Πέντε σημεία στον πυρήνα των ρυθμίσεων παραβιάζουν κατάφωρα κάθε είδους νομιμότητα. Η περιφρόνηση των αποφάσεων του ΣτΕ, η έλλειψη αναλογιστικής μελέτης, η αποστέρηση μέσων διαβίωσης και ο λάθος υπολογισμός των αποδοχών
Από τον
Νάσο Χατζητσάκο
Τουλάχιστον πέντε αντισυνταγματικές «βόμβες» κρύβονται στα θεμέλια του νόμου Κατρούγκαλου, σύμφωνα με το περιεχόμενο των προσφυγών που έχουν υποβληθεί στο Συμβούλιο της Επικρατείας. Τα προβλήματα αντισυνταγματικότητας του νόμου αφορούν τις περικοπές μέσω του νέου τρόπου υπολογισμού των νέων, καθώς και του επανυπολογισμού των καταβαλλόμενων -προ του ν. 4387/2016- συντάξεων, ο οποίος (εάν εφαρμοστεί το 2019 και στις κύριες), όπως υποστηρίζουν οι ειδικοί, θα πλήξει «τον “νωτιαίο μυελό” της ελληνικής κοινωνίας».
Σύμφωνα με την ανάλυση των στοιχείων που παρουσίασε πρόσφατα ο δικηγόρος και σύμβουλος του Δικηγορικού Συλλόγου Πειραιά Κωνσταντίνος Τσαγκαρόπουλος, κατά τη διάρκεια των διασκέψεων της Ολομέλειας του ΣτΕ, που πραγματοποιήθηκαν μέσα στους πρώτους μήνες του 2018, σε σχέση με τις προσφυγές που έχουν κατατεθεί κατά του νόμου Κατρούγκαλου, από τους επιστημονικούς και τους συνταξιουχικούς φορείς παρουσιάστηκαν πέντε σημαντικές αιτιάσεις περί της αντισυνταγματικότητας των διατάξεών του (οι αποφάσεις του ανώτατου δικαστηρίου αναμένονται μέχρι το τέλος του 2018).
Συγκεκριμένα, οι πέντε αντισυνταγματικές «βόμβες» που εμπεριέχονται στα θεμέλια του νόμου 4387 του 2016, σύμφωνα με το περιεχόμενο των προσφυγών που έχουν υποβληθεί στο ΣτΕ, είναι οι εξής:
1 Καταρχάς, με τον νόμο Κατρούγκαλου παραβιάζεται το δεσμευτικό δεδικασμένο των αποφάσεων της Ολομέλειας του ΣτΕ το 2015, με τις οποίες κρίθηκαν αντισυνταγματικές οι περικοπές των κύριων και των επικουρικών συντάξεων του άρθρου 6, του νόμου 4051/2012 και του ν. 4093 του 2012. Βάσει αυτών των νόμων υπήρξε αναδρομική μείωση κατά 12% στις κύριες συντάξεις που υπερέβαιναν τα 1.300 ευρώ τον μήνα μεικτά, καθώς και στις επικουρικές με κλιμάκωση ποσοστού ανάλογα με το ύψος τους και με κατοχύρωση κατώτατου ορίου 200 ευρώ. Επίσης, μειώθηκαν αναδρομικά από 5% έως 20% οι συντάξεις που αθροιστικά ξεπερνούσαν τα 1.000 ευρώ τον μήνα μεικτά και καταργήθηκαν τα επιδόματα και τα δώρα Χριστουγέννων, Πάσχα και το επίδομα αδείας.
Οι φορείς που έχουν προσφύγει κατά του νόμου Κατρούγκαλου κατηγορούν την κυβέρνηση ότι με τη διαμόρφωση και την ψήφιση του εν λόγω νόμου παραβίασε την αρχή της διάκρισης των λειτουργιών και του δικαιώματος στη δικαστική προστασία. Για ποιον λόγο; Επειδή στις 12 Μαΐου του 2016, οπότε τέθηκε σε ισχύ, συνέχισε να αφαιρεί από τις συντάξεις τα ποσά που είχαν περικοπεί με τις διατάξεις των προηγούμενων νόμων, τις οποίες η Ολομέλεια του ΣτΕ είχε κρίνει αντισυνταγματικές.
Πολύ απλά, όσοι έχουν προσφύγει κατά του νόμου Κατρούγκαλου ισχυρίζονται ότι «το Ελληνικό Δημόσιο επιχειρεί μέσω της μεθόδευσης αυτής να καταστήσει συνταγματικά ανεκτές όλες τις μέχρι σήμερα μειώσεις, ακόμη και εκείνες που το ΣτΕ έχει κρίνει ως αντισυνταγματικές, και να τις ενσωματώσει στο αφαιρετέο ποσό (το καταβαλλόμενο προ της εφαρμογής του «νόμου Κατρούγκαλου»).
2 Επίσης, σύμφωνα με τις προσφυγές, συνταγματικό ατόπημα αποτελεί ότι τον νόμο Κατρούγκαλου δεν συνόδευσε, όπως θα έπρεπε, μια ολοκληρωμένη αναλογιστική μελέτη ή -έστω- μια επαρκώς τεκμηριωμένη οικονομική ανάλυση. Η πραγματοποίηση μιας εμπεριστατωμένης μελέτης εντάσσεται στα προαπαιτούμενα και αναγκαία κατά τη νομολογία του ΣτΕ προπαρασκευαστικά μέτρα σε περιπτώσεις ευρέων μεταρρυθμίσεων, όπως στην περίπτωση του νόμου αυτού.
