Πρωτοκλασάτα πολιτικά αλλά και τραπεζικά στελέχη καλούνται από τους Οικονομικούς Εισαγγελείς ως ύποπτοι για το μεγάλο πάρτι ύψους 272,5 εκ. ευρώ που στήθηκε με τα θαλασσοδάνεια των κομμάτων.
Συνολικά 50 τραπεζικά στελέχη αλλά και 10 εκπρόσωποι ΠΑΣΟΚ, Νέας Δημοκρατίας και ΚΚΕ αναμένεται να περάσουν το κατώφλι της εισαγγελίας Οικονομικού Εγκλήματος και να παράσχουν εξηγήσεις ως ύποπτοι για την διάπραξη του αδικήματος της απιστίας σε βαθμό κακουργήματος αλλά και της ηθικής αυτουργίας σε αυτήν για την περίοδο 2000-2011.
Ανάμεσά τους όπως αποκαλύπτει σήμερα η «ΜΠΑΜ στο Ρεπορτάζ» είναι ο πρώην διοικητής του ΙΚΑ, Ροβέρτος Σπυρόπουλος, ο πρώην γενικός διευθυντής της Νέας Δημοκρατίας, Θανάσης Σκορδάς, ο πρώην γραμματέας στρατηγικού Σχεδιασμού της ΝΔ, Μενέλαος Δασκαλάκης, οι Ανδρέας Μακρυπίδης και Κωνσταντίνος Σημαιοφορίδης και οι πρώην βουλευτές Κώστας Γείτονας και Τηλέμαχος Χυτήρης. Από τα τραπεζικά στελέχη ξεχωρίζει το όνομα του πρώην επικεφαλής της Εθνικής Τράπεζας και νυν του επενδυτικού fund ΕOS Capital Partners, Απόστολου Ταμβακάκη, αλλά και του Θεόδωρου Πανταλάκη.
Ουσιαστικά η εισαγγελική έρευνα ταυτίζεται απόλυτα με το πόρισμα του εισαγγελέα Γεώργιου Καλούδη το οποίο αποκαλύψαμε τον Απρίλιο του 2014 και πρότεινε την άσκηση ποινικών διώξεων κατά των συγκεκριμένων προσώπων. Οι διώξεις τότε δεν ασκήθηκαν ποτέ καθώς η πορισματική αναφορά η οποία φέρει ως ημερομηνία την 15η Μαρτίου 2014 «ακυρώθηκε» από τροπολογία η οποία ήρθε στην Βουλή λίγες ημέρες αργότερα και συγκεκριμένα την 4η Απριλίου 2014. Με αυτήν θεσπίστηκε το ακαταδίωκτο για τους τραπεζίτες οι οποίοι χορηγούν δάνεια σε πολιτικά κόμματα. Το οξύμωρο της υπόθεσης είναι ότι η διερεύνηση του φακέλου ξεκίνησε με αφορμή καταγγελίες του Λευτέρη Αυγενάκη ο οποίος βρισκόταν στην Δημοκρατική Συμμαχία της Ντόρας Μπακογιάννη.
Ποιοι καλούνται ως ύποπτοι
Οι σχετικές κλήσεις οι οποίες σύμφωνα με εισαγγελικές πηγές έχουν ήδη αποσταλεί γι αυτήν την τεράστια ποινική προκαταρκτική έρευνα έχουν ως αποδέκτες συγκεκριμένα πρόσωπα.
- Από το ΠΑΣΟΚ καλούνται για εξηγήσεις οι: Γιάννης Παπακωνσταντίνου (πρώην γενικός διευθυντής), Ροβέρτος Σπυρόπουλος, Κώστας Γείτονας, Ανδρέας Μακρυπίδης και Τηλέμαχος Χυτήρης,
- Από την Νέα Δημοκρατία οι: Κωνσταντίνος Σημαιοφορίδης, Μενέλαος Δασκαλάκης και Αθανάσιος Σκορδάς,
- Ενώ επίσης καλείται ο Νίκος Σοφιανός από το ΚΚΕ καθώς και η Άννα Πολυχρόνη.
Σε ότι αφορά τα πιστωτικά Ιδρύματα τα οποία χορήγησαν τα δάνεια το μεγάλο βάρος πέφτει στα πεπραγμένα των διοικήσεων της πρώην Αγροτικής Τράπεζας και της Εθνικής Τράπεζας.
