Πώς δρούσαν οι αρχαίοι κατάσκοποι; Πώς μάθαιναν στην αρχαιότητα τι γινόταν στις γειτονικές ή τις παρα-γειτονικές πόλεις δίχως δορυφόρους, κοριούς και κρυφές κάμερες; Δεν ενδιαφέρονταν για τους γείτονες ή στηρίζονταν σε εικασίες και υποθέσεις. Ε, λοιπόν, τίποτα από όλα αυτά.
Η κατασκοπεία «ανθούσε» και στην αρχαιότητα. Το τεκμηρίωσε στην ομιλία της «Κατασκοπεία στην αρχαιότητα», στο «Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο» η αρχαιολόγος Κατερίνα Ρωμιοπούλου.
Η κ. Ρωμιοπούλου αναφέρθηκε με τρόπο περιγραφικό και γλαφυρό στις συνήθεις τακτικές μεθόδους που ακολουθούσαν οι αρχαίοι Ελληνες σε καιρό πολέμου (αλλά και ειρήνης) για να παίρνουν πληροφορίες που τους χρησίμευαν στη μάχη αλλά και στο εμπόριο.
Παράλληλα, με παραδείγματα από τον Ομηρο και τον Ευριπίδη αλλά και προβολές σλάιντ από σχετικές παραστάσεις αγγείων «εικονογράφησε» τη διάλεξή της.
Ελλείψει εξειδικευμένης τεχνολογίας οι αρχαίοι Ελληνες χρησιμοποιούσαν… ανθρώπους. «Δεν είχαμε εξειδικευμένους κατασκόπους», τονίζει, ωστόσο υπήρχαν άνθρωποι οι οποίοι «προσφέρονταν να δώσουν πληροφορίες». Οι τακτικές δεν ήταν σαν τις σύγχρονες. «Βασίζονταν στην ευφυϊα και στην παρατηρητικότητα αυτού που έβλεπε.
Ο «κατάσκοπος» είχε και την ευθύνη τού τι έλεγε… Ταξιδευτές, έμποροι που κινούνταν από πόλη σε πόλη και μπορούσαν να καταλάβουν το τι γίνεται κι εκπρόσωποι, χωρίς να ασκούν επίσημα την κατασκοπεία, ανέφεραν ό,τι έκριναν αξιόλογο προς αναφορά».
Τους κατασκόπους που συνελάμβαναν, άλλοτε τους ελευθέρωναν κι άλλοτε τους σκότωναν. Εξαρτιόταν πώς ήθελαν να τους χρησιμοποιήσουν. Εάν ήταν πιο ισχυροί και ήξεραν ότι θα τρομοκρατούσαν τον αντίπαλο, τότε τους ελευθέρωναν. Στην αντίθετη περίπτωση τους σκότωναν για τον ίδιο λόγο: να μην πάνε πίσω και μαρτυρήσουν αυτό που είδαν.
Μπορεί το Ιντερνετ να μην υπήρχε ούτε στα όνειρα των αρχαίων, ωστόσο οι «μυστικές» επικοινωνίες γίνονταν με διάφορους τρόπους: έκρυβαν τα μηνύματα μέσα στα παπούτσια τους, χάραζαν τα γράμματα που συνέθεταν το μήνυμα σε ξύλινο πινάκιο που το άλειβαν με κερί και από πάνω έγραφαν αθώα μια επιστολή. Επίσης ένα μήνυμα μπορούσαν να το γράψουν πάνω στα υλικά που σκέπαζαν μια πληγή τραυματισμένου, π.χ. φύλλα, ή έγραφαν μια επιστολή και ανάμεσα στις λέξεις υπήρχαν διάφορα σημαδάκια που εάν τα μάζευε ο «ειδικός» συνέθετε ένα νέο κείμενο.
Οι μεταμφιέσεις σε γυναίκες, δούλους, ζητιάνους, για να κρατούν χαμηλό προφίλ και να κυκλοφορούν με άνεση στις ξένες πόλεις, ήταν πολύ διαδεδομένες.
«Η αρχαιότερη αφήγηση που δίνει πλήρες κατασκοπευτικό επεισόδιο αναφέρεται στο Κ της «Ιλιάδας» του Ομήρου, πώς ένας Τρώας πάει να κατασκοπεύσει το στρατόπεδο των Ελλήνων, τον πιάνουν, τους τα μαρτυράει όλα και τελικά του κόβουν το κεφάλι», εξηγεί η κ. Ρωμιοπούλου. Μια παραλλαγή του επεισοδίου υπάρχει στον «Ρήσο» του Ευριπίδη, πώς ο Τρώας βάζει δέρμα πάνω του και κάνει τον λύκο προκειμένου να μπει στο στρατόπεδο.