Το Κέντρο Συντονισμού Αντιμετώπισης Εκτάκτων Καταστάσεων της ΕΕ είναι δυσκίνητο, καθώς λειτουργεί σε εθελοντική βάση – Τι λέει ο αρμόδιος ευρωπαίος επίτροπος Χρήστος Στυλιανίδης
Το ελληνικό σήμα προς το Κέντρο Συντονισμού Αντιμετώπισης Εκτάκτων Καταστάσεων (Emergency Response Coordination Centre – ERCC) της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, με το οποίο η Αθήνα αιτούνταν βοήθειας για την αντιμετώπιση της πολύνεκρης, όπως δυστυχώς αποδείχθηκε, πυρκαγιάς στο Μάτι, έφθασε στις Βρυξέλλες κάποια στιγμή μεταξύ 20.30 και 21.00. Το ERCC λειτουργεί 24 ώρες την ημέρα, 7 ημέρες την εβδομάδα, αλλά μόνο αν ένα κράτος-μέλος στείλει σήμα υπάρχει η αυτόματη ενεργοποίηση του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Πολιτικής Προστασίας. Ακόμη και έτσι όμως, τίποτα δεν γίνεται εύκολα. Ο λόγος είναι απλός. Το σύστημα λειτουργεί σε εθελοντική βάση. Υπάρχει μια δεξαμενή ικανοτήτων (capabilities pool), αλλά απαιτείται διαπραγμάτευση και διαβούλευση με τα κράτη-μέλη που συμμετέχουν σε αυτή για να διατεθούν αυτές στη χώρα που τις έχει ανάγκη.
Το ελληνικό αίτημα και η ανταπόκριση
Οταν το ελληνικό σήμα έφθασε στο ERCC (ένα υπερσύγχρονο κέντρο το οποίο ιδρύθηκε το 2013, αντικαθιστώντας το Κέντρο Παρακολούθησης και Πληροφόρησης – MIC – που υπήρχε από το 2001), ειδοποιήθηκε αυτομάτως ο επίτροπος Ανθρωπιστικής Βοήθειας και Διαχείρισης Κρίσεων Χρήστος Στυλιανίδης. Αυτός είναι που αναλαμβάνει σε τέτοιες περιπτώσεις τις πολιτικές διαβουλεύσεις με τις Αρχές των ευρωπαϊκών χωρών ώστε να διαπιστωθεί τι συνδρομή μπορεί να προσφερθεί και πότε ακριβώς.
Σύμφωνα με πληροφορίες, στο άκουσμα του ελληνικού αιτήματος υπήρξε μια αρχική παγωμάρα, διότι το ERCC είχε να διαχειριστεί και τις εκτεταμένες πυρκαγιές στη Σουηδία (η Νορβηγία και η Ιταλία ήταν ανάμεσα στις χώρες που συνέδραμαν, με πυροσβεστικά αεροσκάφη, τη Στοκχόλμη στην έκκλησή της για βοήθεια). Είχε δε φανεί από πέρυσι, όταν ξέσπασαν οι μεγάλες φωτιές στην Πορτογαλία, ότι όταν εκτυλίσσονται παράλληλες φυσικές καταστροφές, η διαχείριση κρίσεων αλλά και η προσφορά ικανοτήτων (π.χ. πυροσβεστικά αεροσκάφη) δεν είναι εύκολη υπόθεση.
