Τον Σεπτέμβριο του 1981 ο Κόκκινος Στρατός πραγματοποίησε την άσκηση Zapad-81 (Δύση-81), τη μεγαλύτερη στα χρονικά της Σοβιετικής Ενωσης σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του ΝΑΤΟ. Εκείνη την εποχή, στο Κρεμλίνο βρισκόταν ακόμα ο Λεονίντ Μπρέζνιεφ και στον Λευκό Οίκο ο Ρόναλντ Ρέιγκαν, κήρυκας μιας ανηλεούς σταυροφορίας κατά της «Αυτοκρατορίας του Κακού». Η Zapad-81 ήταν μια επίδειξη ισχύος των Σοβιετικών, που ένιωθαν την πίεση να αυξάνεται επικίνδυνα από την Πολωνία μέχρι το Αφγανιστάν. Αν πιστέψουμε τα στοιχεία της CIA που δημοσιοποιήθηκαν αργότερα, περίπου 150.000 Σοβιετικοί στρατιώτες συμμετείχαν στα γυμνάσια.
Τριάντα επτά χρόνια αργότερα, η Ρωσία του Βλαντιμίρ Πούτιν ετοιμάζεται να σπάσει αυτό το ρεκόρ. Οπως ανακοίνωσε την περασμένη Τρίτη ο υπουργός Αμυνας Σεργκέι Σοϊγκού, αυτό τον μήνα θα πραγματοποιηθεί η άσκηση Vostok-2018 (Ανατολή-2018) σε ένα τεράστιο γεωγραφικό τόξο που ξεκινάει από την κεντρική Ρωσία, περνάει από τη Σιβηρία και τη Βαϊκάλη και φτάνει στην Απω Ανατολή και στον Ειρηνικό Ωκεανό. Στα γυμνάσια θα πάρουν μέρος 300.000 Ρώσοι στρατιώτες, ο βόρειος στόλος και ο στόλος του Ειρηνικού, 36.000 τεθωρακισμένα, πάνω από 1.000 μαχητικά αεροσκάφη και οι πιο σύγχρονες μονάδες πυροβολικού και καταδρομών.
Τι μύγα τσίμπησε τον Βλαντιμίρ Πούτιν και τον ώθησε να προχωρήσει σε τόσο πολυδάπανα στρατιωτικά γυμνάσια, τη στιγμή που έχει να αντιμετωπίσει πιεστικά οικονομικά προβλήματα, όπως υποδηλώνει η επώδυνη μεταρρύθμιση στο συνταξιοδοτικό; Η απάντηση είναι μάλλον απλή. Η επέκταση του ΝΑΤΟ στην Ανατολική Ευρώπη είναι φυσικό να ανησυχεί τη Ρωσία, πολύ περισσότερο που το τελευταίο διάστημα η Ουάσιγκτον φαίνεται να ξανανοίγει την προοπτική μελλοντικής ένταξης της Ουκρανίας και της Γεωργίας.
Επιπλέον, οι νέες κυρώσεις κατά της Ρωσίας που ανακοίνωσε η Ουάσιγκτον στις 15 Αυγούστου εξανέμισαν τις όποιες ελπίδες προσέγγισης είχε δημιουργήσει η συνάντηση με τον Τραμπ, στο Ελσίνκι. Η ασύμμετρη απάντηση της Ρωσίας στην Απω Ανατολή αποκτά πρόσθετη σημασία γιατί στην άσκηση Vostok-2018 συμμετέχουν για πρώτη φορά η Κίνα και η Μογγολία – η πρώτη με 3.200 στρατιώτες, 900 τεθωρακισμένα και μονάδες πυροβολικού και 30 μαχητικά ελικόπτερα και αεροπλάνα.
Ιντλίμπ, η τελική μάχη
Την ίδια στιγμή, η Μόσχα κινείται με αποφασιστικά βήματα στο Συριακό. Τις τελευταίες τρεις εβδομάδες επτά πλοία του ρωσικού πολεμικού ναυτικού που μεταφέρουν πυραύλους Κρουζ, συμπεριλαμβανομένων δύο υποβρυχίων, έσπευσαν στην Ανατολική Μεσόγειο εν αναμονή της αναμενόμενης επίθεσης του συριακού στρατού στο Ιντλίμπ, προς τα σύνορα με την Τουρκία. Ο Σύρος πρόεδρος Μπασάρ Ασαντ φαίνεται αποφασισμένος να αλώσει τον τελευταίο σημαντικό θύλακο των αντικαθεστωτικών, με τις ευλογίες της Μόσχας – την Τετάρτη, ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ δήλωσε ότι οι τζιχαντιστές του Ιντλίμπ είναι ένα «απόστημα» που πρέπει να εκκαθαριστεί.
Βεβαίως, οι Ρώσοι φοβούνται ότι οι Αμερικανοί ετοιμάζουν προβοκάτσια με χρήση χημικών όπλων, κάτι που θα τους επιτρέψει να βομβαρδίσουν εκ νέου τον Ασαντ. Αυτό όμως δεν φαίνεται ότι θα τους εμποδίσει να προχωρήσουν στην τελική φάση ενός πολέμου στον οποίο ρισκάρισαν πάρα πολλά πράγματα.
Η οικονομία πιέζει
Η σημερινή Ρωσία του Βλαντιμίρ Πούτιν είναι μια χώρα πολύ διαφορετική από τη Σοβιετική Ενωση του Λεονίντ Μπρέζνιεφ, δεν παύει όμως να διατηρεί την ίδια αχίλλειο πτέρνα: την ασυμμετρία ανάμεσα στις γεωστρατηγικές ανάγκες και τις οικονομικές δυνατότητες. Τελευταία εκδήλωση αυτής της παθογένειας αποτελεί η αναστάτωση γύρω από τη μεταρρύθμιση στο συνταξιοδοτικό. Στις 16 Ιουνίου, μόλις δύο ημέρες μετά την έναρξη του Παγκοσμίου Πρωταθλήματος Ποδοσφαίρου, η ρωσική κυβέρνηση κατέβασε νομοσχέδιο για την αύξηση του ορίου συνταξιοδότησης από τα 55 στα 63 χρόνια για τις γυναίκες και από τα 60 στα 65 χρόνια για τους άνδρες. Προφανώς θεωρούσε ότι, μέσα στην ευφορία του Μουντιάλ και τη ραστώνη του καλοκαιριού, οι αντιδράσεις θα ήταν περιορισμένες. Ωστόσο διαψεύστηκε. Οι κινητοποιήσεις επεκτάθηκαν βαθμιαία σε πολλές πόλεις, ένωσαν ολόκληρη την αντιπολίτευση, από τους κομμουνιστές μέχρι τους φιλελεύθερους, και μείωσαν τη δημοτικότητα του Πούτιν από 80% σε 64%. Την περασμένη Τετάρτη, ο Ρώσος πρόεδρος ανέλαβε προσωπικά την ευθύνη της μεταρρύθμισης και έκανε ένα βήμα πίσω (μείωσε το όριο συνταξιοδότησης των γυναικών στα 60) σε μια προσπάθεια εκτόνωσης της δυσαρέσκειας. Γεγονός είναι ότι οι αμερικανικές κυρώσεις προκαλούν σοβαρά προβλήματα στη ρωσική οικονομία και πιέζουν τη Μόσχα για κάποια συνδιαλλαγή, αν όχι με τις ΗΠΑ, τουλάχιστον με την Ε.Ε.