- Από την Αγροτική καλούνται ως ύποπτοι οι: Θεόδωρος Πανταλάκης, Παναγιώτα Κοντοκώστα, Χρήστος Σικόλας, Κωνσταντίνα Λαζάρου, Ιωάννης Κυριαζόπουλος, Ιωάννης Πάτσιος, Γεώργιος Ζωγόπουλος, Νικόλαος Παπανδρέου, Κωνσταντίνος Ιωαννίδης, Ιωάννης Συμεωνίδης, Γεώργιος Κοψιάς, Αδαμαντίνη Λαζαρη, Κωνσταντίνος Χρήστου, Σαράντος Χριστοφίλης, Ανδρέας Δερμεντζόγλου, Σταύρος Καζακάκης, Εμμανουήλ Δραμουντάνης, Βασίλειος Δρούγκας, Ι. Βαλάκα, Δ. Μηλιάκος, Κ. Κιούκης, Π. Βαράγκης, Χ. Στόκας, Κ. Ρολάκης, Ι. Δημούλα, Π. Σερμπίνης, Α. Τσεκούρας, Χ. Σταυράκης, Μ. Μανθόπουλος, Κ. Ραυτοπουλου, Δ. Σωτηρόπουλος, Α. Ταμβακίδης, Ι. Ζαχαρής, Δ. Ζόμπολας, Ε. Στρατοπούλου, Γ. Περάκης, Μ. Πρωτονοτάριος,
- ενώ από την Εθνική οι: Απόστολος Ταμβακάκης, Μ. Γεροντάκη, Θ. Δημητροπούλου, Α. Διαμαντή, Αν. Δουλίδη, Δ. Καποτόπουλος, Δ. Μαυρέλης, Δ. Μύρκου, Β. Τζαφαλιάς, Π. Φουρτούνης, Δ. Λεφάκης, Δ. Φραγγέτης.
Tι έδειξε η έρευνα
Όπως προέκυψε από την πολύμηνη εισαγγελική έρευνα τα περισσότερα από τα υπό έλεγχο δάνεια, χορηγήθηκαν με μοναδική εγγύηση, τη μελλοντική κρατική χρηματοδότηση των κομμάτων που έφτανε σε κάποιες περιπτώσεις μέχρι και το 2020.
Οι πραγματογνώμονες που όρισε η Εισαγγελία Οικονομικού Εγκλήματος επισημαίνουν στο πόρισμά τους ότι αυτή η τακτική είναι «παγκοσμίως μοναδική», καθώς το εχέγγυο «δεν υπάρχει στον παρόντα χρόνο» αλλά «αναμένεται να υπάρξει σε μέλλοντα χρόνο»
Οι ύποπτοι καλούνται στο πλαίσιο έρευνας, η οποία στην ουσία διεξάγεται εξ υπαρχής μετά από παραγγελία της Εισαγγελέως του Αρείου Πάγου, Ξένης Δημητρίου. Το Φεβρουάριο του 2017 η Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, Ξένη Δημητρίου, είχε διαβιβάσει στον τότε επικεφαλής της Εισαγγελίας Οικονομικού Εγκλήματος, Παναγιώτη Αθανασίου, το πόρισμα της Εξεταστικής Επιτροπής της Βουλής για τη δανειοδότηση πολιτικών κομμάτων και ΜΜΕ με την παραγγελία να διενεργήσει προκαταρκτική εξέταση για την υπόθεση.
Μάλιστα, η ανώτατη εισαγγελική λειτουργός τόνιζε στην παραγγελία της, πως αν κρίθεί σκόπιμο από την Εισαγγελία Οικονομικού Εγκλήματος μπορεί να ανασυρθεί από το αρχείο το παλαιότερο πόρισμα των εισαγγελικών αρχών για τα τραπεζικά δάνεια προς πολιτικά κόμματα.
Έτσι ο κ. Αθανασίου προχώρησε σε δύο κινήσεις: α. συσχέτισε με την ήδη διενεργούμενη έρευνα το μέρος εκείνο της παραγγελίας που αφορούσε τις χρηματοδοτήσεις από τράπεζες των ΜΜΕ και β. ανέσυρε από το αρχείο την παλαιά δικογραφία για τις δανειοδοτήσεις των πολιτικών κομμάτων, που περιλαμβάνει το σχετικό πόρισμα και τις καταθέσεις στελεχών από την Τράπεζα της Ελλάδας και από τις τράπεζες οι οποίες είχαν ελεγχθεί πριν την αρχειοθέτηση.
Μετά τη σύγκριση των δύο πορισμάτων (εισαγγελικού και Εξεταστικής Επιτροπής της Βουλής) ο κ. Αθανασίου διαπίστωσε την ύπαρξη αντιφατικών σημείων που χρειάζονται διευκρινίσεις.