Για όσους τον γνωρίζουν καλά βέβαια, ο κύπριος επίτροπος δεν είναι από αυτούς που το βάζουν εύκολα κάτω. Κοινοτικές πηγές έλεγαν άλλωστε στο «Βήμα» ότι ο κ. Στυλιανίδης ζητούσε, ήδη από το 2016, να δημιουργηθεί ένας πιο ουσιαστικός Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Πολιτικής Προστασίας που δεν θα ενεργοποιείται μόνο σε εθελοντική βάση, αλλά θα είναι κατά κάποιον τρόπο «κοινοτικής ιδιοκτησίας» (EU-owned). Πράγματι, παρά τις αντιξοότητες, ο κ. Στυλιανίδης κατάφερε να διασφαλίσει μέσα στο δίωρο-τρίωρο που ακολούθησε το ελληνικό αίτημα την αποστολή 64 πυροσβεστών από την Κύπρο, δύο πυροσβεστικών αεροσκαφών Canadair από την Ισπανία, καθώς επίσης πυροσβεστών και πυροσβεστικών οχημάτων από τη Βουλγαρία. Την επομένη, η Ιταλία έστειλε δύο Canadair και η Ρουμανία άλλα δύο αεροσκάφη. Η Πορτογαλία, η Μάλτα και η Κροατία προσέφεραν επίσης αεροσκάφη και πυροσβέστες, αλλά αυτά όλα δεν χρειάστηκαν. Δυστυχώς, η πυρκαγιά στο Μάτι έσβησε στη θάλασσα, αφήνοντας πίσω της δεκάδες θύματα, ενώ ελάχιστα από τα μέσα αυτά χρησιμοποιήθηκαν στο μέτωπο της Κινέτας.
Οι ευθύνες της ελληνικής πλευράς
Κοινοτικές πηγές σημείωναν ότι σίγουρα υπάρχει η επίδραση της κλιματικής αλλαγής στη φονική πυρκαγιά στο Μάτι. Από την άλλη πλευρά, όμως, επισημαίνουν ότι υπήρξαν τρία στοιχεία που δεν μπορούν να περάσουν απαρατήρητα και αναμφίβολα έκαναν την κατάσταση ακόμη πιο δύσκολα διαχειρίσιμη.
Το πρώτο είναι η παντελής έλλειψη ετοιμότητας του ελληνικού Μηχανισμού Πολιτικής Προστασίας για την αντιμετώπιση μιας τόσο σοβαρής κατάστασης. Το δεύτερο είναι η ανυπαρξία συστήματος έγκαιρης προειδοποίησης. Το τρίτο, που στην περίπτωση της φωτιάς στο Μάτι αποδείχθηκε κομβικής σημασίας, ήταν η έλλειψη σαφούς και οργανωμένου σχεδίου εκκένωσης.
Το σύστημα «rescEU», η αλληλεγγύη και ο «σκληρός» Βορράς
Η άποψη κοινοτικών αξιωματούχων είναι ότι όσα συνέβησαν στην Ελλάδα πριν από λίγες ημέρες, αλλά και οι πυρκαγιές στην Πορτογαλία το 2017, καθιστούν επιτακτικότερη από ποτέ την προώθηση και εγκαθίδρυση ενός καθαρού Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Πολιτικής Προστασίας. Σύμφωνα με τον επίτροπο Στυλιανίδη, αυτός είναι ο μόνος τρόπος να συνδυαστεί αποτελεσματικά η επίδειξη ευρωπαϊκής αλληλεγγύης με την ανάληψη ευθύνης. Είναι σε αυτό το πλαίσιο που το γραφείο του επιτρόπου Ανθρωπιστικής Βοήθειας και Διαχείρισης Κρίσεων πρότεινε, τον περασμένο Νοέμβριο, την ενίσχυση της διαχείρισης καταστροφών από την ΕΕ με το επονομαζόμενο σύστημα «rescEU».
