Μια νέα σημαντική απόφαση που θα αποτελέσει οδηγό για τη νομολογία σχετικά με τα δάνεια ελβετικού φράγκου, εξέδωσε το Εφετείο Θεσσαλονίκης. Πρόκειται για την πρώτη σε πανελλαδικό επίπεδο απόφαση δευτεροβάθμιου δικαστηρίου που τάσσεται υπέρ των δανειοληπτών διατάσσοντας συγκεκριμένη αναπροσαρμογή της δανειακής σύμβασης.
Με την υπ’ άριθμ.1663/2018 απόφαση του , το Τριμελές Εφετείο Θεσσαλονίκης εμμένει όμως ουσιωδώς και άμεσα, κατά την καλή πίστη, τη δανειακή σύμβαση, ορίζοντας ότι ενόσω η διακύμανση της ισοτιμίας ευρώ/ελβετικού φράγκου ξεπερνάει:
-Το 20% σε σχέση με την ισοτιμία εκταμίευσης του δανείου, όπως δηλαδή, συντρέχει σήμερα, τότε κατά τον υπολογισμό κάθε μηνιαίας δόσης αποπληρωμής του δανείου, από την επίδοση της αγωγής και έως τη λήξη του δανείου, θα αφαιρείται όλο το περιθώριο του κέρδους της τράπεζας.
-Το 10% και έως το 205 τότε κατά τον υπολογισμό κάθε μηνιαίας δόσης αποπληρωμής του δανείου, θα αφαιρείται ποσοστό 1% από το περιθώριο κέρδους της τράπεζας.
-Την ισοτιμία εκταμίευσης έως και ποσοστό 10%, τότε οι δόσεις θα αποπληρώνονται με βάση τα όσα προβλέπει η σύμβαση.
Ελάφρυνση
Με άλλα λόγια για ένα δάνειο άληκτου κεφαλαίου περίπου 120.000 ελβετικών φράγκων με 20 υπολειπόμενα έτη αποπληρωμής, η μηναία δόση μειώνεται άμεσα κατά περίπου 18-19% , ενώ για την περίπτωση με διακύμανση ισοτιμίας από 10-20%, η μηναία δόση μειώνεται κατά 10% . Μάλιστα για μεγαλύτερες διάρκειες αποπληρωμής δανείων, δηλαδή άνω των 20 ετών , τα ποσοστά μείωσης των μηναίων δόσεων αυξάνονται περισσότερο. Έτσι για διακύμανση ισοτιμίας άνω του 20%, η μείωση της δόσης ενδέχεται να φτάσει στο 25% και στο 15% εάν η ισοτιμία κυμαίνεται από 10 έως 20%.
Σκεπτικό
Σύμφωνα με το σκεπτικό του δικαστηρίου από την εισαγωγή του ευρώ το 1999 μέχρι το 2007 η διακύμανση της ισοτιμίας μεταξύ του ευρώ και ελβετικού φράγκου δεν είχε ξεπεράσει το 5,3%, καθώς ήταν από τα ισχυρότερα νομίσματα παγκοσμίως και τόσο η Ευρωζώνη όσο και η Ελβετία είχαν από τις πιο ανεπτυγμένες και ισχυρές οικονομίες. Για το λόγο αυτό, κατά την απόφαση, “ οι διάδικοι θεωρούσαν ότι η διακύμανση θα συνέχιζε να βρίσκεται στα ίδια επίπεδα , στη χειρότερη δε περίπτωση δεν θα υπερέβαινε το 10% και κρίνεται ότι δεν θα προέβαινε στην κατάρτιση της τροποποιητικής σύμβασης εάν γνώριζαν ότι θα υπήρχε μεταγενέστερα η πολύ μεγάλη ανατίμηση του ελβετικού φράγκου”
Μάλιστα , αναφέρεται πως η μεταβολή της ισοτιμίας οφείλεται σε έκτακτους και απρόβλεπτους λόγους και ήταν σχεδόν απίθανο να συμβεί: είναι μεν γεγονός ότι η διακύμανση είναι διαρκής και αναμενόμενη , ωστόσο στην προκειμένη περίπτωση , η οποία έφτασε μέχρι το 40% περίπου, ασφαλώς υπερέβη το συνηθισμένο και αναμενόμενο μέτρο , δεδομένου ότι πρόκειται για τα συγκεκριμένα πολύ ισχυρά και σταθερά νομίσματα , αποτρέποντας έτσι τους υπολογισμούς των μερών κατά την καλή πίστη και τα συναλλαγματικά ήθη”.
Και καταλήγει η δικαστική κρίση πως εξαιτίας της συναλλαγματικής μεταβολής « η παροχή των δανειοληπτών έγινε υπέρ μέτρα επαχθής , εν όψει και της αντιπαροχής της εφεσίβλητης ( σσ:της τράπεζας ) κατά την καλή πίστη και τα συναλλακτικά λάθη”.