Για το λόγο αυτό ο κ. Αθανασίου διόρισε πραγματογνώμονες οι οποίοι διερεύνησαν το θέμα των δανείων προς τα πολιτικά κόμματα και συνέταξαν πόρισμα το οποίο το διαβίβασαν στην Εισαγγελία Οικονομικού Εγκλήματος.
Πληροφορίες αναφέρουν, ότι μία από τις σημαντικότερες καταθέσεις που περιλαμβάνονται στη δικογραφία είναι αυτή που έδωσε κορυφαίο στέλεχος της πρώην Αγροτικής Τράπεζας.
Οι ίδιες πληροφορίες λένε ότι το εν λόγω στέλεχος σε μία κατάθεση 52 σελίδων υποστηρίζει ότι δέχθηκε εκβιασμό από άλλο συστημικό τραπεζίτη προκειμένου να εντάξει τα δάνεια των κομμάτων στο καλό κομμάτι της ΑΤΕ και όχι στην Bad Bank στην οποία κατευθύνθηκαν όλα τα δάνεια που βρίσκονταν σε καθυστέρηση.
Σύμφωνα με όσα περιέγραφε στην κατάθεση – φωτιά που έδωσε το στέλεχος της πρώην Αγροτικής στην περίπτωση κατά την οποία η διοίκηση της ΑΤΕ δεν υπέκυπτε στον εκβιασμό τα δάνεια θα πήγαιναν στην κακή τράπεζα και αναγκαστικά οι εισαγγελικές αρχές θα έπρεπε να προχωρήσουν σε διώξεις για τα επίμαχα δάνεια προς τα κόμματα.
ΣΕΛ 2-3: Δάνεια κομμάτων: Από την έρευνα Καλούδη, στο αρχείο…
Το πρωινό της 15ης Μαρτίου 2013 ο εισαγγελικός λειτουργός Γιώργος Καλούδης, ο οποίος –μεταξύ άλλων- έχει ζητήσει τη διερεύνηση τυχόν ποινικών ευθυνών του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, κ. Γιώργου Προβόπουλου, για την υπόθεση μεταβίβασης της Proton Bank στον υπόδικο επιχειρηματία Λαυρέντη Λαυρεντιάδη, ολοκλήρωνε μια πολύμηνη προκαταρκτική έρευνα. Ίσως να ήταν πιο δύσκολη προκαταρκτική της καριέρας του. Ήταν σίγουρα η πλέον σημαντική.
Στις 44 σελίδες της πορισματικής αναφοράς περιέγραφε με τον πλέον λεπτομερή τρόπο το σκάνδαλο των κομματικών θαλασσοδανείων. Πρόκειται για τα 198,7 εκατομμύρια ευρώ που δόθηκαν από την κρατική Αγροτική Τράπεζα σε Νέα Δημοκρατία και ΠΑΣΟΚ με εγγύηση την εκχώρηση των κρατικών χρηματοδοτήσεων μέχρι και το 2018(!), τα δάνεια που δόθηκαν από την Εθνική και κατέληξαν να είναι «κόκκινα», αλλά και η χρηματοδότηση των κομματικών σχηματισμών από τα υπόλοιπα πιστωτικά ιδρύματα.
Λίγη ώρα αργότερα το πολυσέλιδο δικαστικό έγγραφο παραδιδόταν στον Εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος, κ. Γρηγόρη Πεπόνη. Το μόνο που απέμενε ήταν η έγκριση του έμπειρου εισαγγελικού λειτουργού…
Το βράδυ της 4ης Απριλίου 2013 τρεις βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας, οι κ.κ. Δημήτριος Χριστογιάννης, Δημήτριος Τσουμάνης και Διονύσης Σταμενίτης, κινήθηκαν αστραπιαία.
