Άνιση μάχη με την βιωσιμότητα των ρυθμίσεων μη εξυπηρετούμενων δανείων θα δώσουν οι τράπεζες το προσεχές διάστημα, όπως προδιαγράφουν τα δεδομένα για την προοπτική γρήγορης ανάκαμψης της πραγματικής Οικονομίας.
Ενόψει της νέας και πιο φιλόδοξης στοχοθεσίας που πρόκειται να υποβάλουν οι τράπεζες στον SSΜ εντός του Σεπτεμβρίου, οι τραπεζίτες εμφανίζονται απαισιόδοξοι από τα περιθώρια για την ανάκτηση οφειλών μέσω ρυθμίσεων δανείων.
Όπως εκτιμούν τραπεζίτες, μιλώντας στο Capital.gr, οι εισπράξεις μέσω ρυθμίσεων δανείων δεν αναμένεται να υπερβούν τα 3 – 3,5 δισ. ευρώ, ποσό που αντιστοιχεί στο 1/8 του ποσού κατά το οποίο θα πρέπει να μειωθούν τα “κόκκινα” δάνεια μέχρι τα τέλη του 2019. Σημειώνεται ότι τα στοιχεία της ΤτΕ για τον Ιούνιο 2018 έδειξαν ότι τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα μειώθηκαν στα 88,6 δισ. ευρώ, ενώ μέχρι στιγμής στόχος (ο οποίος εκτιμάται ότι θα αυξηθεί κατά 2 δις. ευρώ) είναι τα NPEs να υποχωρήσουν στα 64,6 δισ. ευρώ τον Δεκέμβριο 2019.
Οι παραπάνω εκτιμώμενες εισπράξεις από ρυθμίσεις (3 – 3,5 δισ. ευρώ), παρά το γεγονός ότι οι τράπεζες θα εντείνουν τις προσπάθειες στο σκέλος των ρυθμίσεων, με στόχο να αυξήσουν περαιτέρω το ποσοστό των μακροπρόθεσμων λύσεων για την διευκόλυνση αποπληρωμής μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Ειδικότερα, στόχος είναι το ποσοστό των μακροπρόθεσμων ρυθμίσεων να κινείται από 42% έως 50% των συνολικών ρυθμίσεων των τραπεζών μέχρι τα τέλη του 2019, από 20% – 33% που βρισκόταν το περυσινό β΄ τρίμηνο, όταν και ξεκίνησε η πολιτική πιο “επιθετικών” ρυθμίσεων από τις τράπεζες. Σημειώνεται ότι οι μακροπρόθεσμες ρυθμίσεις προσφέρονται για περίοδο μεγαλύτερη των δύο ετών και υποδεικνύουν λύσεις που θα μπορούσαν να οδηγήσουν έναν δανειολήπτη στη βιωσιμότητα και τελικά στην εξυπηρέτηση του δανείου.
Η εφεξής δυστοκία στην αποδοτικότητα των ρυθμίσεων NPLs διαφαίνεται ήδη από την πορεία του δείκτη αθέτησης πληρωμών. Τα τελευταία δύο τρίμηνα, ο συγκεκριμένος δείκτης κινείται ανοδικά, αντιστρέφοντας την τάση αποκλιμάκωσης που είχε φανεί τον Δεκέμβριο του 2017, δημιουργώντας τότε αισιοδοξία στις τράπεζες για σταδιακή εξυγίανση των προβληματικών δανείων.
Αυτό που φαίνεται στην πράξη από την αρχή του 2018 είναι ότι ο δείκτης αθέτησης πληρωμών, όχι μόνο παραμένει υψηλότερος από τον δείκτη αποκατάστασης της τακτικής εξυπηρέτησης δανείων, αλλά και κινείται αυξητικά. Συγκεκριμένα, ο τριμηνιαίος ρυθμός αποκατάστασης της τακτικής εξυπηρέτησης δανείων (cure rate) παρέμεινε σταθερός, στο 1,8% τα δύο προηγούμενα τρίμηνα, ενώ ο δείκτης αθέτησης (default rate) αυξήθηκε στο 1,9% το α΄ τρίμηνο 2018 και στο 2,1% το β΄ τρίμηνο 2018.
Το γεγονός αυτό έχει οδηγήσει τις τράπεζες σε επί τα χείρω αναθεώρηση των μακροοικονομικών τους υποθέσεων για τον ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ και το διαθέσιμο εισόδημα. Πλέον, προβλέπουν ότι μέχρι τα τέλη του 2019 (με σημείο έναρξης τον Ιούνιο 2017) θα δημιουργηθούν νέα μη εξυπηρετούμενα δάνεια 1,2 δις. ευρώ και παράλληλα, κατά 2,5 δις. ευρώ λιγότερες θα είναι οι ανακτήσεις από δάνεια που θα μπορέσουν να επανέλθουν σε τακτική ροή εξυπηρέτησης.
Σημειώνεται ότι οι τράπεζες έχουν εφαρμόσει ρυθμίσεις σε μη εξυπηρετούμενα δάνεια, ύψους 50,8 δις. ευρώ. Μέχρι στιγμής, το εργαλείο των μακροπρόθεσμων ρυθμίσεων ήταν αυτό στο οποίο στήριξαν σχεδόν εξ ολοκλήρου τη στρατηγική τους για τη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, εκτιμώντας ότι, στην περίοδο 2017 – 2019, μη εξυπηρετούμενα δάνεια 21,1 δις. ευρώ θα αναταξινομηθούν στα εξυπηρετούμενα.