Πάνω από τα μισά (36,3 δισ. € από τα 61,9 δισ. €) δόθηκαν στους δανειστές για προηγούμενα δάνεια και 5,4 δισ. € πήγαν πάλι στις τράπεζες. Μόνο 8,8 δισ. € χρησιμοποιήθηκαν για άλλες ανάγκες
Από τον
Στέλιο Κράλογλου
Πάνω από τα μισά χρήματα (δηλαδή από το σύνολο των 61,9 δισ. ευρώ) που έλαβε η Ελλάδα στο πλαίσιο του 3ου Μνημονίου δαπανήθηκαν για εξυπηρέτηση χρέους (επιστράφηκαν όπως ήρθαν στους δανειστές μας) και ελάχιστα κατέληξαν στην πραγματική οικονομία!
Μετά και την εκταμίευση της πέμπτης και τελευταίας δόσης, ύψους 15 δισ. ευρώ, του τρίτου προγράμματος στήριξης της Ελλάδας, ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας (ESM) έδωσε εξηγήσεις για τα ποσά του τρίτου προγράμματος, τα μέτρα για το χρέος και τις δεσμεύσεις της Ελλάδας σε μορφή ερωταποκρίσεων.
Μετά την τελευταία αυτή εκταμίευση των 15 δισ. ευρώ, η συνολική χρηματοδότηση μέσω ESM στο πλαίσιο του τρίτου προγράμματος έφτασε τα 61,9 δισ. ευρώ από το σύνολο των 86 δισ. ευρώ, που ήταν αρχικά διαθέσιμα. Ο ESM αναφέρει, λοιπόν, ότι από το συνολικό ποσό των 61,9 δισ. ευρώ που διατέθηκαν για την Ελλάδα στο πλαίσιο του τρίτου προγράμματος:
■ Τα 36,3 δισ. ευρώ κάλυψαν ανάγκες εξυπηρέτησης χρέους.
■ Τα 8,8 δισ. ευρώ κάλυψαν άλλες χρηματοδοτικές ανάγκες (περιλαμβανομένων 7 δισ. ευρώ για πληρωμή ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων του Δημοσίου και 500.000.000 ευρώ για ανάγκες Διαρθρωτικών Ταμείων).
■ Τα 5,4 δισ. ευρώ αξιοποιήθηκαν για τη στήριξη και την ανακεφαλαιοποίηση τραπεζών (εκ των οποίων τα 2 δισ. ευρώ έχουν ήδη επιστραφεί.
Από τα 86 δισ. ευρώ που ήταν αρχικά διαθέσιμα στο πλαίσιο του τρίτου προγράμματος του ESM τα 24,1 δισ. ευρώ δεν θα εκταμιευθούν. Γιατί έμεινε αδιάθετο συνολικό ποσό 24,1 δισ. ευρώ από τα 86 δισ. που προβλέπονταν; Σύμφωνα με τις εξηγήσεις του ESM, από τα 25 δισ. ευρώ που αρχικά προβλέπονταν για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών χρησιμοποιήθηκαν μόνο τα 5,4 δισ. ευρώ, ενώ υπήρξαν και υψηλότερες του προβλεπομένου εγχώριες πηγές προσόδων από την ταμειακή διαχείριση του Δημοσίου και τις επαναγορές χρέους. Υπενθυμίζει δε ότι και στα προγράμματα της Πορτογαλίας και της Κύπρου τελικά χρησιμοποιήθηκε μικρότερο ποσό.
Στην κρίσιμη αυτή ερώτηση για τη βιωσιμότητα του χρέους ο ESM απαντά: «Η εφαρμογή φιλόδοξης αναπτυξιακής στρατηγικής και συνετών δημοσιονομικών πολιτικών από την ελληνική κυβέρνηση θα είναι τα κλειδιά, τα βασικά συστατικά, για τη βιωσιμότητα του χρέους.