Λίγη ώρα προτού ολοκληρωθεί η συζήτηση του νομοσχεδίου που είχε καταθέσει το υπουργείο Ανάπτυξης για «Διαμόρφωση φιλικού αναπτυξιακού περιβάλλοντος για τις στρατηγικές και ιδιωτικές επενδύσεις και άλλες διατάξεις», έφεραν προς ψήφιση την τροπολογία που αμνήστευε –αναδρομικά- τους τραπεζίτες που άναψαν το «πράσινο φως» για την εκχώρηση των κομματικών δανείων! Μέσα σε ένα λεπτό οι παρόντες βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας και του ΠΑΣΟΚ έκαναν το καθήκον τους. Την υπερψήφισαν. Η προεδρεύουσα τη συνεδρίαση, κυρία Μαρία Κόλλια-Τσαρούχα, ρώτησε το Σώμα εάν γίνεται δεκτή η τροπολογία με γενικό αριθμό 390 και ειδικό αριθμό 37 για να λάβει καταφατική απάντηση. Οι αντιπρόσωποι του λαού είχαν φροντίσει να απαλλάξουν εαυτούς από τις τεράστιες ποινικές ευθύνες κατασπατάλησης δημοσίου χρήματος μέσω των κομματικών δανειοδοτήσεων. Το ίδιο φρόντισαν και για τους τραπεζίτες. Το ίδιο έπραξαν και για πολλά ακόμη πρόσωπα καθώς η τροπολογία αφορούσε στα θαλασσοδάνεια που έχουν χορηγηθεί από τις τράπεζες σε ιδρύματα όπως το Μέγαρο Μουσικής αλλά και διάφορες ΜΚΟ. Συγκεκριμένα ανέφερε: «Δεν συνιστά κατά τη έννοια των άρθρων 256 και 390 του Ποινικού Κώδικα για τον πρόεδρο τα μέλη του Δ.Σ και τα στελέχη των τραπεζών, η σύναψη δανείων πάσης φύσεως με νομικά πρόσωπα δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου, μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, του ευρύτερου δημοσίου τομέα, όπως αυτός οριοθετείται κατά νόμο καθώς και η εν γένει παροχή πιστώσεων σε αυτά, εφόσον πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις: α) υφίστανται αποφάσεις των θεσμοθετημένων εγκριτικών επιτροπών ή οργάνων κάθε τράπεζας και β) τηρήθηκαν, κατά τη χορήγησή τους, οι σχετικές κανονιστικές πράξεις της Τράπεζας της Ελλάδος (ΤΠΔΕ)».
Η ν-τροπολογία έγινε και επίσημα Νόμος του ελληνικού κράτους με το ΦΕΚ Α’ 90 της 18ης Απριλίου 2013. Για μια ακόμη φορά η νομοθετική εξουσία είχε «ασελγήσει» επάνω στη δικαστική εξουσία.
Ο χαμένος καιρός και το πόρισμα-φωτιά
Οι πρώην Οικονομικοί Εισαγγελείς, κ.κ. Γρηγόρης Πεπόνης και Σπύρος Μουζακίτης θεωρούνταν ιδιαίτεροι δυναμικοί εισαγγελείς. Και αδέκαστοι. Τάραξαν τα λιμνάζοντα ύδατα της ελληνικής Δικαιοσύνης με την προσωρινή παραίτησή τους λόγω παρεμβάσεως στο έργο τους. Κατά την παραμονή τους ως επικεφαλής του γραφείου Οικονομικού Εγκλήματος, περάτωσαν την εισαγγελική έρευνα για την ΕΛΣΤΑΤ, παρήγγειλαν τις διώξεις για την υπόθεση Λαυρεντιάδη (την έρευνα διενήργησε ο νυν επίκουρος Οικονομικός Εισαγγελέας, κ. Ιωάννης Δραγάτσης) και άσκησαν εκατοντάδες διώξεις για χρέη προς το Δημόσιο. Οι «πολέμιοί» τους καταλογίζουν ότι άνοιξαν περισσότερες προκαταρκτικές έρευνες από εκείνες που έκλεισαν και ότι ασχολήθηκαν με τις εντυπώσεις αλλά όχι με την ουσία. Εκείνοι αντέτειναν ότι δεν βοηθήθηκαν, ότι «πολεμήθηκαν από το σύστημα» και ότι έδωσαν τον καλύτερό τους εαυτό.
Από το πρωινό της 15 Μαρτίου 2013, όταν ο Γ. Καλούδης υπέβαλε την πορισματική αναφορά του περιμένοντας την έγκριση για την άσκηση κακουργηματικών διώξεων μέχρι και την 18η Απριλίου όταν η αμνηστία σε εκείνους που πρωταγωνίστησαν στο πάρτι των κομματικών θαλασσοδανείων έγινε Νόμος του Κράτους, μεσολάβησε ένας μήνας.
Για άγνωστους λόγους το πόρισμα Καλούδη παρέμεινε στο συρτάρι της εισαγγελίας Εφετών Αθηνών. Στο γραφείο του εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος. Εάν οι διώξεις είχαν ασκηθεί, οι σημερινές τραπεζικές υποθέσεις εξελίχθηκαν σε δικογραφίες θα έμοιαζαν με «μύγα απέναντι σε ελέφαντα».