Η αντιφατική εικόνα του ελληνικού δημόσιου χρέους αποτυπώνεται με ξεκάθαρο πλέον τρόπο στα στοιχεία που δημοσιοποιεί ο ΟΔΔΗΧ (στοιχεία Ιουνίου 2018) με την προοπτική περαιτέρω βελτίωσης μετά την ενσωμάτωση της εκταμίευσης της τελευταίας δόσης των 15 δισ. ευρώ από τον ESM.
Συνολικά η εικόνα της αξιολόγησης του ελληνικού χρέους, μετά την “απότομη” αναβάθμισή του κατά δύο βαθμίδες από τη Fitch μέσα στον Αύγουστο, έχει δημιουργήσει τη γενική προσδοκία βελτίωσης τους επόμενους μήνες από τέσσερις οίκους αξιολόγησης, με πρώτη αξιολόγηση αυτήν της Μoody’s στις 21 Σεπτεμβρίου.
Σύμφωνα με τα νεότερα στοιχεία του ΟΔΔΗΧ, το ελληνικό χρέος είναι το υψηλότερο στην Ευρωζώνη ως ποσοστό του ΑΕΠ και θα ξεπεράσει τα 345,4 δισ. ευρώ όταν ενσωματωθεί στα στοιχεία του ΟΔΔΗΧ η δόση των 15 δισ. ευρώ, αλλά ταυτόχρονα εμφανίζεται να έχει μια εξαιρετικά θετική εικόνα όσον αφορά τη σύνθεσή του (εικόνα χρέους), τη διάρκεια και το ετήσιο κόστος εξυπηρέτησης:
-Η μεσοσταθμική διάρκεια του χρέους (ήτοι η μέση σταθμική διάρκεια λήξης των επιμέρους υποχρεώσεων) είναι από τις υψηλότερες στην Ευρωζώνη και προς το παρόν ξεπερνά τα 18,2 έτη (!).
-Αντίστοιχα θετική εμφανίζεται η ετήσια δαπάνη εξυπηρέτησής του η οποία επιβαρύνεται με ένα από τα χαμηλότερα μεσοσταθμικά επιτόκια της Ευρωζώνης παρά τη μεγάλη διάρκειά του, η οποία προς το παρόν είναι μόλις 1,67%.
-Το κυμαινόμενου επιτοκίου κομμάτι του χρέους, δηλαδή εκείνο που μπορεί να είναι η αχίλλειος πτέρνα της επιβάρυνσης του χρέους στο μέλλον από το (βέβαιο) ενδεχόμενο ανόδου των επιτοκίων διεθνώς, αποτελεί προς το παρόν μόλις το 19,93% του συνολικού χρέους. Και πρόκειται να μειωθεί περαιτέρω μετά την εφαρμογή των μεσοπρόθεσμης διάρκειας μέτρων ελάφρυνσης του χρέους μετά τις αποφάσεις της 22ας Ιουνίου (Eurogroup).
-Ενισχυτικά σ’ αυτήν τη διάσταση του χρέους λειτουργεί και το χαρακτηριστικό γεγονός ότι το ιδιωτικό κομμάτι του χρέους είναι μόλις το 17% ενώ το υπόλοιπο 83% είναι οφειλή προς τον επίσημο τομέα, ήτοι είναι τα διακρατικά δάνεια (GLF), τα δάνεια προς τον EFSF, τον ESM και τις Κεντρικές Τράπεζες και τέλος ένα μικρό μέρος αφορά σε υποχρεώσεις προς το ΔΝΤ.
-Ο περιορισμένος χαρακτήρας αβεβαιότητας στην εικόνα του χρέους ενισχύεται ακόμα περισσότερο από το γεγονός ότι το 97,6% του χρέους είναι αποκλειστικά στο νόμισμα με το οποίο λειτουργεί η οικονομία, δηλαδή το ευρώ, αποκλείοντας έτσι πιθανές αναταράξεις από συναλλαγματικές μεταβολές που ταλανίζουν την τρέχουσα περίοδο τα εθνικά νομίσματα άλλων χωρών και ειδικά τις αναδυόμενες αγορές.
Στο πλαίσιο αυτό αναμένεται ότι όλες οι επερχόμενες αξιολογήσεις του χρέους θα είναι σε θετική κατεύθυνση, χωρίς να αποκλείεται μάλιστα να υπάρξουν αναβαθμίσεις αντίστοιχες εκείνης της Fitch και από τους άλλους οίκους αξιολόγησης (Moody’s, S&P, DBRS και Ratings & Investment) πριν από το τέλος του 2018.
Καθοριστικής σημασίας στην κατεύθυνση αυτή θα είναι η Έκθεση των Ευρωπαϊκών Θεσμών μετά τις δύο επικείμενες αξιολογήσεις που αναμένεται ότι θα έχουν ολοκληρωθεί το αργότερο στο τελευταίο δίμηνο του έτους και οπωσδήποτε πριν από την ψήφιση του Προϋπολογισμού τον Δεκέμβριο.
Εκτιμήσεις αναλυτών τραπεζών που συμμετέχουν στην ομάδα των primary dealers της αγοράς ελληνικών ομολόγων αναφέρουν ότι το κλείσιμο του έτους είναι πολύ πιθανό πως εκτός απροόπτου θα βρει τα ελληνικά ομόλογα στην βαθμίδα ΒΒ, ήτοι στον προθάλαμο του investment grade για το 2019.