Μέσω του μακροπρόθεσμου σχεδίου ανάπτυξης η Ελλάδα δεσμεύεται να διατηρήσει τα επιτεύγματα του προγράμματός της, που περιλαμβάνουν ολοκλήρωση των μεταρρυθμίσεων που ενεργοποιήθηκαν με το πρόγραμμα και συνέχιση της εφαρμογής περαιτέρω μεταρρυθμίσεων σχεδιασμένων να προωθήσουν τη δυναμική της ανάπτυξης. Επιπλέον, η ελληνική κυβέρνηση έχει δεσμευτεί να διατηρήσει πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ έως το 2022 και τα επόμενα χρόνια να συνεχίσει να εξασφαλίζει ότι οι δημοσιονομικές δεσμεύσεις της είναι ευθυγραμμισμένες με το ευρωπαϊκό πλαίσιο. Εξάλλου, τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος που ενέκρινε το Eurogroup, μαζί με το σημαντικό μαξιλάρι ρευστότητας που είναι διαθέσιμο στην κυβέρνηση, θα προσφέρουν ισχυρή στήριξη στις προσπάθειες της χώρας».
Η ανάλυση βιωσιμότητας χρέους (DSA) υποδεικνύει ότι οι μεικτές χρηματοδοτικές ανάγκες αναμένεται να παραμείνουν κάτω από το όριο του 15% του ΑΕΠ και του 20% του ΑΕΠ στη συνέχεια, και γι’ αυτό το χρέος χαρακτηρίζεται βιώσιμο.
Τα μέτρα
Ο ESM περιγράφει τα τρία μεσοπρόθεσμα μέτρα που αποφασίστηκαν στο Eurogroup της 22ας Ιουνίου για την εξασφάλιση της βιωσιμότητας του ελληνικούς χρέους, θυμίζοντας πως η εκταμίευση των κερδών που είχαν οι κεντρικές τράπεζες από τα ελληνικά ομόλογα και το πάγωμα της αύξησης των επιτοκίων σε δάνεια που χορηγήθηκαν για την επαναγορά χρέους στο δεύτερο πρόγραμμα εξαρτώνται από την τήρηση των δεσμεύσεων το επόμενο διάστημα και αυτό παρακολουθείται μέσω της ενισχυμένης επιτήρησης από Κομισιόν, ESM και EKT.
Οι δεσμεύσεις αφορούν τομείς φορολογικής πολιτικής, Δημόσιας Διοίκησης, συστήματος κοινωνικής προστασίας, μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας και προϊόντων, και χρηματοπιστωτική σταθερότητα.
Σε ό,τι αφορά την επιμήκυνση των δανείων του ESM, απαιτείται έγκριση του συμβουλίου διευθυντών του EFSF, η οποία σχεδιάζεται για τον Σεπτέμβριο. Για την ολοκλήρωση της διαδικασίας θα απαιτηθεί περίπου ένας μήνας.
Σχετικά με το αν χρειάζονται επιπλέον μέτρα για την ελάφρυνση του χρέους ο ESM αναφέρεται στη δέσμευση του Eurogroup να επανεξετάσει το ζήτημα το 2032. «Βάσει ανάλυσης της βιωσιμότητας του χρέους, το Eurogroup θα επανεξετάσει στο τέλος της περιόδου χάριτος το 2032 αν χρειάζονται πρόσθετα μέτρα για το χρέος» αναφέρει.
Τι σημαίνει και γιατί απαιτείται η ενισχυμένη μεταμνημονιακή εποπτεία
Σε σχέση με το είδος της εποπτείας στην οποία θα υπόκειται η Ελλάδα μετά τη λήξη του προγράμματος ο ESM αναφέρει ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα ενεργοποιήσει τη διαδικασία ενισχυμένης εποπτείας, η οποία σημαίνει τριμηνιαίες αποστολές στην Ελλάδα για την αξιολόγηση της οικονομικής, δημοσιονομικής και χρηματοπιστωτικής κατάστασης και των πολιτικών για τις οποίες έχουν υπάρξει δεσμεύσεις να εφαρμοστούν μετά το τέλος του προγράμματος.
Η ενισχυμένη εποπτεία, εξηγείται, απαιτείται λόγω του μεγάλου ύψους των κεφαλαίων που εκταμιεύτηκαν από EFSF/ESM και την άνευ προηγουμένου ελάφρυνση χρέους.
Ο ESM θα συνεργάζεται στενά με την Κομισιόν για τη μεταμνημονιακή εποπτεία.
Οσον αφορά τον ρόλο του ΔΝΤ στη μεταμνημονιακή Ελλάδα, ο ESM αναφέρει ότι το Ταμείο επιβεβαίωσε ότι θα εξακολουθήσει να συμμετέχει στη μεταμνημονιακή εποπτεία μαζί με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς.