Οριστική απαλλαγή για όσους συμμετείχαν σε όργανα επιχειρήσεων οι οποίες δημιούργησαν οφειλές προς το δημόσιο σηματοδοτεί πρόσφατη απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας. Συγκεκριμένα η απόφαση δεν αναίρεσε κρίση Εφετείου σύμφωνα με την οποία όσοι συμμετείχαν σε συμβούλια επιχειρήσεων βαρύνονται με την προσωπική τους περιουσία για τις υποχρεώσεις της επιχείρησης προς το δημόσιο μόνο εφόσον έχουν ασκήσει ουσιαστική διοίκηση και διαχείριση.
Η απόφαση αφορά φορολογούμενο ο οποίος είχε διατελέσει δεύτερος αντιπρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου ανώνυμης εταιρείας από το τέλος Ιουλίου 2010 έως και το τέλος Αυγούστου 2011 και ο οποίος υπέγραφε τους ισολογισμούς της. Κατά το φορολογικό έλεγχο που πραγματοποίησε η φορολογική διοίκηση διαπιστώθηκε μη καταβολή φόρων άνω των 150.000 ευρώ και έτσι ενεργοποιήθηκαν μέτρα διασφάλισης του δημοσίου συμφέροντος, δηλαδή μέτρα δέσμευσης των περιουσιακών στοιχείων και εισοδημάτων των φορολογούμενων που συμμετείχαν στα διοικητικά της όργανα. Η φορολογική διοίκηση προχώρησε, όπως αναφέρθηκε, και στη δέσμευση των περιουσιακών στοιχείων του δεύτερου αντιπροέδρου της επιχείρησης.
Ο τελευταίος προσέφυγε στη Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων η οποία όμως δεν τον δικαίωσε κρίνοντας ότι η λήψη διασφαλιστικών μέτρων εναντίον του είναι καθόλα νόμιμη. Ο φορολογούμενος προσέφυγε στη συνέχεια στο διοικητικό πρωτοδικείο το οποίο τον δικαίωσε. Το πρωτοδικείο έκρινε ότι ο φορολογούμενος, αν και συμμετείχε, κατά την περίοδο από 20-7-2010 έως και 31-8-2011, στο ως άνω Διοικητικό Συμβούλιο ως Αντιπρόεδρος Α’, “ουδέποτε είχε την ιδιότητα προσώπου εντεταλμένου από οιαδήποτε αιτία στην διοίκηση, διαχείριση ή εκπροσώπηση της ελεγχομένης εταιρείας, δεδομένου ότι, ανεξαρτήτως της υπογραφής από τον ίδιο δύο ισολογισμών της εν λόγω εταιρείας, την πλήρη διαχείριση και τα δικαιώματα εκπροσωπήσεως και δεσμεύσεως αυτής είχε, σύμφωνα με σχετικά πρακτικά του Διοικητικού της Συμβουλίου, ο εκάστοτε Διευθύνων Σύμβουλος και Πρόεδρος του εν λόγω Συμβουλίου”.
Το Συμβούλιο της Επικρατείας αποφάσισε ότι το διοικητικό Πρωτοδικείο έκρινε σωστά διότι δεν αρκούσε η ιδιότητα του δευτέρου αντιπροέδρου, “αλλά όφειλε η φορολογική αρχή, επιπλέον, να αποδείξει ότι ο τελευταίος είχε, κατά τον κρίσιμο χρόνο, πράγματι ασκήσει καθήκοντα διοικήσεως, διαχειρίσεως ή εκπροσωπήσεως της ελεγχομένης εταιρείας”.