Ο σημερινός Μηχανισμός Πολιτικής Προστασίας της Ευρωπαϊκής Ενωσης (ΕΕ) βασίζεται σε ένα σύστημα εθελοντικής συμμετοχής. Από την ίδρυσή του, το 2001, έχει αναλάβει την παρακολούθηση περίπου 400 κρίσεων και έχει λάβει περισσότερα από 250 αιτήματα για βοήθεια (η Ελλάδα προσέφυγε σε αυτόν ακόμη και για την αντιμετώπιση της θαλάσσιας ρύπανσης που προκάλεσε το πλοίο «Αγία Ζώνη» το καλοκαίρι του 2017). Συμμετέχουν σε αυτόν τα 29 κράτη-μέλη της ΕΕ, καθώς επίσης η Ισλανδία, η πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας (πΓΔΜ), το Μαυροβούνιο, η Νορβηγία, η Σερβία και η Τουρκία. Η εθελοντική δεξαμενή ικανοτήτων (European Emergency Response Capacity – EERC) δημιουργήθηκε το 2014. Στη δεξαμενή έχουν διατεθεί από τις συμμετέχουσες χώρες περίπου 95 εργαλεία, όπως π.χ. μονάδες πυρόσβεσης ή ομάδες διάσωσης. Ενδεικτικό της σημασίας της ευρωπαϊκής αλληλεγγύης σε φυσικές καταστροφές είναι μάλιστα το γεγονός ότι μόνο το 2017 ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός ενεργοποιήθηκε 17 φορές λόγω των πολλών πυρκαγιών.
Η κεντρική ιδέα του «rescEU» – η ενίσχυση της διαχείρισης καταστροφών από την ΕΕ – είναι η δημιουργία ειδικών εφεδρικών επιχειρησιακών ικανοτήτων σε ενωσιακό επίπεδο (EU level). Οι δαπάνες και ικανότητες (capabilities) του συστήματος θα καλύπτονται χρηματοδοτικά από την ΕΕ. Η σχετική νομοθετική πρόταση της Κομισιόν κατατέθηκε στις 23 Νοεμβρίου 2017. Η σχετική έκθεση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου υπήρξε πολύ θετική, αλλά το μελανό σημείο για την Ελλάδα είναι ότι οι ευρωβουλευτές του κυβερνώντος ΣΥΡΙΖΑ απείχαν κατά την ψήφισή της – κάτι που προκάλεσε αλγεινή εντύπωση για μια χώρα που έχει συχνά επικαλεστεί την ευρωπαϊκή αλληλεγγύη. Από τον προσεχή Σεπτέμβριο θα ξεκινήσει η διαδικασία του «τριλόγου» ανάμεσα σε Επιτροπή – Ευρωβουλή – Συμβούλιο. Το σημείο-«κλειδί» για να γίνει πραγματικότητα το «rescEU» είναι να δώσουν τη συγκατάθεσή τους οι «σκληροί» του ευρωπαϊκού Βορρά. Ο κ. Στυλιανίδης υποχρεώθηκε να επισκεφθεί, μεταξύ άλλων, όλα τα γερμανικά κρατίδια για να πείσει για τη χρησιμότητα της πρότασής του.
Τι προβλέπει το νέο σχέδιο
Η βασική πρόβλεψη της πρότασης «rescEU» για την ενίσχυση της διαχείρισης καταστροφών είναι ότι η Επιτροπή θα μπορεί να αποφασίζει να αναπτύξει, επιχειρησιακά, τις δικές της ικανότητες «rescEU» για να στηρίξει τα κράτη-μέλη όταν οι υπάρχουσες δυνατότητες της δεξαμενής πολιτικής προστασίας δεν επαρκούν.
Θα αφορά τέσσερα πεδία δράσης: α) πυροσβεστικά αεροσκάφη, β) έρευνα και διάσωση σε αστικό περιβάλλον, β) εξοπλισμό υψηλής ικανότητας άντλησης σε πλημμύρες, δ) κινητό νοσοκομείο και έκτακτη ιατρική βοήθεια. Στο ευρύτερο αυτό πλαίσιο, τα κράτη-μέλη θα λάβουν σημαντική συγχρηματοδότηση από την ΕΕ, ύψους 75% για την αναβάθμιση των εθνικών ικανοτήτων, που στη συνέχεια θα εντάσσονται στην ευρωπαϊκή δεξαμενή.
Επιπλέον, η ΕΕ θα συγχρηματοδοτεί τις δαπάνες για την ανάπτυξη των μέσων της (σε ποσοστό 75%).