Σήμα κινδύνου εκπέμπουν η Eurobank και η Alpha Bank στα εβδομαδιαία ενημερωτικά τους δελτία, αντικατοπτρίζοντας τις προειδοποιήσεις διεθνών οίκων αλλά και του ΔΝΤ και του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής για “παγίδα” χαμηλής ανάπτυξης και ανταγωνιστικότητας με την οποία είναι αντιμέτωπη η ελληνική οικονομία.
Η Eurobank εκτιμά ότι ούτε σε 20 χρόνια δεν θα μπορέσει να ανακτήσει η Ελλάδα τις απώλειες της κρίσης αν συνεχίσει να “τρέχει” με τους ρυθμούς ανάπτυξης που προβλέπονται σήμερα (σύμφωνα με τον ΟΔΔΗΧ ο μέσος ρυθμός 5εδτίας είναι 1,6% και εν συνεχεία 1%). Η Alpha Bank από την πλευρά της προειδοποιεί ότι η παραγωγικότητα των επιχειρήσεων δεν βελτιώνεται και οι αυξημένες εισφορές εργοδοτών και εργαζομένων οδηγούν σε επιδείνωση της ανταγωνιστικότητας.
Τι λέει η Alpha
Στο Εβδομαδιαίο Δελτίο Οικονομικών Εξελίξεων της Διευθύνσεως Οικονομικών Μελετών της Alpha Bank γίνεται σαφές ότι “οι διαστάσεις της επιτευχθείσας προσαρμογής της τελευταίας οκταετίας είναι πραγματικά μεγάλες” αλλά διατυπώνονται δύο επιφυλάξεις:
1. Πρώτον, η βελτίωση του δείκτη ανταγωνιστικότητας κατά τη διάρκεια των μνημονίων “προήλθε αποκλειστικά από τη μείωση των μισθολογικών αμοιβών και όχι από τη βελτίωση στο μέτωπο της παραγωγικότητας”.
2. Δεύτερον, οι αυξημένες εισφορές εργοδοτών και εργαζομένων “οδηγούν σε αύξηση του κόστους εργασίας, προκαλώντας σταδιακά δυσχέρειες στην ανταγωνιστικότητα της χώρας”.
Εξηγεί ότι η παραγωγικότητα της εργασίας στην Ελλάδα (σ.σ. με γκρι γραμμή στο Γράφημα 1), έχει επιδεινωθεί, καθώς η πτώση του ΑΕΠ στην περίοδο 2010-2017 ήταν μεγαλύτερη από τη μείωση της απασχόλησης. Και τούτο την στιγμή που στην Ευρωζώνη, την περίοδο 2010-2017 παρατηρείται βελτίωση της παραγωγικότητας της εργασίας (γκρι διακεκομμένη γραμμή).
Η μελέτη της Eurobank
Στο εβδομαδιαίο δελτίο 7 Ημέρες Οικονομία η Eurobank εξηγεί ότι “η συνέχιση των μεταρρυθμίσεων, η ενίσχυση των επενδύσεων, το άνοιγμα των αγορών και του βαθμού εξωστρέφειας δύναται να μας οδηγήσουν σε ένα υψηλότερο μονοπάτι οικονομικής μεγέθυνσης”. Κάνει σαφές όμως ότι “ωστόσο αυτό απαιτεί και την εξάλειψη του φαινομένου του μυωπικού προγραμματισμού σχεδιασμού-στρατηγικών. Δηλαδή στις αποφάσεις που λαμβάνουμε σήμερα θα πρέπει να σταθμίζουμε με υψηλότερη βαρύτητα τις συνέπειες που μπορεί να έχουν για την κοινωνική ευημερία των μελλοντικών γενεών”.
Εκτιμά ότι η πορεία θα είναι πολύ αργή. Η ελληνική οικονομία για να προσεγγίσει σε ορίζοντα 10ετίας, ή 15ετίας ή 20ετίας τα προ κρίσης (2007) επίπεδα πραγματικής σύγκλισης που είχε με την ΕΕ-28 θα πρέπει να τρέχει με ρυθμούς μεγέθυνσης (σε όρους Πραγματικού Μέσου Κατά κεφαλή ΑΕΠ) κατά 3,2 ή 2,1 ή 1,6 ποσοστιαίες μονάδες υψηλότερους από τους αντίστοιχους της ΕΕ-28 (2,8 ή 1,9 ή 1,4 ΠΜ σε σύγκριση με την ΕΕ-15 και την Ευρωζώνη).
Ωστόσο, με βάση τις σημερινές επιδόσεις αλλά και τις δυσοίωνες προβλέψεις των δανειστών, η πορεία “επιστροφής” στα προ κρίσης επίπεδα θα πρέπει να διαρκέσει πολύ περισσότερο…
Μάλιστα η εκτίμηση αυτή δεν αφορά στην πραγματική σύγκλιση. Μόνο στην επιστροφή του ΑΕΠ στο 85,3% του μέσου όρου των 15 κρατών μελών της ΕΕ από το πολύ χαμηλό 64,6% που βρίσκεται σήμερα.
Με άλλα λόγια η πραγματική σύγκλιση είναι πολύ μακριά. Όσο για το πόσα χρόνια… πίσω έχει πάει η Ελλάδα, σύμφωνα με γράφημα της τράπεζας έχει επιστρέψει σε όρους μέσου πραγματικού κατά κεφαλή ΑΕΠ στο 1965….