Γιατί ο επόπτης θέλει να ταξινομηθούν, ως χωριστός στόχος, οι εισπράξεις από πώληση ανακτηθέντων ακινήτων. Η απόκτηση της πλειονότητας των πλειστηριαζόμενων ακινήτων από τις τράπεζες, το κόστος διακράτησης και η πίεση για πωλήσεις. Ποιες τράπεζες δοκιμάζουν τα… νερά.
Όπως ανέφεραν οι διοικήσεις τους, κατά τη διάρκεια των πρόσφατων τηλεδιασκέψεων για τα αποτελέσματα β’ τριμήνου, οι νέοι στόχοι μείωσης των NPEs και NPLs για την τριετία 2019-21, οι οποίοι θα οριστικοποιηθούν ως το τέλος του έτους και θα υποβληθούν τυπικά τον επόμενο Μάρτιο, θα εμπεριέχουν, ξεχωριστά, στόχους εισπράξεων από πωλήσεις ανακτηθέντων ακινήτων.
Σήμερα τα παραπάνω έσοδα περιλαμβάνονται στις εισπράξεις από ανακτήσεις. Με δεδομένο, όμως, ότι το μεγαλύτερο μέρος των πλειστηριαζόμενων ακινήτων καταλήγει στις τράπεζες, ο Ενιαίος Εποπτικός Μηχανισμός (SSM) έχει ζητήσει να δημιουργηθεί διακριτή κατηγορία.
Με τον τρόπο αυτό ο επόπτης εξασφαλίζει αναλυτική ενημέρωση για τη μεγέθυνση των ισολογισμών από ανακτήσεις ακινήτων, εξέλιξη που όπως προαναφέρθηκε, αποκτά σημασία, λόγω της επιτάχυνσης του ρυθμού των πλειστηριασμών και του γεγονότος ότι ως σήμερα τα περισσότερα ακίνητα καταλήγουν στις τράπεζες.
Η τάση ανάκτησης αναμένεται, μεσοπρόθεσμα, να ενισχυθεί καθώς από τις 15 Σεπτεμβρίου οι τράπεζες θα προχωρούν στην καταγγελία στεγαστικών, οι δανειολήπτες των οποίων έχουν πάρει προσωρινή προστασία, με βάση το νόμο Κατσέλη, δεν πληρούν, όμως, τα -αναθεωρημένα- κριτήρια. Την ίδια στιγμή, η ζήτηση από ιδιώτες στους πλειστηριασμούς παραμένει ισχνή, ενώ οι τράπεζες δεν προσφέρουν τυποποιημένα προγράμματα χρηματοδότησης για αγορά ανακτηθέντων ή πλειστηριαζόμενων ακινήτων (vendor finance).
Με την πίεση για μείωση των NPEs και NPLs να εντείνεται, ο επόπτης θέλει να αποφύγει την επανάληψη της πρακτικής των κυπριακών τραπεζών, οι οποίες μείωναν τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα, αποκτώντας τις εξασφαλίσεις επί ακινήτων. Μια τέτοια λύση, εφόσον δεν συνοδεύεται από ταχεία πώληση των ανακτημένων assets, δεν επιτρέπει την επάνοδο στην ομαλότητα, που είναι η εξασφάλιση ρευστότητας για χρηματοδότηση της οικονομίας.
Επιπρόσθετα, η διακράτηση ανακτηθέντων ακινήτων αποτελεί ακριβή υπόθεση για τις τράπεζες, εξαιτίας τόσο των φόρων που βαρύνουν τα ακίνητα (ΕΝΦΙΑ, τέλη κ.ά.) όσο και των εξόδων διαχείρισης, αλλά και της χρονοβόρου διαδικασίας να «καθαρίσει» το asset από τυχόν βάρη ή πολεοδομικές παρατυπίες.
Ενδεικτικό της ταχύτητας που αποκτά η καθαρή αύξηση των ανακτηθέντων ακινήτων είναι ότι μόνο σε μια τράπεζα στο β’ τρίμηνο ανήλθε σε 115 εκατ. ευρώ, επίπεδο υψηλότερο από την καθαρή αξία ανακτήσεων ολόκληρου του 2017.
Υπό την πίεση του SSM, οι τράπεζες έχουν ήδη ξεκινήσει τις «πιλοτικές» πωλήσεις χαρτοφυλακίων με ανακτηθέντα ακίνητα. Το πρώτο εν Ελλάδι χαρτοφυλάκιο με 650 ακίνητα αξίας 21 εκατ. ευρώ έχει βγει προς πώληση από τη Eurobank και ο διαγωνισμός (project Pixel) βρίσκεται στην τελική του φάση. Πρόκειται για κατοικίες (σ.σ. το 50% του χαρτοφυλακίου), εμπορικά ακίνητα και οικόπεδα, που είναι διεσπαρμένα σε όλη τη χώρα καθώς μόλις το 30% των 650 κατοικιών βρίσκεται σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη.
Ταυτόχρονα η Alpha Bank ΑΛΦΑ -1,22% πουλά μαζί με χαρτοφυλάκιο μη εξυπηρετούμενων δανείων μικρομεσαίων επιχειρήσεων (project Jupiter) και ακίνητα ανακτήσιμης αξίας περίπου 54 εκατ. ευρώ, το 70% των οποίων βρίσκεται στην Αττική.
Ο SSM έχει διαμηνύσει στις διοικήσεις ότι θέλει να τεθούν «φιλόδοξοι» στόχοι για τη νέα τριετία, που να οδηγούν τα NPEs κάτω του 20% στο τέλος του 2021. Φιλόδοξοι αναμένεται να είναι και οι στόχοι που θα τεθούν για τη διάθεση ανακτηθέντων ακινήτων.