των ατλαντιστών για την παρουσία του Πούτιν στον υπουργικό γάμο, ο Κουρτς έσπευσε να διαβεβαιώσει ότι η πολιτική και η θέση της χώρας του στην Ε.Ε. δεν τίθενται υπό αμφισβήτηση.
Η επίθεση φιλίας του Ρώσου προέδρου προς την Ευρώπη συνεχίστηκε την ίδια κιόλας ημέρα με την επίσκεψή του στο Βερολίνο, όπου συναντήθηκε με την Αγκελα Μέρκελ. Ηταν η δεύτερη συνάντηση των δύο ηγετών μέσα σε λίγους μήνες –είχαν συναντηθεί στο Σότσι της Μαύρης Θάλασσας τον Μάιο– και η γλώσσα του σώματος στις δηλώσεις τους στους δημοσιογράφους επέτρεπε να υποθέσει κανείς ότι ο πάγος μεταξύ Μόσχας και Βερολίνου έχει αρχίσει να λιώνει.
Ενα από τα βασικά θέματα που συζητήθηκαν στον πύργο του Μέζεμπεργκ, στα περίχωρα του Βερολίνου, ήταν η κατασκευή του αγωγού μεταφοράς ρωσικού φυσικού αερίου NordStream 2. Απορρίπτοντας τις φορτικές αμερικανικές πιέσεις, η καγκελάριος επέμεινε στην ολοκλήρωση του έργου, αν και θα χρειαστεί να καθησυχαστούν με κάποιο τρόπο οι ανησυχίες της Ουκρανίας –που κινδυνεύει να υποστεί μεγάλη οικονομική ζημία εάν σταματήσει η ροή ρωσικού φυσικού αερίου από τα εδάφη της– για να μη σκοντάψει το στρατηγικής σημασίας εγχείρημα σε αντιρρήσεις της Ε.Ε. ή και σε αμερικανικές κυρώσεις. Μέρκελ και Πούτιν συζήτησαν εκτενώς τα δύο μεγάλα «αγκάθια» για την εξομάλυνση των γερμανορωσικών σχέσεων, το Συριακό και το Ουκρανικό.
Ο Ρώσος πρόεδρος προσπάθησε να δελεάσει τη Γερμανία στο Συριακό, υποστηρίζοντας ότι η σταθεροποίηση της κατάστασης (υπέρ του Ασαντ) θα επιτρέψει την επιστροφή εκατομμυρίων Σύρων προσφύγων στις εστίες τους, κάτι που θα εκτονώσει την πίεση του προσφυγικού προς τους Ευρωπαίους. Ασφαλώς τα προβλήματα στις σχέσεις με τη Γερμανία και γενικότερα την Ευρώπη δεν θα εκλείψουν άμεσα. Είναι γεγονός, όμως, ότι υπάρχει ένας ισχυρός παράγοντας που ωθεί στη συνεννόηση και αυτός δεν είναι άλλος από τη μονομερή πολιτική των κυρώσεων και των εκβιασμών από την κυβέρνηση Τραμπ. Ενδεικτικό της ατμόσφαιρας που διαμορφώνεται στο Βερολίνο ήταν το βαρυσήμαντο άρθρο του Χάικο Μάας στην εφημερίδα Handelsblatt. Ο Γερμανός υπουργός Εξωτερικών σκιαγράφησε μια συνολική «νέα στρατηγική» για τις ΗΠΑ και τις διεθνείς συμμαχίες της χώρας του.
Παράκαμψη δολαρίου
Μεταξύ άλλων, ζήτησε τη δημιουργία, μαζί με τη Γαλλία, Ευρωπαϊκού Νομισματικού Ταμείου, ανεξάρτητων συστημάτων πληρωμών που θα παρακάμπτουν το δολάριο, ευρωπαϊκή ένωση ασφάλειας και άμυνας και «πολυμερή συμμαχία» με Καναδά και Ιαπωνία όταν οι ΗΠΑ «παραβιάζουν τις κόκκινες γραμμές». Μια στρατηγική που υπερβαίνει ό,τι έχει ακουστεί μέχρι σήμερα από το Βερολίνο και, αν εφαρμοστεί, θα θέσει υπό αμφισβήτηση την υπό αμερικανική ηγεμονία ευρωατλαντική συνοχή.