Μέσω μιας τέτοιας μελέτης είναι εφικτός ο δικαστικός έλεγχος σε σχέση με το αν τα ληφθέντα μέτρα ήταν πράγματι πρόσφορα αλλά και αναγκαία για την αποτελεσματική αντιμετώπιση του προβλήματος βιωσιμότητας των φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης και αν είναι σύμφωνα με τις συνταγματικές αρχές της αναλογικότητας και της ισότητας στα δημόσια βάρη.
Επίσης, μόνο με τέτοια μελέτη μπορεί να τεκμηριωθεί εάν οι επιπτώσεις από τα μέτρα στο βιοτικό επίπεδο των πληττομένων έχουν αποτέλεσμα τέτοιο που να οδηγεί σε ανεπίτρεπτη παραβίαση του πυρήνα του συνταγματικού δικαιώματος στην Κοινωνική Ασφάλιση.
Επισημαίνεται ότι, αντί μελέτης, η κυβέρνηση κατά την ψήφιση του νόμου Κατρούγκαλου παρουσίασε μόνο ένα κείμενο με παραδοχές της εθνικής αναλογιστικής Αρχής, στις οποίες δεν είχαν συμπεριληφθεί περίπου 150.000 άτομα που ήδη είχαν υποβάλει αιτήσεις συνταξιοδότησης (ένα άκρως σημαντικό στοιχείο για την εξαγωγή συμπερασμάτων).
Είναι σημαντικό το γεγονός ότι ακόμη και σε αυτή τη μελέτη της ΕΑΑ διαπιστώνεται ότι «το νέο αναλογικό – ανταποδοτικό σύστημα εμφανίζεται να είναι και αυτό ελλειμματικό». Αυτό επιβεβαιώνει όσους ισχυρίζονται ότι οι αλλαγές του ν. 4387/2016, συμπεριλαμβανομένου του επανυπολογισμού των καταβαλλόμενων συντάξεων και του νέου συστήματος προσδιορισμού των εισφορών, έχουν γίνει χωρίς να ανατρέπεται ο ελλειμματικός χαρακτήρας του Ασφαλιστικού.
3 Στις προσφυγές υποστηρίζεται ακόμη ότι οι νέες μειώσεις και οι περικοπές των συντάξεων οδηγούν ουσιαστικά τους δικαιούχους τους σε αποστέρηση κάθε μέσου βιοπορισμού και αξιοπρεπούς διαβίωσης με τρόπο που συνιστά παραβίαση των δικαιωμάτων των ηλικιωμένων (κατά το άρθρο 25 του Χάρτη θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ε.Ε.) και του δικαιώματος στην ιδιοκτησία. Συγκεκριμένα, στη Χάρτα των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ε.Ε. ορίζεται ότι «η Ενωση αναγνωρίζει και σέβεται το δικαίωμα των ηλικιωμένων προσώπων να διάγουν αξιοπρεπή και ανεξάρτητη ζωή και να συμμετέχουν στον κοινωνικό και πολιτιστικό βίο».
4 Η τέταρτη αντισυνταγματική «βόμβα» στα θεμέλια του ν. 4387, σύμφωνα με τις προσφυγές, είναι ότι ο επανυπολογισμός της σύνταξης των δικαιούχων προ της ισχύος του νόμου, αποτελεί κατ’ ουσίαν ανάκληση της νόμιμης συνταξιοδοτικής απόφασής τους. Οι συνταξιουχικές οργανώσεις υποστηρίζουν ότι «δεν πρόκειται για μια απλή αναπροσαρμογή του ποσού των συντάξεων λόγω της αυξομείωσης του τιμαρίθμου, αλλά διαμορφώνεται μια νέα σύνταξη».
Σε ένα κράτος Δικαίου, σημειωτέον, και με βάση τις αρχές που διέπουν την ανάκληση των νόμιμων διοικητικών πράξεων, επιβάλλεται να κοινοποιείται στον συνταξιούχο η πράξη επανυπολογισμού της σύνταξής του και να φέρει πλήρη αιτιολογία, με αναλυτική αναφορά των διατάξεων που εφαρμόζονται και τον τρόπο υπολογισμού της νέας σύνταξης, όπως έκανε και η αρχική συνταξιοδοτική απόφαση.
Δεν αναζητήθηκαν λιγότερο επαχθείς εναλλακτικές λύσεις
5 Στις αντισυνταγματικές «βόμβες» του νόμου Κατρούγκαλου, βάσει των προσφυγών, συμπεριλαμβάνεται το γεγονός ότι η κυβέρνηση, προτού φτάσει στη διαμόρφωση και την ψήφιση του νόμου, δεν διερεύνησε την ύπαρξη άλλων λιγότερο επαχθών εναλλακτικών, ούτε νομοθέτησε με γνώμονα τον σεβασμό στην αρχή της αναλογικότητας και της αξιοπρεπούς διαβίωσης.
Η αρχή της αναλογικότητας είναι κατοχυρωμένη συνταγματικά. «Οι κάθε είδους περιορισμοί των ανθρώπινων δικαιωμάτων», ανέφερε επεξηγηματικά ο κ. Τσαγκαρόπουλος, «είναι συνταγματικά ανεκτοί είτε εάν προβλέπονται απευθείας από το Σύνταγμα είτε από τον νόμο, εφόσον υπάρχει επιφύλαξη υπέρ αυτού και σέβονται την αρχή της αναλογικότητας».